Του Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Αγίου Βλασίου Ιεροθέου
Η πρώτη εορτή του αγίου Γερβασίου των Πατρών μου έφερε αναμνήσεις από τις διηγήσεις του Γέροντός μου, αγίου Καλλινίκου Μητροπολίτου Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας περί αυτού. Μου διηγούνταν συχνά για τον βίο και την πολιτεία του. Τον γνώρισε ως Πρωτοσύγκελλο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών, όταν ήταν φοιτητής, και στην συνέχεια από την διακονία του στην Πάτρα από δύο πλευρές.
Πρώτον, από τον επιστήθιο φίλο του Σπυρίδωνα Τσαντίλη, μετέπειτα π. Ιερόθεο, Πρωτοσύγκελλο της Ιεράς Μητροπόλεως Πατρών, και αργότερα Μητροπολίτη Ύδρας. Ήταν φίλοι από λαικοί και μαζί συζητούσαν για την εισαγωγή τους στην Ιερωσύνη. Ο π. Ιερόθεος είχε πνευματικό πατέρα τον π. Γερβάσιο και αυτή ήταν η αιτία να τον γνωρίση και εκείνος.
Δεύτερον, στην Πάτρα έμενε η αδελφή του με την οικογένειά της που συνδέονταν με τον άγιο Γερβάσιο και άκουγε πολλά για την ιεραποστολική δράση του.
Έτσι, παρευρέθηκε στην εξόδιο ακολουθία του ως Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Αιτωλίας και Ακαρνανίας και ομίλησε διαπρυσίως γι’ αυτόν ερμηνεύοντας το ρητόν «έπεσεν η υψίκορμος δρυς».
Στην Έδεσσα, στα ιερατικά Συνέδρια αναφερόταν στις απόψεις του αγίου Γερβασίου, κυρίως στα Λειτουργικά θέματα, αντλώντας επιχειρήματα από το βιβλίο του «Ερμηνευτική Επιστασία επί της Θείας Λειτουργίας». Σε μία Εγκύκλιό του, την οποία απέστειλε στους Κληρικούς της Ιεράς Μητροπόλεως Εδέσσης, γράφει: «Ο μακαρία τη λήξει γενόμενος Αρχιμανδρίτης π. Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, Ιεροκήρυξ, κυρίως εν Πάτραις λίαν καρποφόρως εργασθείς, γράφει εις το περισπούδαστον έργον του “Ερμηνευτική Επιστασία επί της Θείας Λειτουργίας”…».
Στο αρχείο του αγίου Καλλινίκου βρήκα μία ομιλία του για τον π. Γερβάσιο, χωρίς να υπάρχει ένδειξη που την εξεφώνησε. Προφανώς προέρχεται από την δεκαετία του 1970 και ίσως είναι από το μνημόσυνο των δέκα ετών από την κοίμησή του.
Στην ομιλία του αυτή παρουσιάζει τον άγιο Γερβάσιο, «ως μιμητήν του Ιωάννου του Βαπτιστού, του Προφήτου Ηλιού, των παλαιοτέρων και μεταγενεστέρων Πατέρων, εν οις και ο Ιερομάρτυς, Εθνομάρτυς και Ισαπόστολος Κοσμάς ο Αιτωλός», θεωρεί ότι το έργο του ήταν «έργον Ευαγγελιστού», ήταν «Απόστολος Χριστού», «ωμίλει ως κήρυξ του Ευαγγελίου της χρυσής πατερικής εποχής», ήταν «Απεσταλμένος Θεού», ήταν «αγωνιστής της Αληθείας», ήταν «Αποστολικός ανήρ». Κάνει λόγο για «την αγίαν του ζωήν και την καρποφόρον δράσιν», «την ασκητικήν μορφήν του» κ.λ.π.
Την παραθέτω ολόκληρη.
Εδραίος και αμετακίνητος
(Αρχιμ. π. Γερβάσιος Παρασκευόπουλος)
«Τι εξήλθετε εις την έρημον θεάσασθαι;
κάλαμον υπό ανέμου σαλευόμενον;»
(Ματθ. ια΄, 7)
Όχι. Δεν ήτο «κάλαμος» ο Τίμιος Πρόδρομος. Ατρόμητος, άκαμπτος, αλύγιστος ήτο. Δεν υπεχώρησεν ουδέ ενώπιον του βασιλέως Ηρώδου. Απεκεφαλίσθη, αλλά δεν εκλονίσθη. Έπεσε μαχόμενος υπέρ της Αληθείας, αλλά δεν ελυγίσθη.
Ο Τίμιος Πρόδρομος ήτο το ίνδαλμα του προ ολίγου καιρού κοιμηθέντος εν Κυρίω αοιδίμου Αρχιμανδρίτου π. Γερβασίου Παρασκευοπούλου. Η αγγελική ζωή και η υπεράνθρωπος δράσις του ενδόξου Προφήτου ενεθουσίαζον τον αγνόν Ιερομόναχον, π. Γερβάσιον. Η μορφή του λέοντος της Ερήμου του Ιορδάνου τον ηλέκτριζεν.
