Οέρωτας είναι ένα χτυπητό παράδειγμα για το πόσο μικρή σημασία έχει για μας η πραγματικότητα», έλεγε ο Γάλλος συγγραφέας Μαρσέλ Προυστ.
Πραγματικότητα, για παράδειγμα, είναι πως ένα μέλος μιας βασιλικής οικογένειας θα πρέπει να παντρευτεί έναν ή μια «γαλοζοαίματο-η».
Στην περίπτωση της Ασπασίας Μάνου και του βασιλιά Αλέξανδρου, ωστόσο, ο έρωτας (τους) ήταν το χτυπητό παράδειγμα για το πόσο μικρή σημασία έχει η πραγματικότητα.
Οι δυο τους και μαζί ένα ολόκληρο έθνος (που βίωνε μια εξαιρετικά δύσκολη περίοδο) έζησαν έναν συνταρακτικό έρωτα που μόνο σε λογοτεχνικά βιβλία μπορεί να συναντήσει κάποιος.
Η Ασπασία και ο Αλέξανδρος
Η Ασπασία Μάνου γεννήθηκε στο Τατόι στις 4 Σεπτεμβρίου του 1869. Ήταν κόρη του υπασπιστή του τότε βασιλιά της Ελλάδας Κωνσταντίνου Α’ και της Μαρίας Αργυροπούλου, η οποία ήταν εγγονή του Περικλή Αργυρόπουλου, ο οποίος είχε διατελέσει υπουργός Εξωτερικών της χώρας.
Και από τις δυο οικογένειες, η Ασπασία Μάνου είχε ρίζες Φαναριώτικές που έφταναν μέχρι τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Είχε τίτλους που την κατέτασσαν στην τότε αριστοκρατία. Γαλοζοαίματη, όμως, δεν ήταν.
Η Ασπασία στην πραγματικότητα μεγάλωσε μέσα στη βασιλική οικογένεια. Ήταν, μάλιστα, φίλη με την αδερφή του Αλέξανδρου, την πριγκίπισσα Ελένη.
Πριν ενηλικιωθεί η Ασπασία έφυγε για το εξωτερικό προκειμένου να εμπλουτίσει ακόμα περισσότερο τις σπουδές της. Σύντομα, ωστόσο, επέστρεψε στην Ελλάδα. Ήταν μια εξαιρετικά όμορφη, μορφωμένη και σοβαρή νεαρή κοπέλα η οποία – όπως ήταν φυσικό – μαγνήτιζε τα βλέμματα του ανδρικού πληθυσμού.
Τις πρώτες ημέρες του 1915 ο σταυλάρχης Υψηλάντης διοργάνωσε ένα επίσημο δείπνο στο σπίτι του. Καλεσμένη ήταν και η Ασπασία Μάνου. Εκεί συναντήθηκε με τον πρίγκηπα Αλέξανδρο. Οι δυο νέοι ερωτεύτηκαν παράφορα και κεραυνοβόλα.
Γνωρίζοντας, ωστόσο, όλο το πρωτόκολλο, η Ασπασία επέλεξε να μείνει μακριά από τον πρίγκηπα. Ήθελε να δει αν τα όσα της έλεγε εκείνος τα εννοούσε. Ανασταλτικός παράγοντας, επίσης, ήταν και το γεγονός πως εκείνη δεν ήταν γαλαζοαίματη και ήταν δεδομένο πως η σχέση τους θα προκαλούσε εντάσεις εντός της βασιλικής οικογένειας.
Λέγεται, μάλιστα, πως σε εκείνη την πρώτη περίοδο της γνωριμίας τους, η Ασπασία φρόντιζε με κάθε τρόπο να μένει μακριά από τον Αλέξανδρο αλλά και όταν τον συναντούσε να υπάρχει και κάποιο άλλο άτομο μαζί της προκειμένου να μη μένει μόνη με τον πρίγκηπα.
Ο πρίγκηπας Αλέξανδρος, ωστόσο, δεν είχε καμία διάθεση να «παίξει». Ήταν ερωτευμένος και διεκδικούσε ανοιχτά τη γυναίκα που του είχε «κλέψει» την καρδιά. Ο ίδιος δεν κρυβόταν, δήλωνε ανοιχτά τον έρωτά του για την Ασπασία και το θέμα είχε αρχίσει ήδη να απασχολεί το παλάτι, αν και στην αρχή, όλοι θεώρησαν πως πρόκειται για μια ιστορία η οποία θα τελειώσει σύντομα.
Όταν το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς (1915) η Ασπασία Μάνου πήγε διακοπές στις Σπέτσες, ο Αλέξανδρος, χωρίς μα χάσει χρόνο, πήγε στο νησί μαζί με έναν φίλο του.
