Σε μια αποκαλυπτική συνέντευξη-αφιέρωμα στη δημοσιογράφο Κατερίνα Αναστασοπούλου για λογαριασμό του περιοδικού Ρίζα Αγρινιωτών (το οποίο εκδίδει από το 1989 ο Σύλλογος των εν Αθήναις Αγρινιωτών), ο πρόεδρος του Παναιτωλικού Φώτης Κωστούλας εξομολογείται άγνωστες πτυχές της ζωής του. Μιλά για τα παιδικά του χρόνια στο Αγρίνιο, τότε που ελλείψει χρημάτων έσκαβε μαζί με άλλους συνομηλίκους του κάτω από τα σύρματα για να εισέλθει τζάμπα στο γήπεδο και να δει τον Παναιτωλικό! Aναφέρεται επίσης στις σπουδές του και στα επιχειρηματικά του βήματα στη Σουηδία, αναλύοντας παράλληλα τα μελλοντικά του σχέδια για την Αγρινιώτικη ομάδα, ενώ ίσως για πρώτη φορά δεν αποκλείει την ενασχόλησή του με την πολιτική.
Αξίζει να αναφέρουμε, ότι το συγκεκριμένο τεύχος του περιοδικού, που εντός των επόμενων ημερών θα βρίσκεται στα χέρια των συνδρομητών του, είναι αφιερωμένο στην άνοδο του Παναιτωλικού, με το ομολογουμένως εξαιρετικό εξώφυλλό του να αντιπαραβάλλει το χθες με το σήμερα.
Το agrinionews δημοσιεύει σήμερα ολόκληρο το αφιέρωμα και ορισμένα χαρακτηριστικά αποσπάσματα της συνέντευξης:
Ένα μικρό αγόρι ανεβαίνει με ξαναμμένα μάγουλα την οδό Παπαστράτου στο Αγρίνιο. Ανυπομονεί να δει την αγαπημένη του ομάδα, τον Παναιτωλικό. Η ώρα έναρξης του αγώνα ζυγώνει και η λαχτάρα στα μάτια του πιτσιρικά και των φίλων του μεγαλώνει. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο πρέπει να καταφέρουν να μπουν μέσα στο γήπεδο. Η παρέα αποδεικνύεται οργανωμένη. «Όταν ήμουν παιδί περίμενα πως και πως να έρθει η Κυριακή για να πάω με τα άλλα παιδιά στον Παναιτωλικό. Θέλαμε διακαώς να δούμε από κοντά το ματς και τα είδωλά μας. Δουλεύαμε όλη την εβδομάδα στο μυαλό μας τρόπους για να μπούμε κρυφά και να μην μας πιάσει ο φύλακας. Το γήπεδο δεν είχε τοίχους. Μόνο κάγκελα και σύρματα. Δεν είχαμε λεφτά και έτσι εφευρίσκαμε άλλες μεθόδους.. Σκάβαμε και περνούσαμε κάτω από τα σύρματα. Όσο και αν μας το απαγόρευαν, τις περισσότερες φορές τα καταφέρναμε. Στη χειρότερη περίπτωση μας έβαζαν στο ημίχρονο. Ήταν γιορτή τότε το ποδόσφαιρο», θυμάται με νοσταλγία ο πρόεδρος σήμερα του Παναιτωλικού Φώτης Κωστούλας. Οι αναμνήσεις των παιδικών του χρόνων έχουν μία γλυκιά ειρωνεία αν αναλογιστεί κανείς τα χρήματα, την προσπάθεια και τον χρόνο που έχει αφιερώσει μέχρι στιγμής για να δει την ομάδα σύμβολο της πόλης στη μεγάλη κατηγορία ύστερα από 34 χρόνια απουσίας. «Ήταν μία χρονιά ορόσημο. Ο Παναιτωλικός είναι πάντα Παναιτωλικός. Είναι μέσα στην καρδιά όλων μας λόγω της μεγάλης ιστορίας του αλλά και των συγκινήσεων που μας έχει προσφέρει. Με την άνοδο φέτος της ομάδας στη Σούπερ Λίγκα δημιουργήθηκε ένα κλίμα ευφορίας στην περιοχή, πέρα από τον στενό πυρήνα των οπαδών. Αυτές οι καταστάσεις βοηθούν τους ανθρώπους να δουν το αύριο λίγο καλύτερα, με άλλα μάτια και περισσότερη αισιοδοξία. Ίσως αποτελέσει ένα μικρό καύσιμο για να πάει μπροστά η περιοχή. Το ελπίζω. Ο κόσμος πάντως πήρε μεγάλη χαρά. Κάποιοι έφτασαν στο σημείο να βάλουν τα κλάματα μέσα στο γήπεδο. Σε κάθε παιχνίδι συναντούσα συμπολίτες μου που δεν έχουν καμία σχέση με τον αθλητισμό. Ακόμη και αυτοί –μπορεί να είναι άντρες ή γυναίκες, δεν έχει σημασία- υποστηρίζουν με θέρμη ότι η άνοδος του Παναιτωλικού στη Σούπερ Λίγκα είναι καλό για τον τόπο μας. Αυτό είναι συγκινητικό».
