Είναι γνωστό ότι η Ελλάδα είναι τραγικά χαμηλά στα ποσοστά δωρητών οργάνων, στις τελευταίες θέσεις παγκοσμίως! Όπως είναι γνωστό πως και ο όρος «δωρητής οργάνων» δεν είναι απόλυτα ορθός τουλάχιστον αναφορικά με αυτό που θέλει να καλύψει ο πανευρωπαϊκός νόμος που προωθήθηκε πρόσφατα και άνοιξε στη χώρα μας μια πολύ μεγάλη συζήτηση. Ο όρος «δωρεά οργάνων» χρησιμοποιείται εσφαλμένα, αφού αναφέρεται σε δωρεά από ζωντανό δότη, που όμως δεν έχει σχέση με την νομοθεσία που σχηματίζεται και λέει, συνοπτικά το εξής: Αν πεθάνεις και δεν έχεις ορίσει σαφώς ότι δεν επιθυμείς να δοθούν τα όργανά σου για μεταμόσχευση τότε είσαι ένας εν δυνάμει μεταθανάτιος δότης για κάποιον που το χρειάζεται.
Το όλο θέμα πέρα από την ηθική-δεοντολογική διάσταση που έχει ή τις φοβίες που ξεσηκώνει, έχει να κάνει και με ένα βαθιά φιλοσοφικό-επιστημονικό ζήτημα. Κι αυτό γιατί η καταλληλότερη ίσως στιγμή για κάποιον να δοθούν τα όργανά του σε αυτούς που τα χρειάζονται(και είναι προφανές ότι ο ίδιος δεν τα χρειάζεται…) είναι η περίπτωση του λεγόμενου «εγκεφαλικού θανάτου». Η στιγμή δηλαδή που ο άνθρωπος μπαίνει σε μια μη αναστρέψιμη διαδικασία από την οποία είναι επιστημονικά αδύνατο να βγει.
Το κακό είναι πως οι υποστηρικτές της άποψης αυτής λένε πως ο «εγκεφαλικός θάνατος» είναι μια σαφώς καθορισμένη έννοια, που εννοεί την πλήρη (και αδύνατο να αναστραφεί) διακοπή της εγκεφαλικής λειτουργίας η οποία διαπιστώνεται με μία σειρά από εξετάσεις. Υπάρχουν και άλλες έννοιες όπως «φλοιώδης θάνατος» ( σαν έκφραση: «έμεινε φυτό».) και «Βιολογικός θάνατος» (οριστικός θάνατος ή διακοπή λειτουργίας όλων των οργάνων λόγω έλλειψης οξυγόνωσης), ενώ τονίζουν ότι ο όρος «φλοιώδης θάνατος» («φυτό») είναι εντελώς διαφορετικός από τον «εγκεφαλικό θάνατο». Υπάρχουν όμως και εκείνοι που έχουν αντιρρήσεις: Το 1968 τα κριτήρια του Χάρβαρντ για τον καθορισμό του «εγκεφαλικού θανάτου», δημοσιεύθηκαν στην Επιθεώρηση του Αμερικανικού Ιατρικού Συλλόγου με τον τίτλο «Ορισμός του μη αναστρέψιμου κώματος». Σύμφωνα με την Παπική Ακαδημία Ερευνών αυτό το άρθρο στερούνταν αποδεικτικών στοιχείων, τόσο από πλευράς επιστημονικής έρευνας, όσο και από πλευράς περιπτώσεων ασθενών. Γι’ αυτό και η πλειονότητα των επιστημόνων στη Συνδιάσκεψη της Ρώμης, δήλωσαν ότι τα κριτήρια του Χάρβαρντ δεν είχαν επιστημονική εγκυρότητα. Το 2002 δημοσιεύθηκαν τα αποτελέσματα παγκόσμιας έρευνας στη Νευρολογία, σύμφωνα με τα οποία «δεν υπάρχει παγκόσμια ομοφωνία για τα διαγνωστικά κριτήρια» και αναγνωρίζεται η ύπαρξη «άλυτων θεμάτων παγκοσμίως», ενώ μεταξύ 1968 και 1978 κοινοποιήθηκαν τουλάχιστον 30 ανόμοια σετ κριτηρίων, στα οποία έκτοτε έχουν προστεθεί πολύ περισσότερα. Κάθε νέο σετ κριτηρίων τείνει να είναι λιγότερο αυστηρό από τα προηγούμενα και κανένα δεν βασίζεται στην επιστημονική μέθοδο της παρατήρησης και της επαληθεύσιμης υπόθεσης. Ο λόγος που