Ο πολιτικός, συγγραφέας και ποιητής Άγγελος Βλάχος (1838 – 1920), στο ιστορικό, πλέον, ποίημά του : «Η γη της Ελλάδος» είναι εκείνος που πρώτος εμπνεύστηκε και χρησιμοποίησε τον όρο – ορισμό «φαιδρά πορτοκαλέα», ώστε, να ωραιοποιήσει και να υμνήσει απεριόριστα τα κάλλη της χώρας μας. Εν τούτοις, στη συνέχεια (και στο πέρασμα των χρόνων) ήρθε η θυμόσοφη απάντηση του λαού που ανέτρεψε κάθε νόημα –επιβάλλοντας βεβαίως το δικό της «μέτρο» στην όντως εξωπραγματική προσέγγισή του. Γράφει ο, κατά τα άλλα, σημαντικός ρομαντικός Αγγ. Βλάχος στο θρυλικό ποίημά του :
«Ξεύρεις τη γη όπου ανθεί
Φαιδρά πορτοκαλέα
Και κοκκινίζει η σταφυλή
Και θάλλει η ελαία;
Ω! δεν την αγνοεί κανείς
Είναι η γη η Ελληνίς.
Ξεύρεις τη γη, ήτις παντού
Με αίματα εβάφη,
Όπου κοιλάδες και βουνά
Είναι τυράννων τάφοι;
Ω! δεν την αγνοεί κανείς
Είναι η γη η Ελληνίς.
Γη μήτηρ παλαιών θεών
Και νέων ημιθέων
Γη αναμνήσεων κλεινών
Και γη ελπίδων νέων
Ω! δεν την αγνοεί κανείς
Είναι η γη η Ελληνίς».
«Η γη της Ελλάδος» παρουσιάστηκε, δέχτηκε κριτική και λοιδορήθηκε ανελέητα από τις στήλες του ισχυρού τότε – σατυρικού και αντιμοναρχικού περιοδικού : «Ο Ραμπαγάς» του Κλεάνθη Τριαντάφυλλου (1850 – 1889)· ώστε, έκτοτε η ελληνική κοινή γνώμη έμεινε να το θεωρεί και να το εκφράζει ως το, κυρίως ειπείν, συνώνυμο της εξωπραγματικής ανευθυνότητας και της ατελείωτης ανοργανωσιάς που επικρατούσε και, δυστυχώς, συνεχίζει να επικρατεί στο ελληνικό κράτος.
Από την εποχή εκείνη (που εκπονήθηκε… η γη η Ελληνίς) ως τα σήμερα έχουν περάσει ούτε λίγο – ούτε πολύ 140 χρόνια. Παρ’ όλα αυτά, ως φαίνεται, στη χώρα όπου συνεχίζει να ανθεί αδιαλείπτως (και παραδοσιακώς) η «φαιδρά πορτοκαλέα» ως ένα σύνολο αντιλήψεων, συλλογικών στρεβλώσεων και κακοδαιμονιών· αρχίζουν να κάνουν την εμφάνιση τους (ως να μην έφτανε, δηλαδή, η πορτοκαλιά να αποδώσει τον πλήρη εκφυλισμό του γίγνεσθαι) και άλλα δένδρα της λεβέντικης ελληνικής υπαίθρου. Εσχάτως, η απαράμιλλη καστανέα ή καστανιά που, αείποτε, τροφοδοτούσε του καστανάδες και τις φουφούδες της επικράτειας με το ωραίο και θρεπτικό προϊόν της -ήγουν το κάστανο-, έχουν την τιμητική τους.
Εις αγχίνους ιερεύς της πόλης του Αγρινίου· προφανώς από υπερβολικό ζήλο και προκειμένου να αναδείξει, εν πολλοίς, ακόμη πιο πολύ τα προσόντα και τις ιδιότητες του Αγίου Παϊσίου (αλά Άγγ. Βλάχο, δηλαδή, που επιχείρησε να ωραιοποιήσει με τόσην αμετροέπεια την Ελλάδα που ήταν μες τη φτώχεια και τη δυστυχία)· προέταξε στους πιστούς μαζί με τα άλλα λειτουργικά εκθέματα (που βρίσκονταν στο Ναό), και …ένα κάστανο το οποίο σύμφωνα με την ιστορία ήταν συλλεκτικό κομμάτι από το βίο του δημοφιλούς Αγίου εκ Κονίτσης : του ανήκε προσωπικά, το είχε κρατήσει και, ω! του μείζονος θαύματος πάλι, ο καρπός εσωτερικά του κάστανου κουδούνιζε (sic), ακόμη χαρακτηριστικά· σαν να ήθελε να μεταδώσει ένα ανείπωτο –ιερό και θείο μήνυμα.
