Παρουσία του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, πραγματοποιήθηκαν το μεσημέρι της Παρασκευής τα αποκαλυπτήρια του αναστηλωμένου ανακτόρου του Φιλίππου Β’ στις Αιγές, του μεγαλύτερου κτηρίου της Κλασσικής Ελλάδας στο οποίο στέφθηκε βασιλιάς και ο Μέγας Αλέξανδρος.
Μετά από 16 χρόνια εργασιών αναστήλωσης, συντήρησης, στερέωσης, αποκατάστασης, ανασκαφής και τεκμηρίωσης του τεράστιου τεχνικού έργου, το μεγαλύτερο οικοδόμημα που έχει δει η κλασική αρχαιότητα, αυτό που ο καθηγητής Βόλφραμ Χέφνερ (Wolfram Hoepfner) είχε χαρακτηρίσει «Παρθενώνα της Μακεδονίας» και στο οποίο μέσα, χωράει τρεις φορές ο Παρθενώνας, παραπέμπει ξανά στην αρχική του εικόνα.
Η ομιλία του πρωθυπουργού
Ξεκινώντας την ομιλία του ο πρωθυπουργός έκανε λόγο για ένα «γεγονός παγκόσμιας σημασίας με πολύ μεγάλη διεθνή εμβέλεια» σημειώνοντας ότι «δεν είναι τυχαίο ότι βρέθηκα πριν από ένα χρόνο στο ίδιο βήμα για το νέο πολυκεντρικό μουσείο των Αιγών που έχει δείξει μεγάλη δυναμική τους 11 μήνες λειτουργίας του».
«Σε όλα αυτά προστίθεται το αναστηλωμένο ανάκτορο ώστε όλα αυτά να συνδιαλέγονται δυναμικά με τον επισκέπτη. Όπως τυχαία δεν είναι η επιλογή μου να είμαι πάλι εδώ τιμώντας ένα μνημείο του βασιλείου των Μακεδόνων που με αφετηρία τις Αιγές άφησε το αποτύπωμά του από τον Δούναβη – ο Φίλιππος Β υπήρξε ο πρώτος ευρωπαίος βασιλιάς που επέκτεινε προς τα βόρεια το βασίλειο – για να έρθει μετά ο γιος του που άφησε το ελληνιστικό αποτύπωμα μέχρι την Ινδία και την Αίγυπτο» πρόσθεσε ο κ. Μητσοτάκης.
Ο ίδιος χαρακτήρισε «στοίχημα να καταστήσουμε τις Αιγές ένα σημείο συνάντησης με το μεγαλείο των καταβολών μας και ένα μέρος της σύγχρονης ζωής μας καθώς παρά την ισοπεδωτική παρέμβαση των Ρωμαίων που επιχείρησαν να σβήσουν από τη μνήμη το μεγαλείο των Μακεδόνων το πνεύμα των Αιγών δεν έσβησε».
«Το θαυμαστό πάρκο πρέπει να γίνει καταλύτης ανάπτυξης για τη Βεργίνα, την Ημαθία, όλη τη Μακεδονία, μια εμπειρία για χιλιάδες επισκέπτες που μαζί με την ιστορική εμπειρία θα μπορούν να μοιράζονται το χρώμα της περιοχής. Με τον τρόπο αυτό το ένδοξο παρελθόν εντάσσεται στο σήμερα με τη δημιουργία θέσεων εργασίας, την επιστημονική έρευνα που επεκτείνεται ενώ ο Παρθενώνας της Μακεδονίας θα γίνεται αντικείμενο παγκόσμιας προσοχής» συνέχισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Όπως τόνισε ο πρωθυπουργός «δεν είναι απλά ένα τεχνικό έργο αναστήλωσης» και για το λόγο αυτό υποκλίθηκε «με σεβασμό σε εσάς κυρία Κοτταρίδου και τους συνεργάτες σας για την πολυπλοκότητα του έργου».
Δείτε μερικά από τα εκθέματα στο μουσείο των Αιγών
Ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι «το ανάκτορο αυτό είναι ένα κομψοτέχνημα διώροφο με πολλά μωσαικα, τοιχογραφίες που αντανακλούν την αίγλη του Φιλίππου. Σε αντιδιαστολή με τους ναούς της αρχαιότητας και τον Παρθενώνα ήταν ένα λειτουργικό, ανοιχτό κτήριο διοικητικής, θρησκευτικής, στρατιωτικής εξουσίας. Ένα κτήριο που συμβολίζει με τον καλύτερο τρόπο τη συναρπαστική μετάβαση από τις πόλεις-κράτης της κλασσικής Ελλάδας ένα πρόπλασμα μιας εξωστρεφούς κεντρικής εξουσίας που κάλυπτε μια μεγαλύτερη περιοχή. Ουσιαστικά αποτελεί τον πρώτο σταθμό πολιτειακής εξέλιξης στον ευρωπαϊκό χώρο με μέγεθος πολύ πέρα από την κλίμακα των κλασσικών χώρων».
«Η σπουδαιότητα τέτοιων μνημείων γίνεται κτήμα ολόκληρης της οικουμένης. Οφείλουμε να την αναδεικνύουμε, να την προβάλουμε, να επεκτείνουμε τους ορίζοντες που αποκαλύπτει κάθε νέα ψηφίδα. Πρέπει να είναι ένα προσκλητήριο γνώσης και συμμετοχής που ενισχύει το ανήκειν αλλά και μοχλός ανάπτυξης. Είναι μια πολυδιάστατη επένδυση σε όλα τα πεδία του πολιτισμού σε σύμπλευση με την οικονομία και τον τουρισμό. Καλούμαστε να βάλουμε ένα εθνικό στοίχημα να πολλαπλασιάσουμε την επισκεψιμότητα του χώρου. Οσο περισσότεροι οι επισκέπτες τόσο θα τονώνεται η οικονομία αλλά και τόσο πιο δυναμικά αυτή η μονδική κοιτίδα πολιτισμού θα στέλνει την ακτινοβολία σε κάθε πλευρά του κόσμου. Σε μια χώρα με βαρύ παρελθόν αλλά με δημιουργικό παρών και μέλλον, σε μια χώρα αυτογνωσίας, αισιοδοξίας και αυτοπεποίθησης» έκλεισε τον χαιρετισμό του ο πρωθυπουργός.
