«Το 31,1% των ατόμων με αναπηρία αντιμετώπισαν πολύ μεγάλη δυσκολία να λάβουν τις υπηρεσίες υγείας που χρειάστηκαν τα τελευταία δύο χρόνια» ενώ, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat, το 1/3 των πολιτών με αναπηρία στην Ελλάδα, δεν έχει πρόσβαση στην υγεία, αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στο πλαίσιο της συνέντευξης τύπου που παρουσίασε τα ευρήματα της μεγάλης πανελλαδικής έρευνας του Παρατηρητηρίου Θεμάτων Αναπηρίας της ΕΣΑμεΑ σχετικά με την πρόσβαση στην υγεία των ατόμων με αναπηρία, χρόνιες και σπάνιες παθήσεις, ενόψει της 3ης Δεκέμβρη, Εθνικής και Παγκόσμιας Ημέρας ατόμων με αναπηρία.
Χαιρετισμούς απηύθυναν ο Κωνσταντίνος Στεφανίδης, Πρόεδρος Εθνικής Αρχής Προσβασιμότητας, ο Χρήστος Τριανταφύλλου, εκπρόσωπος από το γραφείο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, καθώς και ο Πρόεδρος της ΕΣΑμεΑ και του Ευρωπαϊκού Φόρουμ Ατόμων με Αναπηρία, Ιωάννης Βαρδακαστάνης, ο οποίος τόνισε πως «η έρευνα συνδέεται με το βασικό σύνθημα των ατόμων με αναπηρία, που λέει: “τίποτα για εμάς χωρίς εμάς”».
«Στόχος της έρευνας ήταν να διερευνήσει την πρόσβαση σε υπηρεσίες, υποδομές και αγαθά υγείας και να αποτυπώσει τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν τα άτομα με αναπηρία ως προς την άσκηση του δικαιώματός τους να απολαμβάνουν το υψηλότερο δυνατό επίπεδο υγείας και να έχουν πρόσβαση σε δημόσιες, ποιοτικές και κατάλληλες υπηρεσίες υγείας», είπε από την πλευρά της η κ. Προβή, Επιστημονική Υπεύθυνη του Παρατηρητηρίου θεμάτων Αναπηρίας.
Ο πληθυσμός της έρευνας που διενεργήθηκε από τις 16/10/24 έως τις 6/11/24, περιλαμβάνει 2.696 άτομα με αναπηρία, χρόνια ή σπάνια πάθηση, ηλικίας από 18 ετών και άνω, μέσω της συμπλήρωσης ηλεκτρονικού ερωτηματολογίου και είχε πανελλαδική γεωγραφική κάλυψη. Το μεγαλύτερο ποσοστό των ατόμων που συμμετείχαν -33,49%- είχαν κινητική αναπηρία, ακολουθούσε η ψυχική αναπηρία με 22,07%, άτομα με νευρολογικά νοσήματα στο 16,02% και 11 ακόμα κατηγορίες σπανίων παθήσεων ή αναπηρίας.
Το 31,1% αντιμετώπισε δυσκολία στις υπηρεσίες υγείας
Αναφορικά με τον βαθμό δυσκολίας στην ικανοποίηση των αναγκών υγείας που προέκυψαν τα τελευταία δύο χρόνια, το 31,1% των ατόμων με αναπηρία αντιμετώπισε μεγάλη δυσκολία να λάβει τις υπηρεσίες υγείας που χρειάστηκε, ενώ το 41,2% αντιμετώπισε μέτρια δυσκολία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μόνο 1 στους 10 πολίτες με αναπηρία ή χρόνια πάθηση αναφέρει πως δεν δυσκολεύτηκε στην ικανοποίηση των αναγκών υγείας του. Επιπλέον, σε όλες τις κατηγορίες αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης, τουλάχιστον τα 7 στα 10 άτομα αντιμετωπίζουν κάποιο βαθμό δυσκολίας, στην ικανοποίηση των αναγκών υγείας.
Αναλυτικότερα, το 39,5% των συμμετεχόντων στερήθηκε τουλάχιστον μία φορά αναγκαία ιατρική εξέταση ή θεραπεία, το 42,7% έχει στερηθεί αναγκαία οδοντιατρική φροντίδα, ενώ το 40% χρειάστηκε διαγνωστικές εξετάσεις που δεν μπόρεσε εν τέλει να πραγματοποιήσει.
