Η κρίση αλλάζει τις συνήθειες των Αιτωλοακαρνάνων και φέρνει ξένους αγοραστές. Πολλές κατοικίες μένουν κλειστές γιατί οι ιδιοκτήτες δεν μπορούν να ανταποκριθούν σε έξοδα και κόστος συντήρησης.
Απλησίαστο γίνεται όλο και περισσότερο το όνειρο για την απόκτηση μιας εξοχικής κατοικίας από την πλειοψηφία των Ελλήνων, που στρέφονται πια σε εναλλακτικούς τρόπους για να βάλουν ένα «κεραμίδι πάνω από το κεφάλι τους», έστω και μόνο για τους καλοκαιρινούς μήνες.
Οι εποχές που η απόκτηση εξοχικού ήταν προσιτή στον μέσο Αιτωλοακαρνάνα έχουν περάσει προ πολλού, αφού η οικονομική κρίση άλλαξε τα δεδομένα στην αγορά εξοχικής κατοικίας, φέρνοντας ξενόφερτα ήθη και επιβάλλοντας αλλαγές στις ελληνικές συνήθειες. Την ίδια στιγμή, τα παράλια της Αιτωλοακαρνανίας έχουν μετατραπεί σε δημοφιλή προορισμό για ξένους παραθεριστές και γιατί όχι και για επενδυτές, που προχωρούν όλο και συχνότερα στην αγορά εξοχικών κατοικιών.
Για όλα αυτά μίλησε στην εφημερίδα «Σ» ο μεσίτης Στράτος Καλύβας, ο οποίος μας παρουσίασε τις τάσεις που επικρατούν στη συγκεκριμένη αγορά κατά τα τελευταία χρόνια. Όπως υποστήριξε ο ίδιος, αν και ανέκαθεν οι Αγρινιώτες είχαν την επιθυμία να αποκτήσουν ένα εξοχικό, τα πράγματα άλλαξαν συλλήβδην τα τελευταία χρόνια και η αγορά προσανατολίζεται πλέον στην προσέλκυση αγοραστών από το εξωτερικό.
Οι δεκαετίες που προηγήθηκαν της κρίσης ευνοούσαν την απόκτηση μιας δεύτερης κατοικίας, αφού τα δάνεια από τις τράπεζες εκχωρούνταν πολύ πιο εύκολα απ’ ότι σήμερα. Έτσι, είτε με την αγορά ενός εξοχικού στα δυτικά παράλια του νομού, είτε στη γειτονική Λευκάδα ανέκαθεν αγαπημένο προορισμό των Αγρινιωτών, το όνειρο έπαιρνε σάρκα και οστά. Σε κάποιες περιπτώσεις, το σπίτι μπορεί να υπήρχε ως κληρονομιά και με μια ανακαίνιση να μεταμορφωνόταν στο χώρο που θα φιλοξενούσε την οικογένεια για τα καλοκαιρινά μπάνια.
Όλα αυτά όμως άλλαξαν με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, που έκανε το όνειρο απλησίαστο. Όπως χαρακτηριστικά είπε ο κ. Καλύβας «εάν κάποιος έχει τη δυνατότητα, θα κοιτάξει να φτιάξει μια κατοικία για να μείνει αυτός και η οικογένειά του, και όχι ένα εξοχικό, το οποίο μπορεί να θεωρηθεί και πολυτέλεια». Η οικοδομική δραστηριότητα παρουσιάζει κάμψη και σ’ αυτόν τον τομέα, συμπαρασύροντας μαζί της και άλλους επαγγελματικούς κλάδους, ενώ όσα κτίσματα πρόλαβαν να ολοκληρωθούν, έχουν μείνει πλέον στα αζήτητα, αφού πολλοί είναι ταυτόχρονα και αυτοί που επιθυμούν να «ξεφορτωθούν» ό,τι έχουν, από τη στιγμή που δεν μπορούν να ανταποκριθούν στο κόστος. Χαρακτηριστικό είναι ότι πέρυσι πολλοί ιδιοκτήτες εξοχικών προτίμησαν να μην τα ανοίξουν καν το καλοκαίρι, γιατί δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στα έξοδα που αυτό συνεπάγεται.