Ολόκληρη η ομιλία του πρωθυπουργού στην εκδήλωση για τα εγκαίνια του αναστηλωμένου ανακτόρου του Φιλίππου Β’, στο Πολυκεντρικό Μουσείο Αιγών:
«Σεβασμιότατε, κύριε Περιφερειάρχα, κύριοι Δήμαρχοι, κύριοι συνάδελφοι στην κυβέρνηση και στην Βουλή, κύριε Γενικέ, αγαπητή κυρία Κοτταρίδη, αγαπητή Αγγελική, φίλες και φίλοι,
Πριν απ’ όλα να σας ευχηθώ καλή χρονιά, με την ευχή το 2024 να γίνει ένα ορόσημο μεγαλύτερης εθνικής προόδου αλλά και πολιτισμού, καθώς αύριο θα ανοίξει για πρώτη φορά τις πύλες του στο κοινό – αποδίδουμε μετά από πολλά χρόνια κοπιώδους εργασίας το «βασίλειο καθίδρυμα», θα έρθω στη συνέχεια στη μεγάλη σημασία αυτού του κτιρίου, του Φιλίππου του Β΄.
Είναι ο τόπος στον οποίον στέφθηκε βασιλιάς στην κυριολεξία, όπως μου θύμισε η κυρία Κοτταρίδη, λίγα λεπτά μετά τη δολοφονία του πατέρα του Φιλίππου, ο Μέγας Αλέξανδρος, για να ξεκινήσει αυτή τη λαμπρή εκστρατεία μετατρέποντας τον τότε γνωστό κόσμο στην ελληνιστική οικουμένη, στην πρώτη ουσιαστικά έκφραση της παγκοσμιοποίησης εκείνης της εποχής.
Αυτό το οποίο κάνουμε σήμερα κατά συνέπεια είναι ένα γεγονός, εκτιμώ, με παγκόσμια σημασία και πολύ μεγάλη διεθνή εμβέλεια. Δεν είναι τυχαίο ότι πριν από ένα χρόνο περίπου ξαναβρέθηκα σε αυτό το χώρο, σε αυτό το κτήμα, εγκαινιάζοντας το νέο Πολυκεντρικό Μουσείο των Αιγών, το οποίο έχει ήδη δείξει στους πρώτους έντεκα μήνες της λειτουργίας του πολύ μεγάλη δυναμική.
Είναι το κεντρικό σημείο γύρω από το οποίο ξεδιπλώνεται ένας μεγάλος -μοναδικός, θα έλεγα, για τα ελληνικά δεδομένα- αρχαιολογικός χώρος, με τον τάφο του Φιλίππου, το αποτέλεσμα αυτής της μοναδικής ανασκαφικής δραστηριότητας του Μανώλη Ανδρόνικου, τη νεκρόπολη, όλη την ταφική συστάδα, το αρχαίο θέατρο λίγο παρακάτω από το ανάκτορο. Σε όλα αυτά τώρα προστίθεται και το αναστηλωμένο ανάκτορο, ώστε όλα αυτά να λειτουργήσουν συμπληρωματικά και να μπορούν να συνδιαλέγονται δυναμικά με τον επισκέπτη.
Όπως τυχαία δεν είναι και η επιλογή μου να είμαι πάλι εδώ, στην πρώτη μου επίσκεψη του νέου χρόνου. Τιμώντας ένα μνημείο του Βασιλείου των Μακεδόνων, το οποίο με αφετηρία τις Αιγές άφησε το αποτύπωμά του από τον Δούναβη, διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Φίλιππος ο Β’ υπήρξε ουσιαστικά ο πρώτος Ευρωπαίος βασιλιάς, επεκτείνοντας προς τα βόρεια τη δυναμική του νέου του Βασιλείου, για να έρθει ο γιός του στη συνέχεια και να φτάσει το ελληνιστικό αποτύπωμα μέχρι την Ινδία και την Αίγυπτο.
Είναι ένα αποτύπωμα ζωντανό στο πέρασμα των αιώνων, χάρη στη διαρκή και αρμονική ώσμωση του ελληνικού πολιτισμού με τους μεγάλους πολιτισμούς με τους οποίους συναντήθηκε.
Αν αυτή η πορεία είναι πολύ γνωστή, είναι χιλιοειπωμένη, ο χώρος από τον οποίο ξεκίνησε αυτή η πορεία παραμένει, θα έλεγα, ακόμα σχετικά άγνωστος στο ευρύ κοινό. Είναι παρών στα βιβλία της Ιστορίας αλλά είναι σε μεγάλο βαθμό απών από τη βιωμένη εμπειρία.
Στοίχημά μας, λοιπόν, είναι να μπορέσουμε να καταστήσουμε τις Αιγές ένα σημείο συνάντησης με το μεγαλείο των αρχαίων μας καταβολών. Μια σφραγίδα της διαχρονικής τους ελληνικότητας, αλλά και ένα μέρος της σύγχρονης ζωής μας.
Γιατί, παρά τη φθορά του χρόνου και, όπως ακούσαμε, την ισοπεδωτική παρέμβαση των Ρωμαίων, οι οποίοι επιχείρησαν να σβήσουν από τη μνήμη όλες τις ενδείξεις μεγαλείου του Μακεδονικού πολιτισμού, αυτό το πνεύμα των Αιγών τελικά δεν έσβησε, ώστε σήμερα να μπορεί να αναδεικνύεται ξανά σε τρισδιάστατη μορφή από τη λήθη, από τη σκόνη των αιώνων, με όλη την λάμψη της κλασικής του αίγλης.
Αυτή η αποκατάσταση, λοιπόν, του καθιδρύματος δεν είναι απλώς μια τεχνική πράξη αρχαιολογικής αναστήλωσης. Υποκλίνομαι με θαυμασμό, κυρία Κοτταρίδου -απευθύνομαι σε σας και σε όλους τους συνεργάτες σας- στην πολυπλοκότητα του έργου το οποίο υλοποιήσατε.
Σκεφτείτε πόσο δύσκολο είναι να έρχεσαι σε αυτόν τον χώρο, να βλέπεις πέτρες απλωμένες και να πρέπει να ανασυνθέσεις μέσα από αυτό το ακατανόητο σε πολλούς από εμάς σύνολο, ένα μοναδικό ως προς την σύλληψή του αρχιτεκτόνημα. Αυτό πετύχατε και νομίζω ότι σας είμαστε ευγνώμονες και αξίζει σε σας προσωπικά και στους συνεργάτες σας ένα πολύ θερμό χειροκρότημα.
Ο πυρήνας της πολιτικής μας για τον πολιτισμό είναι απλώς η προαιώνια παράδοση, η ιστορία μας, να μετατρέπεται και σε ένα στοιχείο προβληματισμού για το παρόν. Τα μνημεία δεν στέκουν απλά ακίνητοι μάρτυρες του χρόνου, αλλα μπορούν να γίνουν ενεργά συστατικά της καθημερινότητάς μας και γι’ αυτό, όπως ειπώθηκε, αυτό το θαυμαστό αρχαιολογικό πάρκο μπορεί και πρέπει, αγαπητέ κύριε Περιφερειάρχα, κύριοι Δήμαρχοι, να γίνει ένας καταλύτης οικονομικής ανάπτυξης για τη Βεργίνα, για την Ημαθία, για ολόκληρη την Μακεδονία.
