«Όποιος διαρκώς τρέφεται από την αγάπη αυτή, διατηρεί αστείρευτα αποθέματα αγάπης, τα οποία δεν μπορεί να εξαντλήσει ούτε η κακία ούτε η αχαριστία. Αυτόν τον δρόμο της θεϊκής αγάπης άνοιξε ενώπιόν μας ο Εσταυρωμένος Θεάνθρωπος. Αυτήν την δωρεά της γνήσιας αγάπης περιμένει και διψά ο κόσμος από μας. Ας του την προσφέρουμε».
Τα παραπάνω αναφέρονται στο κυριακάτικο μήνυμα του Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού.
Αναλυτικά:
«Βρισκόμαστε στην πρώτη Κυριακή του μηνός Οκτωβρίου και η Αγία μας Εκκλησία, μέσω των ευαγγελικών αναγνωσμάτων, μας μεταφέρει στα πρώτα γεγονότα του δημόσιου βίου του Κυρίου μας. Κορυφαίο γεγονός της αρχής της δημόσιας διδασκαλίας Του αποτελεί η επί του όρους ομιλία, για την οποία, μεγάλοι πνευματικοί άνθρωποι της ιστορίας υποστήριξαν πως, αν η ανθρωπότητα έθετε σε εφαρμογή τα διδάγματά της, η γη θα είχε ήδη μεταβληθεί σε παράδεισο.
Απόσπασμα της περίφημης επί του όρους ομιλίας αποτελεί και η σημερινή περικοπή. Με αυτήν καλούμεθα όλοι μας να εφαρμόσουμε μία ριζικά διαφορετική στάση απέναντι στους συνανθρώπους μας και μέσω αυτής, να γίνουμε προπομποί ενός νέου, καλύτερου κόσμου, βασισμένου στην αγνή και ανιδιοτελή αγάπη προς όλους, ανεξαιρέτως, τους ανθρώπους.
Η πρώτη, μάλιστα, πρόταση του σημερινού Ευαγγελίου αποτελεί μία από τις συγκλονιστικότερες εντολές του Χριστού μας:
«Και καθώς θέλετε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι, ποιείτε αυτοίς ομοίως» (στ. 31). Δηλαδή, «Όπως θέλετε να σας συμπεριφέρονται οι άνθρωποι, έτσι ακριβώς να συμπεριφέρεστε και εσείς σε αυτούς».
Σας παρακαλώ να αναλογιστείτε τί μορφή θα είχε η κοινωνία μας αν όλοι οι άνθρωποι ακολουθούσαν αυτή και μόνο την εντολή; Η φράση αυτή αποτελεί για το Ευαγγέλιο τον χρυσό κανόνα, τον οποίο, αν αποφασίσουμε να εφαρμόζουμε διαρκώς, είναι σαν να εφαρμόζουμε συγχρόνως όλες τις επιμέρους εντολές και υποδείξεις του Κυρίου μας που σχετίζονται με την αγάπη.
Και πριν τον Χριστό υπήρξαν πνευματικοί άνθρωποι που διατύπωσαν παρόμοιες απόψεις. Τον 6ο προ Χριστού αιώνα ο Κλεόβουλος ο Ρόδιος δίδαξε: «Αυτό που απεχθάνεσαι μην το κάνεις στον άλλον». Αλλά και στην Παλαιά Διαθήκη με τον ίδιο τρόπο διδάσκει και ο Τωβίτ. Με τον λόγο του όμως ο Χριστός μας καλεί, όχι απλώς να μην βλάψουμε τον διπλανό μας αλλά και να τον ευεργετήσουμε. Και μάλιστα, χωρίς να επηρεαστούμε από την δική του συμπεριφορά.
