Επιμέλεια: Γεώργιος Αθαν.Κοτρώνης
«Εις το βουνό ψηλά εκεί, είν΄ εκκλησιά ερημική……»
Το εκκλησάκι της Αγίας Μαρίνας βρίσκεται στην κορυφή ομώνυμης λοφοσειράς, βόρεια της Καμαρούλας σε απόσταση 4 περίπου χιλιομέτρων.
Στη σημερινή θέση μεταφέρθηκε και κτίστηκε από ευσεβείς ξωμάχους και παραχειμάζοντες βοσκούς, γύρο στα 1900, και δεν υπάρχει γραπτή μαρτυρία που να προσδιορίζει το ακριβές έτος ανεγέρσεως. Σύμφωνα με στοματική παράδοση μεταφέρθηκε από μια τοποθεσία που λέγεται «παλια Αγία Μαρίνα» που βρίσκεται νοτιότερα, 800 περίπου μέτρα, στην κορυφή από τα «Κουκουρέλια». Έως το 1950 υπήρχαν πολλές πέτρες και θεμέλια στο σημείο εκείνο.
Η Αγία Μαρίνα είναι ένα απλό εξωκλήσι που περιστοιχίζεται από συστάδα πεύκων και κυπαρίσσων, χωρίς να παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η τοιχοποιία και η εικονογράφηση. Σε σύγκριση με τα γειτονικά εξωκλήσια διέφερε στο ότι στη βορεινή πλευρά τού ναού υπήρχε υπόστεγο, διαστάσεων 4Χ10 περίπου μέτρων, από τη στέγη του οποίου διοχετεύονταν, με λούκια, τα βροχόνερα στο πηγάδι που ήταν κάτω από το υπόστεγο. Το άνοιγμα του πηγαδιού προστατευόταν με κυκλικό σανιδένιο σκέπασμα, στο οποίο πολλοί επισκέπτες και βοσκοί άφηναν τη «σφραγίδα» τους, χαράσσοντας επάνω σε αυτό το όνομά τους, δημιουργώντας έτσι ένα πρωτότυπο μωσαϊκό. Το νερό ήταν αρκετά δροσερό και πόσιμο.
Η Αγία Μαρίνα παλαιότερα ήταν εξωκλήσι του Αγίου Χριστοφόρου Αγρινίου. Μάλιστα δε ήταν και η αδυναμία του μακαριστού παπα-Αποστόλη Φαφούτη, της άγιας αυτής ιερατικής μορφής. Αυτός είχε αναλάβει τη συντήρηση και την καθαριότητα του ναού και του χώρου και το καθάρισμα του πηγαδιού. Επίσης κάθε χρόνο, λίγες ημέρες πριν από την εορτή της Αγίας Μαρίνας (17 Ιουλίου), φρόντιζε και για το μονοπάτι που συνέδεε το εξωκλήσι με το Αγρίνιο. Έστελνε εργάτες το καθάριζαν, κλάδευαν τα λαίμαργα βλαστάρια των θάμνων και διόρθωναν το δρόμο από τις νεροφαγιές. Σηματοδοτούσε δε το μονοπάτι ασβεστώνοντας τις πέτρες, δεξιά και αριστερά, από τα Δύο Ρέματα, τη Γκένοβα, τα Κουκουρέλια, ως το ναό, ώστε να διευκολύνει τους προσκυνητές και τους επισκέπτες για να μη χάνονται μέσα στην πυκνή βλάστηση και σε άλλα μονοπάτια.
Ο ίδιος δεν έλειπε ποτέ από την εορτή της. Από την παραμονή μετέβαινε και διανυκτέρευε εκεί ψηλά με πολλούς προσκυνητές. Στο φαγητό του ήταν λιτός και προτιμούσε τις κολοκυθόπιτες που ετοίμαζαν οι νοικοκυρές της Καμαρούλας. Την ημέρα της γιορτής, μετά τη Θεία Λειτουργία, γευμάτιζαν όλοι κάτω από το υπόστεγο και γεύονταν και το δροσερό νερό του πηγαδιού. Το απόγευμα επέστρεφαν στο Αγρίνιο και στα γύρο χωριά και έμεινε το εκκλησάκι μοναχό εις το βουνό ψηλά εκεί.