Μία εμπειρία για δεκάδες, εκατοντάδες χιλιάδες επισκέπτες οι οποίοι μαζί με την ιστορία θα μπορούν να μοιράζονται και το ιδιαίτερο χρώμα της περιοχής: από την πανέμορφη φύση και τη ξεχωριστή γαστρονομία, μέχρι τα πεζοπορικά μονοπάτια και τα χιονοδρομικά κέντρα.
Πράγματι δεν είναι πολλές οι περιοχές όπως η Ημαθία όπου πραγματικά μπορεί να υπάρξει τόσος πολιτισμός σε μία τόσο συγκεντρωμένη γεωγραφική ενότητα.
Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίον ουσιαστικά το ένδοξο παρελθόν εντάσσεται στο δημιουργικό σήμερα: με νέες θέσεις εργασίας, με κινητοποίηση της τοπικής οικονομίας, με όλο και περισσότερες πολιτιστικές, εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες. Έχετε ήδη αναλάβει πολλές ως Εφορία Ημαθίας και την ώρα που η αρχαιολογική σκαπάνη προφανώς θα συνεχίζει να δουλεύει, διότι το έργο αυτό ουσιαστικά δεν σταματά ποτέ, η επιστημονική έρευνα θα συνεχίσει να επεκτείνεται. Με άλλα λόγια, την ώρα που η Μακεδονία και ο δικός της «Παρθενώνας» θα γίνονται κέντρο της διεθνούς προσοχής.
Κυρίες και κύριοι, πρέπει να σας πω ότι εντυπωσιάστηκα βαθιά από αυτό το οποίο είδα πριν από λίγο, διότι αυτό το ανάκτορο είναι πραγματικά ένα πολύ ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό έργο. Ένα κομψοτέχνημα, διώροφο, με πολλά μωσαϊκά και τοιχογραφίες που αντανακλούν την αίγλη και την ισχύ του Φιλίππου.
Ουσιαστικά αυτός ο χώρος έρχεται σε αντιδιαστολή -νομίζω ότι το εξηγήσατε πολύ καλά, κυρία Κοτταρίδου- με τους ναούς της αρχαιότητας, με τον Παρθενώνα, το σημαντικότερο επίτευγμα της Αθηναϊκής Δημοκρατίας στην αίγλη της. Ήταν ένα λειτουργικό κτήριο, ένα ανοιχτό κτήριο. Είναι ένα κέντρο διοικητικής, θρησκευτικής, δικαστικής, στρατιωτικής εξουσίας και νομίζω είναι ένα κτήριο το οποίο ίσως συμβολίζει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο αυτή την συναρπαστική, για εμάς που έχουμε και ένα ενδιαφέρον για την ιστορία, μετάβαση από τις πόλεις-κράτη της κλασικής Ελλάδας σε ένα πρόπλασμα μιας ενιαίας και εξωστρεφούς κεντρικής εξουσίας που κάλυπτε μια πολύ μεγαλύτερη γεωγραφική ενότητα.
Είναι έτσι ένα τοπόσημο που γεφυρώνει τη συνένωση των ελληνικών πόλεων με τη διαδρομή προς την ελληνιστική και τη ρωμαϊκή περίοδο.
Ουσιαστικά με τον τρόπο της αποτελεί έναν από τους πρώτους, ίσως τον πρώτο σταθμό πολιτειακής εξέλιξης στον ευρωπαϊκό χώρο. Και με μέγεθος μάλιστα πολύ πέρα από την κλίμακα των κλασικών χρόνων αλλά και με τη συναρμογή της παλιάς αγοράς σε χώρο συνύπαρξης των πολιτών με τα ίδια τα στελέχη της εξουσίας.
Ναι, είναι όντως το πρώτο περιστύλιο στην αρχαία ελληνική αρχιτεκτονική αυτό το οποίο από αύριο θα έχουν οι επισκέπτες την ευκαιρία να θαυμάσουν.
Είναι μια πολιτική αγορά, όχι μια εμπορική αγορά, μια πολιτική αγορά όπως θα την ήθελε ο Αριστοτέλης σε διαχωρισμό, δηλαδή, με την προγενέστερη μορφή της αγοράς όπου βασικά διεξαγόντουσαν εμπορικές δραστηριότητες.
Ακριβώς σε αυτόν τον χώρο της συνάθροισης ανακηρύχθηκε βασιλιάς και στρατηλάτης ο Αλέξανδρος. Είναι μια καινοτομία που παραπέμπει σε αυτή την έννοια της πεφωτισμένης ηγεμονίας, η οποία στάθηκε ουσιαστικά και ιδεολογική, πολιτική βάση όλου του ελληνιστικού κόσμου που ακολούθησε.
Ο Φίλιππος και ο Αλέξανδρος, εξάλλου, με τον τρόπο τους υπήρξαν δεινοί μεταρρυθμιστές. Ο πρώτος, εξελίσσοντας ουσιαστικά μια αρχαϊκή κοινωνία σε μια κοινωνία με πιο αστικά χαρακτηριστικά, με κοινούς, με ενιαίους θεσμούς. Και ο δεύτερος, ιδρύοντας πόλεις, ενσωματώνοντας μεγάλους και διαφορετικούς πληθυσμούς σε μια πρωτοφανούς έκτασης αυτοκρατορία.
Βλέπετε, λοιπόν, πώς ένα μνημείο ουσιαστικά μπορεί να διαπερνά την αρχαιολογία και την Ιστορία, να οδηγεί στην πολιτική επιστήμη, στην κοινωνική ανθρωπολογία. Να έχει τη δύναμη ουσιαστικά να διαπερνά εποχές, οξύνοντας την αναζήτηση για διαχρονικά αιτήματα τα οποία απασχολούν και εμάς στις ημέρες μας, από την οργάνωση του κράτους μέχρι την κατανομή των δημόσιων πόρων και τη συνύπαρξη διαφορετικών λαών και πολιτισμών.
Νομίζω ότι αυτός είναι ένας ακόμα λόγος να εκτιμήσουμε όλα αυτά τα οποία βλέπουμε γύρω μας, τα αποτελέσματα ενός πολύ μεγάλου ταξιδιού που ξεκίνησε -όπως αναφέρθηκε και στις παρουσιάσεις- από τις ανασκαφές ενός νέου Γάλλου αρχαιολόγου, του Leon Heuzey, και μετά του Κωνσταντίνου Ρωμαίου, για να κορυφωθεί με τις ανακαλύψεις του σπουδαίου Μανώλη Ανδρόνικου. Ένα ταξίδι το οποίο διαρκεί ως σήμερα και θα συνεχιστεί με βεβαιότητα, πλουτίζοντας όχι απλά τη γνώση μας αλλά και τη σκέψη μας σε πολλά διαφορετικά επίπεδα.
