Του Θεοφάνη Παπαδόπουλου*
Πολύ μελάνι αρχίζει να χύνεται για την εκλογή νέου Προέδρου Δημοκρατίας. Ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ με σκοπό να ανέλθουν στην εξουσία με κάθε τρόπο δεν θα στηρίξουν κανέναν για Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Η πολιτική που ακολουθεί ο ΣΥΡΙΖΑ ως προς την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας είναι εκτός του Συνταγματικού πνεύματος και των δημοκρατικών ηθών που πρέσβευε το συγκεκριμένο κόμμα όταν ήταν στο 4%.
Ο κυβερνητικός σχηματισμός (Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ) στην προσπάθεια του να διατηρηθεί στην εξουσία, θα εκμεταλλευθεί την αβεβαιότητα πολλών βουλευτών για την επανεκλογή τους, με εξαίρεση αυτών του ΚΚΕ. Η μη εκλογή ενός βουλευτή σημαίνει άμεσα απώλεια πολλών χιλιάδων ευρώ το μήνα και των πολλών προνομίων που έχει.
Οι κυβερνητικοί εταίροι και οι βουλευτές που ανησυχούν για την επαγγελματική τους καριέρα κάνουν και θα κάνουν τα πάντα για να εκλέξουν Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Μέσα στα σενάρια που διακινούνται, προκειμένου να καταγράψουν αντιδράσεις είναι και αυτό της εκλογής ενός αριστερού Προέδρου, όπως ο Φώτης Κουβέλης της ΔΗΜΑΡ.
Εφόσον υλοποιηθεί το σενάριο και εκλεγεί αριστερός Πρόεδρος για την Προεδρία της Δημοκρατίας, για παράδειγμα εκλεγεί ο Φώτης Κουβέλης, και εφόσον όταν γίνουν εκλογές έρθει πρώτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως καταγράφεται στις δημοσκοπικές τάσεις, λογικά θα σχηματιστεί κυβέρνηση υπό τον Αλέξη Τσίπρα. Θα έχουμε το μοναδικό για την Ελλάδα πολιτικό φαινόμενο, ο Πρωθυπουργός και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να είναι αριστεροί. Αμφότεροι, Κουβέλης και Τσίπρας, είχαν συγκατοικήσει πολιτικά στον πρώην «ΣΥΡΙΖΑ της Αριστεράς ….» του 4% (και οι έσχατοι έσονται πρώτοι).
Μετά από 65 και πλέον χρόνια από τα Δεκεμβριανά του 1944 και τη λήξη του εμφυλίου πολέμου, που στιγμάτισαν αρνητικά την μεταπολεμική Ελλάδα, υπάρχουν πολλές πιθανότητες η χώρα να κυβερνηθεί από δύο αριστερούς πολιτικούς. Η αριστερά που έχασε τον εμφύλιο πόλεμο στο πεδίο των μαχών, κέρδισε αυτόν της ιδεολογίας και μέσα από μια πολιτική διαδρομή αγώνων για τα πιστεύω της θα ανέλθει στην εξουσία.
Μία αριστερή κυβέρνηση δεν είναι κακό, άλλωστε είναι υγεία σε μια δημοκρατικά ευνομούμενη κοινωνία. Η άνοδος της αριστεράς στην εξουσία είναι συνέπεια του καταστροφικού πολιτικού μοντέλου που εφάρμοσε το ΠΑΣΟΚ με σκοπό την κατάληψη, τη διατήρηση και τη νομή της εξουσίας. Μιας πολιτικής που αντέγραψε και εφάρμοσε κακώς η Ν.Δ., ώστε να αντιμετωπίσει πολιτικά το ΠΑΣΟΚ, γεγονός που την απομάκρυνε από την ιδεολογία της, αναδεικνύοντας ανθρώπους οι οποίοι ως προς την πολιτική πρακτική δεν διέφεραν από εκείνους του ΠΑΣΟΚ.
Η Ν.Δ. παρέδωσε πρώτα τα ιδεολογικά της όπλα, ετοιμάζεται να παραδώσει και την εξουσία στην αριστερά. Φαίνεται ανήμπορη να αντιμετωπίσει τις μεγάλες προκλήσεις που επιζήτησε και της ανέθεσε ο ελληνικός λαός στις εκλογές του 2012. Ακολούθησε και εφάρμοσε μια αδιέξοδη οικονομική πολιτική, αντίθετη από την ιδεολογία της και σε όσα αυτή πρεσβεύει. Έχει εγκαταλείψει οικονομικά και κοινωνικά 1,5 εκατομμύρια ανέργους, τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα, τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες και τους ελεύθερους επαγγελματίες. Συνεχίζει να διώχνει χιλιάδες νέους ανθρώπους στο εξωτερικό προς αναζήτηση καλύτερης βιοποριστικής τύχης.
Αλήθεια γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να πείσει τους αδύναμους οικονομικά ψηφοφόρους που μπορούν να τον οδηγήσουν από το 27% στο 50%; Η οικονομική πολιτική που προτείνει είναι αβέβαιη και χωρίς συγκεκριμένο σχέδιο εξόδου της χώρας από την κρίση, γεμάτη υποσχέσεις σε όλους και για όλα. Μάλιστα, ο άθεος, κατά δήλωση του και αναφαίρετο δικαίωμα του Αλέξης Τσίπρας, ζήτησε και έμεινε μόνος με την εικόνα της Παναγίας κατά την επίσκεψη του στο Άγιο Όρος!
