Για μια ακόμη φορά, για μια ακόμη τετραετία καλούμαστε να ασκήσουμε το εκλογικό μας δικαίωμα, τη δημοκρατική μας «συνήθεια». Μια συνήθεια που ανά τους αιώνες ήταν απαραίτητη προκειμένου η φωνή του λαού, η φωνή των πολιτών να εισακουστεί και να είναι σε θέση να ασκεί πολιτική και έτσι ο κάθε πολίτης να αποφασίζει και ο ίδιος για τους κανόνες που θα ρύθμιζαν την κοινωνική , οικονομική και πολιτική του ζωή, γενικότερα δηλαδή το πολιτισμικό του γίγνεσθαι.
Το μέσο λοιπόν του απλού πολίτη για να υφίσταται ως πολιτικό όν ήταν η ψήφος που καθόριζε ουσιαστικά και ριζικά τη μοίρα ενός τόπου, την έκβαση των πραγμάτων, που προωθούσε άλλοτε ισχυρές , ηγετικές πολιτικές προσωπικότητες που μεγαλουργούσαν προς όφελος των ελεύθερων και δημοκρατικών πολιτειών και που άλλοτε «νοθευόταν» για να αναδειχθεί ο τύραννος , ο κακός πολιτικός που με σκοπό την ικανοποίηση των προσωπικών συμφερόντων, επιθυμούσε διακαώς τα «βασιλικά σκήπτρα» και διψούσε για την εξουσία.
Είτε δημοκράτες, είτε τύραννοι , είτε δικτάτορες , είτε φιλολαϊκοί πολιτικοί αρχηγοί , όλοι πάντοτε επιζητούσαν την ψήφο, την προτίμηση των υπηκόων, των πολιτών, έστω και εικονικά, όταν το πολιτικό τους ήθος δεν τους επέτρεπε γνήσιες πολιτικές συμπεριφορές. Αναζητούσαν την έγκριση της ανθρώπινης μονάδας που αποτελούσε βασικό στοιχείο του κοινωνικού συνόλου, της πολιτείας.
Σπουδαίο , επομένως, το ύστατο δικαίωμα των οργανωμένων κοινωνιών και όμως αδικείται στις μέρες μας όσο ποτέ άλλοτε, απαξιώνεται, περιφρονείται από εκπροσώπους που μετέπειτα δεν τιμούν το αποτέλεσμά του. Έτσι αμέτοχοι και εξόριστοι και για να ακριβολογούμε αυτοεξόριστοι επιθυμούμε πια να μείνουμε και να παραμείνουμε, απέναντι στην πολιτική διαδικασία. Σαφώς απογοητευμένοι, γνωρίζοντας ότι ήδη το υπάρχων σύστημα μας έχει εκτοπίσει από τα πολιτικά δρώμενα , αν λάβουμε υπόψη ότι οι αποφάσεις και τα εκάστοτε νομοσχέδια που ψηφίζονται κατά καιρούς από τους εκπροσώπους της Βουλής των Ελλήνων έως και τις αποφάσεις των Δημοτικών ή Τοπικών συμβουλίων δεν ενστερνίζονται πάντα τις προσωπικές μας φιλοδοξίες και προσδοκίες , που είτε αφορούν εμάς ειδικά ή το συμφέρον του γενικού συνόλου, τότε δεν είναι καθόλου παράλογη, αφύσικη ή αντικοινωνική, η όποια αποχή, η θέληση για υποχώρηση και η επιλογή να τραπούμε σε φυγή από το δικαίωμα της ψήφου. Αγνοούμε ωστόσο ότι τοιουτοτρόπως καταλύουμε τη δημοκρατική διαδικασία που απαιτεί τον πλουραλισμό , την πολυφωνία και την ταυτόχρονη έκφρασή της με τη συμμετοχή, πως είναι ανώφελος ο στρουθοκαμηλισμός, καθώς τα φλέγοντα σύγχρονα προβλήματα απαιτούν άμεσες και καίριες λύσεις από ανθρώπους αξιόλογους. Θεωρώντας ανούσια κάθε συμμετοχή, απαξιώνοντας κάθε ανάμειξη στην πολιτική ξεχνάμε πως η οπισθοχώρηση στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν είναι ωφέλιμη, αλλά οδηγεί στην αδράνεια, στην αφαίρεση του λόγου μας, ότι φιμώνοντας οι ίδιοι τη φωνή της εκλογικής μας επιλογής θα μετατραπούμε πραγματικά σε άβουλα όντα και έρμαια ίσως όχι και τόσο ικανών ανθρώπων.
Αναμφισβήτητα, είναι επιτακτική η ανάγκη της επιλογής της συμμετοχής στις εκλογές δια της ψήφου και φυσικά της επιλογής του καλύτερου, του πιο ικανού, του πιο ευγενή σε σκέψεις και οράματα, γιατί ο τόπος χρήζει οραμάτων όσο ποτέ άλλοτε ,καθώς η αποχή θα μας βαλτώσει ακόμη περισσότερο σε νερά που λιμνάζουν, μόνο η συμμετοχή θα μπορέσει να μας αποτελματώσει , με την επιλογή του πιο αρεστού.
Γράφει η Καρατζογιάννη Ι. Μαρία
Φιλόλογος