Διότι η σπουδαιότητα τέτοιων μνημείων υπερβαίνει τα τοπικά όρια, γίνεται κτήμα ολόκληρης της ανθρωπότητας. Κι εμείς ως θεματοφύλακες αυτής της πολύτιμης πολιτιστικής κληρονομιάς, μοναδικής πολιτιστικής κληρονομιάς, οφείλουμε να την προστατεύουμε, να την αναδεικνύουμε, να την προβάλλουμε και ταυτόχρονα να διευρύνουμε και τους ορίζοντες τους οποίους ανοίγει η κάθε νέα ψηφίδα η οποία ανακαλύπτεται.
Έτσι πιστεύω ότι καλούμαστε να δούμε και τον πολιτισμό στο παρόν, όπως τον περιέγραψα και στην αρχή: ως ένα προσκλητήριο γνώσης αλλά και συμμετοχής, που ενισχύει το ανήκειν. Αλλά βέβαια και ως μοχλό ανάπτυξης κάθε γωνιάς της πατρίδας μας. Και τελικά, ως ένα παράγοντα εθνικής ακτινοβολίας που θα μετατρέπεται σε κοινωνική ευημερία.
Αυτό είναι το όραμα το οποίο υπηρετεί το σχέδιό μας, όπως είπε και ο Γενικός Γραμματέας, το μεγαλύτερο σχέδιο επένδυσης στον πολιτισμό. Ξεπερνά το 1 δισεκατομμύριο ευρώ, εν πολλοίς χρηματοδοτούμενο από ευρωπαϊκούς πόρους. Ανοίγω μια παρένθεση για το πόσο μεγάλη σημασία βλέπετε ότι έχει όχι μόνο η συμμετοχή μας στην ευρωπαϊκή οικογένεια, αλλά και η δυνατότητά μας να διεκδικούμε ευρωπαϊκούς πόρους τους οποίους κινητοποιούμε στη συνέχεια για να ενισχύουμε τη συλλογική ευημερία.
Είναι, λοιπόν, μια πολυδιάστατη επένδυση, επεκτείνεται σε χιλιάδες δράσεις. Αρκεί να δει κανείς το τι γίνεται εδώ, μόνο στην Ημαθία, σε όλα τα πεδία του πολιτισμού.
Στη σύμπλευση, θα επαναλάβω, με την οικονομία και τον τουρισμό. Και εδώ καλούμαστε όλοι μαζί, κράτος, περιφέρεια και δήμοι να βάλουμε ένα εθνικό στοίχημα: να αυξήσουμε, να πολλαπλασιάσουμε, θα έλεγα, την επισκεψιμότητα αυτού του μοναδικού χώρου.
Και όσο περισσότεροι επισκέπτες στην περιοχή, τόσο περισσότερο θα τονώνεται η τοπική οικονομία, αλλά και τόσο πιο δυναμικά αυτή η μοναδική κοιτίδα πολιτισμού θα στέλνει την ακτινοβολία της σε κάθε γωνιά του κόσμου.
Σε μια χώρα με βαρύ παρελθόν αλλά και με δημιουργικό παρόν και μέλλον. Με άλλα λόγια, σε μια χώρα αυτογνωσίας, αισιοδοξίας και αυτοπεποίθησης.
Συγχαρητήρια, λοιπόν, για ακόμα μια φορά στους πρωτεργάτες. Καλά εγκαίνια αύριο, καλό ποδαρικό, ανημέρα της μεγάλης εορτής των Θεοφανίων, σε αυτόν τον σπουδαίο αρχαιολογικό χώρο. Και καλή χρονιά σε όλους και σε όλες. Ευχαριστώ πάρα πολύ».
Ο χαιρετισμός της υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη
Λόγω κορωνοϊού, η υπουργός Πολιτισμού δεν μπόρεσε να παραστεί στα εγκαίνια του ανακτόρου του Φιλίππου Β΄, στις Αιγές, που πραγματοποίησε ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.
Τον χαιρετισμό της, που ακολουθεί, εκφώνησε ο Γενικός Γραμματέας Πολιτισμού, Γιώργος Διδασκάλου.
«Αξιότιμε κ. Πρωθυπουργέ,
Καλή Χρονιά με Υγεία και πάντα Επιτυχίες.
Με ιδιαίτερη τιμή, χαρά, αλλά και υπερηφάνεια, σας υποδεχόμαστε για μια ακόμη φορά στις Αιγές.
Στην ιστορική έδρα του βασιλικού οίκου των Τημενιδών, το λίκνο και το διαχρονικό θεσμικό, θρησκευτικό και πολιτισμικό κέντρο των Μακεδόνων. Αλλά και την αφετηρία ιδεολογικών και πολιτικών εξελίξεων που επέφεραν κοσμογονικές αλλαγές σε ολόκληρη τη γνωστή Οικουμένη.
Στις Αιγές, στην πόλη που έγινε ξακουστή στα πέρατα του κόσμου και κατόπιν σβήστηκε από το χάρτη και λησμονήθηκε για δυο χιλιετίες, έως ότου η σκαπάνη του Μανώλη Ανδρόνικου και των συνεχιστών του την έφεραν ξανά στο φως και στο προσκήνιο της ιστορίας, δίνοντάς της τη δυνατότητα να ανακτήσει τη θέση που δικαιωματικά της ανήκει, ανάμεσα στις τοποθεσίες και στα μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς της ανθρωπότητας.
Το Υπουργείο Πολιτισμού, από κοινού με την πανεπιστημιακή και ευρύτερη επιστημονική και ερευνητική κοινότητα, εργάζονται μεθοδικά για την αποκάλυψη, μελέτη, συντήρηση, αναστήλωση και ανάδειξη των τεράστιας ιστορικής και πολιτισμικής σπουδαιότητας ακίνητων και κινητών μνημείων των Αιγών, που από το 1996 περιλαμβάνονται στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.
