Του Λίνου Υφαντή,
Ο Αγρινιώτης Συνταγματάρχης Ευάγγελος Σκίπης ήταν Επιθεωρητής Χωροφυλακής & Διευθυντής των Ανακτόρων της Λάρισας. Γιος του ήταν ο λογοτέχνης Σωτήρης Σκίπης που όνομα του φέρει δρόμος του Αγρινίου. (https://www.agrinionews.gr/skipis-agrinio/). Πίσω από τη λαμπρή καριέρα του κρυβεται μια οδυνηρή ιστορία: Ο λόγος που ο Σκίπης επέλεξε τη Λάρισσα ήταν να βρει τις αδελφές του, οι οποίες τραυματίστηκαν στην Έξοδο του Μεσολογγίου και τις πάντρεψαν με Τούρκους Μπέηδες στη Λάρισα και τα Τρίκαλα. Η συγκινητική αυτή ιστορία και το τέλος της περιγράφεται αναλυτικά στο βιβλίο “Προσωπογραφία της Λάρισας”:
“Γιος του οπλαρχηγού της Ελληνικής επανάστα-σης Γεωργίου Σκίπη από το Σούλι της Ηπεί-ρου, ο Ευάγγελος (ή Ευαγγέλης) Σκίπης γεννήθηκε στο Αγρίνιο το 1828. Ακολούθησε την καριέρα του στρατιωτικού, καταταγείς στο στράτευμα ως σημαιοφόρος. Στις 30.11.1853 προήχθη σε ανθυπολοχαγό και μετατέθηκε στο 9ο τάγμα της Οροφυλακής (ΦΕΚ 41/Α/9-12-1853), ενώ μετά από την κατάργησή της μετατέθηκε (7.9.1856) στο 3ο Σύνταγμα Πεζικού (ΦΕΚ 56/Α/6-10-1856). Στις 16.12.1859 τοποθετήθηκε ως ανθυπομοίραρχος στο σώμα της Χωροφυλα-κής (ΦΕΚ 1/Α/11-1-1860). Υπηρέτησε αρχικά στη Βόνιτσα ενώ αργότερα (8.5.1861) μετατέθηκε στον Καρβασσαρά (ΦΕΚ18/Α/26-5-1861). Στις 20.5.1862 προήχθη σε υπομοίραρχο (ΦΕΚ 31/Α/29-5-1862) και στις 31.5.1868 σε αντιμοίραρχο (ΦΕΚ 27/Α/11-6-1868).
Στις 27.12.1872 προήχθη σε μοίραρχο και διορί-σθηκε διοικητής της μοιραρχίας Ακαρνανίας και Αιτωλίας (ΦΕΚ 9/Α/31-3-1873). Μετά από την απελευθέρωση της Λάρισας (1881), αιτήθηκε τη μετάθεσή του στην πόλη για τους λόγους που θα εξηγήσουμε παρακάτω. Στις 2.9.1882, μετατέθηκε ως επιθεωρητής της Χωροφυλακής στο Α΄ Σώμα Στρατού που έδρευε στη Λάρισα (ΦΕΚ 96/Α/7-9-1882). Παράλληλα τοποθετήθηκε από τον βασιλέα Γεώργιο Α΄ και ως επικεφαλής της ανακτορικής φρουράς της πόλης. Στις 29.1.1886 προήχθη σε συνταγματάρχη κατ’ αρχαιότητα (ΦΕΚ 33/Α/4-2-1886). Αποστρατεύτηκε στις 4.1.1889 «ένεκα ορίου ηλικίας και δι’ αρχαιότητα υπηρεσίας». Λίγο αργότερα του χορηγήθηκε μηνιαία σύνταξη 360 δρχ. (ΦΕΚ 50/Α/24-2-1889). Ως συνταξιούχος παρέμεινε στη Λάρισα μέχρι την έναρξη του Ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897. Λίγο πριν από την κατάληψη της πό-λης, πήρε την οικογένειά του και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα.
Στην περίπτωση του Ευάγγελου Σκίπη, αυτό που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι οι μακροχρόνιες αναζητήσεις που πραγματοποίησε για να εντοπιστούν οι «χαμένες» αδελφές του. Οι τελευταίες, σε ηλικία επτά και εννέα ετών αντίστοιχα, βρέθηκαν τραυματισμένες από τους Τούρκους κατά την έξοδο του Μεσολογγίου (1826), όταν ο πατέρας τους [Γεώργιος Σκίπης] τις πυροβόλησε για να μην πέσουν σκλάβες στα χέρια του εχθρού. Οι Τούρκοι τις περιέθαλψαν και αργότερα τις πάντρεψαν με μπέηδες στη Θεσσαλία (Λάρισα και Τρίκαλα).