Όσες φορές κι αν έχει πανηγυρίσει από τη θέση του προέδρου τις αλλεπάλληλες επιτυχίες της ομάδας δεν ξεχνά ποτέ την ανάμνηση του παιδιού που έμπαινε κρυφά στο γήπεδο. «Και να θέλω να το ξεχάσω δεν μπορώ, γιατί έχω πολλούς από τους παλιούς μου φίλους που έρχονται και μου λένε: θυμάσαι τότε που πιάστηκαν τα ρούχα σου στο σύρμα και δεν μπορούσαμε να σε βγάλουμε; Παλιές ιστορίες.. Όλοι αυτοί οι φίλοι μου οι παιδικοί είναι ακόμα εκεί. Ποτέ μου δεν είχα τη φιλοδοξία -το όνειρο αν θέλετε- να γίνω πρόεδρος του Παναιτωλικού. Μην ξεχνάμε ότι εγώ ήρθα όλως τυχαίως στην ομάδα. Δεν είχα καμία σχέση με το ποδόσφαιρο. Έπαιζα ως παιδί στην αλάνα, αυτό ήταν όλο. Δεν ασχολήθηκα με το άθλημα ούτε και τον καιρό που έλειπα στη Σουηδία. Ενημερωνόμουν ωστόσο για την πορεία του Παναιτωλικού».
ΜΕΓΑΛΩΝΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΑΓΡΙΝΙΟ
Ο Φώτης Κωστούλας έζησε στο Αγρίνιο τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια, μέχρι την ηλικία των 20 ετών. «Έχουν αλλάξει πολλά από τότε που έφυγα. Ένα νέο παιδί που μεγαλώνει τώρα στο Αγρίνιο είναι δύσκολο να καταλάβει πως ήταν η πόλη. Ίσως μόνο από παλιές φωτογραφίες μπορεί να αντιληφθεί τη διαφορά. Το Αγρίνιο ήταν ένα φτωχό μέρος και εξακολουθεί να είναι. Τότε όμως υπήρχε ένα άλλο δέσιμο, άλλη κοινωνικότητα στον κόσμο. Τώρα δεν υπάρχει αυτό και είναι λυπηρό, είναι κρίμα. Αυτή όμως είναι η εξέλιξη της κοινωνίας γενικότερα. Από την Ελλάδα με έκαναν να φύγω οι συνθήκες. Η οικογένειά μου ήταν πολύ φτωχή. Λεφτά δεν υπήρχαν, ο πατέρας μου έφυγε πολύ νωρίς. Ίσα που τα βγάζαμε πέρα. Δούλευα από μικρό παιδάκι. Διαφορετικά δεν έβγαινε. Είχαμε δυσκολίες και έπρεπε να καταφέρουμε να επιβιώσουμε. Αυτός ήταν ο ένας λόγος. Ο άλλος λόγος ήταν ότι εκείνη την περίοδο και εγώ αλλά και πάρα πολλοί άλλοι θέλαμε να φύγουμε. Ήταν η εποχή της χούντας και τα πράγματα είχαν δυσκολέψει ακόμη περισσότερο για εμάς που προερχόμασταν από αριστερές οικογένειες. Βλέπαμε ότι στενεύανε τα όρια και φύγαμε στο εξωτερικό για να μπορέσουμε να κάνουμε κάτι στη ζωή μας. Το Αγρίνιο ανέκαθεν είχε πολλούς Αριστερούς. Στην Αθήνα που πήγα σπούδασα δημοσιογραφία στη σχολή «Όμηρος». Ήταν η μόνη δημοσιογραφική