Ηθρυλική σειρά «Εκείνες και εγώ», που προβλήθηκε για πρώτη φορά στον ΑΝΤ1 το 1996 με πρωταγωνιστή τον Γιάννη Μπέζο, αποτελεί μία από τις πιο αγαπημένες κωμωδίες της ελληνικής τηλεόρασης και ένα από τα πιο επιτυχημένα ριμέικ σειράς.
Η πρώτη ήταν το 1976 στην ΥΕΝΕΔ, με πρωταγωνιστή τον Λάμπρο Κωνσταντάρα. Ο Ζάχος Δόγκανος, ένας μεγαλομανής εργένης με αδυναμία στο γυναικείο φύλο, έμεινε στη μνήμη του κοινού για την ατελείωτη γοητεία του, το κοφτερό του χιούμορ και τις φαρμακερές ατάκες του που ακόμη και σήμερα προκαλούν γέλιο.
Ωστόσο, παρά την επιτυχία και την κληρονομιά της, είναι αμφίβολο αν η σειρά θα μπορούσε να παιχτεί σήμερα, λόγω της αυξημένης ευαισθησίας γύρω από ζητήματα πολιτικής ορθότητας. Η σειρά βασίστηκε στον κωμικό χαρακτήρα του Ζάχου Δόγκανου, ενός άντρα που συχνά έλεγε και έκανε πράγματα που σήμερα θα μπορούσαν να θεωρηθούν προβληματικά.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα σχόλιά του προς τη μαύρη οικιακή βοηθό, τη Δεβόρα. Παρότι οι σκηνές αυτές έδειχναν στα αστεία να γελάει μόνο ο ίδιος ο Δόγκανος και είχαν σκοπό να δημιουργήσουν κωμικά στιγμιότυπα, βασισμένα στην υπερβολή, την ειρωνεία αλλά και να αναδείξουν τον άξεστο χαρακτήρα του Ζάχου, πολλές από τις ατάκες θα χαρακτηρίζονταν σήμερα ως ρατσιστικές. Το ίδιο ίσως γινόταν για τον ίδιο τον χαρακτήρα της Δεβόρας και όπως παρουσιαζόταν με σπαστά ελληνικά και λεξιπλασίες δικές της.
Η Δεβόρα συχνά αντιμετώπιζε τον Δόγκανο με χιούμορ και εξυπνάδα, γεγονός που υποδήλωνε ότι ο χαρακτήρας της ήταν πολύ πιο πολυδιάστατος από μια απλή «φιγούρα για γέλιο». Άλλωστε ο ίδιος ήταν δυνάμει προστάτης της και της έδειχνε ότι την αγαπάει σε άλλες στιγμές. Ωστόσο, τα σχόλια για το χρώμα του δέρματός της και η αντιμετώπισή της ως «εξωτικού αντικειμένου» αποτελούν πλέον πεδίο έντονης κριτικής. Στο σημερινό κοινωνικό πλαίσιο, όπου οι φυλετικές διακρίσεις συζητούνται ανοιχτά και αποδοκιμάζονται, τέτοιες σκηνές θα ήταν δύσκολο να γίνουν αποδεκτές, ακόμη και αν ο στόχος τους ήταν σατιρικός.
Ο Ζάχος Δόγκανος και η τοξική αρρενωπότητα
Ένα άλλο ζήτημα που θα ερχόταν στο προσκήνιο είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Δόγκανος αντιμετώπιζε τις γυναίκες. Ο χαρακτήρας του, ένας αμετανόητος γυναικάς που «έπαιζε» με τα συναισθήματα των γυναικών και θεωρούσε τον εαυτό του ακαταμάχητο, ήταν αναπόσπαστο μέρος της κωμικής γοητείας της σειράς Ήταν άλλωστε ένας χαρακτήρας που πρωτοδημιουργήθηκε στα μέσα των 70s και ράφτηκε ξανά στα μέτρα του Γιάννη Μπέζου χωρίς να χάνει την αρχική του προσωπικότητα.
Σήμερα, όμως, η απεικόνιση μιας τόσο ξεκάθαρα σεξιστικής συμπεριφοράς, ακόμα και αν προοριζόταν για χιούμορ, θα προκαλούσε αντιδράσεις. Τα ερωτήματα είναι πόσες αντιδράσεις θα ήταν αυτές, πόσο έντονες και πόσο θα επηρέαζαν την τηλεθέαση τη σειράς.
Η πολιτική ορθότητα του σήμερα απαιτεί οι χαρακτήρες να παρουσιάζονται με μεγαλύτερη ευαισθησία απέναντι στα ζητήματα φύλου, φυλής και κοινωνικών ανισοτήτων. Ενώ ο Ζάχος ήταν ένας κωμικός τύπος που υποτίθεται ότι «γελοιοποιούσε» τον ίδιο του τον εαυτό, το κοινό της σημερινής εποχής ενδέχεται να μην αποδεχόταν εύκολα έναν τέτοιο πρωταγωνιστή και οι σεναριογράφοι του θα μπορούσαν να γίνουν cancel ή τέλος πάντων τα επίπεδα του cancel που υπάρχουν στην ελληνική πραγματικότητα.
