ΗΑθήνα και ο Πειραίας «κρύβουν» κάτω από τα μεγάλα κτίρια και τους πολυσύχναστους δρόμους έναν ολόκληρο υπόγειο κόσμο που μεταξύ άλλων περιλαμβάνει και καταφύγια.
Τα περισσότερα από αυτά κατασκευάστηκαν κατά την περίοδο της δικτατορίας του Ιωάννη Μεταξά (1936-1941), σε μια εποχή που σε ολόκληρο τον κόσμο διαφαινόταν ότι ένας νέος πόλεμος μεγάλης κλίμακας θα ξέσπαγε, ενώ ιδιαίτερο ρόλο θα διαδραμάτιζε η αεροπορία.
Έτσι, στα αστικά κέντρα κατασκευάζονταν καταφύγια, με σκοπό την προστασία από ενδεχόμενες αεροπορικές επιδρομές. Ελάχιστα από αυτά είναι πλέον λειτουργικά, τα περισσότερα έχουν εγκαταλειφθεί, ενώ μόνο ελάχιστα είναι συντηρημένα και μπορούν να χρησιμοποιηθούν άμεσα. Παρακάτω παρουσιάζουμε τους πιο γνωστούς χώρους καταφυγής.
Τα καταφύγια στην Αθήνα
Στην Αθήνα κατά την περίοδο της δικτατορίας Μεταξά κατασκευάστηκαν δημόσια καταφύγια, όπως επίσης και ιδιωτικά σε πολλές πολυκατοικίες, καθώς τα νέα κτίρια έπρεπε να διαθέτουν χώρο καταφυγής. Οι πληροφορίες αντλήθηκαν από το blog urbanspeleology.
Λυκαβηττός
Το 1936, δημιουργήθηκε το καταφύγιο στον, κοντά στη σπηλαιοεκκλησία των Αγίων Ισιδώρων, το οποίο φτάνει σε βάθος 100 μέτρων. Στο σημείο κατασκευάστηκαν πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο θέσεις για πολυβόλα λαξευμένες στο βράχο.
Το καταφύγιο διαθέτει δύο εισόδους που καταλήγουν στην κεντρική μεγάλη αίθουσα, όπου στεγάστηκε το Αρχηγείο Αντιαεροπορικής Άμυνας για τις ανάγκες του πολέμου του 1940. Διαθέτει παροχή ηλεκτρικού ρεύματος, τουαλέτες, λουτρά, διαδρόμους, αποθηκευτικούς χώρους, αγωγούς εξαερισμού, δεξαμενές, και τηλεφωνικό κέντρο.
Αρδηττός
Αντίστοιχο καταφύγιο, μικρότερου όμως μεγέθους είχε κατασκευαστεί και στον λόφο του Αρδηττού. Και αυτό κατασκευάστηκε την περίοδο της δικτατορίας Μεταξά, πιθανότατα στο σημείο προϋπάρχουσας υπόγειας στοάς.
Ομόνοια
Στην περιοχή της Ομόνοιας, στην οδό Θεμιστοκλέους υπάρχουν αντιαεροπορικά καταφύγια της δεκαετίας του ’50. Στα υπόγεια, υπάρχουν οκτώ μεγάλοι κύριοι θάλαμοι, προθάλαμος και βοηθητικοί χώροι.
Οι χώροι διαθέτουν ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις, πηγάδι που λειτουργεί με αντλία, ενώ από έναν θάλαμο διέρχεται εγκατάσταση εξαερισμού. Οι τουαλέτες βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο του κτιρίου, αλλά εξωτερικά των χώρων καταφυγής. Στο καταφύγιο αυτό δεν υπάρχουν υδραυλικές εγκαταστάσεις.
Το άγνωστο καταφύγιο «σωφρονιστήριο» (κρατητήριο ή ανακριτήριο) του Κήπου
Σε ένα πολυσύχναστο σημείο του κέντρου της Αθήνας υπάρχει ένα άγνωστο καταφύγιο που κατασκευάστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1930, δηλαδή πριν τη δικτατορία Μεταξά.
Το πλέον πιθανότερο είναι να κατασκευάστηκε πάνω σε παλαιές υφιστάμενες υπόγειες εγκαταστάσεις των φυλακών, που μπορεί να χρησιμοποιήθηκαν ως κρατητήρια και θάλαμοι ανακρίσεων, όπως μαρτυρούν κάποια χαρακτηριστικά τους που έχουν διατηρηθεί.
Η μεταγενέστερη κατασκευή (1931) λέγεται ότι έγινε για να εξυπηρετήσει εκπαιδευτικούς σκοπούς των σωμάτων ασφαλείας, ενδεχομένως λοιπόν η αρχική χρήση του διαμορφωμένου χώρου να μην ήταν απαραιτήτως αυτή της καταφυγής.