σχολή τότε, γωνία Σίνα και Ακαδημίας. Δίδασκαν και σπουδαίοι δημοσιογράφοι. Τρία χρόνια κράτησε η σχολή. Πήρα το πτυχίο μου, πήγα στρατό και στη συνέχεια επιχείρησα να ψάξω για δουλειά. Δεν μπορούσα να βρω κάτι και η στάμπα μου ως Αριστερού κάθε άλλο παρά διευκόλυνε την κατάσταση. Προσπάθησα να δουλέψω ως δημοσιογράφος, αλλά δεν τα κατάφερα. Έπρεπε να περάσω ένα στάδιο εκμάθησης αλλά δεν είχα την πολυτέλεια να κάνω πρακτική. Έπρεπε να βγάλω τα προς το ζην. Τα παράτησα όλα και προτίμησα να φύγω».
Η ΔΙΕΞΟΔΟΣ ΣΤΗ ΣΟΥΗΔΙΑ
Οι συμπτώσεις έχουν παίξει αποφασιστικό ρόλο στη ζωή του Φώτη Κωστούλα. Οι δυσκολίες που αντιμετώπιζε στην Ελλάδα τον ώθησαν να φύγει στο εξωτερικό. Η Σουηδία ήταν μία διέξοδος που τον οδήγησε, όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων, σε όμορφα μονοπάτια. «Η Σουηδία μπήκε στη ζωή μου συμπτωματικά. Ένας παλιός μου φίλος από το Αγρίνιο είχε πάει εκεί για σπουδές και μου έγραψε για τις συνθήκες που επικρατούσαν σε ακαδημαϊκό και επαγγελματικό επίπεδο. Τα πράγματα εκεί ήταν πολύ διαφορετικά. Δεν χρειαζόταν να δώσω εξετάσεις για να σπουδάσω. Στη Σουηδία αν έχεις το απολυτήριο του λυκείου και έχεις και όρεξη, έχεις το δικαίωμα να μένεις στο πανεπιστήμιο να διαβάζεις και να σπουδάζεις. Σου προσφέρουν τα πάντα, μέχρι και δωμάτιο να μείνεις. Γράφτηκα στο πανεπιστήμιο, πήρα δάνειο και όταν έπιασα δουλειά το αποπλήρωσα. Τελείωσα γεωλογία στην Ουψάλα. Με αυτό το σκεπτικό πήγα, αλλά και πάλι δεν είχα χρήματα και έτσι έπρεπε να δουλεύω κιόλας. Ήμουν όμως τυχερός καθώς βρήκα αμέσως απασχόληση. Τη μία μέρα έφτασα στη Σουηδία και την άλλη εργαζόμουν σε εργοστάσιο χαρτοποιίας. Τελείως συμπτωματικά και πάλι. Μπορώ να πω ότι όλες αυτές οι συμπτώσεις με έβαλαν σε έναν καλό δρόμο. Στην Ουψάλα ήταν πολύ έντονο το ελληνικό στοιχείο. Ζούσαν περίπου 2.500 Έλληνες, εκ των οποίων οι 150 ήμασταν φοιτητές και διατηρούσαμε και έναν σύλλογο. Κάναμε παρέα όλοι οι Έλληνες. Όλα αυτά βοήθησαν. Βοήθησαν στο να μείνω και να σταθεροποιηθώ. Υπήρχε μεγάλη αλληλοβοήθεια. Με τους βορειοελλαδίτες ειδικά είχα πολύ καλή επαφή. Εκείνα τα χρόνια οι συνθήκες ήταν δύσκολες. Είχα όμως πολύ καλούς φίλους που με βοήθησαν».
