Ένα θέμα, που με απασχόλησε αρκετό καιρό, ήταν η δημιουργία της λιμνοθάλασσας και της εδαφικής γλώσσας του Μεσολογγίου. Σε αρκετά ιστορικά βιβλία αναφέρονταν ότι προήλθαν από προσχώσεις των ποταμών Ευήνου και Αχελώου. Τα βασικά στοιχεία που με οδήγησαν να καταθέσω την παρακάτω άποψή προέρχονται από:.
α) Ιστορικά κείμενα,
β) Χάρτες που είχα τη τύχη να ανακαλύψω, εκ των οποίων, ως πιο σημαντικότερος αποδείχθηκε ο πιο κάτω (εικ.1)
«ΕΔΑΦΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΙΝ 1821» και
γ) Επιτόπιες παρατηρήσεις.
Στο παρακάτω απόσπασμα (εικ.2) από παλαιό χάρτη του 1570 δείχνεται πώς, εκείνη την εποχή οι γεωγράφοι περιέγραψαν και τα χαρακτικά κέντρα του εξωτερικού, σχεδίασαν την περιοχή μας.
Φαίνονται οι δύο ποταμοί Αχελώος και Εύηνος και η λιμνοθάλασσα Μεσολογγίου και Αιτωλικού με διάσπαρτα νησίδια, που σημειώνονται με το όνομα Echinades.
Ο Εβλιά Τσελεμπή Τούρκος περιηγητής το 1680 πέρασε από το Μεσολόγγι. Περιγράφει στο βιβλίο του «ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ» τη πορεία του από το Ευηνοχώρι προς το Μεσολόγγι. «Μετά από έξι ώρες δρόμο ακόμα, φτάσαμε στο κασαμπά (κωμόπολη) Μεσέ Λογκά (Μεσολόγγι). Ανήκει στο σαντζάκ (νομός) του Κάρλελι (τόπος του Κάρολου της Δυτικής Ελλάδας) κι είναι ναχιές (Δήμος) του Αγγελι-Καστρί ( Αγγελόκαστρο). Είναι χτισμένος σε μια αμμουδερή παραλία και σου δίνει την εντύπωση νησιού. …Έχει 300 κεραμοσκέπαστα σπίτια ..». Μετά την πρώτη αποίκηση του οικισμού, στα αρχικά νησίδια, ανάμεσα σε αβαθή νερά, όπου έστησαν τις καλύβες τους οι άποικοι, διαμορφώθηκε ο χώρος όπως μας αναφέρει εδώ ο Τσελεμπή και μετατράπηκε ο οικισμός σε οργανωμένο νησί με αμμουδερή παραλία με 300 μάλιστα κεραμοσκέπαστα σπίτια. Τα νησίδια που σημειώνονται στο χάρτη του 1570 έχουν πλέον μετατραπεί σε παραλία από άμμο. Η αλλαγή αυτή είναι σαφής ένδειξη ότι προήλθε από τη ύπαρξη υπολειμμάτων- προσχώσεων ρέματος, που περιέβαλαν τα νησίδια αυτά με νερά.
Η εικόνα αυτή παρουσιάζεται και στον χάρτη (εικ.3).
Μια ζωγραφιά που έγινε, με υποδείξεις του Μακρυγιάννη, από τον Παναγιώτη Ζωγράφο. Η πόλη εμφανίζεται σαν ένα νησί που περιβάλλεται από θάλασσα.
Αρκετά μεταγενέστερα ο Ρήγας Φεραίος το 1796, πρώτος με Ελληνική γραφή, χαρτογράφησε την ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων ( εικ.4).
Στην ιδιαίτερη περιοχή μας σημειώνει τις δύο λιμνοθάλασσες ξεχωριστά. Του Αιτωλικού με το όνομα Κυνία και του Μεσολογγίου με το όνομα Ουρία λίμνη. Δυτικά και νότια προς τον Πατραϊκό κόλπο, στην ευρύτερη περιοχή της λιμνοθάλασσας, καταχωρεί διάσπαρτα νησίδια.
Στο χάρτη του Οδυσσέα Μαρούλη 1907, όπως εμφανίζονται στο απόσπασμα (εικ.5) έχουν σημειωθεί εκατέρωθεν και πολύ κοντά στην οδό Αγίου Αθανασίου αρκετά φρέατα (πηγάδια). Στο βόρειο τμήμα εμφανίζονται, με στάθμη νερού σχεδόν στην επιφάνεια του εδάφους, γιαυτό ο συμβολισμός είναι φρέατα, ενώ πιο νότια και προς το τείχος σημειώνονται με τον συμβολισμό φρέατα με υδραντλίες, όπου η άντληση γίνονταν, λόγω μείωσης του υδάτινου ορίζοντα, ενισχυτικά με μηχανικό τρόπο.