Το οικονομικό κόστος ως βασικότερο εμπόδιο στην ικανοποίηση αναγκών υγείας
Ένα πολύ ενδιαφέρον έυρημα έχει να κάνει με τις αιτίες που δεν καλύφθηκαν οι ανεκπλήρωτες ανάγκες υγείας, που έχουν να κάνουν με την υψηλή οικονομική επιβάρυνση, δηλαδή το κόστος που επωμίζεται το ίδιο το άτομο με αναπηρία ή χρόνια πάθηση, προκειμένου να έχει πρόσβαση στις αναγκαίες υπηρεσίες υγείας. Τα άτομα που στερήθηκαν αναγκαία εξέταση αναφέρουν σε ποσοστό 68,3%, το οικονομικό ως το κυριότερο εμπόδιο, ενώ το 34,8% των ατόμων επισήμανε τη μεγάλη λίστα αναμονής.
Παράλληλα, το 44% των ατόμων αναφέρει ως βασικό λόγο ανικανοποίητων αναγκών σε διαγνωστικές εξετάσεις τη μεγάλη λίστα αναμονής, ενώ το 51% την έλλειψη διαθεσιμότητας σε φάρμακα.
Η τεράστια οικονομική επιβάρυνση είχε ως αποτέλεσμα, το 78,4% των ατόμων να μειώσει τις δαπάνες του για άλλες βασικές ανάγκες όπως τρόφιμα ή ρούχα, προκειμένου να αντεπεξέλθει στα έξοδα κάλυψης των αναγκών υγείας την τελευταία διετία.
Η προσβασιμότητα στις δομές υγείας
Το 44,6% των ατόμων, με αναπηρία ή χρόνια πάθηση, απάντησε ότι αντιμετωπίζει συνήθως κάποια δυσκολία να μετακινείται από και προς τις δομές υγείας, ενώ το 23% αντιμετώπισε μεγάλη δυσκολία.
Τώρα, κατά την επίσκεψη σε μονάδες υγείας, οι βασικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα άτομα με αναπηρία έχουν να κάνουν με τη χρήση των χώρων προσωπικής υγιεινής, με την είσοδο στο κτίριο και το ανέβασμα στους ορόφους, με τον προσανατολισμό μέσα στο κτίριο καθώς και με τη λήψη βοήθειας και εξυπηρέτησης σε γλώσσα ή μορφή που μπορούν να κατανοήσουν.
Αρνητική διάκριση ατόμων με αναπηρία στις δομές υγείας
Μάλιστα, το 36,4% των ατόμων δήλωσαν ότι έχουν αισθανθεί πως αντιμετώπισαν αρνητική μεταχείριση λόγω των ατομικών τους χαρακτηριστικών όταν χρειάστηκε να λάβουν ιατρική φροντίδα, με υψηλότερες συχνότητες διακρίσεων σε άτομα με εγκεφαλική παράλυση, σπάνιες παθήσεις, κώφωση, ψυχική αναπηρία και νευρολογικά νοσήματα.
Ποια μορφή είχαν αυτές οι διακρίσεις; Το 50,8% ανέφερε ότι είχε αντιμετώπιση που προσέβαλε την αξιοπρέπεια, την ατομικότητα και την ιδιωτικότητά του, ενώ το 43,8% έκανε λόγο για μη επαρκή πληροφόρηση αναφορικά με την υγεία του ή τα φάρμακα που πρέπει να λάβει.
Κάτω από τη βάση η αξιολόγηση των παροχών του ΕΟΠΠΥ
Η γενική εικόνα που προέκυψε από τη βαθμολογία σε σχέση με τις παροχές του ΕΟΠΠΥ έδειξε πως ο μέσος όρος αξιολόγησης είναι κάτω από τη βάση, αγγίζοντας το 5,2 στα 10. Μεγαλύτερο βαθμό ικανοποίησης έλαβε η φαρμακευτική περίθαλψη με 6,36 στα 10 και οι διαγνωστικές εξετάσεις με 5,93 στα 10, ενώ οι υπόλοιπες παροχές -όπως η νοσοκομειακή, πρωτοβάθμια και οδοντιατρική περίθαλψη, οι υπηρεσίες αποκατάστασης και σεξουαλικής-αναπαραγωγικής υγείας- συγκέντρωσαν βαθμούς κάτω από τη βάση.