Αυτό ακριβώς το σημείο είναι που φέρνει μία αληθινή επανάσταση στις ανθρώπινες σχέσεις όλων των εποχών, ιδιαίτερα όμως αποτελεί πρόκληση για την δική μας εποχή. Όλοι μας, πολλές φορές, μελαγχολούμε, βλέποντας πως οι σχέσεις μας δεν έχουν βάθος και συχνά ακυρώνονται με την πρώτη δυσκολία. Συχνά, μία απλή διαφωνία οδηγεί σε οριστική ρήξη και άλλοτε, ασήμαντες οικονομικές διαφορές διαλύουν ακόμα και συγγενικούς δεσμούς. Προσεγγίζουμε ανθρώπους και θέλουμε ίσως, ειλικρινά, να τους αγαπήσουμε. Πριν όμως από την προσέγγισή μας, έχουμε κάνει τους υπολογισμούς μας. Οι άνθρωποι μέσα μας κατατάσσονται ανάλογα με τον τρόπο που μας έχουν φερθεί ή με το τί έχουμε να προσδοκούμε από αυτούς. Αγαπούμε με όρια και υπό όρους. Για όσο χρονικό διάστημα μία σχέση παραμένει για μας επωφελής, την προσέχουμε και την φροντίζουμε. Όταν όμως καταστεί ασύμφορη, με διακριτικό ή και με βάναυσο τρόπο αποχωρούμε.
Μην νομίζετε, αδελφοί μου, πως η συμπεριφορά αυτή αφορά μόνο στους ανθρώπους της δικής μας εποχής. Μέσα από τα λόγια του Χριστού μας βλέπουμε πως, αυτού του είδους η αγάπη είναι σύμφυτη με την ανθρώπινη ιστορία. Η απόδειξη κρύβεται στους παρακάτω σημερινούς στίχους:
«Αν αγαπάτε αυτούς που σας αγαπούν, ποιά εύνοια περιμένετε από τον Θεό, αφού και οι αμαρτωλοί αγαπούν αυτούς που τους αγαπούν;» (στ. 32)
«Αν δανείζετε σε όσους ελπίζετε να σας τα επιστρέψουν, ποιά εύνοια περιμένετε από τον Θεό; Και οι αμαρτωλοί δανείζουν τους όμοιούς τους για να τα πάρουν πίσω» (στ. 34).
Μην βιαστείτε να συμπεράνετε πως ο δανεισμός που αναφέρει το Ευαγγέλιο αφορά μόνον στα χρήματα. Αφορά και την υποτιθέμενη αγάπη μας, την οποία όντως δανείζουμε, περιμένοντας, τις περισσότερες φορές, ανταπόδοση και μάλιστα με τόκο. Αυτό ακριβώς το γεγονός είναι η αιτία ώστε τα λόγια του Χριστού να φέρνουν μία αληθινή επανάσταση στις ανθρώπινες σχέσεις και να μας καλούν να διαφοροποιηθούμε ριζικά από τον τρόπο της αγάπης των άλλων ανθρώπων. Ιδού τα λόγια του Κυρίου μας:
«Αντίθετα, εσείς ν’ αγαπάτε τους εχθρούς σας, να κάνετε το καλό και να δανείζετε, χωρίς να περιμένετε να πάρετε πίσω τίποτα» (στ. 35).
Ποιά είναι η ουσία αυτής της νέας «επαναστατικής» αγάπης που διδάσκει ο Κύριος μας; Προς ποιά κατεύθυνση μας οδηγεί;
Πρώτον, η αγάπη μας να πηγάζει από την καρδιά μας και να μην ρυθμίζεται από την συμπεριφορά του αδελφού μας.
Δεύτερον, από άνθρωποι υπολογισμού και ιδιοτέλειας, να μεταβληθούμε σε πηγή αγάπης προς όλους ανεξαιρέτως.
Όπως η νερομάνα πηγή δεν παρατηρεί τί είδους χώμα περιμένει το νερό της και αν τα φυτά που θα ποτίσει έχουν αγκάθια ή όχι, αλλά προσφέρει αφειδώλευτα το νερό της, έτσι και εμείς καλούμαστε να γίνουμε για τον κόσμο αστείρευτη πηγή αγάπης, από την οποία θα ξεδιψούν πάντες, ακόμα και αυτοί που ο κόσμος θεωρεί ανάξιους να αγαπηθούν.
