Γράφει ο Βασίλης Σαμπράκος
Για μερικές μέρες έτρεξα στο blog μου (sambrakos.com) μια δημοσκόπηση σχετικά με την προτίμηση των ποδοσφαιρόφιλων σε κάποιο από τα πρωταθλήματα που ξεκίνησαν.
Για την ακρίβεια, έκανα την «εσύ ποιο πρωτάθλημα θα παρακολουθείς πιο τακτικά φέτος;» ερώτηση. Δεν με εξέπληξαν διόλου τα αποτελέσματα αυτής της μέτρησης, δηλαδή η διαπίστωση ότι το περίπου 45% προτιμά το αγγλικό πρωτάθλημα και ότι το ελληνικό (33%) προηγήθηκε μόνο κατά 7 μονάδες του ισπανικού (26%). Αν η τηλεοπτική πρόσβαση στο ισπανικό πρωτάθλημα ήταν όσο εύκολη είναι στο ελληνικό, είμαι βέβαιος ότι η Superleague θα ερχόταν τρίτη και καταϊδρωμένη σε αυτό το γκάλοπ. Είμαι βέβαιος ότι δεν χρειάζεται να κοπιάσω για να σας πείσω επ’ αυτού.
Τα όσα διαβάζω και καταλαβαίνω μέσα από τα μηνύματα που δέχομαι από τους αναγνώστες της «SportDay» και του sport-fm.gr και τα όσα ακούω στη συναναστροφή με τους πιτσιρικάδες μού επιβεβαιώνουν τη διαπίστωση ότι στην Ελλάδα έχουν ήδη μεγαλώσει δύο γενιές ποδοσφαιρόφιλων που προτιμούν να ασχολούνται περισσότερο με τα ξένα πρωταθλήματα και το Champions League και όχι με το ελληνικό. Αυτές είναι ευλογημένες γενιές, που έχουν τη δύναμη να εκμηδενίζουν τις αποστάσεις χάρη στα τεχνολογικά ευρήματα της εποχής. Βλέπουν live κάθε παιχνίδι της ομάδας που σημαδεύουν και αρχίζουν να υποστηρίζουν, ταυτίζονται με τους ήρωές τους στις παιχνιδοκονσόλες, εκεί όπου σχεδόν σε μόνιμη βάση διαλέγουν τις ξένες ομάδες και όχι τις ελληνικές, διότι είναι, οι ξένες, καλύτερες. Και όταν λίγο μεγαλώνουν, απολαμβάνουν το προνόμιο της online εξειδικευμένης ενημέρωσης για όλη τη δραστηριότητα και τη ζωή της αγαπημένης τους ομάδας μέσα από τα -ελληνικά και ξένα- websites. Προμηθεύονται, συχνά πιο εύκολα, ειδικά τα παιδιά της επαρχίας, όλα τα προϊόντα της αγαπημένης τους ομάδας μέσα από τις ψηφιακές μπουτίκ, ανταλλάσσουν και αποκτούν αναμνηστικά της ομάδας μέσα από το ebay, κυκλοφορούν ανάμεσα σε «ομοϊδεάτες» τους στους ψηφιακούς διαδρόμους που βρίσκουν στα sites των οπαδών. Και τελικά φτάνουν τόσο κοντά, μέσω των social και ειδικά μέσω του twitter, στα ξένα ινδάλματά τους απ’ όσο φτάνουν τα ντόπια.
Με έναν πρόχειρο λογαριασμό έστειλα την ίδια μέρα ένα mention στον Φάμπρεγκας και σε έναν Ελληνα ποδοσφαιριστή. Μαντέψτε ποιος απάντησε πρώτος ή, πιο σωστά, ποιος απάντησε και ποιος όχι. Και δεν έκανα τη δοκιμή με τον Κριστιάνο Ρονάλντο, που έχει ολόκληρη ομάδα από ειδικούς που του κάνουν την επικοινωνία του…
Μια ματιά στις «δεν πουλάω με τίποτα παραπάνω από 30-32 χιλιάδες εισιτήρια» αγωνιστικές που έχουν γίνει μέχρι σήμερα πείθει ότι σε πολλές πόλεις το ποδόσφαιρο δεν έχει ξαναμπεί ψηλά στη short list των ψυχαγωγικών προτιμήσεων του μέσου Ελληνα. Ποιον προβληματίζει όλο αυτό; Ποια ήταν, πότε έγινε και από ποιον παραγγέλθηκε η τελευταία έρευνα αγοράς πάνω στο ελληνικό πρωτάθλημα; Με εξαίρεση τη Nova, δεν θυμάμαι κανέναν που να παρήγγειλε ή να έκανε μια τέτοιας μορφής έρευνα στη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας. Ποδόσφαιρο από συνήθεια, δίχως επιχειρηματικό σχέδιο, δίχως πλάνο, δίχως στόχους και οράματα.
Αυτό που συμβαίνει αυτή την εποχή στο Αγρίνιο, σε συνέχεια όσων έχουν συμβεί τα τελευταία 3-4 χρόνια, έρχεται ως μια τρανή απόδειξη που τεκμηριώνει τον ισχυρισμό όσων από εμάς επιμένουμε ότι το ποδόσφαιρο στην Ελλάδα όχι απλώς δεν είναι μια υπόθεση χαμένη από χέρι, αλλά ακριβώς το αντίθετο: μία μεγάλη ευκαιρία που δίδεται, μέσα από την κρίση, στους Ελληνες να ξαναχαρούν το ποδοσφαιρικό παιχνίδι. Μία διοίκηση που κάνει τα ευρωπαϊκά αυτονόητα έχει φτάσει να σηκώσει στην πλάτη ενός ποδοσφαιρικού συλλόγου μια ολόκληρη πόλη. Εχει ξανακάνει την Κυριακή να μοιάζει γιορτή, όπως συμβαίνει σε αγγλικές, κυρίως, πόλεις. Κάντε μια βόλτα στο Αγρίνιο μία Κυριακή του Παναιτωλικού και θα καταλάβετε καλά τι θέλω να πω. Αυτό που συμβαίνει τις Κυριακές εκεί με τον Παναιτωλικό με κάνει να λέω ότι το Αγρίνιο είναι η ιδιαίτερη ποδοσφαιρική πατρίδα μου. Δεν κατάγομαι από εκεί, αλλά πολύ θα το ήθελα. Διότι οι Αγρινιώτες έχουν ανακαλύψει τη χαρά ενός ποδοσφαίρου σαν αυτό που έχω από μικρό παιδί στο κεφάλι μου.
ΠΗΓΗ: sday.gr