Είπε πολλά κι ενδιαφέροντα ο Χατζηδάκης χτες στο περιθώριο της κομματικής βεγγέρας που είχε σαν υποχρέωση. Κυρίως όταν βρέθηκε με τους ανθρώπους του Επιμελητηρίου και του μετέφεραν το χάλι της αγοράς στην περιοχή και την τραγική έλλειψη ρευστότητας που υπάρχει. Κι ο ίδιος φάνηκε να αποδέχεται το πρόβλημα εξηγώντας ότι για να βάλουν λεφτά τράπεζες και ξένοι επενδυτές, ειδικά μόλις οι πρώτες σήκωσαν το κεφάλι σωζόμενες την τελευταία στιγμή, πρέπει να υπάρξει η κατάλληλη ατμόσφαιρα και ψυχολογία, που θέλει πολιτική σταθερότητα.
Έκανε νύξη για «τρελά πράγματα που θα πνίξουν τελικά αυτούς που τα λένε» αλλά έκανε και την αυτοκριτική για τον πολιτικό κόσμο.
Κάποια στιγμή ήρθε η κουβέντα στις τιμές και πως μένουν ψηλά και έφερε το παράδειγμα του γάλακτος λέγοντας: «Λέμε εμείς μετά για μεταρρυθμίσεις αλλά και πολλοί βουλευτές για το πώς θα πέσουν οι τιμές. Έπρεπε να πάρουμε κάποιες αποφάσεις που πιθανώς θα δυσαρεστούσαν όσους έχουν τα αγελαδοτροφεία της Ελλάδας. Έγινε ολόκληρο θέμα για τον κλάδο κλπ, κλπ. Ξέραμε τι έπρεπε να κάνουμε και σε κάποια σημεία θα γινόμασταν δυσάρεστοι, αλλά, ας το πούμε κομψά, είπαμε να μην θεωρηθεί ότι άλλος ένας κλάδος πλήττεται. Ξέρετε πόσοι ιδιοκτήτες μονάδων με αγελάδες υπάρχουν στην Ελλάδα; Ούτε δέκα παραγωγοί για κάθε έναν βουλευτή! Θέλω να πω ούτε δέκα παραγωγοί ανά βουλευτή για να το πάρουμε πάνω μας και να τους πούμε “κύριοι πρέπει να γίνει αυτό κι αυτό για να πέσει η τιμή” και να καταλάβουν όλοι ότι μπορεί να διορθωθεί το πράγμα. Γιατί τόσο είναι το αληθινό κόστος αν το πολιτικό σύστημα έχει στόχο να λύνονται προβλήματα και όχι να είναι μόνιμα στη άρνηση για να προστατεύεται κάθε ομάδα του πληθυσμού ξεχωριστά από το σύνολο».
Έκανε εντύπωση το παράδειγμα σε όσους το άκουσαν, όπως έκανε εντύπωση και ότι ο κ. Χατζηδάκης θεωρούσε ότι κάθε προσπάθεια θα βρίσκει πάντα εμπόδια γιατί όπως έλεγε «στην Ελλάδα αυτά πιστεύει ο πολύς κόσμος και δεν γίνεται να αλλάξει από τη μια μέρα στη άλλη», κάνοντας μια χειρονομία σαν να έλεγε “τι να κάνουμε τώρα…”.
«Αποσύνδεση έγινε και στην υπόλοιπη Ευρώπη στα καπνά και μάλιστα στις περισσότερες περιπτώσεις ολική, αλλά δεν σταμάτησαν όλοι οι αγρότες να καλλιεργούν», είπε. Είναι βέβαιο ότι ακούγοντάς τον κάποιος πολιτικός αντίπαλος θα τον ρωτούσε τις ευθύνες του χώρου του σε όλο αυτό και μάλλον ο ίδιος δεν θα είχε πρόβλημα να τις δεχτεί. Αλλά πιθανότατα θεωρεί ότι έγινε μια προσπάθεια και «εδώ που φτάσαμε είναι σαν να θέλουμε να βγάλουμε τα μάτια μας μόνοι μας».
Κατά βάθος όμως ξέρει- και όλοι ξέρουμε -ότι για να αλλάξεις όσα έχει συνηθίσει ένας λαός πρέπει να το θέλει κι ο ίδιος. Κι εκεί υπάρχει ένα θεματάκι…
Γ.Σ.