Εκείνη είναι η περίοδος που το… «βασιλικό φλέρτ» στην «κοινή θνητή» έγινε ακόμα πιο έντονο. Όταν κάποια στιγμή ο Αλέξανδρος έμεινε μόνος με την Ασπασία προσπάθησε να τη φιλήσει αλλά εκείνη αρνήθηκε και του έδειξε την πόρτα της εξόδου!
Την επόμενη χρονιά, το 1916 τα πράγματα άρχισαν να γίνονται περίπλοκα για τον Αλέξανδρο. Ήταν ο δευτερότοκος γιος του βασιλιά Κωνσταντίνου Α’ και της βασίλισσας Σοφίας και έτσι οι πιθανότητες να ανέβει στον θρόνο ήταν λίγες.
Τη περίοδο του εθνικού διχασμού, ωστόσο, τίποτα δεν μπορούσε να θεωρηθεί δεδομένο. Η πολιτική κατάσταση ήταν εξαιρετικά ρευστή τόσο ρευστή που ξαφνικά ο Αλέξανδρος ανέβηκε στον θρόνο καθώς ο πατέρας του που αρνιόταν πεισματικά να βάλει την Ελλάδα στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ήρθε σε πλήρη ρήξη με τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τους συμμάχους οι οποίοι στην πραγματικότητα τον έδιωξαν από την Ελλάδα!
Ο διάδοχος, Γεώργιος Β’ θεωρούταν από την Αντάντ γερμανόφιλος και έτσι στο θρόνο ανέβηκε ο πρίγκηπας Αλέξανδρος όχι όμως ως βασιλιάς αλλά ως «Βασιλόπαις» αφού ο πατέρας του αφενός ποτέ δεν παραιτήθηκε και αφετέρου δεν αναγνώρισε τον γιό του ο Βασιλιά των Ελλήνων αλλά ως… εκτελόντα χρέη βασιλιά.
Ο βασιλιάς και η «κοινή θνητή»
Υπό αυτές τις νέες συνθήκες που δημιουργήθηκαν εντελώς αναπάντεχα, το να ευδοκιμήσει ο έρωτας της Ασπασίας με τον Αλέξανδρο ήταν ακόμα πιο δύσκολο. Ακόμα και αν το παλάτι έκανε τα «στραβά» μάτια για να παντρευτεί ο πρίγκηπας μια «κοινή θνητή», δε θα γινόταν το ίδιο από τη στιγμή που ο Αλέξανδρος έκατσε στον θρόνο.
Ο Βενιζέλος, βλέποντας το μεγάλο σκάνδαλο να… έρχεται, είχε προσπαθήσει να αποτρέψει τον Αλέξανδρο να παντρευτεί την αγαπημένη του Ασπασία. Του είχε «προξενέψει», μάλιστα, την πριγκίπισσα Μαίρη, κόρη του Βασιλιά της Αγγλίας Γεωργίου Ε’.
Αυτό που στην πραγματικότητα φοβόταν ο Βενιζέλος, βέβαια, δεν ήταν μην παντρευτεί ο βασιλιάς μια «κοινή θνητή», αλλά μη χάσει τον θρόνο του εξαιτίας του σκανδάλου και επιστρέψει στην Ελλάδα ο πατέρας του ή γίνει βασιλιάς ο Γεώργιος.
Όλο αυτό το διάστημα που τα πολιτικά πάθη «φούντωναν» και έφτασαν τη χώρα να χωριστεί στα δυο και να μπει τελικά στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ, «φούντωνε» και ο έρωτας των δυο νέων που δεν υπολόγιζαν τίποτα, πλέον, μπροστά στο να κάνουν πραγματικότητα αυτό που ήθελαν περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο: Να είναι μαζί.
«Αυτό το πλήγμα δεν θα το καταφέρης εναντίον του πατρός σου, του οποίου η υγεία είναι επισφαλής» έγραφε η βασίλισσα Σοφία στον γιο της! Με τους εξόριστους γονείς του να του έχουν ξεκαθαρίσει πως όσο και αν αγαπάει την Ασπασία, όσο και αν τον αγαπάει εκείνη, ο συγκεκριμένος γάμος δεν πρόκειται να γίνει ποτέ, ο «Βασιλόπαις» Αλέξανδρος δεν είχε και πολλά περιθώρια ελιγμών.
Έτσι, τον Νοέμβριο του 1919, παντρεύτηκε κρυφά την αγαπημένη του. Παρόντες σε αυτόν τον… περίεργο βασιλικό γάμο ήταν μόνο δυο φίλοι του γαμπρού και η μητέρα και η αδερφή της νύφης.
Τον γάμο τέλεσε ο αρχιμανδρίτης Ζαχαρίας των ανακτόρων ο οποίος όταν κατάλαβε πως επρόκειτο να τελέσει τον συγκεκριμένο γάμο και μάλιστα στα κρυφά, προσπάθησε να βρει διάφορες δικαιολογίες προκειμένου να κερδίσει χρόνο.
