25η Μαρτίου σήμερα. Μέρα με πολλαπλά μηνύματα – μηνύματα χαρμόσυνα για τον κόσμο, για την Ελλάδα, για την Ευρώπη – αλλά και μέρα για προβληματισμό και περίσκεψη σε ατομικό και σε συλλογικό επίπεδο.
Αυτή τη μέρα πριν από 2018 χρόνια ο κόσμος έλαβε το χαρμόσυνο άγγελμα – μέσω του θεϊκού μηνύματος που έφερε στην Παναγία Άγγελος Κυρίου για τη γέννηση του Χριστού – ότι ο ίδιος ο Θεός αναλάμβανε πλέον την ευθύνη να καθοδηγήσει την ανθρωπότητα στον σωστό δρόμο. Ένα γεγονός που έμελλε να αλλάξει τον ρου της ιστορίας.
Αυτή τη μέρα πριν από 197 χρόνια, την 25η Μαρτίου 1821, το ελληνικό έθνος έλαβε το πολυπόθητο μήνυμα – μέσω της έναρξης της μεγάλης εθνικοαπελευθερωτικής επανάστασης του ΄21 – ότι θα γίνει πράξη η «αποσταμένη ελπίδα» που δεν ήταν άλλη από την απελευθέρωση από τα δεσμά της δουλείας που το είχε καταδικάσει για τέσσερις και πλέον αιώνες η οθωμανική κατάκτηση.
Ακόμη, αυτή τη μέρα πριν από 61 χρόνια, την 25η Μαρτίου 1957, (κάτι που δεν του δίνουμε και τόση σημασία, αλλά όμως θα έπρεπε), οι λαοί της Ευρώπης, της ηπείρου που έβγαινε αιματοβαμμένη μέσα από δύο καταστροφικούς παγκόσμιους πολέμους που συνέβησαν σε χρονικό διάστημα τριών δεκαετιών μόνο, έλαβαν το μήνυμα της ειρηνικής συνύπαρξης, καθότι αυτή τη μέρα ιδρύθηκε η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, κάτι που έμελλε να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη των πραγμάτων στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο τις επόμενες δεκαετίες ως τις μέρες μας.
—————————————————————————————–
Αναφορικά με το πανανθρώπινο μήνυμα της σημερινής ημέρας, αποτελεί γεγονός αναμφισβήτητο, όχι μόνο για τους χριστιανούς αλλά και για κάθε σκεπτόμενο αλλόθρησκο και για κάθε μελετητή της ιστορίας, ότι η διδασκαλία και η δράση του Ιησού Χριστού σε αυτό το σύντομο χρονικό διάστημα της επίγειας παρουσίας του επέδρασε καθοριστικά στις ιστορικές εξελίξεις, αφού έφερε μια νέα θεώρηση για τη ζωή και τον κόσμο, αντιπροτείνοντας σε σχέση με τα όσα ίσχυαν ως τότε ως το πρωταρχικό μέσο για την καλυτέρευση της ζωής στη γη όχι την εξωτερική δύναμη και την επιβολή αλλά την εσωτερική αλλαγή του ανθρώπου.
Το «αγαπάτε αλλήλους», το κορυφαίο αυτό μήνυμα του Χριστιανισμού, της νέας θρησκείας που ίδρυσε ο Ιησούς Χριστός και η οποία έμελλε να κυριαρχήσει στο διάστημα δύο χιλιετιών στο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου – ένα μήνυμα στο οποίο συνοψίζεται όλη η ουσία του Χριστιανισμού – αποτέλεσε επαναστατικό σύνθημα.
Ένα σύνθημα που λειτούργησε ως έναυσμα για τη μεγαλύτερη επανάσταση όλων των αιώνων. Την επανάσταση αυτή που αναφέρεται στον ψυχισμό του ανθρώπου, στην εσωτερική τελείωση, στην επιδίωξη της «θέωσης» σύμφωνα με τη θεολογική ερμηνεία, δηλαδή της κατανίκησης των ενστίκτων της αρχέγονης φύσης που ο άνθρωπος διαθέτει ως γήινο ον – τα οποία σχετίζονται με τη βία, τη δύναμη, την επιβολή – και την καλλιέργεια των χαρακτηριστικών εκείνων με τα οποία τον προίκισε η φύση, ο ίδιος ο δημιουργός, και που τον διαφοροποιούν από όλα τα άλλα όντα.
Το επαναστατικό μήνυμα της νέας θρησκείας, το οποίο αγκάλιαζε το σύνολο των ανθρώπων και ειδικά τους πιο αδύναμους, η ενσωμάτωση στη συνέχεια σ’ αυτή βασικών αρχών και συμπερασμάτων της ελληνικής φιλοσοφικής σκέψης και η διάδοσή της στην Ευρώπη αρχικά και μέσω των αποικιών σε ολόκληρο τον κόσμο είναι τα στοιχεία εκείνα που την κατέστησαν παγκόσμια θρησκεία.
