Αυτό που συμβαίνει γύρω μας αποδίδεται από κάποιους σε μιθριδατισμό, από άλλους σε συσσωρευμένη κόπωση χρόνων. Πρόκειται όμως για κάτι που θα ερευνάται στο μέλλον καθώς δεν έχει προηγούμενο στα ελληνικά χρονικά.
Ο νέος Αντιπρόεδρος της Βουλής Δημήτρης Καμμένος έχει καταγωγή και από τα μέρη μας. Θα μπορούσε να μας απασχολεί για κάτι που έκανε για την περιοχή, για το ενδιαφέρον που έδειξε για κάποιο από τα δεκάδες προβλήματα που έχουμε. Όχι, μας απασχολεί για τους ίδιους λόγους για τους οποίους απασχολεί και την υπόλοιπη χώρα.
Από όλα όσα έχει κάνει κι έχει πει, μετά την εκλογή του στο νέο αξίωμα αισθάνθηκε την ανάγκη να απολογηθεί μόνο για όσα εκείνα κατά των Εβραίων. Έχει πει μεταξύ άλλων και για τους ομοφυλόφιλους, γιατί δεν διαμαρτύρεται η Χρυσή Αυγή όταν κάνουν παρελάσεις! Έχει αντικαταστήσει το «Η εργασία απελευθερώνει» έξω από το Άουσβιτς με το «Μένουμε Ευρώπη»! Και πάνω από όλα, έχει αποκαλέσει «γίδι» και «βλάκα» τον Αλέξη Τσίπρα στο twitter! Κι όμως κανείς δεν θεώρησε εαυτόν θιγμένο από τον Δ.Καμμένο. Αντίθετα ο Πάνος Καμμένος πανηγύρισε έξαλα την εκλογή του με-μόλις-14 «παρών»(και μια πλειάδα θετικών ψήφων από τη Νέα Δημοκρατία!) κάνοντας λόγο ανάκατα για πιστολίδια και πληρωμές. Τα κλασικά δηλαδή.
Ακόμη, όμως, κι αυτή η «δήλωση μετανοίας» του Δ. Καμμένου για τις γελοιότητες που έγραψε για τους Εβραίους- και ειδικά για το γεγονός πως είχαν ειδοποιηθεί για το χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους-, ήταν μια ανακοίνωση στα όρια της οπερέτας. Πάνω –κάτω έγραψε πως δεν συμφωνεί με τον εαυτό του…
Πως εξηγούνται όλα αυτά; Πως φτάσαμε ως εδώ, να συγχωρούνται όλα αυτά για χάριν μιας τόσο αταίριαστης φαινομενικά συνύπαρξης που κυβερνά; Φτάνει να πούμε ότι το κοινό θέλει ένα Ντάνο να αγαπά και ένα Μπογδάνο να μισεί και καθαρίσαμε; Νομίζω ότι η απάντηση του Νικόλα Σεβαστάκη, αναπληρωτή καθηγητή στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Α.Π.Θ., ποιητή και συγγραφέα, τα λέει καλύτερα: «Ο ριζοσπαστισμός ναρκώνει τη σκέψη και τη μεταβάλλει σε οδοστρωτήρα εύκολων συγχωνεύσεων. Στην Αριστερά, ακόμα και σε αυτή την «τσιπρική» μετα-περιοχή της, παλεύουν ακόμα με τους ευφημισμούς και τις όμορφα τακτοποιημένες κουβέντες. Φοβούνται να παραδεχτούν πως υπήρξε και μπορεί ανά πάσα στιγμή να υπάρξει και μια ολοκληρωτική, αντιδημοκρατική, απάνθρωπη ριζοσπαστική κληρονομιά. Και πως ούτε ο αντιφασισμός ούτε ο αντι-ελίτ ηθικισμός και η ρητορική της κοινωνικής δικαιοσύνης απαλλάσσουν κάποιον από το έγκλημα, αν το έχει διαπράξει ή αν έσπευσε να το δικαιολογήσει θεωρητικά». Τόσο απλά.
Γ.Σ.