αναφέρονται οι θέσεις αυτές είναι γιατί μπορεί να τις βρει κανείς και σε πολλές ορθόδοξες ιστοσελίδες. Παράλληλα ο Μεσογαίας Νικόλαος (πρόεδρος της Επιτροπής Βιοηθικής της Εκκλησίας της Ελλάδος και μέλος του Εθνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων) που πρόσφατα βρέθηκε στο Αγρίνιο για να μιλήσει στη Σχολή Γονέων και έχει κάνει τη διδακτορική του διατριβή πάνω στις μεταμοσχεύσεις, έχοντας μάλιστα εκφραστεί θετικά γι’ αυτές, έχει γράψει για το θέμα του νόμου που σύντομα ψηφίζεται: «Καμία εικαζόμενη συναίνεση δεν μπορεί να καταργήσει την υπεύθυνη συγγενική συγκατάθεση. Δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο ότι ο Εθνικός Οργανισμός Μεταμοσχεύσεων, που εδώ και περισσότερο από δέκα χρόνια υπεύθυνα διαχειρίζεται το όλο θέμα, κατ΄ επανάληψη και με εναλλασσόμενους εκπροσώπους του μεταμοσχευτικού κόσμου, του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου, των εντατικολόγων, του Συνδέσμου Νοσηλευτών Ελλάδας, των συλλόγων μεταμοσχευθέντων, αλλά και το σύνολο των άμεσα εμπλεκομένων στις μεταμοσχεύσεις, εκφράζει την κάθετη αντίθεσή του στις κατά καιρούς προσπάθειες νομοθέτησης της «εικαζόμενης συναίνεσης». Η «εικαζόμενη συναίνεση» δεν έχει ηθική βάση, δεν έχει λογικό έρεισμα, δεν έχει πρακτικό αποτέλεσμα. Έει όμως τη δυνατότητα να οδηγήσει τις μεταμοσχεύσεις σε βέβαιη κοινωνική απαξίωση και σε παντελή αποτυχία. Συναίνεση που εικάζεται δεν είναι συναίνεση»
Για το θέμα έχουν τοποθετηθεί ήδη πολιτικοί και κόμματα. Ο βουλευτής του νομού κ. Παναγιώτης Κουρουμπλής εξέδωσε πρόσφατα ανακοίνωση που αναφέρει πως επιβάλλεται η δράση μέσω της θεσπισμένης κοινωνικής διαφήμισης, «απαιτώντας από τους κυρίους καναλάρχες την υλοποίησή της. Διότι δεν είναι δυνατόν, να απαλλάσσονται από φόρους που έπρεπε να πληρώνουν και εκείνοι να αδιαφορούν για ζητήματα πρώτιστης κοινωνικής σημασίας.»και εννοώντας σαφώς πως ο νόμος δεν μπορεί να καλύψει την ανάγκη για ευαισθητοποίηση όλων μας. Παράλληλα η Δημοκρατική Συμμαχία είναι το πρώτο κόμμα που εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία αντιδρά πολιτικά στον κυοφορούμενο νόμο. «Η Δημοκρατική Συμμαχία ως φιλελεύθερος πολιτικός σχηματισμός, καταδικάζει την απόφαση, που εμπεριέχεται στο προσχέδιο νόμου για τη δωρεά οργάνων, της «κρατικοποίησης» των σωμάτων των Ελλήνων μετά το θάνατό τους, καθώς, εκτός των άλλων, παραβιάζεται το πλέον θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα, της ελευθερίας της διάθεσης του σώματος του κάθε πολίτη. Το απαράδεκτα χαμηλό ποσοστό των δωρητών στη χώρα μας οφείλεται στην έλλειψη ενημέρωσης των πολιτών και την αδυναμία της ηγεσίας να παραδειγματίσει τους πολίτες, προς τη σωστή κατεύθυνση. Η ελληνική κοινωνία μπορεί να λύσει τα προβλήματά της με διαφορετικό τρόπο από τον πατερναλισμό και την κατάχρηση της κρατικής εξουσίας» αναφέρει σε πρόσφατη ανακοίνωσή της.