Το ερώτημα όμως παραμένει και δεν είναι άλλο από το τι φταίει και ο κόσμος δεν έχει αλλάξει στην ουσία και ακόμη σήμερα κυριαρχεί η αρχέγονη φύση του ανθρώπου στη σφαίρα των διαπροσωπικών σχέσεων όσο και των κοινωνιών, δύο χιλιάδες χρόνια μετά τον ερχομό του Χριστού στη γη. Η αλήθεια είναι ότι ο χρόνος αυτός είναι πολύ μικρός γα τα ιστορικά δεδομένα, αλλά αυτό δεν αρκεί ως απάντηση, καθώς όσα χρόνια κι αν περάσουν η κατάσταση δεν θα αλλάξει αν η ανθρωπότητα δεν κάνει πράξη το επαναστατικό μήνυμα του Χριστιανισμού, το «αγαπάτε αλλήλους».
Τρανή χαρακτηριστική απόδειξη αυτού το γεγονός που παρατηρούμε να συμβαίνει στις μέρες μας πολύ πιο έντονα από κάθε άλλη φορά δεν είναι άλλο από την κακή χρήση της τεχνολογίας. Ενώ η τεχνολογία έχει προοδεύσει σε απίστευτο βαθμό και αυτό το γεγονός θα μπορούσε να βελτιώσει θεαματικά τη ζωή όλων των ανθρώπων, εντούτοις τα πράγματα γίνονται κάθε μέρα και χειρότερα αναφορικά με την αξιοπρεπή διαβίωση εκατομμυρίων ανθρώπων και παρατηρούμε τις ανισότητες να διευρύνονται λόγω της υπερσυσσώρευσης του πλούτου στα χέρια όλο και πιο λίγων, ενώ συνάμα το φυσικό περιβάλλον να καταστρέφεται και να υπάρχει σοβαρός κίνδυνος ολοκληρωτικής καταστροφής της ανθρωπότητας λόγω της υπερσυσσώρευσης όπλων μαζικής καταστροφής.
΄Αραγε, το σημερινό πανανθρώπινο μήνυμα για τον ερχομό του Χριστού στη γη παραμένει επίκαιρο 2.018 χρόνια τώρα και μένει στην ανθρωπότητα να το υιοθετήσει στο σύνολό της, ώστε να φανούν και τα ευνοϊκά αποτελέσματά του στον κόσμο.
—————————————————————————————-
Αναφορικά με το πανευρωπαϊκό μήνυμα της μέρας αυτής, το οποίο αναφέρεται στην ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, η οποία έχει μετεξελιχθεί από οικονομική σε κοινωνική ένωση με τη γνωστή σε όλους πλέον επωνυμία Ευρωπαϊκή Ένωση, πρόκειται πράγματι για κάτι που σηματοδοτεί ένα μεγαλεπήβολο εγχείρημα. Η αλήθεια είναι ότι η πολυπλοκότητα των σύγχρονων απειλών, η διεθνοποίηση της οικονομίας και ο έντονος ανταγωνισμός σε πλανητικό επίπεδο είναι τα στοιχεία εκείνα που καθιστούν αδύνατη την αντιμετώπισή τους από κάθε χώρα χωριστά. Οπότε, η μοναδική λύση είναι οι Ευρωπαϊκοί λαοί να ενώσουν τις δυνάμεις τους. Στις σύγχρονες συνθήκες η Ευρώπη είναι η οικογένεια όλων μας. Δεν έχουμε πού αλλού να πάμε. Η λύση στα σύγχρονα προβλήματα είναι η εμβάθυνση της συνεργασίας των λαών στο πλαίσιο της Ενωμένης Ευρώπης.
Το ερώτημα που γεννιέται εδώ αν αυτό μπορεί να γίνει δεδομένης και της βαθιάς κρίσης που διέρχεται το ευρωπαϊκό εγχείρημα αυτή την περίοδο. Χαρακτηριστικά είναι εδώ τα λόγια του ισπανού Πανεπιστημιακού, και ηγέτη του κόμματος Podemos, Πάμπλο Ιγκλέσιας, σύμφωνα με τον οποίο «Η απάντηση στην κρίση που σοβεί στη Γηραιά ΄Ηπειρο έχει νόημα μόνο αν διεκδικεί, από τη βάση των πολιτών, έναν νέο ευρωπαϊσμό, θεμελιωμένο στις μεγάλες παραδόσεις της ιταλικής Αναγέννησης, του γαλλικού Διαφωτισμού και των πικρών διδαχών που άφησε πίσω του ο 20ός αιώνας. Στον αντίποδα καραδοκούν ο εθνικισμός, ο απομονωτισμός, ο ρατσισμός, ο διαδικτυακός αυτισμός, οι κλειστοφοβικές οικονομίες, τα γκετοποιημένα προάστια των μεγαλουπόλεων, οι Μεσσίες και η λωτοφαγία του λαϊκισμού».