Η έλλειψη προσωπικού στα νοσοκομεία και η ελλειπής φροντίδα ατόμων με αναπηρία
Ένα πολύ σημαντικό έυρημα της έρευνας που αποτύπωσε το σημαντικό έλλειμμα σε νοσοκομειακό και νοσηλευτικό προσωπικό, προκύπτει από τις απαντήσεις των ατόμων που χρειάστηκαν νοσηλεία σε δημόσια νοσοκομεία την τελευταία διετία, αφού το 44% έλαβε φροντίδα από άτομο της οικογένειάς του ή άλλο οικείο πρόσωπο και όχι από το νοσηλευτικό προσωπικό του νοσοκομείου.
Παρά το γεγονός ότι το 71% έχει υπαχθεί στο υπαχθεί στο θεσμό του προσωπικού γιατρού,εν τέλει μόνο το 46,8% των συμμετεχόντων απευθύνθηκε σε αυτό το γιατρό, στην περίπτωση που χρειάστηκε να εξεταστεί ή να λάβει ιατρική συμβουλή.
Ως προς τη χρήση ηλεκτρονικών υπηρεσιών και εφαρμογών υγείας, βασικό εύρημα αποτελεί η υψηλή συχνότητα χρήσης της άυλης συνταγογράφησης αφού οι 8/10 κάνουν συστηματική χρήση. Ωστόσο οι υπόλοιπες ηλεκτρονικές εφαρμογές -όπως ο ηλεκτρονικός φάκελος υγείας- τα ποσοστά χρήσης και ο βαθμός ικανοποίησης είναι χαμηλά.
Δομικά ελλείμματα και σοβαρές ανεπάρκειες του ΕΣΥ
Συνολικά, η εικόνα που προέκυψε από τις αξιολογήσεις των παροχών υγείας, καταδεικνύει δομικά ελλείμματα και ανεπάρκειες σε όλες τις βαθμίδες και κατηγορίες παροχών, καθώς σκιαγραφείται η εικόνα πως το δημόσιο σύστημα υγείας περιορίζεται κυρίως σε στοιχειώδεις παροχές, τα ποσοστά των ανικανοποίητων αναγκών υγείας σε όλες τις κατηγορίες ατόμων με αναπηρία ή σπάνιες παθήσεις είναι πολύ υψηλά και τα ελλείμματα προσβασιμότητας σημαντικά.
Ταυτόχρονα, τα νοσοκομεία έχουν σοβαρές ελλείψεις σε νοσηλευτικό και ιατρικό προσωπικό, ανεπάρκεια στην παροχή ολοκληρωμένης φροντίδας, σοβαρές ελλείψεις γιατρών στην Περιφέρεια, μεγάλες αναμονές στα τμήματα επειγόντων και σε θεραπείες και διαγνωστικές εξετάσεις.
Καλύτερη κατάσταση υγείας σε άτομα με μεγάλο εισόδημα
Μάλιστα, τα ευρήματα δυστυχώς επιβεβαιώνουν τους ταξικούς φραγμούς στην υγεία, αφού τα κοινωνικά χαρακτηριστικά και η οικονομική κατάσταση των ατόμων έχουν άμεση συσχέτιση με το επίπεδο υπηρεσιών υγείας που λαμβάνουν.
Η έρευνα αποτυπώνει μία πολύ ισχυρή και γραμμική σχέση μεταξύ του εισοδήματος και της κατάστασης υγείας. Συγκεκριμένα, ενώ το 39% των ατόμων με μηνιαίο εισόδημα έως 1.000 ευρώ, απολαμβάνουν πολύ καλή και καλή υγεία, στα άτομα με οικογενειακό εισόδημα ένω των 3.000 ευρώ, το ποσοστό αυτό ανέρχεται στους 62%, δημιουργώντας ένα μεγάλο χάσμα.
Άντυ Κουκλάδα – reader.gr