Του Θεοφάνη Παπαδόπουλου*
Η ευρωπαϊκή κρίση χρέους έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με τις παραδοσιακές συναλλαγματικές κρίσεις και κρίσεις χρέους που προκαλούνται από απότομες μεγάλες εισροές και εκροές κεφαλαίων. Στη ζώνη του ευρώ καταργήθηκαν το εθνικό νόμισμα και η εθνική νομισματική πολιτική, δύο βασικά εργαλεία αντιμετώπισης έντονων οικονομικών μεταβολών. Επίσης, προκλήθηκαν κρυφές μεταβιβάσεις κεφαλαίων μεταξύ οικονομικών κλάδων εντός της ζώνης του ΕΥΡΩ που είχαν ως συνέπεια την τεχνητή άνοδο των αποταμιεύσεων σε κάποιες χώρες (δηλαδή των μη παραγωγικών επενδύσεων στις αναπτυγμένες χώρες) και σε τεχνητές χαμηλότερες αποταμιεύσεις σε άλλα μέρη του συστήματος και εν τέλει σε μη βιώσιμα χρέη.
Σε πολλές νομισματικές κρίσεις και κρίσεις χρέους μια ομάδα είναι οι πιστωτές, οι κάτοχοι ακινήτων και άλλων περιουσιακών στοιχείων και οι επιχειρήσεις που κέρδισαν από τις νομισματικές στρεβλώσεις και η άλλη ομάδα είναι οι εργαζόμενοι που πληρώνουν με τη μορφή της μείωσης των μισθών τους και της ανεργίας και σε κάποιες περιπτώσεις η μεσαία τάξη που πληρώνει με τη μορφή της σταδιακής διάβρωσης του εισοδήματος της και της αξίας των αποταμιεύσεών της.
Τα πολιτικά κόμματα συνήθως αντιπροσωπεύουν τα συμφέροντα της μιας ή της άλλης ομάδας. Στην ευρωπαϊκή κρίση χρέους όλα τα παραδοσιακά κόμματα (από την δεξιά μέχρι την αριστερά) υπερασπίζονται την αξία του νομίσματος, προστατεύοντας τα συμφέροντα των πιστωτών. Η υπάρχουσα οικονομική κατάσταση των χωρών της Νότιας Ευρώπης και ορισμένων κεντρικών χωρών, όπως η Γαλλία, ευνοεί τα πολιτικά κόμματα που αντιτίθενται στα συμφέροντα των πιστωτών και της ζώνης του Ευρώ – και αυτό το κάνουν τα ακραία ή εθνικιστικά κόμματα της δεξιάς και της αριστεράς.
Οι ευρωπαϊκές κοινωνίες αντιμετωπίζουν την κρίση ως διαμάχη μεταξύ υπεύθυνων και ανεύθυνων κρατών, σωφροσύνης και ανευθυνότητας, και δεν μπορούν να δεχτούν διαγραφές χρεών ή την έκδοση ευρωομολόγου. Δεν ισχύει το επιχείρημα ότι ο γερμανικός λαός δάνεισε τον σπάταλο ελληνικό λαό, διότι έχει συμβεί κάτι πιο πολύπλοκο στην ζώνη του ΕΥΡΩ. Οι πολιτικές που εφάρμοσαν οι Γερμανικές κυβερνήσεις οδήγησαν την χώρα από τα εξωτερικά ελλείμματα της δεκαετίας του 1990 στα μεγάλα πλεονάσματα της δεκαετίας του 2000 επιβλήθηκαν σε βάρος των γερμανικών εργαζομένων και εν μέρει είναι υπεύθυνες για την χαμηλή ανάπτυξη της παραγωγικότητας στην Γερμανία.