Μετά το 1963, που αποσπάστηκε ο Συνοικισμός της Καμαρούλας από το Δήμο Αγρινίου και ιδρύθηκε Κοινότητα, η Αγία Μαρίνα έγινε εξωκλήσι της Ενορίας Αγίου Γεωργίου Καμαρούλας.
Σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει. Το εκκλησάκι έχει ανακαινιστεί εκ βάθρων, έχει συνδεθεί με αμαξιτό ασφαλτοστρωμένο δρόμο, έχει συνδεθεί με παροχή ηλεκτρικού ρεύματος και νερού. Έχει διαμορφωθεί ο εξωτερικός χώρος βόρεια του ναού για πολιτιστικές εκδηλώσεις (μουσικές και θεατρικές) τις οποίες πραγματοποιεί το καλοκαίρι το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αγρινίου. Μόνο το πηγάδι διατηρήθηκε να θυμίζει «τα παλιά».
Η διαμόρφωση αυτή είχε ως αποτέλεσμα να καταστρέψουν πολλά πεύκα.
Βορειοδυτικά και χαμηλότερα του ναού έχει ανεγερθεί αίθουσα δεξιώσεων για την εξυπηρέτηση των πιστών, όταν τελούν Ιερές Ακολουθίες, κυρίως βαπτίσεις. Γάμοι δεν επιτρέπονται να γίνονται, ύστερα από απόφαση του Μητροπολίτη.
Στη γιορτή της Αγίας Μαρίνας, στις 17 Ιουλίου, παραμονή και ανήμερα, συρρέουν πολλοί επισκέπτες με τα αυτοκίνητά τους και δημιουργείται κυκλοφοριακή συμφόρηση, οπότε αναγκάζεται να επεμβαίνει η Τροχαία Αγρινίου να ρυθμίσει την κυκλοφορία.
Αγία Μαρίνα, τόπος θέας.
Η Αγία Μαρίνα δεν είναι μόνο τόπος λατρείας και προσευχής και τελέσεως Ιερών Ακολουθιών.
Είναι και τόπος θέας.
Ο οδοιπόρος ή ο επισκέπτης που θα φτάσει στην Αγία Μαρίνα έχει τη δυνατότητα να απολαύσει μια πανοραματική εικόνα του αιτωλικού πεδίου.
Μπροστά απλώνεται η πλουτοφόρα πεδιάδα με τη μεγαλούπολη του Αγρινίου και τα πολλά πολίσματα της και η ματιά του ακουμπάει απέναντι στην οριζόντια καταπράσινη από καστανιές οροσειρά του Ζυγού (Αράκυνθου ) που τέμνεται κάθετα από το θαυμαστό φαράγγι της Κλεισούρας, τα Κύκνεια Τέμπη των αρχαίων. Στους πρόποδες ξεδιπλώνεται η αλυσίδα με τα πολλά πυκνοκατοικημένα χωριά της Μακρυνείας που καθρεφτίζονται στις αδελφές λίμνες, τη μεγάλη του Αγρινίου (Τριχωνίδα) και τη μικρή του Αγγελοκάστρου (Λυσιμμαχία).
Ανατολικά η ματιά σταματάει στα μέρη του Θέρμου
με τα γραφικά ειδυλλιακά τοπία του και με την πλούσια ιστορία του. Πολιτικό και θρησκευτικό Κέντρο της Αιτωλικής Συμπολιτείας και ο τόπος που αναδείχτηκε η συναρπαστική μορφή του Κοσμά του Αιτωλού.
Εν συνεχεία προχωράει και συναντάει την κωνική κορφή του Βλοχού, την Ακρόπολη των Θεστιέων και σταματάει στις φαλακρές κορυφές της Κυρά Βγένας (Παναιτωλικού). Προς τη δύση αγναντεύει τα νερά του «αργυροδίνη» Αχελώου να γυαλίζουν και να χάνεται η ματιά στις αχνές κορυφές των Ακαρνανικών βουνών.
Μια αληθινή μαγεία που επαληθεύει τον ύμνο: «Ως εμεγαλύνθη τα έργα σου Κύριε, πάντα εν σοφία εποίησας».