Οι τουριστικές κατοικίες λοιπόν της Αιτωλοακαρνανίας, που σε ορισμένες περιπτώσεις πρόκειται για ιδιαίτερα πολυτελείς κατασκευές που απαρτίζουν ολόκληρους οικισμούς, μπήκαν πλέον στο στόχαστρο ξένων, κυρίως βορειοευρωπαίων, οι οποίοι προχωρούν συχνά σε σημαντικές αγορές, προσδίδοντας σχετική ζωντάνια στην αγορά. Πέρα όμως από τα πολύτιμα ευρώ τους, οι ξένοι που αναζητούν τον δικό τους τόπο παραθέρισης στην Ελλάδα φέρνουν και νέες συνήθειες μαζί τους, όπως η μίσθωση του ακινήτου από πολλά άτομα και η κατανομή του χρόνου παραμονής σ’ αυτή.
Έτσι λοιπόν, από τη στιγμή που ακόμα και οι ίδιες οι διακοπές κινδυνεύουν να μετατραπούν σε είδος πολυτελείας και οι περισσότεροι μισθωτοί μόλις και μετά βίας μπορούν να συμπληρώσουν δύο ή τρεις εβδομάδες καλοκαιρινών διακοπών, κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος η ιδέα της ενοικίασης της κατοικίας σε κάποιον τρίτο κατά το χρονικό διάστημα που μένει ουσιαστικά ακατοίκητη και αχρησιμοποίητη. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, γίνεται εξοικονόμηση και τμήματος του κόστους διατήρησης που συνεπάγεται η κατοχή και μόνο μιας τέτοιας ιδιοκτησίας, όπως πάγια λογαριασμών, φόροι, συντήρηση, βαψίματα κτλ. Δίνεται λοιπόν η δυνατότητα σε κάποιον να χρησιμοποιήσει το εξοχικό του για το χρονικό διάστημα που τον βολεύει, και κατά την υπόλοιπη διάρκεια της σεζόν να την ενοικιάσει σε μια άλλη ή και περισσότερες οικογένειες που επίσης αναζητούν έναν τρόπο να κάνουν σχετικά φτηνές διακοπές, χωρίς όμως να στερηθούν τις βασικές ανέσεις που προσφέρει ένα σπίτι.
Αν και η ιδέα αυτή προσκρούσει στις παραδοσιακές αντιλήψεις των Αιτωλοακαρνάνων που επιθυμούν την αποκλειστική κατοχή και χρήση της εξοχικής τους κατοικίας όπως και του σπιτιού τους, η ανάγκη επιβάλει τη δική της πραγματικότητα και η ιδέα κερδίζει συνεχώς έδαφος έναντι της «παραδοσιακής» ιδιοκατοίκησης, η οποία όπως είπαμε έχει γίνει απλησίαστη αλλά και ασύμφορη. Η ιδέα ξεκίνησε αρχικά από τους ξένους που ναι μεν αγοράζουν εξοχικές κατοικίες στην περιοχή μας, αλλά δεν έχουν τη δυνατότητα να μείνουν εκεί για όλη τη διάρκεια του χρόνου, οπότε ενοικιάζοντάς το για όσο καιρό λείπουν, όχι μόνο καλύπτουν τα έξοδα συντήρησης, αλλά πολλές φορές με αυτό τον τρόπο αποπληρώνουν και το δάνειό τους ή ακόμη εξοικονομούν και κάποια χρήματα.
Εφαρμόζοντας τώρα την αντίληψη αυτή στα ελληνικά δεδομένα, επιτυγχάνεται σημαντικό όφελος ακόμα και για τους ίδιους τους Έλληνες. Αυτό το οποίο γίνεται δηλαδή, είναι ότι μπορεί κάποιος να αποκτήσει το εξοχικό που επιθυμεί, όπως ακριβώς το θέλει, πληρώνοντας όμως ένα σημαντικά χαμηλότερο τίμημα. Προκειμένου να γίνει αυτό, υπογράφει κάποιο συμβόλαιο με μια από τα εταιρείες οι οποίες δραστηριοποιούνται στο χώρο, με το οποίο συμφωνείται η χαμηλότερη τιμή αγοράς, για ένα χρονικό διάστημα όμως συνήθως πέντε ετών, ο ιδιοκτήτης θα έχει δικαίωμα χρήσης της κατοικίας για ένα συγκεκριμένο μόνο χρονικό διάστημα, για παράδειγμα για έναν μήνα το καλοκαίρι. Κατά το υπόλοιπο τμήμα της καλοκαιρινής σεζόν, η κατοικία θα ενοικιάζεται σε άλλους παραθεριστές, συνήθως ξένους αν και όλο και περισσότεροι Έλληνες επιλέγουν αυτόν τον τρόπο διακοπών.
