Ομιλία του βουλευτή Αιτωλοακαρνανίας του ΣΥΡΙΖΑ/ΕΚΜ, Γιώργου Βαρεμένου στο πλαίσιο της συζήτησης επί των προγραμματικών δηλώσεων στη Βουλή
Κύριοι Βουλευτές, για πρώτη φορά και τέτοια ώρα θα μπορούσα να απευθυνθώ ονομαστικά στον καθένα σας. Τέλος πάντων, αυτό δεν είναι τίποτε μπροστά στη θανάσιμη περιδίνηση που έχει περιέλθει η χώρα μας τα δύο τελευταία χρόνια.
Στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που εμείς λέγαμε ότι εάν είχε εκλεγεί ο ΣΥΡΙΖΑ η Ελλάδα θα ήταν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος και των διεργασιών, αντιθέτως η απουσία της χώρας μας ήταν εκκωφαντική. Το ηγετικό κλαμπ της Ένωσης προσπέρασε την Ελλάδα με τον απλό χαρακτηρισμό «ειδική περίπτωση», πράγμα που σημαίνει ότι την κατέταξε σε μία ιδιόμορφη ευρωπαϊκή «Σπιναλόγκα». Κατά την προσωπική μου γνώμη αυτό σημαίνει ντεφάκτο μερική ακύρωση της ιδιότητάς μας ως μέλος της Ένωσης.
Σε αυτή, λοιπόν, τη Σπιναλόγκα συνεχίζονται τα σκληρά πειράματα τα οποία δεν είναι μόνο οικονομικά, εργασιακά, κοινωνικά και πολιτικά, είναι όπως κατέδειξε με τη σημαντική παρέμβασή του χθες ο κ. Παυλόπουλος και πειράματα κατάργησης του ίδιου του ευρωπαϊκού νομικού κεκτημένου, με σκοπό την εκθεμελίωση εργασιακών και άλλων δικαιωμάτων.
Ο κύριος Πρωθυπουργός πριν τις προγραμματικές δηλώσεις έσπευσε να στείλει μία επιστολή με την οποία διακήρυσσε την ιδιοκτησία επί του προγράμματος προσαρμογής. Και με τις προγραμματικές δηλώσεις καταλάβαμε ότι ιδιοκτησία του προγράμματος προσαρμογής σημαίνει απώλεια της ιδιοκτησίας της χώρας επί της δημόσιας περιουσίας.
Είπε προηγουμένως νομίζω ο κ. Κακλαμάνης, να εξοπλισθεί ο κύριος Υπουργός Οικονομίας με τα επιχειρήματα που παρέθεσε ο κ. Παυλόπουλος. Και το ερώτημα είναι προς τι; Αφού ο Υπουργός Οικονομίας έσπευσε κατηγορηματικά και κάθετα με την συνέντευξή του στους Financial Times να πει ότι δεν υπάρχει κανένα περιθώριο διαπραγμάτευσης. Και τίθεται το ερώτημα. Όταν αυτό το λέει απριόρι ο Έλληνας Υπουργός Οικονομικών, ποιον λόγο έχει αυτός που κάθεται απέναντι στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης να μετακινηθεί έστω και κατά μία ίντσα από τις άκαμπτες θέσεις του;
Ένα άλλο μεγάλο θέμα που τίθεται με τις δηλώσεις του Υπουργού Οικονομικών είναι η τεράστια διεσπαρμένη, μάλιστα, με μπόλικο κυνισμό απόσταση μεταξύ προεκλογικών εξαγγελιών και μετεκλογικής πρακτικής που θέτει το ερώτημα αν πράγματι έχουμε υφαρπαγή της ψήφου του ελληνικού λαού και ελπίζω αυτό ο κ. Τασούλας να μη το θεωρεί λαϊκιστικό.