Ένα χρόνο μετά από την απελευθέρωση της Θεσσαλίας (1882), ο Ευάγγελος Σκίπης έλαβε την πληροφορία ότι μία από αυτές, ζούσε στη Λάρισα παντρεμένη με τον Οθωμανό κτηματία Μουσταφά Χατζή Μεμέτ βέη. Τότε αιτήθηκε την τοποθέτησή του στην Λάρισα, η οποία όπως προαναφέραμε, έγινε αποδεκτή. Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε τελικά το 1883 μέσα σε κλίμα συγκίνησης. Ο Ευάγγελος αγκάλιασε μετά από πε-νήντα χρόνια την αδελφή του Σοφία, που τώρα λεγόταν Νοϊλέ419. Σοφία όμως έλεγαν και την θυγατέρα του Σκίπη την οποία ο Μουσταφά Χατζή Μεμέτ βέης «πήρε» υπό την «προστασία» του. Στις 26.5.1884 ο τελευταίος «ενεργών διά λογα-ριασμόν και κατ’ εντολήν της ανεψιάς του Σοφίας Ευαγγέλου Σκίπη» της αγόρασε αντί 13 λΤ. (299 δρχ.), ένα οικόπεδο ενός στρέμματος στην συνοικία Εμινλέρ, που κατείχαν εξ’ αδιαιρέτου οι α-δελφοί Σερίφ βέης και Ελισίπ βέης, υιοί του προαναφερθέντα.
Τέσσερα χρόνια αργότερα (20.12.1888) ο Οθωμανός κτηματίας Τζελάλ Ταχήρ βέης, κάτοικος Θεσσαλονίκης και πρώην Τρικάλων, παρουσιά-στηκε στο Ελληνικό Προξενείο της πόλης και «δώρισε εις τον συγγενή του Ευάγγελον Σκίπην» (αρ. 484/1888) την μεγάλη ιδιόκτητη έπαυλη με το ισόγειο εργαστήριο που κατείχε στη συνοικία Εμινλέρ της Λάρισας. Ο Τζελάλ Ταχήρ βέης ήταν ο σύζυγος της άλλης αδελφής του η οποία είχε αποβιώσει προ πολλού.
Ο Σκίπης από την πλευρά του αποδέχθηκε τη δωρεά και εξέφρασε στον δωρητή την ευγνωμοσύνη του422. Οι προαναφερθείσες ειδήσεις έγιναν γνωστές στο ευρύτερο συγγενικό περιβάλλον των προαναφερθέντων Οθωμανών μπέηδων. Όλοι τους έβλεπαν με συμπάθεια τον Ευάγγελο Σκίπη που δεν σταμάτησε να αναζητά επί μισό περίπου αιώνα τις «χαμένες» αδελφές του. Ως απόρροια αυτής της συμπάθειας ένας άλλος «συγ-γενής» του, ο Εγιούπ Χατζή Μεμέτ βέης, κάτοικος Σμύρνης τον διόρισε το 1886 ως γενικό πλη-ρεξούσιο και διαχειριστή των υποθέσεών του στη Θεσσαλία.
Από τον γάμο του με την Παρασκευούλα Βρετού από την Ιθάκη, απέκτησε τέσσερα παιδιά: την Σοφία (για την οποία αναφερθήκαμε παρα-πάνω), τον Γεώργιο, τον Σωτήριο (τον γνωστό ποιητή) και τον Σπυρίδωνα. Απεβίωσε στην Αθήνα στο τέλος της δεκαετίας του 1910.
Είχε τιμηθεί από την Ελληνική Πολιτεία στις 6.4.1865 με τον Αργυρό Σταυρό των Ιπποτών του Β. Τάγματος του Σωτήρος (ΦΕΚ 30/Α/7-6-1865) και στις 1.12.1886 με το παράσημο των Ταξιαρ-χών του ιδίου Τάγματος (ΦΕΚ 333/Α/4-12-1886).”
Με πληροφορίες από:
Αλέξανδρος Χ. Γρηγορίου, Πρωσοπογραφία της Λάρισς, αποσπάσματα από την εφημερίδα “Ελευθερία”. Τόμος Α΄. Λάρισα: 2024.