Με αυτό το πρόγραμμα, όπως εξηγεί ο κ. Καλύβας, δίνεται η δυνατότητα σημαντικής εξοικονόμησης χρημάτων. Για παράδειγμα, ένα εξοχικό σπίτι 80 τετραγωνικών μέτρων, καινούριο και παραθαλάσσιο, μπορεί να κοστίσει γύρω στα 160.000 ευρώ. Επιτυγχάνοντας όμως μια τέτοια συμφωνία ενοικίασης για πέντε χρόνια, μπορεί κάποιος να το αποκτήσει 20.000 ή και 30.000 ευρώ φθηνότερα. Με τη δανειακή ρευστότητα από τις τράπεζες να έχει εκλείψει, με τον τρόπο αυτό το όνειρο της εξοχικής κατοικίας γίνεται λίγο περισσότερο εφικτό.Όλα αυτά όμως καταμαρτυρούν και γενικότερες αλλαγές στις συνήθειες των παραθεριστών, αφού πλέον όλο και περισσότεροι αναζητούν τον τρόπο να κάνουν τις διακοπές τους, μειώνοντας όμως τα έξοδά τους. Έτσι, αποτελεί πάγιο αίτημα όσων κάνουν τέτοιου είδους ενοικιάσεις το σπίτι το οποίο θα πάρουν να έχει οπωσδήποτε κουζίνα, ώστε να μπορούν να μαγειρεύουν μέσα σε αυτό και να μην μειώσουν έτσι τα καλοκαιρινά έξοδα.
Μετά την φήμη που έλαβε η περιοχή μας, με τις αγορές νησιών και παραθαλάσσιων εκτάσεων από μεγιστάνες του εξωτερικού, η θαλάσσια περιοχή ανάμεσα στην Αιτωλοακαρνανία και τη Λευκάδα απέκτησε μεγάλη αίγλη και μετατράπηκε σε έναν δημοφιλή προορισμό για ξένους παραθεριστές. Πρόκειται όμως κατά κανόνα για άτομα υψηλού οικονομικού προφίλ, τα οποία προσανατολίζονται στην αγορά εκτάσεων και κατοικιών, ακόμη και βιλών, για να περάσουν τις καλοκαιρινές διακοπές τους. Αυτό το κοινό λοιπόν πρέπει να βάλουν στο μάτι η πολιτεία και οι φορείς της περιοχής, επιζητώντας την προσέλκυσή μεγαλύτερου αριθμού. Προς αυτή την κατεύθυνση εντάσσεται και η φημολογούμενη κατάργηση του πόθεν έσχες για τις κατοικίες, το οποίο μετά από σχετικά αιτήματα λέγεται ότι βαίνει προς κατάργηση, αλλά και η παραχώρηση βίζας σε όσους πραγματοποιήσουν ένα ελάχιστο ποσό επενδύσεων στη χώρα.
Πριν όμως μετατρέψουμε την Αιτωλοακαρνανία σε «Μονακό του Ιονίου» ας μην ξεχνάμε ότι η πλειοψηφία των κατοίκων βιώνουν την οικονομική κρίση στο πετσί τους, και η όποια τουριστική ανάπτυξη θα επέλθει θα πρέπει να είναι ολοκληρωμένη και να λαμβάνει υπόψη της όλα τα βαλάντια, ξένα και εγχώρια. Μπορεί πλέον οι ντόπιοι κάτοικοι να μην έχουν πλέον την ευχέρεια να κτίζουν, να αγοράζουν ή έστω και απλά να ενοικιάζουν εξοχικές κατοικίες όπως παλιότερα, και η όλη αγορά να περνά σταδιακά στα χέρια ξένων, δεν θα πρέπει όμως να συμβεί το ίδιο και με τη δυνατότητα πραγματοποίησης διακοπών.
Κώστας Καρακώστας
ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