Δικαιωμένος δηλώνει ο Μητροπολίτης Ιερόθεος που θεωρεί πως «ήρθε η ώρα να αποκαλυφθεί η άγνωστη ακόμα και σήμερα δεξαμενή χρημάτων» της πρώην Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως.
Αίσθηση προκάλεσε η είδηση για τις ενέργειες στις οποίες έχει προβεί το υπουργείο Ανάπτυξης για την επιστροφή στο δημόσιο επιχορήγησης (με τους τόκους) ύψους 1.575.471 ευρώ από την πρώην Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως. Το Μοναστήρι του οποίου η αντιπαράθεση με την Ιερά Μητρόπολη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου απασχόλησε έντονα τη Ναύπακτο αλλά και γενικώς την Εκκλησία τα τελευταία χρόνια καλείται πλέον να επιστρέψει το μεγάλο αυτό ποσό για επένδυση που κρίθηκε παράνομη. Η εξέλιξη μάλιστα ωθεί τον Μητροπολίτη Ιερόθεο να δηλώσει για άλλη μια φορά δικαιωμένος για τους χειρισμούς του
Ειδικότερα το Υπουργείο Ανάπτυξης πρόσφατα, ύστερα από πολύχρονες έρευνες και αποφάσεις των αρμοδίων κρατικών Οργάνων, τις οποίες έρευνες παρακολουθούσε ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης, Αρεοπαγίτης ε.τ. κ. Λέανδρος Ρακιντζής, απεφάσισε ότι η επένδυση στην πρώην Ιερά Μονή ήταν παράνομη και την ανακάλεσε, με επιβολή μάλιστα αυστηρών κυρώσεων.
Συγκεκριμένα, εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 7781/ΝΝ711/ν.1892/90/21-2-2013 (ΦΕΚ Β’ 459/26-2-2013) απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, με την οποία ανακαλείται η απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας για την επένδυση στην πρ. Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως, γιατί διεγνώσθησαν σωρευτικά οι εξής τέσσερεις παράνομες ενέργειες: Εκμίθωση μέρους της επένδυσης χωρίς συνέχιση της λειτουργίας της στο ίδιο παραγωγικό αντικείμενο κατά παράβαση του άρθρου 18, παραγ. 1 του Ν.1892/90.Μη τήρηρη του όρου της εγκριτικής απόφασης σχετικά με την ταυτότητα του αντικειμένου και του σκοπού της επένδυσης.Υποβολή κατά την υλοποίηση της επένδυσης στην Υπηρεσία ψευδών και παραπλανητικών στοιχείων για την ισχύ της οικοδομικής άδειας και το ιδιοκτησιακό καθεστώς και αποσιώπηση στοιχείων για την οικοδομική άδιεα και το ιδιοκτησιακό καθεστώς. Μη τήρηση του Κανονισμού 55/1974 της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος σχετικά με την διαδικασία δημοπρασιών ανεγέρσεως του κτιρίου.
Κατά συνέπεια και σύμφωνα με την Υπουργική Απόφαση, πρέπει να επιστραφή στο Κράτος το ποσό της καταβληθείσης επιχορήγησης (647.114 ευρώ), το οποίο με τους νόμιμους τόκους ανέρχεται στο ύψος των 1.572.759 ευρώ (535.917.629 δρχ). Αν δε σ’ αυτό προστεθεί ότι για την παράνομη είσπραξη επιστρεφόμενου ΦΠΑ από την πρ. Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως έχει βεβαιωθεί το ποσόν των 1.475.600 ευρώ, που επίσης πρέπει να επιστραφεί στο Κράτος, συνολικά οι πρ. υπεύθυνοι της πρ. Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως έχουν κληθεί να επιστρέψουν στο Κράτος, δηλαδή στον φορολογούμενο πολίτη, το ποσόν των 3 εκατομμυρίων (3.048.359) ευρώ, δηλαδή πάνω από ένα δισεκατομμύριο δρχ. (1.038.728.329 δρχ.).