Ειδικά, το Υπουργείο Πολιτισμού και η αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων Ημαθίας υλοποιούν τις τελευταίες δεκαετίες ένα ευρύ πρόγραμμα έργων, ο συνολικός σχεδιασμός των οποίων έχει εξαρχής ως στόχο την συστηματική και ολοκληρωμένη προστασία, την αποκατάσταση και απόδοση στο κοινό του ιδιαίτερα εκτενούς αρχαιολογικού χώρου, υπό τη μορφή ενός τεράστιου αρχαιολογικού πάρκου με σύγχρονες και υψηλού επιπέδου υποδομές και υπηρεσίες, το οποίο προσφέρει στους επισκέπτες πλήρη, ενιαία και ολοκληρωμένη γνώση και εμπειρία της ιστορίας της πόλης των Αιγών, των βασιλέων της και της ευρύτερης Μακεδονίας.
Προκειμένου ακριβώς να επιτευχθεί η φυσική αλλά και εννοιολογική διασύνδεση των επιμέρους πόλων ενδιαφέροντος του αναπεπταμένου αρχαιολογικού χώρου, που περιλαμβάνει διάσπαρτες θέσεις και μνημεία του ευρύτερου πολεοδομικού ιστού της αρχαίας πόλης, της νεκρόπολης, του ανακτόρου και του θεάτρου των Αιγών, αλλά και να δημιουργηθεί μια οργανική ενότητα με τα παλιά και νέα μουσειακά κελύφη, αναπτύχθηκε στο Υπουργείο Πολιτισμού και υλοποιήθηκε από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ημαθίας η ιδέα της συγκρότησης ενός «Πολυκεντρικού Μουσείου» -η λέξη Μουσείο εδώ νοείται με την αρχαία σημασία του όρου, κατοικητήριο των Μουσών- φυσικής και νοηματικής πύλη εισόδου στην ιστορία και στον πολιτισμό των Αιγών, της Μακεδονίας, αλλά και της ελληνιστικής Οικουμένης. Πρόκειται για μια νέα, ολιστική και δυναμική προσέγγιση της σχέσης αρχαιολογικού χώρου – μουσείου – επισκέπτη, που αντιμετωπίζει και τα τρία ως ενιαία αλλά δυναμική οντότητα, η οποία εξελίσσεται και προσαρμόζεται διαρκώς, αποτελούμενη από
– το Μουσείο των Βασιλικών Τάφων, που κατασκευάστηκε τη δεκαετία του 1990 για να αποτελέσει το κέλυφος προστασίας των βασιλικών τάφων της συστάδας του Φιλίππου Β΄ και τον εκθεσιακό χώρο των μοναδικών θησαυρών που έφερε στο φως ο Μανώλης Ανδρόνικος,
– το αρχαιολογικό πάρκο της νεκρόπολης, έκτασης σχεδόν 550 στρεμμάτων, που αποδόθηκε στο κοινό ως επισκέψιμος δενδροφυτεμένος χώρος, αρχαιολογικής και φυσιολατρικής περιήγησης το 2021,
– το νέο υπερσύγχρονο μουσειακό κτήριο εμβαδού 146.000 τ.μ. και δαπάνης 18 εκ. ευρώ, που εγκαινιάσατε ακριβώς πριν έναν χρόνο κ. Πρωθυπουργέ, και ήδη αποτελεί σημείο αναφοράς και μια από τις σημαντικότερες πολιτιστικές υποδομές της Χώρας,
– το αρχαίο θέατρο που επίσης αναστηλώνεται, την κατάγραφη εκκλησία του Αγίου Δημητρίου και άλλα επιμέρους μνημεία,
– και βεβαίως το μεγαλοπρεπές Ανάκτορο, το οποίο υποδειγματικά αποκατεστημένο αποδίδετε και αυτό σήμερα στο κοινό, μετά από την ολοκλήρωση ενός τιτάνιου αναστηλωτικού έργου από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ημαθίας, το οποίο εξελισσόταν από το 2007 έως σήμερα με διαδοχική χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ 2007-2013 και 2014-2020 συνολικού ύψους 20.000.000 ευρώ.
Το Ανάκτορο, το «βασίλειον καθίδρυμα» των Αιγών, σύμβολο της Μακεδονικής ηγεμονίας του 4ου αι. π.Χ., με εμβαδό 15.000 τ.μ. και συνολική έκταση με τον περιβάλλοντα χώρο που φτάνει τα 25.000 τ.μ., υπήρξε ένα τεράστιο οικοδόμημα, το μεγαλύτερο της κλασικής περιόδου στην Ελλάδα. Εδώ για να έχουμε μέτρο σύγκρισης επιτρέψτε μου να πω ότι 15.000 τετραγωνικά περίπου είναι το Μουσείο της Ακρόπολης.
Η σύλληψή του φαίνεται να έγινε από τον Φίλιππο στο πλαίσιο της αναδιοργάνωσης του Βασιλείου των Μακεδόνων, διακρίνεται από εξωστρέφεια και δυναμική αλληλεπίδραση με το σώμα των πολιτών. Μια αλληλεπίδραση που αντανακλάται και στην ίδια τη σχεδίαση του συγκροτήματος, που αντλεί στοιχεία αρχιτεκτονικά και εννοιολογικά από τις πόλεις-κράτη της Νότιας Ελλάδας, συναρμόζοντας την έδρα της βασιλικής εξουσίας με την Αγορά, τον τόπο συνάθροισης των πολιτών.
Το εμβληματικό, λοιπόν, αυτό οικοδόμημα, στο μέγα περιστύλιο, του οποίου το φθινόπωρο του 336 π.Χ. ο Αλέξανδρος ανακηρύχθηκε βασιλιάς των Μακεδόνων, προτού ξεκινήσει τη μεγάλη του πορεία προς την Οικουμένη, μετά την καταστροφή του από τους Ρωμαίους, το 148 π.Χ., και τη λιθολόγησή του επί αιώνες, αποτελούσε έναν τεράστιο σωρό διάσπαρτων ερειπίων.
Τώρα, καθώς οι εργασίες αναστήλωσής του με πολύ κόπο, υπομονή και επιμονή αισίως ολοκληρώθηκαν, το μνημείο αναδύεται από την λήθη των αιώνων παραπέμποντας ξανά στην αρχική του εικόνα και αίγλη.
Με την ολοκλήρωση του μακροχρόνιου και ιδιαίτερα απαιτητικού επιστημονικά και τεχνικά έργου της αναστήλωσης του Ανακτόρου, ενισχύεται έτι περαιτέρω η υψηλή επιδραστικότητα και αξία του Πολυκεντρικού Μουσείου των Αιγών, το οποίο εμφανίζει ήδη μεγάλη δυναμική και συμβάλει καθοριστικά στις τρέχουσες και στις μελλοντικές προοπτικές της τοπικής και περιφερειακής ανάπτυξης, επιφέροντας άμεση, αλλά και μακροπρόθεσμη τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας και της απασχόλησης, δημιουργώντας νέους και ισχυρούς πόλους έλξης επισκεπτών και ενίσχυσης του πολιτιστικού τουρισμού, και δημιουργώντας τις προϋποθέσεις σταθερής και βιώσιμης ανάπτυξης για το μέλλον, όχι μόνο της Ημαθίας, αλλά ολόκληρης της Κεντρικής Μακεδονίας και της Βόρειας Ελλάδας.