Το αν η Ευρώπη θα γίνει κάποια στιγμή πραγματικά Ενωμένη – με την έννοια του βάθους που συνεπάγεται μια τέτοια έκφραση – αυτό αποτελεί ένα μεγάλο στοίχημα, που είναι πολύ νωρίς ακόμη για να ξέρουμε αν μπορεί να κερδηθεί, καθώς τα 61 χρόνια από τη στιγμή που επιχειρήθηκε να ξεκινήσει κάτι τέτοιο είναι πολύ λίγα για να δούμε απτά αποτελέσματα. Ο χρονικός ορίζοντας των λίγων δεκαετιών που διαρκεί ως τώρα αυτό το πρωτόγνωρο ιστορικό εγχείρημα είναι πολύ μικρός για τα ιστορικά δεδομένα για ν’ αποδώσει καρπούς. Όμως ο δρόμος είναι ένας και είναι μονόδρομος. Ή η Ευρώπη θα ενώσει τις δυνάμεις της και θα ζήσουν οι λαοί της καλύτερες μέρες ή θα βιώσουν τη σκληρή μοίρα που βίωσαν πολλές φορές στο παρελθόν έως και πιο πρόσφατα.
Η ενωμένη Ευρώπη αποτελεί τη Μεγάλη Ιδέα της εποχής μας και για την Ελλάδα μεταξύ των άλλων. Μπορεί το όραμα της Μεγάλης Ιδέας των Ελλήνων, (της ιδέας για επανασύσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας), να θάφτηκε στην άμμο της Αρμυράς Ερήμου και στο Εσκί Σεχίρ στα βάθη της Μικράς Ασίας και να πνίγηκε στα νερά του λιμανιού της Σμύρνης το 1922, ωστόσο αποτέλεσε εκείνο το στοιχείο που συνεπήρε τους Έλληνες και οδήγησε στην επανάκτηση του μεγαλύτερου μέρους του κύριου κορμού της Ελλάδας και με την ανταλλαγή των πληθυσμών μετά την Μικρασιατική Εκστρατεία είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός σχεδόν αμιγώς εθνικού κράτους σε ποσοστά μάλιστα σχεδόν απόλυτα και ασύγκριτα καλύτερα από όλα τα διεθνή δεδομένα.
Όπως τότε, έτσι και σήμερα η Μεγάλη Ιδέα της εποχής πρέπει να συνεγείρει τον ελληνισμό. Μια ιδέα ειρηνική αυτή τη φορά, που σχετίζεται με την οικονομική ανάπτυξη, την κοινωνική απελευθέρωση, την άνοδο του βιοτικού και μορφωτικού επιπέδου, την επανένταξη της Ελλάδας στους θεσμούς του προηγμένου κόσμου της Δύσης, που στηρίχθηκαν στις ιδέες που πρωτοεμφανίστηκαν στην Ελλάδα και που κληροδοτήθηκαν στη Δύση, απ’ όπου η ίδια αποσπάστηκε βίαια λόγω της οθωμανικής κατάκτησης.
Μια ιδέα που αξίζει να διεκδικήσουμε καλύτερα την πραγμάτωσή της, καθώς συνιστά τον ασφαλέστερο δρόμο για τη διασφάλιση του μέλλοντος των επόμενων γενεών. Αξίζει να προσπαθήσουμε περισσότερο όλοι μαζί οι ευρωπαϊκοί λαοί. Έχουμε χρέος να καλλιεργήσουμε την ταυτότητα του αυριανού Ευρωπαίου Πολίτη μιας ευνομούμενης υπερεθνικής, οικονομικής και πολιτικής ενότητας που κυοφορείται και χτίζεται στα πλαίσια της σύνθεσης των κοινών αρχών και αξιών.
Ο ελληνισμός μπορεί να θριαμβεύσει μέσα σε μια υπερεθνική ενότητα, γιατί ο ελληνικός πολιτισμός είναι πολιτισμός ανοικτός και τα μηνύματα που εκπέμπει είναι πανανθρώπινα και διαχρονικά. Η πορεία δεν είναι προδιαγεγραμμένη ούτε ευθεία ούτε μόνιμα ανοδική. Θα χρειαστεί μεγάλο χρονικό διάστημα, που θα επεκταθεί στο χρόνο ζωής πολλών γενεών για να φτάσει στην ολοκλήρωση του σκοπού της και θα υπάρξουν περίοδοι προόδου αλλά και οπισθοδρόμησης. Όμως, αποτελεί στοίχημα για τους λαούς της Ευρώπης, στοίχημα στην πραγμάτωση του οποίου δεν μπορεί να μην συμμετέχει η χώρα μας από την πρώτη γραμμή του αγώνα.
Το οφείλουμε, εξάλλου, εμείς περισσότερο ως Έλληνες στους προγόνους μας, το χρωστάμε στη γενιά του ΄21 που σήμερα τιμάμε, τη γενιά που θυσιάστηκε για να απολαμβάνουμε εμείς την πολιτική ελευθερία και τα δικαιώματα που σήμερα έχουμε. Το οφείλουμε στις επόμενες γενιές.