Πλην, όμως, το… κάστανο του Αγίου (που ήταν, πράγματι, άγιος εν χριστώ άνθρωπος και, μάλλον, δεν είχε ιδέα τι τον περίμενε άμα τη επίσημη αγιοποίησή του σε αυτή τη χώρα) πήρε άλλες διαστάσεις και, φευ, γίνηκε κι αυτό (όπως η φαιδρά πορτοκαλέα)· βάση για καυστική δημόσια κριτική, αιτία για πηγαία και συλλογική λοιδορία : οι τίτλοι και οι ατάκες στα μέσα ενημέρωσης έδωσαν και πήραν όπως, άλλωστε, έδωσαν και πήραν τα υπονοούμενα, τα πειράγματα και ο χαβαλές σε κοινωνικό επίπεδο –στο απλό επίπεδο της παρέας. Κοντολογίς : «το κάστανο» (από το εκτεθέν κάστανο του Αγίου) έτεινε να γίνει λέξη «σύνθημα» μεταξύ των ανθρώπινων διαλόγων και, χωρίς υπερβολή, να υπονοεί και να σημαίνει, περίπου, πως θα δούμε …κάτι που, όμως, δεν είναι αυτό που φαίνεται, αλλά, κάτι… άλλο που δεν αξίζει –κάτι τζούφιο : το… «απ’ αυτό» της αλληνής ή το… «από τέτοιο» του άλλου που κρίνεται, περίπου, ….ακατάλληλο δια την περίσταση και δεν μπορεί να σταθεί πουθενά…
Ανεξάρτητα το πόσο κακό έχει κάνει (και έχει κάνει) στην εκκλησία και την πίστη η υπόθεση με το «κάστανο»· εκείνο που αποτελεί το πλέον ουσιαστικό είναι ότι τέτοιες πρωτοβουλίες και γεγονότα υποστηρίζουν αφάνταστα πιο πολύ την αμφισβήτηση, τη γενικότερη ολίσθηση και απαξίωση που διέπει τα πάντα. Λειτουργεί, μάλιστα, πολλαπλασιαστικά, όταν προέρχονται από κει που, είθισται, οι άνθρωποι να αποθέτουν την τελευταία ελπίδα τους. Σε μια εποχή σύγχυσης, βαριάς ανέχειας και εξαθλίωσης του λαού, σε μια εποχή «μεταβολής» για τον ελληνισμό και τους έλληνες όπου όλα κινούνται στα όρια τους και παράλληλα μετασχηματίζονται, θα περίμενε κανείς όχι βέβαια να δει ένα … «κάστανο», αλλά, να ακούσει, τρόπον τινά, ένα λόγο διαφορετικό λόγο : Λόγο που να δίνει κουράγιο και να τονώνει αυθεντικά την πίστη και τις αντοχές των ανθρώπων. Ένα … «κάστανο» στη θέα των πιστών τούτη την ώρα· αν δεν αποτελεί ύβρη, τότε σίγουρα μπορεί να αποτελεί υποπολιτισμό, υποκουλτούρα, υποθρησκευτικότητα και, ασφαλώς, είναι κάτι πολύ υποδεέστερο των σημερινών αναγκών και συνθηκών. Καθότι, επιτέλους, είπαμε : να ζούμε και να δυστυχούμε …«στη χώρα όπου ανθεί (ατελεύτητα) η φαιδρά πορτοκαλέα», αλλά, όχι έτσι, -στα καλά καθούμενα, να τη βρίσκουμε και από μίαν αγίαν πλην, όμως, ζαρωμένη φαιάν καστανέα…
*στο ΜΑTRIX 24