Στους ένδεκα πρώτους μήνες της διευρυμένης λειτουργίας του, το Πολυκεντρικό Μουσείο των Αιγών έχει δεχθεί περισσότερους από 250.000 επισκέπτες, ξεπερνώντας σημαντικά τον αριθμό επισκεπτών του 2019, που ήταν η χρονιά- ρεκόρ επισκεψιμότητας για τις Αιγές.
Τα τελευταία χρόνια, με τη διασφάλιση επαρκούς χρηματοδότησης από ευρωπαϊκούς και εθνικούς πόρους, περατώθηκε ήδη ή βαίνει προς την ολοκλήρωσή του ένας σημαντικός αριθμός έργων στην ευρύτερη περιοχή της Ημαθίας, που αφορούν στην αναστήλωση και αποκατάσταση μνημείων και στην ανάδειξη αρχαιολογικών χώρων. Περιλαμβάνουν τη δημιουργία νέων ή τον εκσυγχρονισμό παλαιότερων μουσείων και πολιτιστικών κτηρίων, τη συνολική αναβάθμιση υποδομών και παρεχόμενων προς τους επισκέπτες υπηρεσιών, καθώς και έργα προώθησης της ίδιας της ανασκαφικής επιστημονικής έρευνας, της μελέτης και της τεκμηρίωσης των ευρημάτων, καθώς και της αξιοποίησής τους για μουσειολογικούς, παιδαγωγικούς και άλλους σκοπούς με παραδοσιακά και ψηφιακά μέσα.
Η περίπτωση της Ημαθίας είναι ενδεικτική και χαρακτηριστική στο πλαίσιο του εξαιρετικά εκτεταμένου προγράμματος συντήρησης, αναστήλωσης και ανάδειξης μνημείων και αρχαιολογικών χώρων του Υπουργείου Πολιτισμού, το οποίο καλύπτει ακόμη και τις πιο απομακρυσμένες και δυσπρόσιτες περιοχές της Επικράτειας, προσδίδοντας ιδιαίτερη έμφαση στην περιφέρεια.
Το Υπουργείο Πολιτισμού πραγματοποιεί, σήμερα, τη μεγαλύτερη επένδυση στον Πολιτισμό που έχει γίνει ποτέ στη Χώρα, καθώς υλοποιεί την «Πολιτιστική Χάρτα Ανάπτυξης και Ευημερίας» για κάθε Περιφέρεια της χώρας, έναν οδικό χάρτη για την ανάδειξη του Πολιτισμού ως στρατηγικού αναπτυξιακού πόρου και ως σημαντικού παράγοντα κοινωνικής συνοχής και ευημερίας.
Τα έργα, που περιλαμβάνονται στη Χάρτα, καλύπτουν όλο το φάσμα: Επιχειρηματικότητα, καινοτομία, ψηφιοποίηση, παραδοσιακές αποκαταστάσεις και αναδείξεις μνημείων και αρχαιολογικών χώρων, αλλά με στοχευμένη κατανομή. Αφορούν στη δημιουργία νέων και ενίσχυση υφιστάμενων μεγάλων πολιτιστικών υποδομών σε συγκεκριμένες περιοχές, προκειμένου να λειτουργήσουν ως πολλαπλασιαστές των τουριστικών ροών και πόλοι έλξης πολύπλευρων αναπτυξιακών δραστηριοτήτων.
Το ευρύ μνημειακό απόθεμα της Ημαθίας, που πέρα από τις Αιγές, περιλαμβάνει τη Μίεζα με την Σχολή, όπου ο Αριστοτέλης δίδαξε τον Μέγα Αλέξανδρο, τη Βέροια έδρα του Κοινού των Μακεδόνων, καθώς και εκατόν εβδομήντα (170) ακόμη ιστάμενα μνημεία, που χρονολογούνται από την κλασική αρχαιότητα μέχρι την οθωμανική περίοδο, αλλά και πολυάριθμους νέους δυνητικά επισκέψιμους αρχαιολογικούς χώρους, διαθέτει μια τεράστια δυναμική που σίγουρα δεν έχει εξαντληθεί ακόμη. Το πολιτιστικό αυτό κεφάλαιο έχει πολύ μεγάλες δυνατότητες περαιτέρω ανάδειξης και αξιοποίησης.
Κλείνοντας, επιτρέψτε μου με αφορμή τη σημερινή εκδήλωση να σταθώ στο εξαιρετικά σημαντικό έργο που έχει ήδη επιτελεστεί, για το οποίο δικαιούνται θερμά συγχαρητήρια και βαθύτατες ευχαριστίες η έως προχθές Προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας Δρ Αγγελική Κοτταρίδη και οι συνεργάτες της. Και λέω έως προχθές, διότι αφού ταύτισε τη ζωή και το έργο της με τη μελέτη και ανάδειξη της ιστορίας και των μνημείων της Ημαθίας, η ακαταπόνητη Αγγελική Κοτταρίδη, με την εκπνοή του 2023 αφυπηρέτησε τυπικά από την Αρχαιολογική Υπηρεσία έχοντας ολοκληρώσει μια εξαιρετικά μεστή, γόνιμη και δημιουργική θητεία.
Ωστόσο, είμαι απόλυτα βέβαιη ότι θα παραμείνει ενεργή και δραστήρια όπως πάντα, καθώς έχει ακόμη πολλά να προσφέρει με την τεράστια εμπειρία της και τις γνώσεις της στις Αιγές.
Ομοίως ευγνωμοσύνη οφείλεται προς όλους εκείνους –και είναι πολλοί– που διαχρονικά, από την εποχή των μεγάλων ανακαλύψεων του αείμνηστου Μανώλη Ανδρόνικου, έδωσαν όλο τους τον εαυτό προκειμένου, οι θησαυροί των Αιγών να δεχθούν την προστασία, την επιμέλεια και τη διεθνή προβολή που τους αρμόζει».