—————————————————————————————-
Άφησα για το τέλος το μήνυμα που είναι πιο έντονα φορτισμένο για τον ελληνισμό. Το μήνυμα που εκπέμπει, και δικαίως, η επανάσταση του 1821, η οποία δεν αποτελεί μόνο στρατιωτικό γεγονός πανευρωπαϊκής ακτινοβολίας αλλά συνιστά τον πνευματικό αγώνα ενός λαού που πιστεύει στην αξία της ιδέας και υπηρετεί σε όλες τις εποχές, τις ακατάλυτες αρχές της ελευθερίας και της Αρετής.
Αναφορικά με το πανελλήνιο μήνυμα της σημερινής ημέρας, λοιπόν, το μήνυμα της εθνικής παλιγγενεσίας μετά την πολύχρονη υποδούλωση στον βάρβαρο Ασιάτη δυνάστη, έχει τη δική του ξεχωριστή και ιδιαίτερα βαρύνουσα σημασία.
Κι αυτό γιατί σχετίζεται με τον αγώνα που οδήγησε στη δημιουργία του νέου ελληνικού κράτους, το οποίο δημιουργήθηκε για πρώτη φορά ως εθνικό κράτος, και όχι με τη μορφή πολυεθνικής αυτοκρατορίας, μετά από σχεδόν δύο χιλιετίες από τότε που η Ελλάδα κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους, το 146 π.Χ. ή – να ειπωθεί αλλιώς – ενός κράτους στο οποίο οι Έλληνες αποκτούσαν και πάλι κυριαρχία επί της περιοχής όπου διαβιούσαν, μετά από τέσσερις αιώνες από την κατάλυση της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Τα γεγονότα της επανάστασης γνωστά και χιλιοειπωμένα, που ίσως καταλήγει να είναι και κουραστικό να λέγονται και να ξαναλέγονται, συχνά μάλιστα εμπλουτισμένα με περισπούδαστα λόγια και λεπτομερείς αναλύσεις – που εκφεύγουν ενίοτε αμφότερα από τον κύριο στόχο – που δεν είναι άλλος από τη μετάδοση μηνυμάτων για το σήμερα. Μηνυμάτων που αντλούνται από τα τιμώμενα γεγονότα της ημέρας. Γι’ αυτό, η επιλογή αυτή τη φορά είναι να μην ειπωθεί τίποτα γι’ αυτά – ώστε να αποφευχθεί άσκοπη κούραση – αλλά να επικεντρωθούμε στα πολλαπλά μηνύματα της μέρας. Κάτι, εξάλλου, που αποτελεί περισσότερο χρηστική συνεισφορά στη σημερινή γιορτή.
Να ειπωθεί μόνο ένα πράγμα, από το οποίο προκύπτει το μέγεθος της θυσίας της γενιάς του ΄21. Με το τέλος της επανάστασης, η οποία διήρκεσε εννιά χρόνια, οι νεκροί εξαιτίας του πολέμου ανέρχονταν στο ένα τρίτο του πληθυσμού των επαναστατημένων περιοχών. Σαν να λέμε ότι ένα χωριό με πληθυσμό περί τις 3.000 κατοίκους μετρούσε με το τελείωμα της επανάστασης κάπου χίλιους νεκρούς, χωρίς να συνυπολογιστούν σ’ αυτό οι τραυματίες και οι τεράστιες υλικές καταστροφές.
Μια θυσία των προγόνων μας πολύ μεγαλύτερη των θυσιών στις οποίες εμείς σήμερα καλούμαστε να ανταποκριθούμε και η οποία καθορίζει και το μέγεθος της αναγκαίας δικής μας ευθύνης έναντι των σύγχρονων προκλήσεων. Προκλήσεων μεγάλων και σε πολλά επίπεδα. Αλλά ας περιοριστούμε εδώ σε δύο από αυτά. Τα σημαντικότερα, τα οποία μάλιστα είναι αλληλεξαρτώμενα. Το ένα που έχει να κάνει – με τι άλλο άραγε – παρά με το ξεπέρασμα της κρίσης που διέρχεται η χώρα μας για μακρό χρονικό διάστημα και το άλλο που σχετίζεται με την προάσπιση της ακεραιότητας του εθνικού μας χώρου, κάτι που δυστυχώς φαίνεται ότι αποτελεί στην τρέχουσα συγκυρία πρώτιστη προτεραιότητα για την Ελλάδα και τους Έλληνες.