Αυτό εξηγείται μόνο με την ύπαρξη, στη προκειμένη θέση, επιφανειακής φλέβας νερού. Στον χάρτη σημειώνονται με βέλη τα υπόγεια ύδατα που ξεκινάνε βόρεια από τις υπώρειες του Αρακύνθου, κατεβαίνουν στην διεύθυνση, περίπου ένθεν και ένθεν, της οδού Αγίου Αθανασίου και εισέρχονται στην Πόλη από την θέση ανάμεσα από τις ντάπιες του Μάρκου Μπότσαρη και της Πύλης. Αναφέρεται:
Α) Από τον Κασομούλη στο βιβλίο του «Στρατιωτικά ενθυμήματα» Κεφάλαιο 15ο Σελ. 77. «Προχωρών σκάπτοντας ο Κιουταχής ηύρεν την αρχήν της (Μεγάλης ) Βρύσεως, και έκοψαν το νερόν κατά τας 6 Ιουνίου», (1825). Οι Τούρκοι ιδόντες τούτο έξαφνα, αμέσως ειδοποίησαν τον Βεζίρην Κιουταχήν, και έκαμεν τελετήν ότι το Μισολόγγι πλέον, και χωρίς πόλεμον, εις ολίγας ημέρας πίπτει εις χείρας των, από το νερόν. Είναι αληθινόν ότι τα πηγάδια του Μισολογγιού έχουν τα νερά των γλιφά τόσον, ώστε δεν πίνονται, και οι Τούρκοι συμπέραναν ορθά. Οι Έλληνες όμως οπού η φύσις τους έκαμεν αυτοφυείς εις όλας τας επιστήμας, εσυλλογἰσθησαν ότι το μέρος της Πόρτας του Φρουρίου, το οποίον ήτο ξηρόν εις άλλον καιρόν, περνούσεν ποταμός • εδοκίμασαν ευθὐς σκάπτοντες μίαν οργυιάν (εις βάθος), (και) ηύραν νερόν πλέον γλυκύτερον από τα λοιπά και καθαρώτερον και ελαφρότερον. Ένας (ήτον ο πρώτος, όστις) άρχισε και έκαμεν τούτο, και έως το εσπέρας ευρέθησαν (ανοιγμένα) από τον προμαχώνα του Μακρή έως εις ταις Εκκλησίαις πλήθος πηγάδια, και ολοέν άνοιγεν (νέα), ώστε ο κόσμος άρχισε να εμψυχὠνεται» . Θυμήθηκαν, μας αναφέρει ο Κασομούλης, τον ποταμό που έρχονταν στο Μεσολόγγι και άνοιξαν μέσα από το τείχος πηγάδια στα οποία βρήκαν γλυκό νερό και έτσι κρατήθηκε ακόμη ελεύθερη η Πόλη. Ποιος ήταν αυτός ο ποταμός; Από πού έρχονταν; Περνούσε μέσα από τη πόλη; Για να το σημειώσει αυτό ο Κασομούλης, φαίνεται πως κάπου μέσα στη πόλη το πληροφορήθηκε. Άρα πρέπει να υπήρχε, τότε παλιά παράδοση, ένας ποταμός που σίγουρα ήταν και υπεύθυνος για τα νησίδια και τους βάλτους που βρήκαν εκεί οι πρώτοι άποικοι. Και Β) Στον χάρτη του Prokesch Osten του 1826 (εικ.6 ) αποτυπώνεται ανάμεσα από την Μεγάλη Ντάπια του Μάρκου Μπότσαρη και την Ντάπια του Μακρή (όπως παραπάνω αναφέρεται ) η περίταφρος, χωρίς θαλασσινό νερό. Φαίνεται πως οι Μεσολογγίτες γνώριζαν ότι από την θέση αυτή υπόγεια περνούσε η φλέβα με γλυκό νερό, που προέρχονταν από τον ποταμό, που θυμήθηκαν, κατά τον Κασομούλη. Έτσι προκειμένου να μη μολυνθεί το γλυκό νερό που περνούσε από κάτω, δεν άφησαν στη θέση αυτή της περιτάφρου από πάνω να περάσει το Θαλασσινό νερό.
Αποκαλυπτικός μας παρουσιάζεται ο αρχικός χάρτης (εικ.1 ) του 1821 από τον οποίο καταχωρείται εδώ το παρακάτω απόσπασμα (εικ.7).