Το πλαίσιο της εποχής και η αξία της αναδρομής
Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι η «Εκείνες και εγώ» δημιουργήθηκε σε μια εποχή όπου η τηλεόραση λειτουργούσε με πολύ διαφορετικά πρότυπα και κοινωνικές νόρμες. Το κοινό της δεκαετίας του ’90 έβλεπε αυτές τις σκηνές με μια ελαφρότητα που δεν είναι πια δεδομένη. Το χιούμορ βασιζόταν σε υπερβολές και στερεότυπα που τότε θεωρούνταν αβλαβή, αλλά σήμερα εκλαμβάνονται ως προσβλητικά.
Αυτό, ωστόσο, δεν μειώνει την αξία της σειράς ως πολιτιστικού προϊόντος της εποχής της. Οι σειρές όπως η «Εκείνες και εγώ» αποτελούν σημαντικά στιγμιότυπα της ελληνικής τηλεοπτικής ιστορίας, αλλά ταυτόχρονα μας δείχνουν πώς έχει εξελιχθεί η κοινωνία και οι αντιλήψεις μας.
Η σειρά «Εκείνες και εγώ» ήταν και παραμένει μια μοναδική κωμωδία, λίγο γερασμένη σε κάποια κομμάτια, ένα έργο όμως που μας κάνει να γελάμε, αλλά ταυτόχρονα μας καλεί να σκεφτούμε. Και ίσως αυτό είναι το μεγαλύτερο επίτευγμα της σειράς.
Τι πιστεύουν οι πρωταγωνιστές της
Η Βαλέρια Κουρούπη πρωταγωνίστησε στη σειρά σε έναν ρόλο ουσιαστικά του αντίβαρου στις ακρότητες του Ζάχου Δόγκανου, αφού ήταν αυτή που τον έβαζε διαρκώς στη θέση του, όχι με πολύ ευγενικό τρόπο. Μιλώντας πριν λίγες ημέρες στην εκπομπή «Καλύτερα δε γίνεται τοποθετήθηκε για το αν θα μπορούσε να σταθεί το 2024 το «Εκείνες και εγώ» του 1996.
«Νομίζω ότι η πολιτική ορθότητα γίνεται με έναν χαζό τρόπο. Ενώ η πρόθεση του είναι σωστή, το έχουμε αντιληφθεί κάπως λάθος και υπάρχει μια υποκρισία σε αυτό. Δηλαδή είμαστε πολύ βίαιοι στο δρόμο, πολύ ρατσιστές με πράγματα που συμβαίνουν, βρίζουμε τον διπλανό οδηγό, τη γυναίκα μας, τον διαφορετικής σεξουαλικής προτίμησης άνθρωπο αλλά θέλουμε όλα να είναι ορθά στον λόγο», είπε χαρακτηριστικά η ηθοποιός στην αρχή.
«Με βάση την πολιτική ορθότητα, στο “Εκείνες κι εγω”, θα μπορούσαμε να έχουμε την Δεβόρα; Θα μπορούσε να είναι μια μαύρη κοπέλα που δεν μιλάει καλά ελληνικά; Όχι, θα θεωρούμασταν ρατσιστές.
Θα μπορούσα να λέω εγώ στον Τάσο Κωστή, «γέλα χοντρέ! Έχει πιάσει η μούρη σου όλη την οθόνη»; Θα είχαμε πάει φυλακή, δεν θα είχε βγει ποτέ αυτή η σειρά η οποία δεν έθιξε ποτέ κανέναν πραγματικά. Ούτε έθιξε τους ανθρώπους με παραπάνω βάρος ούτε έθιξε τους ανθρώπους που ήρθαν από μια άλλη χώρα και είναι μαύροι. Δεν είχε ποτέ ένα ρατσιστικό στίγμα, ήταν αναφορά της κοινωνίας μας, λίγο πιο χοντροκομμένα, όπως οφείλει να είναι η κωμωδία», συμπλήρωσε συνέχεια η Βαλέρια Κουρούπη.
Μπορούμε να γελάσουμε ξανά με τον Ζάχο;
Η απάντηση είναι «ναι», αρκεί να προσεγγίσουμε τη σειρά με το κατάλληλο πνεύμα. Αν δούμε τον Ζάχο Δόγκανο ως μια φιγούρα που σατιρίζει τις παρωχημένες αντιλήψεις και όχι ως παράδειγμα προς μίμηση, μπορούμε να απολαύσουμε τη σειρά με μια πιο κριτική ματιά.
Ο Δόγκανος δε γράφτηκε για να είναι πρότυπο ούτε το 1996, ίσως να ήταν το 1976 στην πρωτότυπη σειρά. Η πρόκληση είναι να αναγνωρίσουμε τα όρια του χιούμορ και να εξετάσουμε πώς οι αξίες μας έχουν αλλάξει, χωρίς να ακυρώνουμε πλήρως την καλλιτεχνική δημιουργία του παρελθόντος.