ΟΒασίλης Καζούλης εμφανίστηκε στο ελληνικό τραγούδι στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’80. Δεν θύμιζε σε κάτι την «αλητεία» του Βασίλη Παπακωνσταντίνου, δεν ήταν λαϊκές οι επιρροές του, δεν ήταν ποπ σαν τον Σάκη Μπουλά και τον Γιάννη Γιοκαρίνη. Όμως είχε καλά τραγούδια, folk rock κατά κύριο λόγο, με στοιχεία μπαλάντας, που θύμιζαν τον Μπομπ Ντύλαν, αλλά με ελληνική φωνή.
Σύμφωνα με την ιστορία της ηχογράφησης της «Φανής», όπως τη διηγήθηκε ο παραγωγός Άγγελος Σφακιανάκης στην Athens Voice, όλα ξεκίνησαν από την εμφάνιση ενός φοιτητικού σχήματος στη Θεολογική σχολή, όταν οι τρεις νεαροί μουσικοί προσέγγισαν τον συνθέτη Σταμάτη Σπανουδάκη, δίνοντας του μια κασέτα demo.
Εκείνος άκουσε το υλικό, έδωσε τις ευλογίες του στο σχήμα και τους παρέπεμψε στον παραγωγό Άγγελο Σφακιανάκη. Οι μουσικοί ήταν οι Άνδρέας Αργυρόπουλος (ντραμς), Γιάννης Μεγάλης, Λευτέρης Χρυσός και ο Βασίλης Καζούλης. Ο Σφακιανάκης τόλμησε τότε, και έγραψε το τραγούδι «Φανή», ένα από τα καλύτερα του demo, ως ανεξάρτητη παραγωγή.
«Άλλαζε τότε ραγδαία το σκηνικό στην παραγωγική διαδικασία. Εισέβαλαν τα ηλεκτρονικά όργανα και οι αυτοματισμοί και έπεφτε το κόστος της παραγωγής. Συμφωνήσαμε με τον Θανάση να το κάνουμε μόνοι μας και μετά να το διαπραγματευτούμε.
Χτύπησα την πόρτα στο Studio 111 που ήταν φίλοι. Εκεί ήταν ηχολήπτης ο συνεργάτης από την κομπανία, ο Παύλος Σαπουντζής. Μας πιστώνανε. Ξεκινήσαμε με χαρά και κέφι. Για οικονομία συμφωνήσαμε να βάλουμε drum machine. Μας δάνεισε ο Σπανουδάκης το δικό του. Αντί να κάνουμε οικονομία, ξοδέψαμε άπειρες ώρες στον προγραμματισμό, άπειρες ώρες εγγραφής για άπειρες κιθάρες. Η πρώτη μου ανεξάρτητη παραγωγή ήταν ένα οικονομικό Βατερλό».
«Ήρθε η ώρα της «Φανής». Βιωματικό το τραγούδι. Το πρόσωπο υπαρκτό, αλλά δεν την έλεγαν Φανή. Ο Θανάσης πείραξε την εισαγωγή του Βασίλη και της έδωσε το hook! Έπαιξε ο Γιάννης Χατζής τύμπανα πάνω στα προγραμματισμένα, αλλά το τραγούδι αγρίευε.
Τα καταργήσαμε και ο Σαπουντζής πρότεινε ένα ντέφι. Ελαφρώσαμε τις πολλές κιθάρες που το βάραιναν τελικά. Ήρθε κι ο Μαγκλάρας και έκανε ένα φοβερό σόλο. Κάτι μου έλειπε και, όταν ήρθε η Σοφία Νοητή για δεύτερες φωνές, της είπα κι έκανε αυτό το νεραϊδένιο φωνητικό στα ρεφρέν.
Παρόλο που οι περισσότεροι μουσικοί πήραν κάτι συμβολικό, ο λογαριασμός είχε φτάσει στα ύψη. Άρχισε η γκρίνια και οι καυγάδες και ο δίσκος δεν είχε τελειώσει. Σταματήσαμε τις ηχογραφήσεις. Έκανα γύρα σε όλες τις εταιρείες μήπως και πάρω καμιά προκαταβολή.
Έβαζα, θυμάμαι, υποσημειώσεις «ο παραγωγός της Αρβανιτάκη» ή «ο παραγωγός της Κομπανίας» στις κασέτες που άφηνα για τους υπεύθυνους. Δεν συγκινήθηκε κανείς. Δεν κατάλαβαν τίποτα».
Με την επιμονή του Σφακιανάκη, η «Φανή» κυκλοφόρησε, έπαιξε στα ραδιόφωνα, έπαιξε ακόμα και στο πρόγραμμα του λαϊκού κέντρου «Αμπάρες»(!), έγινε διάσημη μέσα από την τηλεοπτική εκπομπή «Ζήτω το Ελληνικό Τραγούδι» του Διονύση Σαββόπουλου στην κρατική τηλεόραση, που σήμανε και την πρώτη εμφάνιση του ίδιου του Καζούλη, ως solo καλλιτέχνη, στην τηλεόραση.
Το βίντεο κλιπ
Το 1988, οι καλλιτέχνες έκαναν τα πρώτα τους δειλά βήματα στο βίντεο κλιπ. Εκείνη την εποχή ως «βίντεο κλιπ» λογιζόταν μια οπτικοποίηση ενός δημοφιλούς τραγουδιού που έπαιζε σε εκπομπές της κρατικής τηλεόρασης, με τον καλλιτέχνη που το ερμηνεύει στον πρωταγωνιστικό ρόλο, σε ένα σκηνικό που αποτελεί ρεαλιστική απεικόνιση των στίχων και τίποτα παραπάνω.
Κάπως έτσι, έχουμε ήδη παρακολουθήσει τους αδελφούς Κατσιμίχα να κυνηγούν(!) ένα κορίτσι σε εμπορικό κέντρο, ενώ τραγουδούν τους στίχους του «Ρίτα Ριτάκι». Στην περίπτωση της «Φανής», έχουμε ένα σκηνικό σταθμού τρένου («γραμμή Βικτώρια-Πειραιά, αν και φαίνεται μάλλον να έχει γυριστεί στον παλιό σταθμό των δρομολογίων Αθήνα-Θεσσαλονίκη), και αντί για τρένο βλέπουμε ένα κορίτσι με ροκ στυλ (τζιν παντελόνι-τζάκετ) και πρόσωπο που αποπνέει μια βαθιά μελαγχολία.
Ο Βασίλης Καζούλης αράζει στον σταθμό, αλλά ποτέ δεν συναντιούνται. Αυτή είναι η Φανή, ή τουλάχιστον η Φανή των ονείρων ενός σκηνοθέτη βίντεο κλιπ από το 1988.
Η πραγματική Φανή
Ο αστικός μύθος λέει πως μετά από μια συναυλία του Καζούλη στον Βόλο, ένας θαμώνας τον πλησίασε και τον ρώτησε τι απέγινε εκείνη η κοπέλα, για να εισπράξει την απάντηση ότι τελικά παντρεύτηκε κάποιον άλλον και όχι εκείνον.
Κάτι που αξίζει ακόμα περισσότερο να καταγράψουμε είναι πως αν και η ιστορία και το πρόσωπο της Φανής ήταν υπαρκτά, το όνομα όμως όχι. Φαίνεται πως ο Βασίλης Καζούλης δεν ήθελε να χαλάσει τη ρίμα του τραγουδιού, ούτε ενδεχομένως να εκθέσει τη συντοπίτισσά του.
Γιάννης Δημητρέλλος – reader.gr