Οι ομιλίες της Αγγελικής Κοτταρίδη και του ΓΓ του υπ. Πολιτισμού
Ξεκινώντας την παρουσίαση της η επικεφαλής του έργου, Αγγελική Κοτταρίδου, είπε ότι «τα όνειρά μου θα έμεναν όνειρα αν δεν βρίσκονταν φωτισμένοι άνθρωποι στην πολιτική ηγεσία να με στηρίξουν. Θα θυμηθώ τον Τζανή Τζανετάκη. Θα θυμηθώ τον Θάνο Μικρούτσικο που αποφάσισε την επιστροφή των θησαυρών και θα ευχαριστήσω τον Βαγγέλη Βενιζέλο που τους έφερε όλους πίσω και θα ευχαριστήσω την Λίνα Μενδώνη που ως ΓΓ του υπ. Πολιτισμού συνετέλεσε στην δημιουργία του μουσείου. Θα την ευχαριστήσω και για κάτι άλλο για το 2014 στο ΚΑΣ και τις πέντε ώρες παρουσίαση για την αναστήλωση του ανακτόρου».
Όπως είπε το έργο αυτό εκτός από διάλογο των επιστημόνων μπορεί να αποτελέσει και αφορμή για διάλογο ανάμεσα στους λαούς.
Παρουσιάζοντας τον χαιρετισμό της απούσας λόγω κορωνοϊού Λίνας Μενδώνη ο ΓΓ του υπουργείου Πολιτισμού είπε ότι στόχος ήταν ένα τεράστιο αρχαιολογικό πάρκο που μπορεί να προσφέρει ολοκληρωμένη γνώση και εμπειρία στους επισκέπτες των Αιγών. Πρόκειται για μια νέα ολιστική προσέγγιση αρχαιολογικού χώρου-μουσείου-επισκέπτη αποτελούμενη από το μνημείο των βασιλικών τάφων, το αρχαιολογικό παρκο της νεκρόπολης που αποδόθηκε στο κοινό το 2021, το νέο υπερσύγχρονο μουσείου εμβδαδου 7.500 τ.μ. που εγκαινιάστηκε το 2023 και βεβαίως το μεγαλοπρεπές ανάκτορο που αποδίδεται σήμερα στο κοινό στο σύνολό του, ένα έργο συνολικού ύψους 20 εκατ. ευρώ.
Το ανάκτορο με εμβαδόν 15.000 τμ. υπήρξε ένα τεράστιο οικοδόμημα, το μεγαλύτερο της κλασσικής Ελλάδας – 15.000 τ.μ. είναι το Μουσείο της Ακρόπολης. Επι αιώνες ήταν ένα συνόλο λίθων που με την ολοκλήρωση του έργου της αναστήλωσης ενισχύεται η επιδραστικότητα του μουσείου των Αιγών που συμβάλει στις τρέχουσες και μελλοντικές προοπτικές ανάπτυξης της περιχής δημιουργώντας νέους πόλους έλξης επισκεπτών δημιουργώντας όρους βιώσιμης ανάπτυξης όχι μόνο της Ημαθίας αλλά όλης της Κεντρικής και Ανατολικής Μακεδονίας.
Επίκεντρο του μεγάλου οικοδομικού προγράμματος, με το οποίο ο Φιλίππος Β΄ (359-336 π.Χ.) εκσυγχρόνισε και αναβάθμισε τις Αιγές, τη βασιλική μητρόπολη των Μακεδόνων, είναι το ανάκτορο, το «βασίλειον» των Αιγών –με την αρχαία ονομασία του- με έκταση περ. 15.000 τ.μ. Πρόκειται για το μεγαλύτερο οικοδόμημα της κλασικής Ελλάδας.
Κτίριο λιτό και λειτουργικό και συγχρόνως μνημειακό και επιβλητικό, το αρχετυπικό οικοδόμημα χαρακτηρίζεται από την πολυτέλεια των υλικών, την εφευρετικότητα και την τελειότητα της εκτέλεσης, τα απροσδόκητα επιτεύγματα της τεχνολογίας και, συγχρόνως, από τη γεωμετρική καθαρότητα της φόρμας που διαμορφώνει ένα σύνολο απαράμιλλης ηρεμίας, κομψότητας και αρμονίας, όπου όλα υποτάσσονται στη γοητεία του μέτρου.
Με το μνημειώδες πρόπυλο, που παραπέμπει σε ιερό, τις εντυπωσιακές διώροφες στοές της πρόσοψης που ανοίγονται στην πόλη και προσκαλούν τους πολίτες να κάνουν χρήση του χώρου τους, το μέγα περιστύλιο, γύρω από το οποίο οργανώνονται οι χώροι των συμποσίων, την θόλο που σύμφωνα με τις επιγραφές ήταν ιερό του Πατρώου Ηρακλή, τη βιβλιοθήκη/αρχείο και το μικρότερο δυτικό περιστύλιο που εξυπηρετούσε βοηθητικές χρήσεις (παλαίστρα κλπ.) το «βασίλειον» καθίδρυμα των Αιγών στέγαζε όλες εκείνες τις δομές που ήταν απαραίτητες για την άσκηση της πολυεπίπεδης δημόσιας εξουσίας.
Με 16 δωρικούς κίονες σε κάθε πλευρά του, το μέγα περιστύλιο των Αιγών, που εικονοποιεί την έννοια του τετραγώνου, είναι το πρώτο του είδους του. Έχοντας έκταση 4.000 τ.μ., χωρούσε τουλάχιστον 8.000 άτομα και μπορούσε να λειτουργήσει ως τόπος συνάθροισης των Μακεδόνων. Ο τόπος συνάθροισης των πολιτών παίρνει εικόνα αυλής και η λέξη «αυλή» γίνεται συνώνυμη με την έννοια της βασιλείας.
Το πιο λαμπρό οικοδόμημα της Μακεδονίας, ανοίγει τις πύλες του στον κόσμο για να θυμίσει κάποιες από τις ένδοξες στιγμές του:
– Την ανέγερσή του στα μέσα του 4ου π.Χ. αιώνα από τον Φίλιππο Β’ με σκοπό να ορίσει την εικόνα του νέου κόσμου… «Εγώ ο ηγεμόνας και ο κόσμος μου συνυπάρχουμε σε αυτό το κτίριο, το ανάκτορο των Αιγών», είχε πει χαρακτηριστικά, δικαιολογώντας την ιδέα που τον οδήγησε στη δημιουργία της πόλης και του ανακτόρου.
– Εκεί οργάνωσε και μεταρρύθμισε το βασίλειο των Μακεδόνων και προετοίμασε το έδαφος γι’ αυτό που συνέβη στη συνέχεια με τον γιο του Αλέξανδρο, που δημιούργησε την οικουμένη.
– Εκεί ανακηρύχθηκε ο Μέγας Αλέξανδρος βασιλιάς το 336 π.Χ., μετά τη δολοφονία του πατέρα του. Οι ίδιες κολώνες που βλέπει σήμερα ο επισκέπτης, είναι αυτές που «άκουσαν» τους Μακεδόνες να χτυπούν θριαμβικά με τα δόρατα τις ασπίδες τους, καθώς φώναζαν ρυθμικά το όνομά του.