Βλέπουμε με μια προσεκτική παρατήρηση ότι ο Εύηνος ποταμός, με τον κύριο ρου του και τα πλευρικά παρακλάδια του, στο δέλτα του να έχει δημιουργήσει όλη την πεδιάδα του Ευηνοχωρίου και Γαλατά αλλά και δυτικά τους αμμόλοφους, τα νησάκια της Τουρλίδας. Στο σχέδιο, με την διαγράμμιση νότια της γραμμής ΓΔ, εμφανίζεται η κίνηση των φερτών υλικών (λάσπης-άμμου-χαλικιών) νότια. Η δημιουργηθείσα εκεί εδαφική έκταση δεν επεκτείνεται δυτικά προς το Μεσολόγγι αλλά σταματάει στην θέση Γ. Σαφώς , όπως παρουσιάζεται, η επέκταση της εδαφικής γλώσσας ΑΒ του Μεσολογγίου νότια προς την Λιμνοθάλασσα δεν έχει καμιά σχέση με τις προσχώσεις του Ευήνου, διότι άλλως θα έπρεπε η διαγραφόμενη έκταση ΓΔ να εκτείνονταν μέχρι το σημείο Β. Οπότε με ασφάλεια σύμφωνα με τα δεδομένα του χάρτη αυτού του 1821 μπορούμε να υποστηρίξουμε την άποψη ότι ο Εύηνος είναι υπεύθυνος μόνο για την πεδιάδα των Ευηνοχωρίου και Γαλατά. Το δέλτα του επεκτάθηκε στην έκταση του τριγώνου με βάση την γραμμή ΓΔ και κορυφή στον Πατραϊκό κόλπο καθώς και της συνέχειας της λωρίδας προς το νησί της Τουρλίδας.
Επίσης το ίδιο με ασφάλεια μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι ούτε και ο Αχελώος ποταμός έχει προκαλέσει με τις προσχώσεις του στο δέλτα του την δημιουργία της εδαφικής λωρίδας του Μεσολογγίου. Από την αρχαία εποχή είναι γνωστό ότι ο ποταμός αυτός χύνονταν στην ευρύτερη περιοχή της πόλης των Οινιαδών και ήταν ο υπεύθυνος της ένωσης αρκετών νησιδίων από τις ονομαζόμενες «Εχινάδες Νήσους». Συνάμα η μικρότερη απόσταση της κοίτης του από το Μεσολόγγι ξεπερνάει τα 12 χιλιόμετρα και ανάμεσα παρεμβάλλονται οι λοφίσκοι των οικισμών Σταμνάς και Αγίου Ηλία. Εάν, κατά μια θεωρεία, προϊστορικά ο Αχελώος διέρχονταν από τα στενά της Αγίας Ελεούσας, τότε θα χύνονταν κατά την πορεία του στην λίμνη του Αιτωλικού οπότε θα προκαλούσε τοπικά και μόνο, με τις προσχώσεις του την επίχωσή της και δεν ήταν δυνατόν να φτάσει μέχρι το Μεσολόγγι. Συνάμα ανάμεσα από την λίμνη του Αιτωλικού και του Μεσολογγίου παρεμβάλλεται κατά την εποχή της ακμής της νέας Πλευρώνας στην Ελληνιστική εποχή, η ανοικτή θαλάσσια έκταση με το επίνειον της Πλευρώνας, στο «σκαλί».
Ενώ, αντίθετα από αυτήν την άποψη των προσχώσεων Ευήνου και Αχελώου, παρατηρώντας στο χάρτη θα δούμε ότι, δυτικά του Ευήνου, στο βάθος και βόρεια της λιμνοθάλασσας η εδαφική έκταση ΑΒ καθώς και τα νησάκια με την Αγία Τριάδα στην Κλείσοβα που απέχουν από την χερσαία έκταση του Ευηνοχωρίου δεν έχουν καμιά σχέση ούτε με τις κοντινές προσχώσεις του Ευήνου.
Βλέπουμε ακόμη, στο χάρτη, και αυτό έχει μεγάλη σημασία για την εδαφική κατάσταση του Μεσολογγίου, δυτικά του Ευήνου, το μεγαλύτερο από τα εμφανιζόμενα ρέματα, το ρέμα της Αγριλιάς. Το ρέμα αυτό δείχνεται, καθώς κατεβαίνει, να κόβεται στο σημείο Ζ και να σημειώνεται πιο κάτω. Ο δε κύριος ρους του ακολουθεί έκτοτε καμπυλωτή τροχιά και χύνεται ανατολικά της πόλης στην Κλείσοβα. Ο κλάδος αυτός φαίνεται ότι διανοίχτηκε, κατά την περίοδο της αρχικής οίκησης του οικισμού του Μεσολογγίου, από ανθρώπινο χέρι προκειμένου ο οικισμός να διαφυλαχτεί από πλημμύρες. Πράγματι πριν δυο δεκαετίες περίπου πλημμύρισε η γύρω περιοχή με όμβρια νερά ύψους που έφταναν τα δύο μέτρα.
