του Νίκου Παπαχρήστου–amen.gr
Νόμιμο έκρινε το Ε΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας (γνωμοδότηση 184/1.11.2012) το σχέδιο προεδρικού διατάγματος για τη διάλυση της Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως Σωτήρος Ναυπάκτου και την συγχώνευσή της, ως μετόχι, στην Ιερά Μονή Αμπελακιωτίσσης. Το ΣτΕ θεωρεί ότι το προεδρικό διάταγμα βρίσκει έρεισμα τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος και τον Κανονισμό 39/1972 περί Ιερών Μονών και Ησυχαστηρίων και δέχεται ως επαρκή την αιτιολογία των εγγράφων της Ιεράς Συνόδου όπου γίνεται επίκληση «των κανονικών παραπτωμάτων μελών του Ηγουμενοσυμβουλίου της Μονής καθώς και της επί σειρά ετών μη αποστολής των βιβλίων και στοιχείων από τη Μονή στη Μητρόπολη Ναυπάκτου προκειμένου να ασκηθεί …έλεγχος της οικονομικής διαχείρισής της», στα οποία και παραπέμπει η γνωμοδότηση του Δικαστηρίου. Το σχέδιο του διατάγματος προβλέπει ότι η Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως Σωτήρος καταργείται ως ξεχωριστό νομικό πρόσωπο και υπάγεται ως μετόχιο στην Ι.Μονή Αμπελακιωτίσσης. Επομένως αναλαμβάνει τη διοίκηση και διαχείριση της διαλυόμενης Μονής το υπάρχον Ηγουμενοσυμβούλιο της Ι. Μονής Αμπελακιωτίσσης.
Μετά την ανωτέρω εξέλιξη το σχέδιο προεδρικού διατάγματος έχει επιστρέψει στον αρμόδιο Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού κ. Κ. Αρβανιτόπουλο προκειμένου να το προωθήσει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για υπογραφή και δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Εν τω μεταξύ κατά τη χθεσινή συζήτηση επίκαιρων ερωτήσεων στη Βουλή, ο κ. Κ. Αρβανιτόπουλος απάντησε σε επίκαιρη ερώτηση του βουλευτή Αχαΐας της Χρυσής Αυγής Κ. Αρβανίτη – Αβράμη για το θέμα της Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως Σωτήρος. Ο ερωτών βουλευτής κάλεσε τον εν λόγω Υπουργό να σταματήσει την εκτέλεση των αποφάσεων της Εκκλησίας της Ελλάδος σε ό,τι αφορά την Ι. Μονή και να «παρέμβει άμεσα χάριν του Νόμου, της Ηθικής Τάξεως και της αποκαταστάσεως του Δικαίου». Ο Υπουργός αποσαφήνισε ότι δεν πρόκειται να παρέμβει σε ένα εσωτερικό εκκλησιαστικό ζήτημα και ξεκαθάρισε για τις σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας ότι : «Οι ρόλοι τους είναι διακριτοί και περιγράφονται τόσο στο Σύνταγμα όσο και στο νόμο 590 του 77, τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδας. Αυτό το Αυτοδιοίκητο, αλλά και η ανεξαρτησία της Εκκλησίας μας από το κράτος, ήταν άλλωστε και προϋπόθεση για την παραχώρηση του Αυτοκέφαλου από το Οικουμενικό Πατριαρχείο με τον Πατριαρχικό και Συνοδικό Τόμο του 1850.».
Στην ίδια γραμμή έχει τοποθετηθεί εγγράφως και η Εκκλησία της Ελλάδος με την απάντησή της στην επίκαιρη ερώτηση του βουλευτή της Χρυσής Αυγής τονίζοντας ότι : «Η Εκκλησία της Ελλάδος είναι προεχόντως κατά τον Πατριαρχικό και Συνοδικό Τόμο του Οικουμενικού Πατριαρχείου της 29ης Ιουνίου 1850, αλλά και κατά το πολιτειακό δίκαιο (άρθρα 3 παρ. 1, 13 παρ. 1 ισχύοντος Συντάγματος, 9, 11 Ε.Σ.Δ.Α.), όχι μόνον Αυτοκέφαλη έναντι των λοιπών ομοδόξων Εκκλησιών, αλλά και Αυτοδιοίκητη έναντι του Ελληνικού Κράτους. Η τελευταία αυτή, συχνάκις λησμονούμενη, παράμετρος παρέπεται ότι επεμβάσεις σε εσωτερικά Της ζητήματα, επιχειρούμενες από οποιονδήποτε φορέα ασκήσεως εκάστης από τις τρεις προβλεπόμενες στο άρθρο 26 Συντ. λειτουργίες (νομοθετική, εκτελεστική, δικαστική), είναι εκκλησιολογικώς και νομικώς απαράδεκτες» και καταλήγει : «Εάν τα παραπάνω καταπείθουν ως προς την φύση της εν Ελλάδι Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας του Χριστού καθίσταται αμέσως κατανοητό για ποιο λόγο αδυνατούμε –εκ προϋποθέσεως– να εισέλθουμε στην λογική οποιασδήποτε απαντήσεως απολογητικής ή έστω αφηγηματικής για την εσωτερική εκκλησιαστική υπόθεση, με την οποία καταπιάνεται ο κ. Βουλευτής».
Δείτε ολόκληρο το κείμενο της γνωμοδότησης του ΣτΕ ΕΔΩ