– Με αφετηρία το ίδιο σημείο, μόλις δύο χρόνια αργότερα, έγινε το ξεκίνημα της εκστρατείας του Μεγάλου Αλεξάνδρου για τα βάθη της Ανατολής, όπου μαζί με τους δεκάδες χιλιάδες οπλίτες και ιππείς, κουβάλησαν μαζί τους στην άκρη του κόσμου την εικόνα της κλασικής Ελλάδας, της Μακεδονίας, των Αιγών.
Περιήγηση με drone στο εντυπωσιακό ανάκτορο των Αιγών
Σε βίντεο που δημοσιεύθηκε προ τεσσάρων ετών στον επίσημο λογαριασμό στο Youtube του ΕΣΠΑ στην Ελλάδα, η διευθύντρια της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας κυρία Αγγελική Κοτταρίδη μιλούσε για το κτήριο που θεωρείται εφάμιλλης σημαντικότητας με τον Παρθενώνα και των προσπαθειών που γίνονταν για την αναστήλωσή του. «Το ανάκτορο είναι τρεις φορές μεγαλύτερο από τον Παρθενώνα σε εμβαδόν (περίπου 12.000 τ.μ.) και αποτελεί έργο σπουδαίου αρχιτέκτονα του 4ου αιώνα π.Χ., χωρίς να αποκλείεται να είναι του Πυθέου. Λειτουργούσε ως διοικητικό κέντρο και αποτέλεσε πρότυπο για τα ανάκτορα της ελληνιστικής επικράτειας», λέει στην κάμερα.
Το Ανάκτορο «είναι ίσης αξίας με τον Παρθενώνα. Δεν ήταν το σπίτι του βασιλιά, είναι το Μέγαρο Μαξίμου, είναι το κέντρο της διοίκησης, που δεν απευθύνεται στα μέλη της κυβέρνησης μόνο, αλλά σε όλους τους πολίτες των Αιγών. Το περιστύλιο είναι ο τόπος συνάθροισης των πολιτών, χωράει περίπου 4.000 άτομα και οι Αιγές δεν είχαν παραπάνω άνδρες. Συγκεντρώνει όλες τις δραστηριότητες που είχε η πολιτική αγορά. Αυτό είναι το Ανάκτορο των Αιγών και είναι η ιδέα της ‘πεφωτισμένης δεσποτείας’, πώς εφαρμόζεται σε μία νέα τάξη πραγμάτων που ο Φίλιππος και η πεφωτισμένη ομάδα που τον στηρίζει θέλει να ξεκινήσει και να επιβάλλει και το καταφέρνει» υπογραμμίζει η κ. Κοτταρίδη.
«Αυτό το Ανάκτορο όταν θα το έχουμε, θα ξαναγράψουμε την ιστορία της αρχαίας αρχιτεκτονικής. Αυτό το μνημείο μας έχει μάθει πάρα πολλά. Είναι πραγματικά κορυφαίο. Είναι ένα θαύμα τεχνικής και αυτό το διαπιστώνουμε σε όλα τα επίπεδα» συνεχίζει η κ. Κοτταρίδη. «Ο αρχιτέκτονας του μνημείου, τονίζει, εμπνέεται τόσο από τις θεωρίες των Πυθαγορείων όσο και από τις θεωρίες του Πλάτωνα, τα πάντα ανταποκρίνονται στον λόγο της ‘χρυσής τομής’, ενώ στην κάτοψη ενσωματώνει όλη τη θεωρία του Πλάτωνα για την ψυχή του κόσμου», λέει.
«Αυτό είναι μία συγκλονιστική ιστορία. Σημαίνει ότι μιλάμε για ένα εξαιρετικά μορφωμένο κύκλο ανθρώπων, δηλαδή μας βοηθάει να αναθεωρήσουμε τις ιδέες που είχαμε από τα βιβλία του σχολείου και κυρίως από τους λίβελους του Δημοσθένη για τον Φίλιππο και το περιβάλλον του, μας δείχνει τη στενή σχέση της Μακεδονίας με τους πλατωνικούς του βασιλείου και κυρίως μας δείχνει πώς αυτοί σκέφτηκαν και εφάρμοσαν την ιδέα της ‘πεφωτισμένης δεσποτείας’ στην αρχιτεκτονική. Αυτό λοιπόν το κτήριο το έχουμε στην Ελλάδα και ευτυχώς σώθηκε ένα μεγάλο κομμάτι των δαπέδων, σώθηκαν οι τοιχοβάτες σε πολλά σημεία, άρα μπορούμε με ακρίβεια και απόλυτη βεβαιότητα να το αναπαραστήσουμε σε ποσοστό 90 τοις εκατό» αναφέρει.
Περιγράφοντας την πορεία των έργων, η κ. Κοτταρίδη τονίζει ότι αποχωμάτωση για την αποκάλυψη του μνημείου δεν έγινε ποτέ. «Έγινε συστηματικότατη ανασκαφή με κάναβο, λες και σκάβαμε προϊστορικά. Είχαμε, λοιπόν, εκπληκτικά ευρήματα, γιατί πολλά κομμάτια ήταν πεσμένα ή αποτεθειμένα στα μπάζα. Αντίστοιχη δουλειά, με το ‘βελόνι’, έχει η Ακρόπολη, γιατί κι εκεί είχαν να κεντήσουν και να βρουν θραυσματάκια. Όλο αυτό το έργο είναι μια εποποιία» δηλώνει η κ. Κοτταρίδη, σημειώνοντας πως τον επόμενο χρόνο θα κυκλοφορήσει μία ειδική έκδοση που θα παρουσιάζει όλα αυτά τα αρχιτεκτονικά μέλη και τη θέση τους στο χώρο.
«Έχουμε καταγράψει πάνω από 4.000 αρχιτεκτονικά μέλη. Κομμάτια του περιστυλίου, επιστύλια, χαρακτηριστικά στοιχεία του Ανακτόρου. Μαζεύουμε τα θραύσματά του, τα οποία συναρμόζονται στο κομμάτι που θα αναπλαστεί στο μουσείο και μας οδηγούν σε καταπληκτικές νέες ανακαλύψεις, οι οποίες έχουν πραγματικά χέρια, πόδια και κεφάλι και δεν είναι πυροτεχνήματα και ευφυολογήματα ή ιστορίζοντα θεωρήματα με λήψη του ζητουμένου, γιατί ξεκινάμε από τις πέτρες και οι πέτρες είναι ειλικρινείς, δεν μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις. Έχεις δεδομένα αυστηρά και βαριά» συνεχίζει.
Πηγή: protothema.gr