Απεσπάσθη ο αείμνηστος από τους βράχους της Γορτυνίας και έμεινε διά βίου παντός βράχος. Βράχος εις την ηθικήν ζωήν. Ηγωνίζετο έως γήρατος να μείνη πιστός εις τα παραγγέλματα του Κυρίου. Αγνός, όπως εξήλθεν εκ της κοιλίας της μητρός του. Καθαρός, όπως μας θέλει ο Καθαρός Κύριος. Ηθικός εν τη στενή και ευρυτέρα εννοία. Πιστός εις τον Θεόν. Μαθητής του Κυρίου εκλεκτός, Χριστιανός ζωντανός. Ευθύς εν παντί. Αγωνιστής διά να γίνη «τέλειος και ολόκληρος εν μηδενί λειπόμενος» (Ιωάν. α΄, 4). Συμφέροντα δεν τον ελύγιζον. Ο,τι θέλει ο Θεός ήτο Νόμος δι’ αυτόν. Έπεσαν επ’ αυτού αι θλίψεις και αι περιστάσεις της ζωής και δεν τον παρέσυρον. «Ωκοδόμησε την οικίαν αυτού επί την πέτραν και κατέβη η βροχή και ήλθον οι ποταμοί και έπνευσαν οι άνεμοι και προσέπεσον τη οικία εκείνη, και ουκ έπεσε· τεθεμελίωτο γαρ επί την πέτραν» (Ματθ. ζ΄, 24-25).
Βράχος αμετακίνητος και εις το έργον του Ευαγγελιστού. Ο αοίδιμος Πατήρ μιμητής του Ιωάννου του Βαπτιστού, του Προφήτου Ηλιού, των παλαιοτέρων και μεταγενεστέρων Πατέρων, εν οις και ο Ιερομάρτυς, Εθνομάρτυς και Ισαπόστολος Κοσμάς ο Αιτωλός, ήξευρε να ζη και να διδάσκη την Ευαγγελικήν Αλήθειαν ανόθευτον, καθαράν και απηλλαγμένην ακόμη και της μορφής της λογοτεχνίας. «Ο λόγος και το κήρυγμα ουκ εν πειθοίς ανθρωπίνης σοφίας λόγοις» (Α΄ Κορ. β, 4). Αλήθειαν και μόνον Αλήθειαν εκήρυττεν. Εν τον ενδιέφερεν: η μετάδοσις της σωζούσης Αληθείας. Δεν ενέβλεπεν εις πρόσωπον ανθρώπου. Δεν εκολάκευεν. Δεν ειλίσσετο. Ήξευρε να κηρύσση το Ευαγγέλιον του Χριστού προς πάσαν κατεύθυνσιν αδιαφορών διά τας συνεπείας, τας οποίας θα είχεν επ’ αυτού η παρρησία. Οι Λόγοι του Αποστόλου Παύλου «ει ανθρώποις ήρεσκον, Χριστού δούλος ουκ αν ήμην» (Γαλ. α΄, 10) ήσαν νόμος απαράβατος δι’ αυτόν. Αηδίαζεν από τους ελιγμούς. Ηγανάκτει από την σκοπιμότητα. Αγνός άνθρωπος μεθυσμένος από τον πνευματικόν οίνον της Αγίας Γραφής ήθελε να ποτίζη από το ίδιον ποτόν και τους Χριστιανούς του. «Κατά σκοπόν εδίωκεν επί το βραβείον της άνω κλήσεως» (Φιλ. γ΄, 14). Απόστολος Χριστού ενδιαφέρον είχεν εν: να φωτίση, να διδάξη, να βοηθήση εις την σωτηρίαν των αθανάτων ψυχών των ακροατών του. Ούτε οι ισχυροί της ημέρας, ούτε τα ρεύματα της εποχής τον παρέσυραν. Ωμίλει ακριβώς, όπως θα ωμίλει ένας Κήρυξ του Ευαγγελίου της χρυσής Πατερικής εποχής. Ο τεχνικός και τεχνητός πολιτισμός δεν τον επηρέαζεν. Απεσταλμένος Θεού, το θέλημα του Θεού εξήγγειλεν.