Οι εσωτερικοί χώροι, με συνολικό μήκος περίπου 30 m από είσοδο σε είσοδο, δεν περιλαμβάνουν υδραυλικές εγκαταστάσεις. Διακρίνεται μόνο η θέση μιας παλιάς θερμαντικής (ή και μαγειρικής) πυρεστίας στην αρχή του αντίστοιχου διαδρόμου και οι παλαιωμένες ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις που δεν λεττουργούν.
Κοραή
Ένα ακόμα καταφύγιο βρίσκεται στην οδό Κοραή 4, στον χώρο όπου πλέον στεγάζεται ο «Χώρος Ιστορικής Μνήμης 1941-1944». Μετά την εισβολή των ναζί, ο χώρος μετατράπηκε σε κρατητήρια και κολαστήριο της Κομαντατούρ.
Πιπίνου και Επτανήσων στην Κυψέλη
Στη μεσοπολεμική πολυκατοικία που βρίσκεται στη συμβολή των οδών Πιπίνου και Επτανήσων στην Κυψέλη, υπάρχει ένα ευρύχωρο καταφύγιο περίπου 65 τετραγωνικών μέτρων σε άριστη κατάσταση που χτίστηκε το 1938.
Κατασκευασμένο μονολιθικά με χοντρούς τοίχους από μπετόν, με χαρακτηριστικές μεταλλικές πόρτες που διαθέτουν χειροκίνητους μηχανισμούς που λειτουργούν κανονικά, και με λειτουργικές επίσης ηλεκτρικές εγκαταστάσεις (φωτισμό), φαίνεται έτοιμο προς χρήση σε περίπτωση ανάγκης.
Καταφύγια σε Γλυφάδα και Βούλα
Τα γερμανικά στρατεύματα αποφάσισαν το 1941 να οχυρώσουν την ακτογραμμή της Αττικής αμέσως μετά την εισβολή. Σε στρατηγικές θέσεις ζωτικής σημασίας κατασκεύασαν πλήθος μικρών ή μεσαίων στρατιωτικών μονάδων με ατομικές θέσεις μάχης σε κτίσματα ειδικών προδιαγραφών (πολυβολεία) και ολόκληρα οχυρά με στιβαρές πυροβολαρχίες, στα δυτικά, νότια και ανατολικά παράλια (Γλυφάδα, Σούνιο, Λαύριο, Ραφήνα κ.α.).
Το γερμανικό καταφύγιο της Βούλας, διαθέτει έναν προθάλαμο, από όπου μία σκάλα κατεβαίνει στους υπόγειους χώρους, σε βάθος το πολύ 15 μέτρων, ενώ ακριβώς στην κατάληξη των σκαλοπατιών υπάρχει πολυβολείο.
Από το ίδιο σημείο ανοίγονται τούνελ που οδηγούν στους υπόλοιπους θαλάμους. Τα τοιχώματα είναι χτισμένα από πέτρα και η τοξωτή τσιμεντένια οροφή είναι βαμμένη με άσπρο χρώμα. Υπάρχει πεπαλαιωμένη ηλεκτρική εγκατάσταση και ίχνη υδραυλικής εγκατάστασης στο δάπεδο, χωρίς όμως τουαλέτες και λουτρά, αλλά με μια τριπλή ανοικτή δεξαμενή νερού.
Στην ίδια περιοχή, αλλά στα όρια της Γλυφάδας, υπάρχει ένα ακόμα καταφύγιο ίδιας κατασκευής, λίγο μεγαλύτερο και εντελώς εγκαταλειμμένο. Στο εσωτερικό υπάρχουν «φωλιές» πολυβόλου στα σκαλιά των δύο δίδυμων εισόδων, υδραυλικά φρεάτια, τριπλή δεξαμενή νερού, και πλήθος θαλάμων και διαδρόμων, σε διάταξη κατασκευής παρόμοια με του προηγούμενου.
Καταφύγια στον Πειραιά
Το καταφύγιο διυλιστηρίου στη Δραπετσώνα
Παράλληλα, σε παλιές βιομηχανικές εγκαταστάσεις στη Δραπετσώνα, στον Πειραιά, υπάρχουν καταφύγια, κάτι που συναντάται συχνά σε παλιά κτίρια.
Οι εγκαταστάσεις ήταν εξοπλισμένες με δύο αντιαεροπορικά καταφύγια, εκ των οποίων θα ασχοληθούμε κυρίως με το μεγαλύτερο, που κατασκευάστηκε πιθανότατα το 1938-1939, όπως απορρέει έμμεσα από τεχνικές πληροφορίες που αναφέρονται σε κεντρική του θύρα, η οποία σήμερα έχει κλαπεί.
