Ο τελευταίος εκκλησιαστικός ηγέτης με έντονα τα πολιτικά χαρακτηριστικά στο λόγο αλλά και στις πράξεις του κατά τη διάρκεια της θητείας του έκανε την Εκκλησία… πρώτο θέμα και προσπάθησε να προσεγγίσει τη νεολαία.
Ο Χριστόδουλος πέθανε («εκοιμήθη εν Κυρίω» κατά την ορθόδοξη ορολογία), μια ημέρα σαν σήμερα, στις 28 Ιανουαρίου 2008 κάνοντας πολλούς να πουν ότι θα περάσουν πολλά χρόνια μέχρι η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδας θα βρει έναν ηγέτη τόσο δυναμικό (αλλά και αμφιλεγόμενο) όσο εκείνον.
Και να φανταστεί κανείς πως όταν το 1998 έφυγε από τη ζωή ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Σεραφείμ, πολλοί ήταν αυτοί που έλεγαν πως δύσκολα η Εκκλησία της Ελλάδος θα αποκτήσει ξανά έναν τόσο πληθωρικό προκαθήμενο.
Όταν περίπου τρεις μήνες αργότερα ο Δημητριάδος Χριστόδουλος εκλεγόταν νέος αρχιεπίσκοπος και άρχιζε να διαβάζει τον «επιβατήριο» λόγο του, οι ίδιοι άνθρωποι τόνιζαν πως ο Σεραφείμ θα ξεχαστεί και, μάλιστα, γρήγορα.
Ένας αρχιεπίσκοπος διαφορετικός από τους άλλους
Τα χρόνια της θητείας του άφησαν βαθύ αποτύπωμα στην Εκκλησία, στην κοινωνία αλλά και στην… πολιτική ζωή της χώρας αφού ο Χριστόδουλος ήταν παρεμβατικός και κατάφερε να κινητοποιήσει μεγάλες μάζες πολιτών και να τους βγάλει στους δρόμους.
«Σήμερα χρειαζόμαστε εμπνευσμένο, κατηρτισμένο, κοινωνικό, ευαίσθητο στις διεθνείς πραγματικότητες κλήρο, έτοιμο να βοηθήσει οποιονδήποτε άνθρωπο έχει ανάγκη… Με ρωμαλεότητα και τόλμη οφείλουμε να καταπιαστούμε ουσιαστικά με τα προβλήματα της νεολαίας μας, δείχνοντας αγάπη προς τα παιδιά μας, μιλώντας τους με ειλικρίνεια, πίστη πειθώ και επίγνωση… Στην Ελλάδα βρίσκεται η καρδιά της Ευρώπης και χωρίς Ελλάδα δεν νοείται Ευρώπη. Η πνευματική κληρονομικά του Ελληνισμού συνιστά πολύτιμο μαργαρίτη για τον ευρωπαϊκό κόσμο».
Το συγκεκριμένο απόσπασμα από τον ενθρονιστήριο λόγο του στις 9 Μαΐου του 1998 ήταν και αυτό που «υποψίασε» τους περισσότερους πως βρίσκονταν μπροστά σε μια νέα πραγματικότητα. Ο Χριστόδουλος έδειξε από την πρώτη στιγμή της διαθέσεις του, χωρίς να κρυφτεί.
Το επικοινωνιακό «τσουνάμι» του Χριστόδουλου έκανε την Εκκλησία πρώτο θέμα στα δελτία ειδήσεων και τις εφημερίδες.
Άμεσα διεκδίκησε το δικαίωμα να έχει πολιτικό λόγο και παρέμβαση ακόμα και σε πολιτικά ζητήματα ενώ δεν δίστασε να κηρύξει τον «πόλεμο» στην κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη για το θέμα της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες και να διοργανώσει μαζικότατα συλλαλητήρια όπου κινητοποιήθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι!