Στη Σουηδία ο Φώτης Κωστούλας έζησε συνολικά 30 χρόνια. Σιγά-σιγά, δουλεύοντας σκληρά, κατάφερε να κάνει περιουσία στην ξένη χώρα και απολάμβανε την αναγνώριση του σουηδικού κράτους. Το 1982 δημιούργησε μία εταιρεία με τον αείμνηστο Γιώργο Χατζή και ασχολούνταν με την πώληση πακέτων εισιτηρίων. Το 1995, όταν ο Φώτης Κωστούλας απορρόφησε το μερίδιο του Γ. Χατζή, η εταιρία εξυπηρετούσε με πτήσεις τσάρτερ 550.000 ταξιδιώτες. Το 2001 πούλησε το πλειοψηφικό πακέτο στην εταιρεία-κολοσσό Kouni ενώ πριν από 5 χρόνια, στις 12 Απριλίου του 2006, το οικονομικό έντυπο “Dagens” στο οποίο αρθρογραφούν σπουδαίοι οικονομολόγοι και ο διοικητής της Τράπεζας της Σουηδίας είχε αφιέρωμα στους 52 οικονομικά επιφανέστερους ξένους επιχειρηματίες στη Σουηδία. Στη σχετική λίστα ο μετέπειτα πρόεδρος του Παναιτωλικού κατείχε τη δεύτερη θέση. Αυτή δεν ήταν η μοναδική φορά που οι Σουηδοί ανταπέδωσαν στον Έλληνα επιχειρηματία την προσφορά του ως πολίτη και ως επιχειρηματία. Στην πρώτη κιόλας σελίδα του ιστότοπου Herbert Felix Institutet -ενός φορέα σκέψης και προβληματισμού, που είναι αφιερωμένος στην έρευνα και την ανταλλαγή απόψεων για τη προσφορά των μεταναστών στην σουηδική κοινωνία- είναι αναρτημένος ένας κατάλογος με σπουδαίες προσωπικότητες της οικονομίας και των γραμμάτων της χώρας που χρονολογείται από το 1500. Το όνομα του Φώτη Κωστούλα φιγουράρει στη σχετική λίστα για τη χρονιά του 1982 μαζί με ένα εκτενές αφιέρωμα για τη συνεισφορά του στη σουηδική οικονομία και γενικότερα στην πρόοδο των μεταναστών. Το κράτος τον είχε άλλωστε τιμήσει ως έναν από τους τρεις οικονομικούς παράγοντες της Σουηδίας που είχαν επιλέξει να επενδύσουν στη χώρα που τους φιλοξενούσε. «Η επιτυχημένη πορεία, έτσι όπως την εννοεί ο κόσμος, είναι μία σειρά από μικρές επιτυχίες και από πολλή δουλειά. Και τι είναι επιτυχία στο κάτω της γραφής;» αναρωτιέται, κάνοντας έναν μικρό απολογισμό της ζωής του στη Σουηδία που περιελάμβανε και πολλές ευτυχισμένες στιγμές στην προσωπική του ζωή. Παντρεμένος με την διάσημη δημοσιογράφο της Σουηδίας Lalli Svedling απέκτησαν μαζί δύο υπέροχα παιδιά, την Αιμίλια και τον Λεωνίδα. Μαζί με την σύζυγό του έχουν παραχωρήσει ένα νεοκλασικό κτήριο στην Πλάκα, στην οδό Δαιδάλου 18, για τη μεταστέγαση της σουηδικής εκκλησίας “Svenska Kyrkan”. Οι Σουηδοί της Αθήνας εξέλαβαν την κίνηση αυτή ως ιστορική για την κοινότητά τους στην Ελλάδα Είναι περισσότερο ένα πολιτιστικό σημείο επαφής με την πατρίδα και λιγότερο λατρευτικός ναός. Έχοντας υπάρξει ο ίδιος μετανάστης μπορούσε να αποκωδικοποιήσει τις ανάγκες τους.
