Τις μέρες αυτές ολοκληρώνεται μια διαδικασία που για κάποιους κράτησε σχεδόν μια ζωή. Οι τελευταίοι επιτυχόντες του ιστορικού και ηρωικού διαγωνισμού ΑΣΕΠ του 1998 πηγαίνουν στις θέσεις στις οποίες είχαν «πετύχει» σχεδόν μια εικοσαετία πριν, όταν ήταν πριν τα 30 τους και πολλοί είχαν δώσει ως απόφοιτοι λυκείου ενώ στο μεταξύ μπορεί και να έχουν ζήσει κάμποσα χρόνια ως πτυχιούχοι στο εξωτερικό.
Φυσικά η κουβέντα που λένε όλοι οι «άριστοι» και οι πετυχημένοι είναι πως πρόκειται για 45άρηδες ή 50άρηδες που δεν έκαναν κάτι στη ζωή τους. Και λοιπόν; Ας πούμε ότι είναι έτσι. Ας πούμε πως κάποιος που δεν έκανε πολλά πράγματα στη ζωή του, που «απέτυχε», που του έτυχαν αναποδιές βρε αδερφέ, τώρα πηγαίνουν σε μια δουλειά στο δημόσιο χαμηλών προσόντων και χαμηλών απολαβών. Έπρεπε ή δεν έπρεπε άνθρωποι που πέτυχαν σε ένα διαγωνισμό να βρουν μια δεύτερη ευκαιρία στη ζωή τους;
Όχι, δεν είναι εκείνοι που θα επιβαρύνουν τον κρατικό κορβανά, δεν είναι δουλειές που θα μπορούσαν να τις κάνουν συνεργεία ή ατομικές συμβάσεις, δεν είναι μετακλητοί, δεν θα παίρνουν οδοιπορικά σε κρυμμένα ΝΠΙΔ του δημοσίου. Κυρίως θα δουλέψουν στα εκπαιδευτικά ιδρύματα και στις διευθύνσεις όπου από τον Μάιο δεν μπορείς να βρεις άνθρωπο.
Ο γράφων έχει δικό του άνθρωπο, πρώτου βαθμού συγγένειας, ανάμεσα σε εκείνους που αυτές τις μέρες πάνε για το μεροκάματο στις μεγάλες πόλεις για κάποια ευρώ. Δεν ξέρει τι θα είχε γίνει στη ζωή του προσώπου αυτού αν οι «προηγούμενοι» δεν είχαν γράψει στα παλιά τους τα παπούτσια κάμποσους ανθρώπους για σχεδόν είκοσι χρόνια, απλώς και μόνο βάζοντας άλλες προτεραιότητες.
Όμως, καθώς η στήλη κρίνει συνήθως αυτούς που κυβερνούν(ποιους άλλους να κρίνει;), πρέπει να ειπωθεί και μια μεγάλη αλήθεια. Οι προηγούμενες κυβερνήσεις αδιαφόρησαν προκλητικά για εκατοντάδες ανθρώπους γιατί δεν είχαν προσβάσεις. Οι τωρινοί τους έδωσαν μια ευκαιρία, δυο δεκαετίες, πολλά καλοκαίρια και πολλά βάσανα μετά…
Γ.Σ.