Αναμφίβολα, ο Ανδρέας Παπανδρέου (πέρασαν κιόλας 18 χρόνια από το θάνατό του), υπήρξε ο πολιτικός, εκείνος, ηγέτης που, από την δεκαετία του ’60 ακόμη –ήγουν, πριν δημιουργήσει το ΠΑΣΟΚ και ανέλθει στην εξουσία-, είχε καταφέρει να συμπυκνώσει στην ανάλυση και την αφήγησή του, το όραμα και το σχέδιο που χρειάζονταν η Ελλάδα για να εκσυγχρονιστεί και επιτέλους να βγει από την τραγική υπανάπτυξή της : μίλησε, κατ’ αρχήν, για την «Εθνική Aνεξαρτησία» ως το θεμελιώδες πολιτικό και κοινωνικό προαπαιτούμενο κάθε μορφής ευημερίας και στη συνέχεια έκανε λόγο για την «Αλλαγή» που είχε ανάγκη στις δομές του ο τόπος, ώστε, να μετασχηματιστεί εσωτερικά και, οιονεί, μέσα από την ωρίμανση και την αυτογνωσία του, να αποτελέσει ένα σύγχρονο αστικό κράτος.
Και για άλλα πολλά έκανε λόγο ο Ανδρέας Παπανδρέου και, μάλιστα, αποτελεσματικά και επιτυχημένα. Κατάφερε δε, να οργανώσει και να βάλει σε κίνηση το όλο σχέδιό του για την Ελλάδα ελκύοντας – σιγά, σιγά- κοντά του, τα καλύτερα μυαλά της εποχής του. Η έλκυση αυτή δεν έγινε μονοκόμματα και μονομιάς, αλλά, διήρκεσε μια σειρά χρόνων, καθώς, η στρατηγικής σημασίας απόφασή του να μη κληρονομήσει παραδοσιακά την Ένωση Κέντρου δημιούργησε κεντρόφυγες τάσεις, ωσμώσεις, και παλινωδίες. Ωστόσο, με την τακτική του αυτή διεύρυνε κατά πολύ το πολιτικό και κοινωνικό σώμα που απευθύνονταν και με το ΠΑΣΟΚ , πλέον, ως το κύριο πολιτικό υποκείμενο και εργαλείο δημιούργησε τις ικανές προϋποθέσεις για να ανέλθει στην εξουσία.
Είναι σαφές, η άνοδος του Ανδρέα στην εξουσία συνοδεύτηκε, κατ’ αρχήν, με την αλλαγή του πολιτικού προσωπικού : η «παλιά φουρνιά» της πολιτικής τάξης αποσύρθηκε και, σταδιακά, μια «νέα φουρνιά», – «τα παιδιά της αλλαγής»-, άρχισε να έχει την ευθύνη, τόσο, της διακυβέρνησης του τόπου, όσο, και της διαχείρισης και εμπέδωσης του «σχεδίου της Αλλαγής» στη κοινωνία. Αυτή – τούτη η προσπάθεια, πράγματι, τα πρώτα χρόνια στέφθηκε με επιτυχία. Και είναι γεγονός ότι σε θεσμικό, τουλάχιστον, επίπεδο έγιναν τόσες μεταρρυθμίσεις και μεταβολές, ώστε, λίαν συντόμως, ένας νέος αέρας και μια νέα ψυχολογία κυριάρχησε καθ’ όλην την επικράτεια : ποτέ στο παρελθόν δεν είχαν παρθεί τέτοιες και τόσες πρωτοβουλίες και αποφάσεις στο επίπεδο της «ενότητας του λαού» και στο επίπεδο της «ανασυγκρότησης του Τόπου» μέσω της Αυτοδιοίκησης, της Νέας Γενιάς και, πιο ευρύτερα, της απελευθέρωσης δυνάμεων.