«Το θέμα της νοσταλγίας για τον καθένα που ξενιτεύεται αρχίζει από το πρώτο τρίμηνο και μετά. Μόλις περάσει αυτό το χρονικό διάστημα αρχίζει και λέει τι κάνω εγώ εδώ; Οι δικοί μου είναι εκεί… οι φίλοι μου εδώ… Αν έχεις την ευκαιρία να πηγαινοέρχεσαι είναι αλλιώς. Τα πράγματα όμως τότε ήταν πολύ διαφορετικά. Μετά το τρίμηνο-τετράμηνο αρχίζει αυτό που λέμε ο νόστος για την πατρίδα. Αρχίζει να σε γρατζουνάει μέσα σου και μεγαλώνει με τον καιρό. Φτάνεις στο σημείο να εξιδανικεύεις την Ελλάδα. Λες άφησα την ιδανική χώρα και αυτό δεν είναι αλήθεια. Αυτό το κουβαλάς πάντα μέσα σου, δεν φεύγει. Όταν επιστρέφεις στην Ελλάδα παίρνεις μία ανάσα. Αυτή η αίσθηση κάνει πολλά χρόνια να φύγει. Ίσως να μην φύγει ποτέ. Και τώρα που βλαστημάμε όλοι την Ελλάδα και λέμε διάφορα, αν φύγουμε ένα μήνα, λέμε πότε να γυρίσουμε. Έτσι είναι πάντα και νομίζω ότι είναι πολύ λογικό».
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗΣ
ΡΙΖΑ: Γιατί επιστρέψατε μετά από τόσα χρόνια;
Φ.Κ: «Αυτή είναι μία ερώτηση που τη θέτω κι εγώ κάθε τόσο στον εαυτό μου. Ήταν πολλοί οι λόγοι. Όταν πούλησα τις επιχειρήσεις που είχα στη Σουηδία, ένιωθα ότι έπρεπε να φύγω για λίγο μακριά, να πάω κάπου να ξεκουραστώ. Πολλά χρόνια, πολλή δουλειά, πολλή κούραση, πολλή ένταση. Όλα αυτά. Ήθελα να πάω κάπου. Αφού συζητήσαμε λίγο με την οικογένεια, αποφασίσαμε να έρθουμε στην Ελλάδα. Πάμε και βλέπουμε, είπαμε. Με αυτό το σκεπτικό ήρθαμε. Είναι δύσκολος ο επαναπατρισμός. Όταν φεύγεις νέος και πας σε μία χώρα είναι δύσκολο να προσαρμοστείς, γιατί είναι άλλα τα ήθη και έθιμα, άλλη η κοινωνική δομή. Πιο δύσκολο όμως είναι να επαναπατριστείς μετά από πολλά χρόνια. Σου φαίνονται όλα παράξενα, αλλιώτικα. Λες τι είναι εδώ; Πέρασε πολλές φορές από το μυαλό μου όταν γύρισα να ξαναφύγω πάλι. Και λέγαμε με την οικογένειά μου, άστο λίγο έτσι και θα δούμε. Μετά προσαρμόζεσαι. Κάπου εκεί ήρθε και η πρόταση για τον Παναιτωλικό. Εκείνο τον καιρό δεν είχα και πολλά πράγματα να ασχοληθώ. Αυτό ήταν πρόβλημα για εμένα γιατί είχα μάθει όλη μου τη ζωή να δουλεύω. Αποφάσισα αναλάβω τον Παναιτωλικό. Έτσι μπήκα στο λούκι και τώρα είμαι εδώ».
ΡΙΖΑ: Αισθάνεστε ότι είστε ένας παράγοντας εξέλιξης για το Αγρίνιο;
ΦΚ: «Αυτό που κάνω εγώ είναι πολύ λίγο, είναι ένα πολύ μικρό κομμάτι. Χρειάζονται πολύ περισσότερα για να αναπτυχθεί ο τόπος. Εγώ απασχολώ αυτή τη στιγμή έναν αριθμό ατόμων».