«Κύκλοι της άθεης ιντελιγκέντσιας και όχι μόνον αυτοί τώρα απέκτησαν κυβερνητική φωνή και δύναμη και παρέσυραν τον πρωθυπουργό…οι θιασώτες του εκκοσμικευμένου και άθεου κράτους διατείνονται ότι η εκκλησία δεν μπορεί να ασκεί δημόσια εξουσία», είχε πει τον Οκτώβριο του 2000.
Στο ίδιο μήκος κύματος τον Οκτώβριο του 2002 είχε πει: «Αυτοί που γκρεμίζουν τα εθνικά θεμέλια αυτού του έθνους και δεν δίνουν λόγο σε κανέναν, πρέπει να γνωρίζουν ότι υπονομεύουν το έθνος. Είναι οι ψευτοκουλτουριάρηδες που μας κατηγορούν για εθνικιστές και πρέπει να μπουν στη θέση τους. Ο λαός δεν τους ακολουθεί και τα τρία εκατομμύρια των υπογραφών είναι μάθημα για το έθνος. Είναι φωνές που κανείς δεν έχει το ανάστημα να τις παραβιάσει… Αν κουνούσαμε το δαχτυλάκι μας, θα γίνονταν 6-7 εκατομμύρια».
Θεωρίες συνωμοσίας για το θάνατο
Πέρα από τις πολιτικές παρεμβάσεις, ωστόσο, ο Χριστόδουλος επιχείρησε να προσεγγίσει τη νεολαία με έναν τρόπο που «έγραψε ιστορία». Καλούσε τη νεολαία να πλησιάσει την Εκκλησία, «ακόμα και με το σκουλαρίκι», ζητούσε συγγνώμη από τους νέους για όσα δεν έγιναν από τους μεγαλύτερους.
«Χριστόδουλε, σε πάμε», του φώναζαν οι μαθητές στα σχολεία. «Κι εγώ σας πάω» απαντούσε εκείνος.
Παράλληλα, είχε πλούσια κοινωνική δράση, προσπάθησε να αποκαταστήσει τις σχέσεις με τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, ήρθε σε κόντρα με το Πατριαρχείο και δημιούργησε πολλές δομές προκειμένου να βρίσκουν βοήθεια όσοι είχαν ανάγκη.
Κατηγορήθηκε για το «φλερτ» με τον εθνικισμό αλλά εκείνος απάντησε πως «η λέξη έθνος έχει εξοστρακιστεί από τη γλώσσα μας, γιατί ορισμένοι τη συγχέουν με τον εθνικισμό. Οι πατριώτες δεν είναι εθνικιστικές. Ορισμένοι ρομαντικοί δεχόμεθα επίθεση για τις απόψεις μας».
Επικρίθηκε εντονότατα για τις παρεμβάσεις του σε κρατικά και πολιτικά θέματα αλλά και για διάφορες δηλώσεις του όπως την περιβόητη για το «κουσούρι» εννοώντας την ομοφυλοφιλία. «Αλλά σκεφθείτε πού έχουμε φθάσει. Σε ποιο κατάντημα έχει φθάσει σήμερα η ανθρωπότητα, η οποία, αυτό που είναι αμαρτία βοώσα και κράζουσα, θέλει να την καλύψει. Να μη λέμε, να μη μιλάμε, γιατί ενοχλούνται αυτοί που έχουνε το κουσούρι, γιατί θέλουνε όλοι οι άλλοι να το παραδεχθούν ως μια φυσιολογική κατάσταση».
Σάλο είχε προκαλέσει και η δήλωσή του πως δε γνώριζε για τα βασανιστήρια επί χούντας. «Ομολογώ ότι δεν ήξερα πως γίνονταν βασανιστήρια, πως υπήρχε ΕΑΤ-ΕΣΑ. Όλα αυτά ήρθαν στο φως μετά. Δεν πειράζει, μπορεί να τα ήξερε ο τότε αρχιεπίσκοπος, αν τα ήξερε και σιώπησε έκανε άσχημα. Στον κύκλο μου δεν είχα ακούσει τέτοια πράγματα, δεν άκουγα ξένους σταθμούς, εκ των υστέρων τα έμαθα. Θα πει κανείς ότι ήμουν βαθιά νυχτωμένος. Μπορεί γιατί εγώ τότε σπούδαζα. Σας ομολογώ εν πλήρει αληθεία ότι δεν ήξερα. Δεν ντρέπομαι να το πω, αν και μπορείτε να πείτε ότι ήμουν έξω από τα πράγματα. Τώρα, πάντως, είμαι μέσα », είχε πει.