Αναφορικά με την κρίση που διέρχεται η χώρα μας, πρέπει να πούμε ότι είναι κρίση κατά βάση ηθική, είναι κρίση αξιών και γι’ αυτό πρέπει να σκύψουμε στη ρίζα του προβλήματος. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε η σοβαρή οικονομική, κοινωνική και πολιτική κρίση που διέρχεται η χώρα μας αυτή την περίοδο και επηρεάζει με δραματικό τρόπο αρνητικά τη ζωή μας, να διαλύσει την κοινωνία και να τη μετατρέψει σε ακυβέρνητο καράβι, γιατί τότε τα αποτελέσματα θα είναι τραγικά. Αντίθετα, πρέπει να θεωρήσουμε την κρίση ως ευκαιρία για την οικοδόμηση μιας καλύτερης κοινωνίας. Ως ευκαιρία να αποτινάξουμε ό,τι μας οδήγησε σ’ αυτή.
Αλλά, για να συμβεί αυτό, πρέπει να γίνουμε πιο υπεύθυνοι πολίτες, να ξαναβρούμε τις χαμένες αξίες του πολιτισμού μας, την αλληλεγγύη και την ανθρωπιά, να αποβάλουμε το προσωπικό βόλεμα ως στάση ζωής, να καλλιεργήσουμε την αυτενέργεια, την πρωτοβουλία, τη φαντασία και την πρωτοτυπία. Να αντιτάξουμε την εργατικότητα απέναντι στη νωθρότητα, τον ορθολογισμό απέναντι στην απερισκεψία, το συλλογικό πνεύμα απέναντι στο ατομισμό, τον λιτοδίαιτο βίο απέναντι στον άκρατο καταναλωτισμό. Να αποβάλουμε τη νοοτροπία της ήσσονος προσπάθειας που καλλιεργήθηκε ως στάση ζωής καθώς και όλες εκείνες τις συνήθειες, τις στάσεις ζωής και τις νοοτροπίες που μας οδήγησαν στη λανθασμένη νοοτροπία.
Δεν πρέπει να αντιμετωπίζουμε το κράτος ως εχθρό αλλά ως βασική συνιστώσα της κοινωνικής ζωής, να το σεβόμαστε και να αποδίδουμε μέχρι κεραίας τους φόρους που υποχρεούμαστε να καταβάλλουμε αναλόγως της φοροδοτικής ικανότητας καθενός, να συμμετέχουμε στα κοινά, να επιλέγουμε τους εκπροσώπους μας σε όλες τις δομές της διοίκησης, από την τοπική κοινότητα ως την κεντρική διοίκηση, με κριτήρια καταλληλότητας, εντιμότητας και αποτελεσματικότητας και ικανότητας για την υπηρέτηση του γενικού συμφέροντος και όχι με κριτήρια προσωπικής ή συντεχνιακής εξυπηρέτησης.
Πρέπει στο σημερινό γίγνεσθαι της χώρας μας, όπου κυριαρχεί, κατά γενική εκτίμηση, ο ατομικισμός, που είναι ο κύριος υπεύθυνος για τα δεινά της οικονομικής κρίσης που βιώνουμε, να αλλάξουμε νοοτροπία. Να αγαπήσουμε περισσότερο τον συνάνθρωπό μας και την πατρίδα μας και να απαιτήσουμε κοινωνική δικαιοσύνη. Να απαιτήσουμε από το κράτος να γίνει πιο αποτελεσματικό και πιο δίκαιο, αλλά και ως πολίτες να ανταποκρινόμαστε στις υποχρεώσεις μας έναντι του κράτους. Δεν είναι δυνατό, για παράδειγμα, η χώρα να βρίσκεται σε χρεοκοπία, μεγάλο μέρος του πληθυσμού να δυστυχεί και μια μικρή μερίδα του πληθυσμού, και μάλιστα η πιο εύπορη, να φοροδιαφεύγει συστηματικά κι ακόμη να φυγαδεύει στο εξωτερικό τα πλούτη, που συνήθως αποκρύπτει από τη φορολογία, εκμεταλλευόμενη μια ανεπαρκή κρατική μηχανή, αδιαφορώντας για τις αρνητικές παρενέργειες μιας τέτοιας ενέργειας για το κοινωνικό σύνολο και τα βάρη της οικονομικής κρίσης να φορτώνονται στις πλάτες των πιο αδύναμων.
Κι ας μη βάζουμε πάντα μπροστά το τι κάνει η πατρίδα για μας αλλά το τι κάνουμε εμείς για την πατρίδα. Εδώ καθίσταται επίκαιρος ο λόγος του Καζαντζάκη, που πρέπει να έχουμε στον νου μας αναφορικά με το χρέος μας στην κοινωνία: «Ποιος είναι ο σκοπός σου; Να μάχεσαι να πιαστείς στέρεα από το κλαρί, κι είτε σα φύλλο, είτε σαν άνθος, είτε σαν καρπός να σαλεύει μέσα σου, ν’ ανανεώνεται και ν’ αναπνέει αλάκερο το δέντρο. Το πρώτο σου χρέος, εχτελώντας τη θητεία σου στη ράτσα, είναι να νιώσεις μέσα σου όλους τους πρόγονους. Το δεύτερο, να φωτίσεις την ορμή τους και να συνεχίσεις το έργο τους. Το τρίτο σου χρέος, να παραδώσεις στο γιο τη μεγάλη εντολή να σε ξεπεράσει».