Και τι εκέρδισε με την ακαμψίαν αυτήν θα είπουν ίσως οι κατ’ όψιν κρίνοντες; Τι εκέρδισεν; Έμεινεν εις το περιθώριον! Πλάνη οικτρά! Ο Ιερεύς του Θεού του Υψίστου εις το περιθώριον; Ο Λειτουργός του Φρικτού Μυστηρίου, της Αναιμάκτου Μυσταγωγίας, εις το περιθώριον; Ο απτόμενος του Θείου Σώματος άνθρωπος εις το περιθώριον; Ο βιβλικός ανήρ π. Γερβάσιος εις το περιθώριον; Μεγίστη αφροσύνη να παραδεχθώμεν εν τοιούτο πράγμα. Ο Πατήρ Γερβάσιος ζων έτι εδοκίμασε χαράν, ικανοποίησιν, αγαλλίασιν, τιμήν, την οποίαν δεν εδοκίμασαν άλλοι αξιωματούχοι. Βράχος επάνω εις τον βράχον των αιώνων ησθάνετο βαθυτάτην ικανοποίησιν, όταν έβλεπεν, ότι «πολλά τα τέκνα της ερήμου μάλλον ή της εχούσης τον άνδρα» (Γαλ. δ΄, 27), ότι ως Ιερομόναχος περιεστοιχίζετο από αναρίθμητα τέκνα, τα άσματα δε των αθώων παιδίων ήσαν δι’ αυτόν αγγελικά άσματα. Μόνον όποιος αντελήφθη τι σημαίνει Απόστολος Χριστού είναι εις θέσιν να αντιληφθή, ότι ευτυχέστερος άνθρωπος εις τον κόσμον δεν υπάρχει από «τον ανεπαίσχυντον εργάτην του Ευαγγελίου» (Β΄Τιμ. β΄, 15). Οι κόποι, οι μόχθοι, οι διωγμοί, αι περιφρονήσεις, αι στερήσεις και ο θάνατος ακόμη ο μαρτυρικός αποτελούν παράσημα, δόξαν, μεγαλεία, τιμήν, ανυπολόγιστα αγαθά.
Εκέρδισεν ο π. Γερβάσιος εις τον κόσμον αυτόν. Εκέρδισε και την αιωνιότητα. Εκέρδισε το παν. Αγωνιστής της Αληθείας θα λάβη τον στέφανον της Αληθείας. «Γίνου πιστός άχρι θανάτου και δώσω σοι τον στέφανον της ζωής» (Απ. β΄, 10). Θα λάβη από τον Κύριον το δίκαιον όφλημα, από τον Εξαποστείλαντα αυτόν τον μισθόν της εργασίας. «Άξιος ο εργάτης του μισθού αυτού» (Α΄Τιμ. ε΄, 18). Εκέρδισεν «α οφθαλμός ουκ είδε και ούς ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη» (Α΄ Κορ. β΄, 9).
Εκέρδισεν και η κοινωνία από το πέρασμα του μακαριστού ανδρός από τον κόσμον αυτόν. Μυριάδες ψυχών ωφελήθησαν από την Διδασκαλίαν του. Μυριάδες προβάτων του Χριστού εδροσίσθησαν από το ύδωρ το ζων, το οποίον έδιδε και επί της κλίνης ακόμη. Μυριάδες απολωλότων εύρον διά του π. Γερβασίου τον Καλόν Ποιμένα. Πλήθη πολλά έτρεχον προς αυτόν και εύρισκον «ανάπαυσιν ταίς ψυχαίς αυτών», διότι ούτος τους ωδήγει εις τον Σωτήρα και Λυτρωτήν. Και μόνον ο αριθμός του πλήθους, το οποίον παρηκολούθησεν εν πολλή συγκινήσει και βαθεί πόνω την εξόδιον αυτού Ακολουθίαν, μαρτυρεί το τι προσέφερεν ο αποστολικός ανήρ εις το Χριστεπώνυμον πλήρωμα. Ως ελαία κατάκαρπος έδιδεν έλαιον προς τροφήν και φωτισμόν εις κύματα ευσεβούς Λαού της Αποστολικής Εκκλησίας των Πατρών και μακράν αυτής. Μόνον ο Καρδιογνώστης Κύριος γνωρίζει ακριβώς το μέγεθος της προσφοράς του π. Γερβασίου.
Εκοιμήθη εν Κυρίω ο αείμνηστος Λειτουργός Αυτού. Εκοιμήθη. «Αναπαύεται εκ των κόπων αυτού» (Ιωάν. ιδ΄, 13). Μένει όμως το παράδειγμά του, η αγία του ζωή και η καρποφόρος δράσις του. Μένουν μεταξύ των γνωρίμων αυτού η ασκητική μορφή του, ο δυναμικός του χαρακτήρ, η ακεραιότης και η ακαμψία _. Μένει εις τους Κληρικούς και Λαικούς το παράδειγμα της ευλαβείας, της ορθοπραξίας και Ορθοδοξίας. Και έχομεν ανάγκην, την σημερινήν εποχήν μάλιστα, τοιούτων ανδρών, τοιούτων Μορφών, τοιούτων εδραίων και αμετακινήτων. Εις την γενεάν μας, εις την οποίαν η επάρατος σκοπιμότης κλείει τα στόματα, αι υλιστικαί θεωρίαι και πεποιθήσεις ξηραίνουν τα άνθη της Πίστεως και της Αγιότητος, χρειάζονται ευθαρσείς Πατέρες Γερβάσιοι.
Ας ευχηθώμεν, όπως ο Κύριος και Ιδιοκτήτης του Θείου Αμπελώνος, της Αγίας μας Εκκλησίας, αναστήση μιμητάς του μακαριστού Πατρός. Ας δεηθώμεν «του Κυρίου του θερισμού, όπως εκβάλη εργάτας εις τον θερισμόν αυτού» (Ματθ. θ΄, 38).
***
Φαίνεται ότι ισχύει για τα πνευματικά, ο, τι ισχύει και για όλα τα θέματα, ότι οι άγιοι γνωρίζουν καλύτερα τους αγίους!!