Σχολιάζοντας μάλιστα την εξέλιξη αυτή η Ιερά Μητρόπολη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου σε ανακοίνωσή της υπογραμμίζει πως «υποστήριζε πάντοτε ότι το πρόβλημα είναι πρωτευόντως εκκλησιολογικό, διότι η πρ. Ιερά Μονή δεν αποδεχόταν τους εκκλησιαστικούς θεσμούς και ιδιαιτέρως τον θεσμό του Επισκόπου, και όπως αποδείχθηκε και τον θεσμό της Ιεράς Συνόδου, με φυσικό επακόλουθο να έρχεται σε σύγκρουση με τους κατά καιρούς Μητροπολίτες Ναυπάκτου και την Ιερά Σύνοδο, και δευτερευόντως διαχειριστικής τάξης και διαφάνειας, αφού πεισμόνως ηρνείτο να εμφανίση τα αληθή οικονομικά της στοιχεία στους προϋπολογισμούς – απολογισμούς και να δεχθή τον προσήκοντα και νόμιμο έλεγχο από τα αρμόδια όργανα τόσο της Εκκλησίας όσο και του Κράτους. Άλλωστε ο Μητροπολίτης αποδεδειγμένως ουδέποτε ζήτησε από τις Ιερές Μονές της Επαρχίας του και από την συγκεκριμένη πρ. Ιερά Μονή να καταβάλλουν στην Ιερά Μητρόπολη ποσά ή ποσοστά».
Σύμφωνα με την Μητρόπολη «τελικά απεκαλύφθη ο πυρήνας του προβλήματος, δηλαδή η παράνομη διαχείριση εκ μέρους των υπευθύνων της πρώην Ιεράς Μονής και η εξ αυτού του λόγου πείσμων άρνησή τους αφ’ ενός μεν να εμφανίσουν τα πραγματικά στοιχεία αυτής της διαχείρισης και να τα θέσουν υπ’ όψη του Μητροπολίτου –αρμοδίου για τον έλεγχο της νομιμότητος της διαχειρίσεώς της– και αφ’ ετέρου να αποδεχθούν οποιοδήποτε έλεγχο ακόμη και όταν έβλεπαν τον κίνδυνο να διαλυθή το νομικό πρόσωπο της Ιεράς Μονής, όπως και έγινε.Ήρθε όμως η ώρα να δώσουν λόγο τόσο ενώπιον του Θεού όσο και ενώπιον των ανθρώπων και πάντως να αναλάβουν τις ευθύνες τους».
Τονίζει παράλληλα χαρακτηριστικά η ανακοίνωση της Μητρόπολης πως «είναι λυπηρό που Μοναχοί, οι οποίοι αφιέρωσαν τον εαυτό τους στον Θεό για να ασχοληθούν με την προσευχή, όπως επιτάσσουν οι ιεροί Κανόνες και οι μοναχικές παραδόσεις, να επιδίδονται σε τέτοιου είδους «επενδύσεις», σε διασπάθιση του δημοσίου χρήματος, να ανήκουν σε εκείνους που συνετέλεσαν στο να φθάσει η Πατρίδα μας στην οικονομική κρίση, με αποτέλεσμα να μειωθούν οι μισθοί και οι συντάξεις των ανθρώπων. Επίσης, είναι λυπηρό που διάφοροι «φίλοι» της Ιεράς Μονής, σημαίνοντα κατά τα άλλα πρόσωπα της κοινωνίας, αντί να συμβάλλουν στην συμμόρφωση των υπευθύνων της πρώην Ιεράς Μονής στην κανονικότητα και νομιμότητα, αν δεν κάλυπταν, τουλάχιστον ανέχονταν τέτοιες έκνομες ενέργειες, πράγμα που αποδεικνύει ή την συνενοχή τους ή την εμπάθεια και επιπολαιότητά τους. Τώρα ας αναλάβουν και αυτοί τις ευθύνες τους».
«Πόθεν έσχον»
Στην εύλογη απορία πάντως για το που θα βρεθούν τα χρήματα, η Μητρόπολη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου έχει την απάντηση: «Και αν εύλογα αναρωτηθή κάποιος πώς είναι δυνατόν Μοναχοί να βρούν τόσα πολλά χρήματα για να τα επιστρέψουν στο Κράτος, η απάντηση βρίσκεται στο ότι η ιδία συμμετοχή της πρώην Μονής ήταν, σύμφωνα με την εγκριτική της επένδυσης απόφαση, 543.851.951 δρχ. (1.596.044 ευρώ), όταν οι απολογισμοί της των ετών εκείνων ανέρχονταν στο ποσόν των 18,8-13,5 εκατομ. δρχ. (55.000 – 40.000 ευρώ) κατ’ έτος (!). Εύλογα επομένως γεννάται και το ερώτημα: «Πόθεν έσχον» το πιο πάνω ποσό της ιδίας συμμετοχής στην παράνομη επένδυση; Ήρθε η ώρα να αποκαλυφθή και αυτή η άγνωστη ακόμα και σήμερα δεξαμενή χρημάτων!!!»