Ο Χριστόδουλος «εκοιμήθη εν Κυρίω», μια ημέρα σαν σήμερα, στις 28 Ιανουαρίου 2008, σε ηλικία 69 ετών μετά από πολύμηνη μάχη που έδωσε με τον καρκίνο.
Ήταν τέτοια η αγάπη και η λατρεία που του είχε ένα κομμάτι του λαού που αμέσως μετά το θάνατό του ακούστηκαν και οι πρώτες θεωρίες συνωμοσίας σύμφωνα με τις οποίες ο Μακαριστός Χριστόδουλος δολοφονήθηκε απ’ όσους φοβήθηκαν πως μπορεί «να ανατρέψει τα σχέδια της νέας τάξης πραγμάτων».
Οι φανατικοί υποστηρικτές του έλεγαν τότε (και συνεχίζουν να λένε) πως η αιτία θανάτου δεν ήταν ο καρκίνος. Για να το αποδείξουν, μάλιστα, αυτό έλεγαν πως ο Χριστόδουλος υπέφερε από δυο πρωτογενείς καρκίνους, στο κόλον και το ήπαρ, «κάτι που είναι αδύνατο να συμβεί» και άρα αυτή είναι η «μεγαλύτερη απόδειξη» πως στην πραγματικότητα δηλητηριάστηκε από τους εχθρούς του ή (ακόμα χειρότερα) πως του «φυτεύτηκε» ο καρκίνος από… μυστικές υπηρεσίες!
Υποστήριζαν, επίσης, πως ουδέποτε έγινε νεκροψία – νεκροτομή στη σορό του, γεγονός που «φωνάζει» πως υπήρξε από «άγνωστα κέντρα» μια προσπάθεια συγκάλυψης των πραγματικών αιτιών του θανάτου του.
Τέλος, ισχυρίζονται πως στην πραγματικότητα κανείς δε γνωρίζει μέχρι και σήμερα ποιος υπέγραψε το πιστοποιητικό θανάτου του και κυρίως τι αναγράφεται σε αυτό.
Οι πιο φανατικοί από τους υποστηρικτές του Χριστόδουλου, μάλιστα, προκειμένου να πείσουν για τα λεγόμενά τους ζητούσαν επιτακτικά από τις αρχές να γίνει εκταφή και στη συνέχεια νεκροψία ώστε να «αποκαλυφθεί ολόκληρη η αλήθεια».
Στην πραγματικότητα, βέβαια, τίποτε απ’ όλα αυτά που ισχυρίζονται όσοι βλέπουν κάποια σκοτεινή συνωμοσία πίσω από το θάνατο του Χριστόδουλου είναι κάποιο… φοβερό μυστικό.
Η ύπαρξη ταυτόχρονων όγκων δεν είναι κάτι σπάνιο και το συναντάει κανείς συχνά στη διεθνή βιβλιογραφία, νεκροψία – νεκροτομή δε γίνεται αν η αιτία θανάτου είναι διαπιστωμένη (μάλιστα η σχετική νομοθεσία την απαγορεύει, εκτός και αν υπάρχει σχετική εισαγγελική παραγγελία), ενώ το πιστοποιητικό θανάτου του Χριστόδουλου το υπέγραψε ο καθηγητής Παθολογίας – Εντατικής Θεραπείας. Σεραφείμ Νανάς, ο οποίος ήταν παρών στην οικία του Χριστόδουλου στο Ψυχικό την ώρα που εκείνος εξέπνευσε.