Η γενική πρόβα στο ΔΗΠΕΘΕ Αγρινίου της αποψινής συναυλίας της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, με σολίστ και διευθυντή –αφιλοκερδώς- τον Λεωνίδα Καβάκο, ήταν για τον γράφοντα αληθινή εμπειρία.
Λίγο πριν το διάλλειμα ο Καβάκος ρώτησε αν θα αφήσει το υπόλοιπο έργο του Μπάρτοκ «για το βράδυ» κι αφού οι πιο πολλοί αναφώνησαν με ανακούφιση «ναι», τους τόνισε ότι ειδικά όσοι είπαν «ναι» πρέπει να είναι προσεκτικοί του βράδυ! Νωρίτερα είχε πει και μια ανέκδοτη ιστορία διακωμωδώντας την τρόπο διεύθυνσης ορχήστρας από έναν πασίγνωστο αρχιμουσικό, είχε εκνευριστεί με λάθη που γινόταν, είχε κάνει δεκάδες παρατηρήσεις στα πρώτα και τα δεύτερα βιολιά, είχε ζητήσει να μην παίζουν το βράδυ κάποια βιολιά και στα σημεία που δεν χρειάζονται όλα(!), είχε αναδιατάξει τα τρομπόνια, τα φαγκότα κι ένα κοντραμπάσο που δεν χωρούσε γιατί υπήρχε έλλειψη χώρου! “Δεν θέλω τέτοιους πανικούς το βράδυ”, είπε σε μια μουσικό που της έπεσαν οι παρτιτούρες από το αναλόγιο.
Υπήρχε ένταση αλλά και πλάκα. «Δεν είστε μαζί!», φώναζε συχνά ο Καβάκος σε διάφορα όργανα και απορούσες τι έχει ακούσει που εσύ αδυνατείς να ακούσεις. Οι ίδιοι οι μουσικοί ζητούσαν επανάληψη από μόνοι τους κάποιων μέτρων για να κάνουν διορθώσεις ξανά και ξανά . Είπα «ατμόσφαιρα δουλειάς» πιο πάνω και νομίζω ότι αυτό είναι που δεν μπορούμε εμείς οι αδαείς να καταλάβουμε από αυτό το είδος της μουσικής. Τον βαθμό δυσκολίας, συγκέντρωσης αλλά και δουλειάς που χρειάζεται, σε αντίθεση με το 95% όσων ακούμε όλοι στη καθημερινότητά μας.
Κάθομαι και σκέφτομαι πόσοι φίλοι και γνωστοί θα έπρεπε να δουν όλη αυτή την προσπάθεια που καταβάλλεται(ξανά και ξανά και ξανά)για να παιχτούν μερικές νότες ή για να διορθωθεί μια προσέγγιση ή δεν ξέρω τι άλλο-και κυριολεκτώ ότι δεν ξέρω. Πόσοι από όσους βρήκαν… ελιτίστικη τη πρόσκληση του Καβάκου στο Αγρίνιο, πόσοι από εκείνους που ακούν ρεμπέτικα ή ραπ ή «έντεχνο» ή τον Βελισσάρη (ή την μουσική που ακούω κι εγώ ο ίδιος που δεν περιλαμβάνει τα παραπάνω) καταλαβαίνουν πόση δουλειά χρειάζεται για να προσεγγισθεί η οπτική του Καβάκου πάνω στα έργα που θα ακούσουν το βράδυ εκείνοι που βρήκαν εισιτήριο.
Οι εκφράσεις και τα τεχνικά περίπλοκα ζητήματα για την συνεργασία τόσων οργάνων πολύ απλά μας είναι ξένα διότι δεν κρίθηκε ποτέ αναγκαίο να μάθουμε ότι υπάρχει ένα επίπεδο μουσικής πάνω από τα καθημερινά ακούσματά μας. Από τα «ριφ» της κιθάρας μέχρι τους δακτυλισμούς του κλαρίνου στο πανηγύρι, όλα αυτά που ακούμε είναι μισή παρτιτούρα από ένα ολοκληρωμένο έργο κλασσικής μουσικής, τι να κάνουμε τώρα;
Και όλο αυτό απαιτεί δουλειά. Πολύ σκληρή δουλειά, διότι το ταλέντο δεν είναι αρκετό. Είναι σίγουρο πως ο Καβάκος πρέπει να ξεκίνησε ως ταλέντο μαζί με εκατοντάδες άλλους ανά την υφήλιο αλλά κάτι τον παρότρυνε να αφιερωθεί και να είναι ο ένας και μοναδικός πλέον.
Και αναλογικά με την θέση που έχει στο πάνθεον των μουσικών στον κόσμο, δεν είναι και πολύ στριφνός. Για πολύ λιγότερο ταλέντο κι αναγνώριση βλέπουμε κι ακούμε δεκάδες ψώνια κάθε μέρα στη ζωή μας, στις τέχνες, στο θέαμα, στην πολιτική, στις επιστήμες.
Όλη αυτή η κοπιαστική πρόβα που γινόταν σήμερα θα μπορούσε να έχει ελάχιστη σημασία διότι ανάμεσα σε όσους παρακολουθήσαμε την γενική πρόβα ή θα παρακολουθήσουμε το βράδυ την συναυλία ανάθεμα κι αν υπάρχουν δύο ή τρεις που ξέρουν τα τρία μουσικά έργα και πως πρέπει να παιχτούν. Όλο αυτό που είδα και μου έκανε μεγάλη εντύπωση έχει να κάνει με την ανάγκη και την απαίτηση του Καβάκου να παιχτεί η μουσική όπως εκείνος θέλει να την ακούει.
Και αυτό είναι πολύ μεγάλη τιμή για το Αγρίνιο. Δεν έχει τελικά σημασία αν είναι μεγάλο γεγονός ο ερχομός του Καβάκου κι αν δεν ομονοήσαμε ούτε σε αυτό κι αν πήρε ή αν δεν πήρε το κλειδί της πόλης. Ούτε αν η κλασσική μουσική είναι σπουδαιότερη από τα άλλα είδη(ο όρος «άλλες μουσικές» είναι αστείος)ή αν κάποιοι ψωνίζονται με τα κοσμικά γεγονότα ή με το ότι η εργατική τάξη δεν έχει ανάγκη από πνευματικό παντεσπάνι αλλά μόνο από το ψωμοτύρι που την έμαθαν να εκτιμά…
Όχι, αυτό που μετράει είναι πως το Αγρίνιο θα ακούσει Μότσαρτ, Μπάρτοκ και Ντβόρζακ, όπως τους αντιλαμβάνεται ο Καβάκος, γεγονός σπουδαίο από μόνο του!
Και μην αρχίσουμε τώρα τα γνωστά, «ποιος είναι ο Καβάκος» και «’νταξ’ τώρα μην το κάνουμε και θέμα» και «εμένα μου αρέσει ο Στράτος Διονυσίου» και «δεν πάσχει από τέτοια το Αγρίνιο» και «διορισμούς χρειαζόμαστε και λεφτά να πέφτουν στην αγορά με δίκαιη ανάπτυξη» κι άλλα τέτοια βαθυστόχαστα και φιλολαϊκά, έτσι;
Γ.Σ.