Επιπλέον, οι κεφαλαιακές χρηματικές ροές από την Γερμανία προς την Ελλάδα διασφάλιζε ότι ο ελληνικός πληθωρισμός θα ήταν υψηλότερος του γερμανικού, τα επιτόκια που ήταν λογικά στη Γερμανία, ήταν πολύ χαμηλά στην Ελλάδα. Οι ελληνικές, οι γερμανικές και άλλες τράπεζες πρόσφεραν έναν πακτωλό φθηνών δανείων σε όποιον Έλληνα ή επιχείρηση ήθελε να τα πάρει, ακολουθώντας άκρως ανεύθυνη πολιτική, και δεν αποτελούσε μόνο «ελληνική επιλογή».
Στην οικονομική ιστορία έχει διαπιστωθεί ότι μεγάλες διασυνοριακές χρηματικές ροές βλάπτουν αντί να ωφελούν τη χώρα που τις δέχεται, καθώς είναι πολύ δύσκολο να βρεθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα πολλά καλά παραγωγικά σχέδια προς χρηματοδότηση σε μια χώρα. Η μεγάλη και απότομη αύξηση των χρηματικών ροών αυξάνει τους μισθούς δυσανάλογα προς την αύξηση της παραγωγικότητας, πλήττει την εγχώρια βιομηχανία και κατευθύνεται σε μεγάλο βαθμό στην αγορά ακινήτων δημιουργώντας φούσκες αξιών. Τα στοιχεία αυτά επιδεινώνουν το εξωτερικό ισοζύγιο και καθιστούν εξαιρετικά δύσκολη ως αδύνατη την εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους, γεγονός που ισχύει τόσο για τις υπεύθυνες όσο και για τις ανεύθυνες χώρες.
Το 1870, μετά το τέλος του γαλλοπρωσικού πολέμου, οι Γερμανοί υποχρέωσαν του Γάλλους να τους καταβάλλουν πολύ υψηλές πολεμικές επανορθώσεις, περίπου του 20% του ΑΕΠ της Γαλλίας μέσα σε τρία χρόνια, με σκοπό να την γονατίσουν οικονομικά και να απαλλαγούν για πολλές δεκαετίες από έναν επικίνδυνο αντίπαλο. Οι υψηλές γαλλικές επανορθώσεις έπληξαν τη γερμανική οικονομία, οδηγώντας την σε εξωτερικό έλλειμμα και πλήττοντας τη γερμανική βιομηχανία, μέσω της αύξησης της εγχώριας κατανάλωσης προς όφελος των γαλλικών και βρετανικών βιομηχανικών προϊόντων. Οι γαλλικές αποζημιώσεις χρηματοδότησαν πλήθος μη παραγωγικών επενδύσεων και χρηματιστηριακή φούσκα (1871-1873), μία μεγάλη αύξηση στο χρέος που κατέληξε σε μεγάλη ύφεση το 1873. Το σύνολο των Γερμανών πολιτικών και οικονομολόγων παραδέχτηκαν ότι οι γαλλικές αποζημιώσεις κατέστρεψαν την γερμανική οικονομία.
Η ιστορία με τις γαλλικές αποζημιώσεις προς την Γερμανία δείχνει πως κάθε μεγάλη εισροή κεφαλαίων σε μια χώρα οδηγεί σε προβληματικές καταστάσεις, ακόμη και όταν υπάρχει μία και μόνη κρατική αρχή που λαμβάνει αποφάσεις για την κατανομή των χρηματικών ροών, ακόμη και όταν αυτή η αρχή λειτουργεί στην «ενάρετη» Γερμανία.