Η αρχική πορεία του ρέματος όπως σημειώνεται στο σχέδιο , πρέπει να ήταν ο κύριος ρους του που κατευθύνονταν εντελώς νότια. Χύνονταν στη λιμνοθάλασσα και με την λάσπη που μετέφερε δημιούργησε στο Δέλτα του τα νησάκια, που αναφέρουν πολλοί ερευνητές και ιστορικοί, πάνω στα οποία αργότερα ήρθαν και κατοίκησαν οι πρώτοι άποικοι. Η λωρίδα γης που σαν γλώσσα προεκτείνεται στη λιμνοθάλασσα σχηματίστηκε από το ρέμα αυτό.
Δεν γνωρίζω να αναφέρεται πουθενά σε ιστορικά κείμενα, ο ρόλος που έπαιξε με τις προσχώσεις του το ρέμα αυτό της Αγριλιάς. Από την αναλυτική όμως μελέτη του χάρτη (εικ.8 ) της Γ.Υ.Σ. με την επιχρωμάτωσή του και των κλάδων του, φαίνεται πως το ρέμα αυτό κατέρχεται από την κορυφή του Αρακύνθου.
Σημειώνεται στον ακριβέστατο σημερινό χάρτη της Γ.Υ.Σ. ( Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού) η κοίτη του ρέματος. Κατεβαίνει από τον Αράκυνθο σε ευθεία γραμμή όπως και τα άλλα δύο ρέματα ανατολικά αυτού, του Αγίου Θωμά και του Άη Συμιού. Μετά το σημείο όμως Ζ, στη θέση του πεδίου βολής, παρατηρούμε μια απότομη στροφή του ρέματος αριστερά, ακολουθεί μια καμπυλωτή πορεία και τελικά χύνεται ανατολικά της πόλης του Μεσολογγίου.
Αυτή η πορεία συμπίπτει, αν κάνουμε μια αντιπαραβολή, με την διαδρομή που εμφανίζεται στο χάρτη του 1821. Ακριβώς νότια του σημείου Ζ, μετά από ένα χερσαίο τμήμα που διακόπτεται, το ευθύγραμμο από τον Αράκυνθο, ρέμα της Αγριλιάς, σημειώνεται ευκρινώς στο χάρτη αυτόν μια συνέχεια του ρέματος στα σημεία από το Ζ1 μέχρι το Ζ2 (εικ.7 ). Αυτό κάνει σαφώς αντιληπτή την άποψη ότι το ρέμα της Αγριλιάς κάποτε συνεχίζονταν στην ευθύγραμμη πορεία του διερχόμενο από τη θέση Ζ1-Ζ2 και προχωρούσε με κατηφορική πορεία νότια προς την εδαφική λωρίδα του Μεσολογγίου ΑΒ. Είναι ο ποταμός που αναφέρει πιο πάνω ο Κασομούλης. Μετά την γραμμή ΑΒ όπου το ρέμα αυτό είχε το Δέλτα του και πριν ακόμη αποικήσουν οι πρώτοι κάτοικοι, η κοίτη του απέθετε τα φερτά υλικά του. Με αυτόν τον τρόπο όπως αναφέρουν διάφοροι ιστορικοί (π.χ. στον πρόλογο του βιβλίου της η Ε.Τ.Ε. «ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ» έκδοσης 1976) αρχικά δημιουργήθηκαν στη θέση, βάλτοι και νησίδια (εικ.2 & 3 ). Στον άνω χάρτη της Γ.Υ.Σ. (εικ.8) η λεκάνη απορροής του ρέματος της Αγριλιάς που περιορίζεται από τα σημεία Η1,Η2,…Η7 έχει επιφάνεια περίπου 37.000 στρέμματα. Οποιαδήποτε μεγάλη βροχόπτωση μεταφέρει προς την εκβολή του τεράστιες ποσότητες νερού και λάσπης. Ακόμη, σε προγενέστερο χρόνο οι κάτοικοι για να προστατευτούν από τις πλημμύρες, άλλαξαν την κοίτη στο σημείο Ζ ανατολικά και στη συνέχεια το ρέμα αυτό καταλήγει στο Δέλτα του, που βρίσκεται στο σημείο Ε προκαλώντας με τις φερτές του ύλες τα νησάκια της Κλείσοβας και Αγίας Τριάδας. Στα νησάκια αυτά τότε στις 25 Μαρτίου το 1826, το ασκέρι του Ιμπραήμ μετά την αποτυχία του Κιουταχή, πάνω σε άλογα, πάτησαν για να καταλάβουν τον προμαχώνα της Κλείσοβας στην Αγία Τριάδα.