Η κατασκευή του κυρίως σώματος του καταφυγίου ίσως να είχε ξεκινήσει και νωρίτερα, πριν την παραγγελία-κατασκευή της κεντρικής θύρας από τη Γερμανία. Το καταφύγιο κατασκευάστηκε με σκοπό να προστατεύσει το προσωπικό εργασίας και είναι μια κατασκευή εξολοκλήρου από οπλισμένο σκυρόδεμα.
Το καθαρό μήκος των τριών κυρίων στοών του καταφυγίου, που βρίσκονται σε διάταξη τεθλασμένη και συνδέουν τις δύο ακραίες εισόδους, είναι περίπου 15 – 20 μέτρα έκαστη.
Ο χώρος διαθέτει μία μόνο μικρή τουαλέτα εντός μικρής στοάς απέναντι από την κεντρική είσοδο, μικρούς αποθηκευτικούς χώρους σε διάφορα σημεία των σηράγγων, προστατευτικά τοιχία περιορισμού εκρηκτικού ωστικού κύματος κοντά στις τρεις εισόδους, και ηλεκτρολογική εγκατάσταση αρκετά καλά διατηρημένη.
Λόφος Καστέλλας
Η ιδιαιτερότητά του είναι η εξής: είναι ισόγειο διώροφο, αλλά και υπόγειο ταυτόχρονα, έχοντας κατασκευαστεί στα πρανή ενός υψώματος. Μπαίνοντας από την κύρια είσοδο (πρόποδες) ανεβαίνουμε στο β΄ όροφο, όπου υπάρχει δεύτερη (μυστική) έξοδος στην κορυφή του λόφου.
Για το επίπεδο της κορυφής όμως, και από τη δεύτερη αυτή είσοδο, το καταφύγιο είναι υπόγειο! Η διαφορά των δύο επιπέδων είναι 14 μέτρα, των οποίων η εξωτερική επιφάνεια καλύπτεται από χτιστό πέτρινο τοίχο. Από το ίδιο υλικό και με τον ίδιο τρόπο, έχουν επενδυθεί και οι εσωτερικές επιφάνειες των τοίχων.
Το συγκεκριμένο καταφύγιο καλύπτει μικρή επιφάνεια (γι’ αυτό και διώροφο) σε σύγκριση με εκείνο του Προφήτη Ηλία (που θα παρουσιάσουμε μια επόμενη φορά) αλλά διαθέτει υδραυλικές εγκαταστάσεις και ρεύμα (βρύσες, τουαλέτες, φωτισμός), που βρίσκονται σε πολύ κακή όμως κατάσταση σήμερα, ερειπωμένα και κατεστραμμένα.
Λόφος Προφήτη Ηλία
Ένα άλλο υπόγειο πολεμικό καταφύγιο που κατασκευάστηκε για τις ανάγκες του Β΄ παγκοσμίου, βρίσκεται στον λόφο του Προφήτη Ηλία. Είναι ένα μικρό αντιαεροπορικό καταφύγιο, χωρίς ιδιαίτερα μεγάλους χώρους, αφού στην ίδια περιοχή υπάρχει και το προηγούμενο της Καστέλας, με το οποίο μοιάζουν κατασκευαστικά (όχι αρχιτεκτονικά), αλλά αυτό εδώ δεν διατηρεί τις εγκαταστάσεις του (υδραυλικά, ηλεκτρικά, κλπ).
Είναι ένα καλοδιατηρημένο καταφύγιο ως κατασκευή, τα τοιχώματα των στοών του είναι λιθόκτιστα και η οροφή τους τοξωτή από μπετόν. Στους υπόγειους διαδρόμους καταλήγουν περίπου 50 σκαλοπάτια, που οδηγούν γύρω στα 10-12 μέτρα κάτω από την επιφάνεια.
Καταφύγιο «2-3»
Άλλο καταφύγιο είναι αυτό με την κωδική ονομασία «2-3» κοντά στην Πυροσβεστική. Διαθέτει τρεις εισόδους, η μία από τις οποίες -η κεντρική- είναι κλειδωμένη με βαριά πόρτα όπως στο Λυκαβηττό και τον Αρδηττό, και από πάνω της διακρίνεται ο αγωγός εξαερισμού.
Είναι ένα αρκετά μεγάλο σύμπλεγμα υπόγειων διαδρόμων, που αποτελείται από δύο παράλληλες βασικές στοές και άλλες μικρότερες που τις συνδέουν μεταξύ τους, κάθετα προς αυτές, ενώ υπάρχουν και άλλες που είναι τυφλές (καταλήγουν σε βράχο). Υπάρχουν και εσωτερικές μεταλλικές πόρτες, και μερικά σημεία διαμορφωμένα και χτισμένα με σύγχρονα τούβλα. Ενδέχεται οι εγκαταστάσεις εγκαταλείφθηκαν, και ίσως χωρίς καν να ολοκληρωθούν.