Με την πάροδο, όμως, των χρόνων το όλο εγχείρημα παρουσίασε σημάδια κόπωσης που, γρήγορα, πήραν την μορφή ολίσθησης και, τελικά, εκφυλισμού των αρχικών ιδεογραμμών. Δεν κάνουμε εδώ λόγο για τον εκφυλισμό του οράματος, ας πούμε, για την «εθνική ανεξαρτησία» που επηρεάζονταν και δέχονταν πιέσεις από τους διεθνείς συσχετισμούς και μεταβολές (βλ. το τέλος του «ψυχρού πολέμου», η κατάρρευση του Σοβιετικού κράτους και η «πτώση του τείχους» που αποτέλεσαν τα κυρίως ειπείν σύμβολα της μετάβασης σε μια νέα εποχή), αλλά, κυρίως τον εκφυλισμό του οράματος για την αναδόμηση και αναδιάρθρωση των εσωτερικών πολιτικών θεσμών. Εκεί, οι δυνάμεις που αποκαλέστηκαν συμπυκνωμένα «γενιά της αλλαγής» βλέποντας, τρόπον τινά, ότι το «σχέδιο δεν προχωράει» ούτε κεντρικά ούτε περιφερειακά δεν είχε το ηθικό σθένος, (την υπεροχή), την αντίληψη και τη θέαση να αντιδράσει ή να ακολουθήσει συντεταγμένη εναλλακτική πορεία, αλλά, ΕΝΣΩΜΑΤΩΘΗΚΕ στο «παλιό» του συστήματος με μεθοδολογία και πρακτική που θα την ζήλευε το… ακόμη «παλιότερο»!
Όθεν, η «υπόθεση της Αλλαγής» από, στρατηγικής σημασίας, μεταρρύθμιση για τη χώρα και το λαό της μεταβλήθηκε σε «παλαιοκομματική υπόθεση συναλλαγής» όπου το ζητούμενο πλέον ήταν η, παντοίου τρόπου, εξασφάλιση – διατήρηση της εξουσίας και η σαγήνη της απόλαυσης ενός πρωτοφανούς ευδαιμονισμού : τα «παιδιά της Αλλαγής» (όχι όλα βεβαίως, διότι, υπάρχουν πάμπολλες φωτεινές και παραδειγματικές αναφορές) αντί να μετασχηματίσουν, ως όφειλαν, τη κοινωνία, μετασχηματίστηκαν (αυτοί) πρώτα σε κακέκτυπα μια παλιάς κοπής διαχείρισης, πιο ύστερα σε «παιδιά της αρπαχτής» (που δεν άφηναν να πέσει τίποτε κάτω), και ακόμη πιο ύστερα σε εφιάλτες (sic), που υποθήκευσαν εντελώς τις όποιες προσπάθειες, τις όποιες επιθυμίες και τις όποιες φιλοδοξίες του ελληνικού λαού. Έτσι, όχι μόνο τίμησαν τον ηγέτη και το σχέδιο που ο ίδιος επεξεργάστηκε, θεώρησε και ενέπνευσε (ας σημειωθεί εδώ ότι όταν είχε ρωτηθεί με ποιους θα υλοποιήσει την Αλλαγή –φέρνοντάς του ονομαστικά και άλλα παραδείγματα- απάντησε χαρακτηριστικά : «αυτό το υλικό έχουμε, δεν θα φέρουμε άλλους από το διάστημα!»), αλλά, τον εκμεταλλεύτηκαν διαχρονικά και εκτέθηκαν ανεπανόρθωτα (ως πολιτικοί και ως άνθρωποι), τόσο, απέναντι στην Ιστορία, όσο και απέναντι στη Κοινωνία. Αυτό ας γίνει μάθημα, τελικά, και σ’ αυτούς που έρχονται πίσω και τόσο πολύ επιθυμούν να τους μοιάσουν…
1 Σχόλιο
κ. Σπύρο εγώ θα ήθελα να μοιάσεις στο Σαμαρά, αυτοί είναι δημοκράτες, αυτούς γνώρισες, αυτοί θεωρείς ότι κατέχουν την αλήθεια. Το 1981 όμως είναι 40 χρόνια πίσω, διάβασε λοιπόν λίγο ιστορία και θα δείς το πολύ απλό.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου, πλάτυνε και βάθυνε τη Δημοκρατία στο τόπο μας.
Μόνο και μόνο γι΄αυτό αρκεί να του φτειάξουμε προτομή, για να φτειάχνονται όλοι οι δεδιοί-αδέξιοι περνώντας από μπροστά….