Κανένας πολιτικός σχηματισμός δεν έχει ρεαλιστική και εφαρμόσιμη οικονομική πολιτική εξόδου της χώρας από την οικονομική και κοινωνική κρίση. Δυστυχώς, η Ν.Δ. έχει απομακρυνθεί από την ιδεολογική της βάση, η οποία της έδινε δυναμισμό, ιδέες και ανθρώπους που μπορούσαν να τρέξουν δύσκολα project. Προσπαθεί να ικανοποίηση πολιτικά και οικονομικά ομάδες, μηχανισμούς και συντεχνίες, οι οποίες απόλαυσαν στα χρόνια της «ευμάρειας» τον δανεικό πλούτου της χώρας και έχει ξεχάσει τη νέα γενιά, στην οποία προσφέρει το παντεσπάνι της κοινωφελούς εργασίας και των voucher. Οι νέοι δεν επιζητούν χάρες, ούτε μια εργασία κολίγου με αμοιβή 300 – 400 ευρώ, θέλουν να τους δοθούν ευκαιρίες να εργαστούν και να κερδίσουν τη ζωή τους.
Εύκολα μπορεί κάποιος να υπολογίσει ότι ένας νέος ελεύθερος επαγγελματίας, για παράδειγμα λογιστής ή μηχανικός, για να ασκήσει το επάγγελμα του (όχι να κερδίσει χρήματα) σε μια επαρχιακή πόλη πρέπει να έχει ακαθάριστα ετήσια έσοδα 20.000 ευρώ. Τα χρήματα αυτά αρκούν να πληρώσει ενοίκιο γραφείου, ασφαλιστικές εισφορές, εφορία, αγορά λογισμικού, λειτουργικά έξοδα κ.α. Το ποσό πολλαπλασιάζεται για έναν νέο σε μεγάλο αστικό κέντρο, όπως η Αθήνα, ενώ αν απαιτεί τεχνολογικό εξοπλισμό το κόστος μπορεί να φθάσει στις 100.000 ευρώ. Αντίστοιχα, για την υλοποίηση μιας μικρής επένδυσης στον μεταποιητικό τομέα, για παράδειγμα στην τυποποίηση ελαιολάδου, το ελάχιστο κόστος επένδυσης σε κτιριακές εγκαταστάσεις και μηχανολογικό εξοπλισμό είναι 150.000 ευρώ πλέον των λοιπών εξόδων, όπως ασφαλιστικών εισφορών κ.α.
Αλήθεια πόσοι νέοι επιχειρηματίες και επαγγελματίες μπορούν να διαθέσουν αυτά τα κεφάλαια και να αναλάβουν το ρίσκο μιας επένδυσης ή της άσκησης του επαγγέλματος τους σε ένα εχθρικό περιβάλλον που έχει δημιουργήσει το ίδιο το κράτος; Ποια εργαλεία χρηματοδότησης παρέχονται από το κράτος και μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τους νέους; Η χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ και τις Τράπεζες με τα σημερινά οικονομικά δεδομένα είναι άπιαστο όνειρο για την συντριπτική πλειοψηφία των νέων ανθρώπων που θέλουν να επενδύσουν και να εργαστούν.
Η έξοδος της χώρας από την κρίση κρύβεται στον δυναμισμό και στα οράματα των νέων ανθρώπων, στη δημιουργία μιας εξωστρεφούς γενιάς επιχειρηματιών, στην προσέλκυση επιστημόνων. Στηρίζοντας και επενδύοντας στην εκπαίδευση, παρέχοντας εργαλεία στους ανέργους να ξαναμπούν στην παραγωγική διαδικασία (και όχι τα voucher των κολίγων). Δημιουργώντας διαδικασίες και θεσμούς που θα σέβονται τόσο τα κεφάλαια των επενδυτών (είτε μικρομεσαίων είτε μεγαλοεπενδυτών) όσο και την δουλειά του απλού εργαζόμενου. Μέσα από την κοινωνική και εργασιακή δικαιοσύνη μπορεί να έρθει η ανάπτυξη και η πρόοδος στη χώρα, και όχι με πολιτικές συμφωνίες και δημιουργική λογιστική.
* Ο Θεοφάνης Παπαδόπουλος έχει σπουδάσει Πληροφορική στο Ε.Α.Π., είναι κάτοχος M.B.A. με εξειδίκευση στην Τραπεζική & Χρηματοοικονομική από το Α.Π.ΚΥ., έχει διδάξει Πληροφορική και εργάζεται ως στέλεχος στον ιδιωτικό τομέα.
Στο παρόν άρθρο εκφράζονται προσωπικές απόψεις.
e-mail επικοινωνίας: fanispap76@yahoo.gr
1 Σχόλιο
κ. Παπαδόπουλε, κάτσε στον εμφύλιο εσύ με τους νικητές, ποιοί ήταν αλήθεια ξέρεις;
Όσο για τον ΣΥΡΙΖΑ, μή φοβάστε, όσες μετάνοιες και προσκυνήματα κι΄ άν κάνει ο Αλέξης εξουσία δεν βλέπουν…
Από λιγούρηδες, χορτάσαμε…
Αλλά οι υπόλοιποι χαλαρώστε λίγο, κάνετε ζημιά στο χώρο σας, δεν το καταλαβαίνετε;