Ας φροντίσουμε λοιπόν να οικοδομήσουμε μια πιο δίκαιη κοινωνία. Ας φροντίσουμε να κάνουμε πράξη τους στίχους του μεγάλου μας ποιητή, του Γιάννη Ρίτσου «Σε τούτα εδώ, τα μάρμαρα, κακιά σκουριά δεν πιάνει!».
Κι ας πάμε στο δεύτερο μεγάλο ζήτημα, το οποίο προβάλλει επιτακτικά λόγω των συνθηκών ως το πιο σοβαρό από όλα, πολύ περισσότερο και από την οικονομική κρίση και που σχετίζεται με την αναγκαιότητα αποτροπής της πιθανότητας για ακρωτηριασμό της Ελλάδας.
Ποια είναι, λοιπόν, σήμερα η κατάσταση στην περιοχή μας και τι πρέπει να κάνουμε εμείς; Αυτό είναι το πρωτεύον ερώτημα στο οποίο θα επιχειρηθεί στη συνέχεια μια σύντομη εμπεριστατωμένη αναφορά.
Οι ανατρεπτικές αλλαγές στο ευρύτερο γεωπολιτικό περιβάλλον της Ευρώπης και της χώρας μας και ο οικονομικός ανταγωνισμός διεθνώς έχουν προκαλέσει έντονες αναταραχές στην περιοχή, οι οποίες θα συνεχιστούν για πολύ ακόμη. Μία από αυτές, και η οποία αφορά τη χώρα μας εντονότερα από κάθε άλλη, είναι η αναταραχή που παρατηρείται στη γειτονική μας χώρα, την Τουρκία.
Μια χώρα, όπου, παρά την αμφιλεγόμενη για πολλούς προσπάθεια της τουρκικής κοινωνίας για εκσυγχρονισμό των δομών της στο διάστημα του ενός αιώνα σχεδόν που μεσολάβησε από την ίδρυση του νεότερου Τουρκικού κράτους το 1923, το μακράς διάρκειας οθωμανικό παρελθόν της, το οποίο κρατιόταν επιμελώς κρυμμένο – μάλλον τιθασευμένο – αυτά τα χρόνια, αναδύεται και πάλι στην επιφάνεια και καθίσταται κυρίαρχο χαρακτηριστικό αυτού του κράτους. Η επιθετικότητα, ο παρασιτισμός, η βαρβαρότητα, η πλήρης απουσία οποιασδήποτε αίσθησης δικαίου, στοιχεία τα οποία χαρακτήριζαν ανέκαθεν την τουρκική φυλή έχουν υπερφαλαγγίσει τις όποιες προσπάθειες εκδυτικισμού – εκσυγχρονισμού της χώρας αυτής από μέρος της τουρκικής κοινωνίας και τείνουν να αποτελέσουν κυρίαρχα χαρακτηριστικά στις σχέσεις της Τουρκίας με τον έξω κόσμο.
Η πολιτική ηγεσία της χώρας αυτής, λοιπόν, επανέρχεται στην «επεκτατική στρατηγική διαρκείας». Συγκεκριμένα, δημιουργεί τετελεσμένα μικρά ή μεγάλα, τα οποία κυμαίνονται από την εισβολή σε άλλη χώρα μέχρι τις συλλήψεις ξένων πολιτών στο έδαφός της, και τα τετελεσμένα αυτά τα χρησιμοποιεί ως βάση διαπραγμάτευσης. Συγχρόνως, καλλιεργεί και οργανώνει ισλαμοτουρκικά προγεφυρώματα στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εκβιάζει με το προσφυγικό ζήτημα και με όποιον άλλο τρόπο έχει στη διάθεσή της κάθε φορά, ενώ αναφορικά με τη χώρα μας κλιμακώνει τις απαιτήσεις της έναντι της εθνικής της κυριαρχίας, αμφισβητώντας ευθέως και απροκάλυπτα δικαιώματα τόσο στο έδαφος όσο και στον θαλάσσιο και στον εναέριο χώρο, πράγμα που εκφράζεται με πολλαπλούς τρόπους, όπως είναι γνωστό. Έφτασε στο σημείο, μάλιστα, να απαιτεί αναθεώρηση της Διεθνούς Συνθήκης των Σεβρών, με την οποία καθορίζονται τα σύνορα και της Τουρκίας μεταξύ άλλων, σε βάρος των όμορων χωρών, εννοείται και φυσικά και της χώρας μας.
