Κάποιες ιστορίες λαογραφικού χαρακτήρα είναι ριζωμένες στη συλλογική μνήμη, και μοιάζουν ακλόνητες. Μια από αυτές τις ιστορίες, έχει να κάνει με την ανακάλυψη του καφέ φραπέ, στην έκθεση Θεσσαλονίκης, σε μια στιγμή που η ανάγκη για λίγη δροσιά, προκάλεσε εφευρετικότητα. Η ιστορία της εφεύρεσης του φραπέ θα μπορούσε κάλλιστα να έχει γίνει αφορμή για μυθοπλασία στο Netflix.
Ας θυμηθούμε τι είχε πει ο Δημήτρης Βακόνδιος:
«Στην έκθεση Θεσσαλονίκης το 1957, δούλευα στο περίπτερο της Νεστλέ. Λέω, δεν φτιάχνω έναν κρύο νεσκαφέ στο σέικερ που προορίζεται για το κακάο, να δω τι θα βγει; Μου λέρωσε το κοστούμι, αλλά έτσι γεννήθηκε ο φραπέ! Από την αρχή ο κόσμος τον είδε σαν αναψυκτικό. Λέγανε: η μπίρα είναι μισό ποτήρι αφρός και κοστίζει 8 δραχμές. Αυτός ο καφές είναι επίσης μισός αφρός, αλλά κοστίζει 7 δραχμές. Οπότε…»
Και μια ανατροπή
Μια «ανασκαφή» στο site Retromaniax, μας φέρνει μπρος στην ταινία «Προπαντός Ψυχραιμία», μια κωμωδία του 1951, με τους Φωτόπουλο—Ηλιόπουλο. Στην ταινία, ο Ηλιοπουλος κάνει ευθεία αναφορά στον «καφέ φραπέ» που παρασκεύαζε με σέικερ στο ζαχαροπλαστείο Παυλίδη στην Πλ. Αμερικής.
Μαθαίνουμε πως στις αρχές της δεκαετίας του 1950, η πλατειά Αμερικής ήταν μια περιοχή όπου ζευγάρια και παρέες από υψηλά κοινωνικά στρώματα της Αθήνας έκαναν τις βόλτες τους, κα πως το ζαχαροπλαστείο Παυλίδη ειδικευόταν στο να παρασκευάσει στο σέικερ (γαλλικής προέλευσης, τίποτα τυχαίο) ροφήματα με βάση τα φρούτα, τον καφέ και τη σοκολάτα.
Και ο Λέντζος στο Παγκράτι
Έγινε τραγούδι από τον Δημήτρη Κοντογιάννη («Καθόμουνα στου Λέντζου»), αλλά κυρίως, έγινε στέκι για παρέες και ζευγάρια που έκαναν τις βόλτες τους στο Παγκράτι και πέριξ, και είχαν FOMO για καλό καφέ, κυρίως φραπέ. Ο ίδιος ο Λέντζος σε συνεντεύξεις έχει διηγηθεί πως ξεκίνησε να φτιάχνει φραπέ.
«Το μαγαζί ξεκίνησε ως ζαχαροπλαστείο πολυτελείας το 1964. Φτιάχναμε πολύ ωραίες πάστες και τις παράγγελνε ο κόσμος μαζί με το καφεδάκι του. Μια ημέρα είχα μπει πίσω από τον μπουφέ επειδή έλειπε μια κοπέλα με άδεια. Εκεί που καθόμουν πειραματιζόμουν και μου ήρθε η ιδέα να ανακατέψω στο μίξερ τον καφέ με διαφορετική δοσολογία. Αυτό ήταν! Ο πρώτος φραπέ α λα Λέντζος σερβιρίστηκε και από τότε έγινε ανάρπαστος».
«Από το 1965 που άνοιξα, μέχρι το 1971», έλεγε «έφτιαχνα τον φραπέ στο σέικερ. Τότε είναι που αγόρασα το πιο δυνατό μίξερ Μπράουν και τελειοποίησα τη συνταγή του καλού φραπέ. Το ίδιο μίξερ έχουν και άλλα μαγαζιά, αλλά τσιγκουνεύονται τη δόση. Στη χονδρική συσκευασία νεσκαφέ των 2,5 κιλών που αγοράζουν όλες οι καφετέριες, η εφορία υπολογίζει ότι αντιστοιχούν 1.000 δόσεις καφέ.
Εγώ δεν βγάζω ούτε 400! Ετοιμάζω ένα γλυκό μείγμα και για τον μέτριο προσθέτω έξτρα καφέ από πάνω. Οι πελάτες ζητάνε τον έξτρα καφέ, γι’ αυτό τους πιάνει καμιά φορά και το στομάχι τους!»
Μια εξήγηση
Ο στιγμιαίος καφές ανακαλύφθηκε δεκαετίες πριν, ενώ και τα ροφήματα τύπου φραπέ (σε σέικερ, με αρκετό πάγο) εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930. Είναι αρκετά πιθανό λοιπόν, να ξεκίνησαν να πειραματίζονται στο ζαχαροπλαστείο Παυλίδης στην Αθήνα, με ροφήματα στιγμιαίου καφέ παγωμένα, και αυτή η διαδικασία «πειραματισμού» να έφτασε σε μια τελική μορφή με τον Βακόνδιο στην Έκθεση Θεσσαλονίκης, και σε μια «απογείωση» με τον Λέντζο στο Παγκράτι, το 1965.
Γιάννης Δημητρέλλος – reader.gr