Ένα άλλο στοιχείο που επιβεβαιώνει την παράδοση των πολιορκημένων για την ύπαρξη του «ποταμού» που συμπίπτει με την αρχική πορεία του ρέματος της Αγριλιάς μας δίνεται από τις εκσκαφές κατά την διάνοιξη του νέου αυτοκινητόδρομου της Ιόνιας οδού. Στην διασταύρωση της Ιονίας με το δρόμο της Αγριλιάς όπως φαίνεται στην πιο κάτω φωτογραφία (εικ. 9 ), παράπλευρα του δρόμου εμφανίζονται χαλίκια και στρογγυλά λιθάρια ποικίλων διαστάσεων, τα οποία δημιουργούνται μόνο με την κύλιση τεμαχίων λίθων μέσα σε κοίτες ρεμάτων-ποταμών.
Η θέση αυτή βρίσκεται ανάμεσα από τα σημεία Ζ1και Ζ2 εκεί που στον χάρτη (εικ.7) εμφανίζεται αποκοπτόμενο το ρέμα της Αγριλιάς στην ευθύγραμμη πορεία του προς το Μεσολόγγι. Αυτά τα λιθάρια αποτελούν σαφή απόδειξη ότι από τη διεύθυνση αυτή κάποτε περνούσε ρέμα –ποτάμι, υπεύθυνο της εδαφικής κατάστασης του Μεσολογγίου.
εμφανίζεται η σιδηροδρομική γραμμή, ο δρόμος προς τη Τουρλίδα οι δύο αλυκές άσπρη και μαύρη, και ο αβλέμονας από το Βασιλάδι προς το μόλο, μεταγενέστερα στα «Καλά Καθούμενα» Η κατάσταση αυτή άλλαξε μετά το 1935 με απόφαση του Ελευθερίου Βενιζέλου για την δημιουργία λιμανιού μέσα στη πόλη. Αυτό έγινε με εκβάθυνση του διαύλου από την πόλη μέχρι τον Πατραϊκό κόλπο στην Τουρλίδα. Τα βυθοκορρύματα που προέκυψαν από τις εργασίες αποτέθηκαν δυτικά της Τουρλίδας και έτσι σχηματίστηκε το νησί Τουρλίδας. Συνάμα μετά το 1970 για να αυξηθεί η αλατοπαραγωγή στις άσπρες αλυκές, στο δρόμο προς το Αιτωλικό, έκλεισε η λιμνοθάλασσα της Κλείσοβας από τον Πατραϊκό κόλπο, προκειμένου αυτή να λειτουργεί ως πρώτη προθερμάστρα του θαλασσινού νερού, που μόνο αυτός ο όγκος του νερού οδηγείται δια της «συρμής» στις αλυκές.
Αυτή είναι και η τελευταία σήμερα κατάσταση της πόλης του Μεσολογγίου.
ΥΓ. Τις τελευταίες ημέρες σε μια συζήτηση με τον Μάκη Χριστοφοράτο, ενήλικα συνταξιούχο οικοδόμο, άκουσα να μου λέει κάτι για το κτήμα του στην Καλλονή, που βρίσκεται περίπου 500 μ. βόρεια του τείχους της πόλης και λίγο δυτικά της οδού Αγίου Αθανασίου στο ύψος της εκκλησίας αυτής, που πραγματικά εξεπλάγην ευχάριστα. Μου είπε επί λέξει. Από εκεί από το χωράφι του, όπως το άκουσε από τον παππού του, και εκείνος από παλαιότερους, ότι περνούσε ποτάμι, δείχνοντάς μου αργότερα επί τόπου, λιθάρια στρογγυλά. Και ακόμη το πιο σημαντικό που μου ανέφερε ότι πιο πάνω στην Αγριλιά πολύ παλιά «έστριψαν το ποτάμι» για να μην πλημμυρίζει τη πόλη. Και επί πλέον θυμάται ότι για το στρίψιμο του νερού, κόντρα, στην όχθη του ρέματος, ανάμεσα στις πέτρες και στο χώμα, για να συγκρατείται το νερό και να μην περνάει ανάμεσα, έβαζαν «τούφες από γιδόμαλο».
*Αγρονόμος Τοπογράφος Μηχανικός