Απέναντι σ’ αυτή την πολιτική της Τουρκίας, η οποία εκφράζει τη μεγάλη πλειοψηφία του πολιτικού της συστήματος, τόσο της συμπολίτευσης όσο και της αντιπολίτευσης, δεν έχει ορθωθεί εμπόδιο μέχρι στιγμής ούτε από την Ευρωπαϊκή Ένωση ούτε από Διεθνείς Οργανισμούς και ακολουθείται η πολιτική κατευνασμού, η οποία εκλαμβάνεται από την Τουρκία ως αδυναμία και την οδηγεί σε ακόμη μεγαλύτερη αποθράσυνση. Η Τουρκία μεταβάλλεται μέρα με τη μέρα από κοσμικό, δυτικόστροφο κράτος σε ισλαμοφασιστική δικτατορία – βλέπουμε καταστάσεις παρεμφερείς με αυτές που συνέβαιναν στη Γερμανία του Χίτλερ πριν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο – και όλο αυτό δεν μπορεί παρά να τελειώσει κάποια στιγμή μόνο με τη βία. Βία όμως σημαίνει πόλεμος και πόλεμος συμφορές. Είναι κάτι που ο καθένας σίγουρα απεύχεται, αλλά και δεν γίνεται να τον αποφύγει όταν δέχεται επίθεση και οι καταστάσεις στην περιοχή μας δείχνουν ότι είναι μάλλον απίθανο να αποφευχθεί πολεμική εμπλοκή της χώρας μας με την Τουρκία στο προσεχές χρονικό διάστημα, βραχυπρόθεσμο ή μεσοπρόθεσμο.
Ούτε είναι σώφρον να επαναπαυόμαστε στο ότι η Τουρκία δεν θα ξεκινήσει τον πόλεμο γιατί βάσει λογικής και λόγω των πολλαπλών αντιφάσεων στο εσωτερικό της δεν μπορεί να μην εκτιμά ότι κάτι τέτοιο θα αποβεί σε βάρος της στο τέλος και θα την οδηγήσει στη διάλυσή της, καθώς όπως πολλές φορές οι εξελίξεις στα δημόσια πράγματα δεν δρομολογούνται βάσει της ψυχρής λογικής από τους πρωταγωνιστές τους.
Ο τρόπος αντίδρασης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Διεθνών Οργανισμών είναι χλιαρός και χαρακτηρίζεται από την τακτική του κατευνασμού. Η Ελλάδα όμως δεν έχει περιθώρια ν’ ακολουθήσει την ίδια τακτική για πολύ ακόμη, καθώς απειλείται άμεσα και πολλαπλώς. Η λύση, βέβαια, έναντι της τακτικής του κατευνασμού δεν είναι ο τυχοδιωκτισμός ή η επικίνδυνη «μαγκιά» της ρητορείας. Η λύση είναι η ισχυρή αποτρεπτική δύναμη, ένας αποτελεσματικός στρατός με άλλα λόγια, στοιχείο που θα αποτελεί αντικίνητρο για κάθε επίδοξο εισβολέα. Και όχι μόνο αυτό.
Απαιτείται να εφαρμοστεί μια ευρεία στρατηγική αποτροπής, η οποία θα βασίζεται στη φράση «είμαστε στο εμείς και όχι στο εγώ», μια φράση βγαλμένη απ’ τα χείλη ενός αγνού αγωνιστή της επανάστασης, του Γιάννη Μακρυγιάννη. Λόγια που συμπυκνώνουν την ουσία της σωστής συμπεριφοράς του ανθρώπου έναντι της κοινωνίας διαχρονικά, καθώς αντιπαραβάλλεται η αξία της συλλογικότητας έναντι του ατομικισμού. Μια αλήθεια που ξεχάστηκε τους ύστερους αιώνες του Βυζαντίου από το σύνολο της κοινωνίας (διοικούντες και διοικούμενους), πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα την παρακμή της κοινωνίας εκείνης και τελικά την κατάκτησή της από τις νομαδικές φυλές των Στεπών της Κεντρικής Ασίας, οι οποίες αποτελούσαν ασήμαντες πληθυσμιακές ομάδες, που σε κανονικές συνθήκες δεν υπήρχε περίπτωση όχι μόνο να κατακτήσουν τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία αλλά ούτε καν να θεωρηθούν σοβαρή απειλή γι’ αυτή.
Πρωταρχικά, λοιπόν, δίνουμε σημασία στο τι αλλάζουμε «εμείς» στη χώρα μας, καθώς το «εμείς» σημαίνει εθνικό αναστοχασμό που θα οδηγήσει σε ισχυρή εθνική ταυτότητα και επομένως στη δημιουργία ισχυρού εθνικού μετώπου. Εθνική ταυτότητα που θα συνδέει το παρελθόν με μεγάλους και ευγενείς στόχους για την πρωτοπορία στη νέα εποχή με ισχυρούς θεσμούς, αλλαγή του παρωχημένου παραγωγικού μοντέλου της χώρας μας, εθνική ομοψυχία τόσο σε επίπεδο πολιτικής ηγεσίας όσο και σ’ αυτό της ίδιας της κοινωνίας, σύναψη ισχυρών συμμαχιών με άλλα κράτη και ισχυρή αποφασιστικότητα εκ μέρους των πολιτών για προάσπιση της χώρας έναντι οποιασδήποτε επιθετικής ενέργειας. Τα δύσκολα είναι μπροστά μας και επί μακρόν. Το νέο περιβάλλον είναι εξαιρετικά σύνθετο, μεταβαλλόμενο και απαιτεί εθνική ισχύ και ισχυρές συμμαχίες.