ΡΙΖΑ: Πόσοι είναι όλοι μαζί;
ΦΚ: «Γύρω στα 70-80 άτομα. Είναι ένας αριθμός ατόμων που βγάζει τα προς το ζην. Αλλά χρειάζονται πολύ περισσότερα. Αυτή τη στιγμή έχει σταματήσει η ιδιωτική πρωτοβουλία γιατί πάρα πολύς κόσμος φοβάται να διαθέσει χρήματα και δεν έχει τη δυνατότητα. Εδώ χρειαζόταν η πολιτεία να πάρει μέτρα. Εγώ έχω ζήσει δύσκολες καταστάσεις στη Σουηδία και σε άλλες χώρες, σε άλλες εποχές. Έβλεπες πως εκεί οι κυβερνήσεις έπαιρναν μέτρα, τα οποία ήταν πραγματικά μέτρα ανάπτυξης και ξεπερνούσαν την όποια κρίση σε ελάχιστα χρόνια. Ίσως γι’ αυτό δεν είχαν φτάσει ποτέ σε μία τόσο μεγάλη κρίση σαν τη δική μας. Ήταν γρήγοροι και αποτελεσματικοί. Έμπαιναν μπροστά, έδιναν λύσεις και βοηθούσαν πάρα πολύ την επαρχία. Δεν έχω καταλάβει γιατί στην Ελλάδα έχουν εγκαταλείψει την επαρχία. Υπάρχει στην επαρχία αξιόλογος κόσμος και καλές καταστάσεις προς εκμετάλλευση. Να μπορέσει να γίνει κάτι. Εδώ δεν βλέπω τίποτα και μάλλον δεν υπάρχει και σωστός προγραμματισμός».
ΡΙΖΑ: Θα ήθελα να μου δώσετε μία ρομαντική διάσταση του Αγρινίου. Οι αναγνώστες της ΡΙΖΑΣ δραπετεύουν από τις σελίδες του περιοδικού. Ποιο σημείο της πόλης είναι το αγαπημένο σας;
ΦΚ: «Το Emileon! (γελάει).
ΡΙΖΑ: Εκτός από αυτό..
Φ.Κ: Η πλατεία με τους πεζόδρομους όπου ξέρεις ότι πηγαίνοντας εκεί θα συναντήσεις σίγουρα 5-10 ανθρώπους και θα σου φτιάξουν τη μέρα. Θα πιεις έναν καφέ, θα ανταλλάξεις μία κουβέντα. Έχουμε πάνω κάτω κοινές εμπειρίες και παραστάσεις για τον τόπο μας και αυτό είναι πολύ καλό. Το Αγρίνιο ευτυχώς δεν έχει φτάσει σε αυτά τα επίπεδα που έχει μία μεγαλούπολη. Υπάρχει ακόμα ένα μεγάλο δέσιμο, υπάρχουν καλές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, τόσο μεταξύ συγγενών ή φίλων όσο και μεταξύ συνεργατών. Αυτή η σχεδόν καθημερινή επαφή είναι πολύ σημαντική και δεν πρέπει να την χάσουμε. Όσο και να λέμε να μεγαλώσει το Αγρίνιο και να αναπτυχθεί, καλό θα ήταν αυτή η ανάπτυξη να μην γίνει με λάθος τρόπο. Αυτή η κοινωνικότητα που συναντώ εδώ είναι ένα στοιχείο που με τραβάει, το στοιχείο που μου έλειψε όταν ξενιτεύτηκα. Όταν φεύγεις σε άλλους τόπους ή ακόμη και στην Αθήνα χάνεσαι μέσα στην ανωνυμία».
ΡΙΖΑ: Η πολιτική σας ενδιαφέρει; Αν σας προσεγγίσουν, θα ανταποκριθείτε;
Φ.Κ: «Κατά καιρούς έχουν ακουστεί διάφορα πράγματα, αλλά δεν το αποκλείω εντελώς. Δεν έχω αυτές τις βλέψεις και διαθέσεις. Δεν νομίζω ότι είμαι κατάλληλος για αυτήν τη δουλειά. Ένας πολιτικός μπορεί να έχει εξουσία αλλά στην ουσία είναι δέσμιος πάρα πολλών παραμέτρων και δεν μπορώ να το κάνω αυτό. Εγώ θέλω να τραβάω τον δικό μου δρόμο».
ΡΙΖΑ: Τι ονειρεύεστε για το μέλλον;
Φ.Κ: «Δεν κάνω όνειρα. Αυτή τη στιγμή έχω εστιάσει την προσοχή μου στον Παναιτωλικό και θέλω πραγματοποιήσουμε τους στόχους μας».