Μια από αυτές ήταν πως δεν είχε μαζί του τα κατάλληλα… άμφια.
- «Δεν πειράζει, στεφάνωσε με χωρίς άμφια» απάντησε ο βασιλιάς.
- «Δε θα ήταν έγκυρος ο γάμος, Μεγαλειότατε»
- «Πήγαινε να τα φέρεις» του είπε.
- «Τα αφήνω πάντοτε στη Μητρόπολη» απάντησε
- «Πάμε στη Μητρόπολη»
- «Είναι κλειστή Μεγαλειότατε, και για να ανοίξουμε πρέπει να ζητήσουμε τα κλειδιά, οπότε θα μαθευτεί η αλήθεια»
- «Πολύ καλά. Περίμενε και εγώ θα σου φέρω άμφια» είπε ο Αλέξανδρος.
Ο βασιλιάς φορώντας τη στολή του Ναυάρχου προκειμένου να μην αναγνωριστεί έφτασε μέχρι το νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» όπου είχε χτίσει ένα εκκλησάκι η γιαγιά του.
Όταν επέστρεψαν και έδειξαν τα άμφια στον αρχιμανδρίτη εκείνος «άλλαξε τροπάρι» και έλεγε πως δεν πρόκειται τα τελέσει κρυφά έναν βασιλικό γάμο. Τελικά, ο Αλέξανδρος επικαλούμενος τη ρευστή πολιτική κατάσταση κατάφερε να τον πείσει και η τελετή έγινε κανονικά!
Προφανώς και με τον γάμο αυτό δεν έγιναν όλα… «ανθηρά» για το ζευγάρι. Ειδικά η Ασπασία ήταν το «μαύρο πρόβατο» της βασιλικής οικογένειας η οποία τη θεωρούσε «παρείσακτη». Το ταξίδι του μέλιτος των δυο νέων έγινε στο Παρίσι. Εκεί, όμως, ήρθαν αντιμέτωποι με τη σκληρή πραγματικότητα. Ο Αλέξανδρος έγινε δεκτός με τιμές αρχηγού κράτους και έγιναν προς τιμήν του πολλές δεξιώσεις, ενώ η Ασπασία έμπαινε πάντα από την πίσω πόρτα.
Δυστυχώς για την Ασπασία τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα στη συνέχεια. Στις 17 Σεπτεμβρίου του 1920, πριν καν συμπληρωθεί, δηλαδή, ένας χρόνος από τον κρυφό γάμο τους, ο Αλέξανδρος έκανε βόλτα στο κτήμα του Τατοϊου μαζί με τον αγαπημένο του σκύλο. Ξαφνικά μια μαϊμού επιτέθηκε στο λυκόσκυλο του βασιλιά. Όταν ο Αλέξανδρος επιχείρησε να χωρίσει τα δυο ζώα, η μαϊμού τον δάγκωσε.
Πέντε μήνες αργότερα η Ασπασία Μάνου γέννησε την κόρη τους, την πριγκίπισσα Αλεξάνδρα. Η Ασπασία θρήνησε την απώλεια του αγαπημένου της και, στην πραγματικότητα, ουδέποτε συνήλθε από αυτή την ξαφνική και σοκαριστική απώλεια. Η βασιλική οικογένεια ουδέποτε την δέχθηκε στους κόλπους της.
Η Ασπασία, φυσικά και δεν πήρε ποτέ τον τίτλο της βασίλισσας. Το μόνο που έγινε ήταν το 1922 να αναγνωριστεί ο γάμος της με τον Αλέξανδρο, μα βασιλικό διάταγμα του Γεωργίου Β’.
Η «κοινή θνητή» που είδε τη ζωή της να αλλάζει ξανά και ξανά εξαιτίας ενός συναρπαστικού έρωτα, δεν παντρεύτηκε ξανά. Έζησε μια ζωή μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας.
Με την επιβολή της χούντας των συνταγματαρχών έφυγε από την Ελλάδα μαζί με την κόρη της και έζησε στο εξωτερικό.
Μια ημέρα σαν σήμερα, στις 7 Αυγούστου του 1972 η Ασπασία πέθανε ενώ νοσηλευόταν με πολλά προβλήματα σε κλινική στη Βενετία. Αρχικά ετάφη στο Ελληνικό Νεκροταφείο της ιταλικής πόλης. Το 1993 τα οστά της μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα και ενταφιάστηκαν στο βασιλικό κοιμητήριο στο Τατόι (σε διαφορετικό, όμως, τάφο από αυτόν του αγαπημένου της Αλέξανδρου) με πρωτοβουλία του εγγονού της, πρίγκιπα διαδόχου της Σερβίας, Αλέξανδρου Β΄ Καραγεώργεβιτς.
Νίκος Δεμισιώτης – reader.gr