Στην δεκαετία του 2000 πολλά κράτη της ζώνης του ΕΥΡΩ έγιναν αποδέκτες πολλών χρηματικών ροών που είχε ως αποτέλεσμα να χρηματοδοτηθεί κάθε ιδέα, σωστή ή βλακώδη. Σε πολλές χώρες, ταυτόχρονα, επιδόθηκαν σε ένα καταναλωτικό πάρτι, το οποίο χρηματοδοτήθηκε από γερμανικές, γαλλικές και άλλες τράπεζες. Αυτή η ροή κεφαλαίων δεν έγινε από κράτη, δηλαδή χρήματα φορολογούμενων. Η δραματική αλλαγή στα ισοζύγια πληρωμών μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης είχε ως βασική αιτία την μεταβολή εντός της γερμανικής οικονομίας που οδήγησε στα ύψη τα εγχώρια συνολικά πλεονάσματα σε σχέση με τις εγχώριες συνολικές επενδύσεις. Το επιχείρημα αυτό ενισχύεται και από τις Η.Π.Α., οι οποίες ζητούν να αυξηθούν οι εγχώριες επενδύσεις και η κατανάλωση στην γερμανική οικονομία, καθώς θα βοηθήσει τις αδύναμες οικονομικά χώρες.
Όταν ένα πολύ μεγάλο απόθεμα κεφαλαίων, από 10% έως 30% του ΑΕΠ μιας χώρας, χρηματοδοτεί ένα πολύ μεγάλο πλήθος ιδιωτών και επιχειρήσεων, και ο τρόπος διανομής των κεφαλαίων γίνεται από ένα ευρύ δίκτυο τραπεζών, και τα κριτήρια χορήγησης δανείων έχουν χαλαρώσει, τότε όσο πιο αισιόδοξη και ανεύθυνη είναι μια τράπεζα τόσο περισσότερα είναι τα κέρδη της, και ότι όσο πιο αισιόδοξος και ανεύθυνος είναι ο δανειολήπτης τόσο περισσότερα χρήματα δανείζεται. Ποια από τις δύο πλευρές πρέπει να αποδώσουμε τον χαρακτηρισμό της ανευθυνότητας; Η απάντηση ότι η ανευθυνότητα είναι βρίσκεται στο ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα και αυτών που καθόρισαν τους κανόνες της δανειοδότησης, και όχι στα εθνικά κράτη.
Το βασικό επιχείρημα ότι οι αδύναμες οικονομικά χώρες είναι πρωταρχικές υπεύθυνες για την κρίση που έχουν, διότι δεν διαχειρίστηκαν σωστά τις μεγάλες χρηματικές ροές που προήλθαν κυρίως από τη Γερμανία δεν ευσταθεί. Η γερμανική αρχιτεκτονική δομή του ΕΥΡΩ ευθύνεται για την οικονομική κατάσταση σε πολλές χώρες της ευρωζώνης. Σημειώνεται ότι τόσο η ελληνική κοινωνία και οι κυβερνήσεις έχουν σοβαρότατες ευθύνες καθώς συνέβαλαν και εξέθρεψαν ένα σαθρό οικονομικό και εργατικό μοντέλο.
* Ο Θεοφάνης Παπαδόπουλος εργάζεται ως στέλεχος στον Ιδιωτικό Τομέα, έχει σπουδάσει Πληροφορική και έχει κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στην Τραπεζική & Χρηματοοικονομική.
Στο παρόν άρθρο εκφράζονται προσωπικές απόψεις, οι οποίες δεν δεσμεύουν το www.agrinionews.gr και την επιχείρηση στην οποία εργάζομαι.
e-mail: fanispap76@yahoo.gr
1 Σχόλιο
“Το σύνολο των Γερμανών πολιτικών και οικονομολόγων παραδέχτηκαν ότι οι γαλλικές αποζημιώσεις κατέστρεψαν την γερμανική οικονομία”. Οι Γερμανοί ξέρανε πολύ καλά τι κανανε διοχετεύοντας υπερβολική ρευστότητα στην Ελλάδα.
“όσο πιο αισιόδοξη και ανεύθυνη είναι μια τράπεζα τόσο περισσότερα είναι τα κέρδη της” Που να πήγανε άραγε τα κέρδη των “ανεύθυνων” τραπεζών και γιατί χρειάζονται συνεχώς ανακεφαλαιοποιήσεις;