Ας πούμε ότι το σημερινό είναι κάτι σαν χρονογράφημα μπας και ξεχαστούμε από όσα καθημερινά διαψεύσουν κάθε πρόβλεψη για κάτι καλό, για κάτι άλλο από αυτό που μάθαμε. Εκατόν είκοσι εφτά ευρώ και εβδομήντα τρία λεπτά. Αν θες να το δεις σαν αριθμό 127, 73 ευρώ. Τόσο ήταν κάθε μήνα και μας παίδευε οικογενειακώς γιατί πριν από 3 ή 4 χρόνια(ούτε που θυμάμαι πλέον)πήγα σαν όλους τους Έλληνες και πήρα δανειο 4 χιλιάδων ευρώ! Ο ηλίθιος! Είχε έρθει σε μήνυμα στο κινητό μου, βλέπετε και το σπίτι μέσα, που δεν είναι καν δικό μου, δεν μπορούσε να φιλοξενήσει μικρά παιδιά άβαφο. Άσε που τότε τι ήταν 127 ευρώ το μήνα; Ούτε καν 128! Τα έπαιρνες και μπορούσες να πληρώσεις τις υποχρεώσεις για ένα γάμο κολλητού. Άλλοι ηλίθιοι οι κολλητοί σου, πήγαιναν και παντρευόταν σα να μην υπήρχε αύριο…Αλλά θα μου πεις τι να έκαναν κι αυτοί, σάμπως υπήρχε ένας δημοσιογράφος να βρει τη είδηση του αιώνα, ότι δηλαδή τελείωναν τα λεφτά; Όχι βέβαια…
Με πήραν προχτές, πάντα τακτικοί, να μου θυμίσουν την τελευταία δόση. Τους είπα ότι την έβαλα με τα χίλια ζόρια, ότι κέρασα κι ένα φίλο από τη χαρά μου και να τσακιστούν να μου στείλουν το εξοφλητικό που θα λέει ότι δεν το χρωστάω πια το δάνειο. Παρότι κάνω αυτή τη δουλειά και τα ακούω κάθε μέρα(προχτές έμαθα ότι βγήκε “πολ”, δηλαδή ειδοποίηση προς κάθε αρχή, σε χωριό εδώ τριγύρω για σημαντικά χρέη ενός 82χρονου και γελούσα με την αισιοδοξία τους ότι μπορεί να τον απειλήσουν)ξεχνάω με ποιον έχω να κάνω.
Η τράπεζα από την οποία δανείστηκα δεν είναι καν στην Ελλάδα πια! Τα μάζεψε, άφησε τη διάρθρωσή της σε μια άλλη τράπεζα, από αυτές που λένε…πυλώνα της οικονομίας και δεν κοκκινίζουν. Επίσης άφησε τα χρέη σε μια εταιρία εισπρακτική. Και αυτό ήταν όλο. Έμειναν πίσω γραφεία που κάνουν τον διαμεσολαβητή. Να φανταστεί κανείς ότι πρόκειται για τράπεζα που όταν πήγαινα να πληρώσω έδινα και ένα ευρώ προμήθεια, ίσως από τους τελευταίους στο τραπεζικό σύστημα. Ξέρω-ξέρω είναι παράνομο, κι όμως παρότι το έψαξα και δημοσιογραφικά με τους συγκεκριμένους για να βρεις άκρη πρέπει να κάνεις πολλαπλάσια έξοδα από το να δίνεις κάθε μήνα ένα ευρώ. Για να μην πω για την πολιτική των εξώδικων. Ότι μόλις “δίπλωνε” μια δόση έβγαζαν ένα “εξώδικο”, δηλαδή ταχυδρομούσαν ένα χαρτί που έλεγε ότι έχω ειδοποιηθεί από δικηγορικό γραφείο και πρέπει να πληρώσω τα έξοδα! Τι τσακωμοί, τι έγγραφα ότι δεν τα αναγνωρίζω, τι επισημάνσεις για το πως είναι ένα αληθινό εξώδικο, άλλες φορές κέρδιζα εγώ άλλες αυτοί…
Έτσι όταν είπα στην κοπέλα στο τηλέφωνο “στέλτε το χαρτί να απαλλαγώ από σας” μου είπε: “Σας το εύχομαι’!…’Εχουν αναπτύξει και χιούμορ με τα χρόνια, βλέπετε. Τώρα, ανάμεσα σε άλλες υποχρεώσεις φιλοσοφώ τις δύο κυρίαρχες τάσεις στην Ελλάδα: Εκείνη που υποτίθεται ότι είναι της υπευθυνότητας, δηλαδή, “ναι, μας κορόιδεψαν αλλά τα πήραμε και όλα εδώ πληρώνονται”. Και την άλλη που λέει “δεν πάτε να δείτε αν έρχομαι, δεν ξέρω τίποτε”. Αυτή η δεύτερη περιλαμβάνει πολλούς που δεν μπορούν αλλά και πολλούς που μπορούν και -κυρίως-μπόρεσαν πάρα πολύ. Το θέμα είναι τι κάνεις από δω και πέρα. Γιατί δεν σας είπα το καλύτερο: έχω άλλα τρία χρόνια το δάνειο του αυτοκινήτου! Στην ίδια αόρατη τράπεζα, ο ανόητος! Γιατί που να ήξερα πριν τρία χρόνια ότι θα πληρώνω ένα “οικογενειακό” πορτμπαγκάζ σχεδόν 40% ακριβότερα; Τόσο πάει αν κάνεις αναγωγή το ποσοστό των απωλειών που είχαν οι πιο πολλοί σε εισοδήματα.
Και σκέφτομαι, να το αφήσω απλήρωτο και να το βάλουν το αμάξι εκεί που ξέρουν, δηλαδή σε κανένα γκαράζ; Μπα, ξέρω ότι θα κάτσω να τραβήξω κουπί γιατί το “χιόνι” ή το ‘χεις ή δεν το ‘χεις. ‘Εχω όμως μια κρυφή ελπίδα ότι θα απαντήσει η ίδια η ζωή. Όπως τα βλέπω εγώ τα πράγματα, υπάρχει ακόμη ισχυρή η πιθανότητα να βρεθούμε στην ευχάριστη θέση να μην χρειάζεται να πληρώσουμε για τίποτε, πια. Ούτε καν για βενζίνες…Δεν είναι καθόλου απίθανο.
Γ.Σ.