Σε αυτές τις συνθήκες του μνημονιακού καιάδα είναι προφανές ότι δεν μπορεί να ασκηθεί εξωτερική πολιτική ανεξάρτητου κράτους. Και δεν είναι κατανοητές οι εξαγγελίες περί νέων δογμάτων στην εξωτερική πολιτική, οι οποίες μοιάζουν ανεδαφικές αν όχι και κρίση ανεξήγητου μεγαλείου.
Ως προς την αμυντική θωράκιση της χώρας πρέπει να πούμε ότι αυτή προσδιορίζεται από την εξής εύθραυστη ισορροπία. Από τη μία η οικονομική καταρράκωση δεν την αφήνει άθικτη και από την άλλη, το πείσμα των ανδρών των ενόπλων δυνάμεων και του ελληνικού λαού, ένα πείσμα που πηγάζει και από το θιγμένο αίσθημα περηφάνιας και αξιοπρέπειας.
Κύριοι Βουλευτές, ούτε Ελλάδα ούτε οικονομία ούτε άμυνα υπάρχει μόνο με αριθμούς χωρίς ανθρώπους. Επιτρέψτε μου σε αυτό το σημείο να σας μεταφέρω την εξομολόγηση ενός πατέρα από το Παναιτώλιο της Αιτωλοακαρνανίας. Μου είπε ότι το Πάσχα σούβλιζε το αρνί και έκλαιγε διότι η κόρη του υπηρετεί στο Αφγανιστάν. Μου περιέγραψε μάλιστα τις περικοπές που έκαναν στον μισθό της. Η Ελλάδα, λοιπόν, που δεν έχει να θρέψει τα παιδιά της, στέλνει υποτιμημένες ζωές στο Αφγανιστάν, στο όνομα της υπηρεσίας άραγε ποιών ιδανικών και ποιας πολιτικής, η οποία προφανώς έχει τεράστιο αντίκρισμα.
Είναι γεγονός ότι η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο. Εάν συνεχιστεί θα έχουμε εικόνες αποκάλυψης. Θέλω να πω κύριοι Βουλευτές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν επενδύει στην καταστροφή. Αν είναι να έρθει θα έρθει επειδή ο λαός αναγνωρίζει τον ιστορικό του ρόλο και το γεγονός ότι στέκεται αταλάντευτα στο πλευρό του δοκιμαζόμενου λαού. Ακούω επίσης κατά καιρούς τον κ. Βενιζέλο να λέει ότι καραδοκεί ο ΣΥΡΙΖΑ και δεν καταλαβαίνουμε τι εννοεί; Ο ΣΥΡΙΖΑ άραγε είναι μία Σέχτα κρυμμένη σε κάποιο θάμνο; Δεν είναι ένα Κόμμα -δεν λέω μεγάλο- που απέσπασε την επιδοκιμασία του 27% του ελληνικού λαού; Μήπως αυτό υποκρύπτει περιφρόνηση της λαϊκής θέλησης;
Και καταλήγω, κύριοι Βουλευτές, λέγοντας ότι σε αυτή τη δραματική κατάσταση το αίτημα για αλληλεγγύη αποκτά υπόσταση υψίστης πολιτικής προτεραιότητας. Ανεξάρτητα τι θα κάνει ο καθένας ξεχωριστά, ανάλογα με τις δυνάμεις του, πρέπει να είναι μία συλλογική δράση αλληλεγγύης, η οποία θα έχει την μορφή μιας μεγάλης κοινωνικής συμμαχίας και θα καλύπτεται από ένα πολιτικό υποκείμενο όπου επίσης λέμε θα είναι μία πλατιά παράταξη αριστερή, ριζοσπαστική, πατριωτική.
Θέλω να εξηγήσω το τελευταίο λέγοντας ότι η πατρίδα δεν ανήκει μόνο σε αυτούς που την επικαλούνται δημαγωγικά είτε για να διχάσουν το λαό. Ανήκει σε αυτούς που την υπερασπίζονται στις πιο κρίσιμες στιγμές της ιστορίας και αυτός είναι ένας αγώνας που δεν σταματάει ποτέ.
www.left.gr