Τα ποσοστά των ανθρώπων που έχουν δηλώσει ότι θέλουν να γίνουν δωρητές οργάνων στην Ελλάδα είναι στο 0,9%! Από τους δυνητικά αξιοποιήσιμους δότες, αξιοποιείται τελικά το 39% με αποτέλεσμα το 2008 να γίνουν 186 μεταμοσχεύσεις νεφρού, το 2009 να γίνουν 119 και το 2010, μόλις 76 μεταμοσχεύσεις νεφρού! Μέχρι πρόσφατα οι δυο σημαντικοί πυλώνες που προτάσσονταν για την δυστοκία ήταν η άρνηση των συγγενών αφού ο ελληνικός νόμος έδινε αυτή τη δυνατότητα ακόμη και αν ο νεκρός ήταν δότης(!) αλλά και διάφορες ανεπίσημες θεολογικές τοποθετήσεις που κυκλοφορούσαν ανάμεσα στους πιστούς ορθόδοξους, πως χρειάζεται να είμαστε αρτιμελείς κατά τη Δευτέρα Παρουσία(!) γιατί θα σηκωθούμε από τον τάφο όπως είμαστε, μάλλον εννοώντας το «σκήνωμα» που όμως τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει ότι δεν έχει να κάνει με το υλικό σώμα. Η ίδια η Εκκλησία έχει φροντίσει να περιορίσει αυτές τις τάσεις και άλλωστε μην ξεχνάμε πως ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος χρειάστηκε να κάνει μεταμόσχευση, με τα λόγια του «ελπίζω με τη βοήθεια του Θεού να βρεθεί δότης» να μένουν στην ιστορία… Σήμερα οι δυο παραπάνω πυλώνες έχουν αντικατασταθεί από τη φοβία ότι αν μπούμε στο νοσοκομείο θα μας τελειώσουν και ότι όλα θα γίνονται για τα λεφτά. Η απάντηση είναι πως απαγορεύεται ρητά οποιαδήποτε δοσοληψία για τις μεταμοσχεύσεις και άρα αρκεί ο έλεγχος, ενώ καλό είναι να ξέρουμε πως σε γενικές γραμμές Δότες μπορούν να γίνουν νέα υγιή άτομα τα οποία έχουν υποστεί βαριά κρανιο-εγκεφαλική βλάβη (από ατύχημα) η αιμορραγικό εγκεφαλικό επεισόδιο, και εφόσον έχουν διακομισθεί έγκαιρα σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, ενώ δεν μπορούν χρόνια πάσχοντες από καρκίνο(ακόμα κι αν έχουν θεραπευθεί), διαβήτη, άτομα μεγάλης ηλικίας, όσοι έχουν πρόβλημα με καρδιά, συκώτι, νεφρά (ακόμα και αν όλα τα υπόλοιπα είναι εντάξει) και όσοι ακολουθούν μακροχρόνια φαρμακευτικές αγωγές.
Ο νέος νόμος, λοιπόν, λέει ότι δεν είναι υποχρεωτικό το να συμμετάσχεις αλλά για να μην το κάνεις πρέπει να το δηλώσεις. Σε μια σύντομη περιήγησή μας σε γιατρούς τους περιοχής οι περισσότερες γνώμες ήταν αρνητικές γιατί ουσιαστικά καλείς τον πολίτη να αρνηθεί την συμμετοχή του σε κάτι που του ζητάς όμως πρώτα. Από την πλευρά του ο κ. Κώστας Μαμασούλας, πρόεδρος του συλλόγου Εθελοντών Αιμοδοτών και Δωρητών Οργάνων Σώματος Αγρινίου θεωρεί πως το νομοσχέδιο που έρχεται προς έγκριση δεν δημιουργεί συνειδητοποιημένους πολίτες και πως χάνεται κάθε πρόθεση εθελοντικής προσφοράς. Έτσι, μάλλον χειροτερεύουν τα πράγματα με αμφίβολα αποτελέσματα. «Η ελληνική νομοθεσία είχε μέσα την ακατανόητη παρέμβαση των συγγενών ακόμα και αν ήθελε ο νεκρός να γίνει μεταθανάτιος δότης. Από κει τώρα περνάμε στο άλλο άκρο. Ο γενικός Διευθυντής του ΑΧΕΠΑ κ. Δημήτριος Γάκης θα έρθει το καλοκαίρι, μετά από πρόσκλησή μας να μιλήσει για το θέμα και ειδικά για το πώς ορίζεται ο εγκεφαλικός θάνατος, πράγμα για το οποίο υπάρχουν μεγάλες αντιρρήσεις. Έχουμε προσκαλέσει και τον Μητροπολίτη κ. Κοσμά και ελπίζουμε να βοηθήσουμε. Πάντως γενικά αν υπήρχαν 10- 20 μεταθανάτιοι δότες θα είχαμε τουλάχιστον λύσει το πρόβλημα των νεφροπαθών. Η ελληνική κουλτούρα στο θέμα αλλάζει πολύ αργά και η αδιαφορία εντείνεται. Φοβάμαι ότι με νόμους που σε κάνουν με το ζόρι εθελοντή μάλλον τα κάνουμε χειρότερα τα πράγματα»