Πρέπει, μάλιστα, να γνωρίζουμε ότι σε οποιαδήποτε περίπτωση επίθεσης θα κληθούμε να τα βγάλουμε πέρα με ίδιες δυνάμεις και όποια βοήθεια προκύψει – εάν προκύψει κάτι τέτοιο – θα έρθει αργότερα και εφόσον ανταποκρινόμαστε επαρκώς αμυνόμενοι. Αυτό, εξάλλου, μας διδάσκει και η ιστορία της ελληνικής επανάστασης που γιορτάζουμε σήμερα. Η επανάσταση αποδείχθηκε νικηφόρα γιατί οι Έλληνες ήταν αποφασισμένοι να ελευθερωθούν έναντι πάσης θυσίας. Το σύνθημά τους, εξάλλου, «ελευθερία ή θάνατος», αυτό υποδήλωνε. Η εξωτερική βοήθεια, η οποία απέβη καθοριστική για τη θετική έκβαση της επανάστασης – όπως αυτή εκδηλώθηκε τόσο με τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου όσο και με το σύνολο των διπλωματικών μέσων που οδήγησαν τελικά στη δημιουργία του ελληνικού κράτους – ήρθε πολύ αργότερα.
Γι’ αυτό πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι ανά πάσα στιγμή να υπερασπιστούμε την εθνική μας κυριαρχία, καταβάλλοντας όποιες θυσίες απαιτηθούν. Αποτρεπτική δύναμη στην ευρωπαϊκή οικογένεια που ανήκουμε – «Ευρωστρατός» να το πούμε αλλιώς – δεν υπάρχει ούτε διαφαίνεται τέτοιο ενδεχόμενο προς το παρόν τουλάχιστον αλλά ούτε και διάθεση εκ μέρους των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αναλάβουν την επίλυση του προβλήματος αυτού από κοινού με την Ελλάδα. Οπότε το βάρος θα πρέπει να το επωμιστούμε ολόκληρο, τουλάχιστο στην αρχή και στη συνέχεια ίσως δεχθούμε βοήθεια και από άλλους, αν και εφόσον, βέβαια, εξυπηρετούνται και δικά τους συμφέροντα. Αυτή είναι η μοίρα της Ελλάδας ανέκαθεν. Να «φυλάττει Θερμοπύλες» έναντι κάθε μορφής ολοκληρωτισμού. Το παράδειγμα του τιτάνιου αγώνα των αγωνιστών του ΄21 και των υπέρμετρων θυσιών που υπέστησαν οι πρόγονοί μας για να είμαστε εμείς ελεύθεροι πρέπει να κατευθύνει τις σκέψεις και τις ενέργειές μας και χωρίς φόβο και πανικό να πράξουμε κι εμείς αντίστοιχα το καθήκον μας, εφόσον χρειαστεί. Και δεν είναι μόνο ο κίνδυνος από την Τουρκία αλλά και οι γενικότερες ανακατατάξεις στο γεωπολιτικό πεδίο που δημιουργούν απειλές πολέμου στην περιοχή μας.
Δεν πρέπει να μας διαφεύγει όμως η τραγική αλήθεια που περιλαμβάνεται στο εκπληκτικό τραγούδι «Κεμάλ» του Μάνου Χατζιδάκι, όπου ο ήρωας του τραγουδιού, ο άραβας πρίγκιπας που ανάλωσε τη ζωή του στην προστασία των αδυνάτων, καταλήγει στην κρεμάλα και φτάνει στο τέλος να ακούει από το στόμα του ίδιου του Θεού του την πικρή συμβουλή: “Νικημένο μου ξεφτέρι δεν αλλάζουν οι καιροί, με φωτιά και με μαχαίρι, πάντα ο κόσμος προχωρεί”. Και καταλήγει το τραγούδι ως εξής: “Καληνύχτα Κεμάλ, αυτός ο κόσμος δε θα αλλάξει ποτέ… Καληνύχτα, Κεμάλ.”
Ας είμαστε έτοιμοι, λοιπόν, και μακάρι να μη χρειαστεί!! Ποιος δεν το εύχεται;
(Το κείμενο αυτό αποτέλεσε τον πανηγυρικό της ημέρας, ο οποίος εκφωνήθηκε κατά τη δοξολογία της 25ης Μαρτίου 2018 στον ενοριακό ναό Δοκιμίου)
Νίκος Κωστακόπουλος
(Εκπαιδευτικός – Δημοτικός Σύμβουλος Θέρμου)