Όντως, μια τέτοια στάση φαίνεται να υπερβαίνει τις ανθρώπινες δυνάμεις. Ο καθένας από μας γνωρίζει πως οι αντοχές μας είναι περιορισμένες και η ψυχή μας χρειάζεται και εκείνη, όχι μόνο να αγαπήσει αλλά και να αγαπηθεί. Αυτό το γνωρίζει ο Θεός και για τον λόγο αυτό, δύο μεγάλες δικές Του υποσχέσεις ολοκληρώνουν το σημερινό Ευαγγέλιο. Η πρώτη διαβεβαιώνει πως ο άνθρωπος της αγάπης δεν θα στερηθεί ποτέ τίποτα. Τί μας λέει;
«Και έσται ο μισθός υμών πολύς» (στ. 35).
Στο σημείο αυτό επιτρέψτε μου να απαντήσω σε όσους νομίζουν ότι αυτός ο μισθός αφορά στο μακρινό μέλλον και στην μετά θάνατον ζωή. Όχι, αδελφοί μου. Οι άνθρωποι της αγάπης βιώνουν από αυτή κιόλας την ζωή μία υπερκόσμια χαρά και αυτό αποδεικνύεται από την μακαριότητα, την γαλήνη και την εσωτερική ειρήνη που χαρακτηρίζει όλους τους Αγίους.
Υπάρχει όμως και μία δεύτερη υπόσχεση: Ο Χριστός, στο ίδιο χωρίο, απευθύνεται προς τους ανθρώπους που προσφέρουν την αγάπη τους χωρίς να περιμένουν ανταπόδοση και τους διαβεβαιώνει πως θα γίνουν, όντως, παιδιά του Υψίστου.
«Να δανείζετε, χωρίς να περιμένετε να πάρετε πίσω τίποτα. Έτσι, ο Θεός, θα σας κάνει παιδιά του» (στ. 35).
Αλήθεια, τι σημασία έχει για έναν άνθρωπο η ανταπόδοση εκ μέρους ενός συνανθρώπου του, όταν αισθάνεται διαρκώς την πατρική αγάπη του Θεού; Ποιά μεγαλύτερη ευτυχία υπάρχει από το να ομοιάζει ένας άνθρωπος στον επουράνιο Πατέρα του, ο Οποίος σκορπίζει απλόχερα την αγάπη του, ακόμη και στους αχάριστους και τους πονηρούς;
Εάν θελήσει κάποιος να εφαρμόσει την μεγαλειώδη και επαναστατική εντολή της αγάπης βασισμένος μόνο στις ανθρώπινες δυνάμεις του, είναι βέβαιο πως θα λυγίσει και θα απογοητευτεί. Για τον λόγο αυτό, οι Πατέρες της Εκκλησίας μας δεν διαχωρίζουν την αγάπη προς τον Θεό από την αγάπη προς τους ανθρώπους. Μόνον όποιος αγαπήσει με όλη του την καρδιά τον Θεό, βρίσκεται σε θέση να αγαπήσει όλους τους αδελφούς του με τον τρόπο που Εκείνος αγαπά, ακόμη και τους αχάριστους. Τότε μόνον το «αδύνατον παρ ανθρώποις» γίνεται δυνατόν. Όπως λέει ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας στο υπόμνημά του στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, η ευσπλαχνία προς τους εχθρούς μας, η οποία ξεκινά από την επιθυμία μας να μιμηθούμε Εκείνον που διαρκώς ανέχεται και συγχωρεί και τις δικές μας καθημερινές αμαρτίες, «μας εξομοιώνει με τον Θεό και δημιουργεί μέσα στις ψυχές μας, κατά κάποιο τρόπο, ορισμένα χαρακτηριστικά της ανώτατης φύσης του Θεού». Η μίμηση λοιπόν της αγάπης του Θεού μας οδηγεί στην ομοίωση με Εκείνον.
Για τον λόγο αυτό, η βασική προϋπόθεση της αληθινής αγάπης προς τους ανθρώπους είναι η ολόψυχη αγάπη προς τον Θεό. Όποιος διαρκώς τρέφεται από την αγάπη αυτή, διατηρεί αστείρευτα αποθέματα αγάπης, τα οποία δεν μπορεί να εξαντλήσει ούτε η κακία ούτε η αχαριστία. Αυτόν τον δρόμο της θεϊκής αγάπης άνοιξε ενώπιόν μας ο Εσταυρωμένος Θεάνθρωπος. Αυτήν την δωρεά της γνήσιας αγάπης περιμένει και διψά ο κόσμος από μας. Ας του την προσφέρουμε».