Η φουστανέλα αποτελεί το σύμβολο του νεοέλληνα, δικαίως ή αδίκως. Η διαπραγμάτευση της στην συνείδηση του νεοέλληνα όσο και ως εξαγώγιμο τουριστικό προϊόν πέρασε από χίλια μύρια κύματα.
Αιτία η διαπόμπευση της που έγινε όταν φορέθηκε από κάποιους που δεν πρέσβευαν όσα αυτή εκπροσωπούσε: Τον αγώνα για ελευθερία, την ανεξαρτησία και ,αν μη τι άλλο, πίστη σε δημοκρατικές αξίες.
Πρώτος την διαπόμπευσε ο Όθωνας ίσως και περισσότερο οι Βαυαροί συνεργάτες του και το καθεστώς της εποχής. Από ενδυμασία του ανυπότακτου πολεμικού πνεύματος, του ηρωϊσμού και των αετών των βουνών έχασε ολίγον τι από τη λάμψη των παραπάνω. Πλέον η λαϊκή συνείδηση ταρακουνήθηκε: Ξενόφερτοι Βαυαροί και Καραϊσκάκηδες φοράνε την ίδια στολή; Αν είναι δυνατό!
Η λάμψη της δεν έχασε μόνο από εκεί. Έχασε και από τους Κωλλέτηδες και τους ομοίους του από τα τρία ξενόφιλα κόμματα, το Αγγλικό, Γαλλικό και Ρωσικό που περιέφεραν τις κάλπες στα χωριά για να ψηφιστούν. Βεβαίως φορούσαν φουστανέλες και αυτοί.
Όταν καταργήθηκαν αυτά τα κόμματα και ήρθε η κουστουμιά του Τρικούπη, η φουστανέλα βρήκε για λίγο την ησυχία της. Την φορούσαν τιμητικά οι Μακεδονομάχοι, ορισμένα στρατιωτικά σώματα των Βαλκανικών Πολέμων και βεβαίως πόζαραν με αυτοί μερικοί που πήγαν στη Μικρά Ασία. Για να ξεπέσει πάλι αργότερα και να γίνει μελό, ρούχο ερωτοτροπίας στον “Αγαπητικό της Βοσκοπούλας” και στο μεσοπολεμικό ελληνικό σινεμά, που έκανε πρώτο τα βήματα του.
Και αν τα παραπάνω ξεθώριασαν κάπως το ρούχο, το μόλυναν τελείως οι “Γερμανοτσολιάδες”, που έτσι ξεδιάντροπα υπηρετούσαν τον Γερμανό κατακτητή επί Κατοχής φορώντας την ενδυμασία του Καραϊσκάκη και του Κολοκοτρώνη.
Η φουστανέλα είχε δεχτεί ήδη ένα ράπισμα. Πριν καλά καλά ορθώσει το ανάστημα της, η φουστανέλα συνδυάστηκε με την πατριωτική ιδεολογία που χτίζονταν μεταπολεμικά, στο πλαίσιο του γεωπολιτικού δόγματος “ανήκομεν εις τη δύση”. Η φουστανέλα μπλέχτηκε με τις υποδοχές της Βασίλισσας Φρειδερίκη και του Βασιλέα Κωνσταντίνου και των χωρών υποδοχής. Μέχρι που την κράτησε ως ατραξιόν στις τελετές της και η Απριλιανή δικτατορία δίνοντας της ακόμα μια σπρωξιά. Το φολκόρ-κιτς πλέον με τη φουστανέλα είναι και με τη βούλα γεγονός!
Η εποχή του φολκόρ για τη φουστανέλα μπήκε για τα καλά. Και αν κάποιες καλά γυρισμένες ταινίες της δεκαετίες ’60 και ’70 τη διέσωσαν, δεν συνέβη το ίδιο με την μικροαστική ιδεολογία που ανέπτυσσαν οι κατά τόπους νέες κοινότητες που προήλθαν από την εσωτερική μετανάστευση. Η δεκαετία του ’80 γέμισε με ανταμώματα, τσολιάδες, παραγοντιλίκια, βουλευτάδες και κρεατοφαγία μέχρις εσχάτων. Ο τσολιάς πλέον δεν έπρεπε να έχει παράστημα, να ναι σωματώδης ή να εμπνέει δέος. Διαχέονταν παντού,απομακρυνόμενος από το πρότυπο ανδρείας του ’21. Η μεταπολίτευση έβαλε και αυτή το λιθαράκι της στο κιτς.
Και έτσι φτάσαμε στη σημερινή κατάσταση. Λίγοι φορείς και εκδηλώσεις καταφέραν υποσεινήδητα και ενσυνείδητα να αποσυνδέσουν τη φουστανέλα από την φολκόρ μετάλλαξή της. Και αν οι λίγοι φορείς ήταν στο στυλ Λύκειο Ελληνίδων π.χ., οι εκδηλώσεις είναι επίσης το ίδιο μετρημένες. Και μια από αυτές έχουμε το ευτύχημα να γίνεται και στον τόπο μας: Η έξοδος Μεσολογγίου.
Παρόλη την αλόγιστη συσσώρευση επισκεπτών και συλλόγων των τελευταίων χρόνων, η Έξοδος του Μεσολογγίου κατάφερε να διατηρήσει τις ετερόκλητες εισχωρήσεις της ως απλές συνισταμένες, διανθίζοντας της με το κοσμικό στοιχείο και με διευρυμένες θεματικά τελετουργικές επιρροές. Στο πρόγραμμα βλέπει κανείς εκδηλώσεις με συμμετοχή ξένων πρεσβειών όπως της Πολωνίας, αυστηρό και πομπώδες τελετουργικό ακόμα και στην πορεία των φουστανελοφόρων, Μουσικές εκδηλώσεις που δεν βασίζονται μουσικά στη λαϊκή παράδοση ή στο κλαρίνο αν θέλετε, θεατρικά δρώμενα, σύνδεση με Βύρωνα και άλλα.
Γενικά η Έξοδος του Μεσολογγίου ύψωσε και αυτή τείχος, πολιορκημένη αυτή τη φορά από το “αμαρτωλό” φολκόρ. Το τίμημα ίσως βαρύ και αυτό είναι η βαριά ατμόσφαιρα που σαν γιορτή ίσως έχει, δύσπεπτη σε κάποια σημεία. Τελικά όμως καταφέρνει να πετύχει τον σκοπό της. Δεν είναι τυχαίο, ότι η επανάκαμψη του ποιοτικού Ελληνικού σινεμά σε θέματα του 1821 έγινε πατώντας στην Έξοδο. Ίσως γιατί αυτή υποσυνείδητα δεν έχει “κιτσοποιήσει” το θέμα 1821, αλλά απεναντίας το έχει διασώσει. Ας γίνει λοιπόν η Έξοδος” ή έστω κάποια κομμάτια της παράδειγμα για άλλες εκδηλώσεις με αντίστοιχο περιεχόμενο.
Λ.Υ.