H ΒΙΑΜΑΞ άφησε σίγουρα το στίγμα της παρουσίας της στο κλάδο της παραγωγής οχημάτων της χώρας μας, αποτελώντας μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες του είδους στην ιστορία της Ελλάδα
Διακαή πόθο συνεχίζει να αποτελεί για μια μεγάλη μερίδα Ελλήνων η παρουσία της χώρας μας στη λίστα με τα κράτη που διαδραματίζουν σημαίνοντα ρόλο στα αυτοκινητικά δρώμενα, δραστηριοποιούμενα στον κλάδο της παραγωγής οχημάτων.
Σίγουρα, αυτή τη στιγμή οι λέξεις «Ελλάδα» και «αυτοκινητοβιομηχανία» δεν μπορούν να μπουν στην ίδια πρόταση. Αυτό, ωστόσο, δεν είναι ικανό να διαγράψει το παρελθόν, κατά το οποίο η χώρα μας είχε να επιδείξει ένα αρκούντως ικανοποιητικό πρόσωπο στον κλάδο της παραγωγής οχημάτων.
Μία από τις εταιρείες που φρόντισαν για την εκπροσώπηση της χώρας μας στον εν λόγω κλάδο είναι η ΒΙΑΜΑΞ, η οποία ιδρύθηκε το 1955 από τον Μιχαήλ Κ. Φωστηρόπουλο, αρχικά ως κατασκευαστής αμαξωμάτων λεωφορείων και από το 1960 ολοκληρωμένων λεωφορείων και πούλμαν, όπως τα R495, F580 και Ο303 με diesel κινητήρες Μercedes-Benz.
Από το 1957, οι κεντρικές εγκαταστάσεις της ΒΙΑΜΑΞ στεγάζονταν επί της Λεωφ. Αθηνών στο Περιστέρι, σε μία έκταση 6.600 τετραγωνικών μέτρων, μόλις τέσσερα χιλιόμετρα από το κέντρο της Αθήνας. Απασχολούσε περί τους 2.500 εργαζομένους, οι οποίοι όταν σχόλαγαν κυριολεκτικά έκλεινε η Λεωφόρος Αθηνών (τότε Καβάλας) και δημιουργούνταν κυκλοφοριακό έμφραγμα σε ολόκληρη την Αττική.
Μέσα σε μόλις λίγα χρόνια, η εταιρεία κατάφερε να εξελιχθεί σε πρότυπο για τα ελληνικά δεδομένα, και σε έναν από τους μεγαλύτερους αιμοδότες της εθνικής οικονομίας.
Όπως αναφέρεται στην επίσημη ιστοσελίδα της εταιρείας, η εξέλιξη και επιτυχία της ΒΙΑΜΑΞ, δεν ήταν σε καμία περίπτωση τυχαία, αντιθέτως, οφείλονταν στο ότι είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη της αγοράς λόγω της εξελιγμένης σχεδίασης, αξιοπιστίας και ποιότητας που είχαν τα οχήματα με την υπογραφή της.
Η ΒΙΑΜΑΞ έθεσε νέα πρότυπα στην ελληνική αγορά σχετικά με την τεχνική εκπαίδευση του εργατικού δυναμικού, την επένδυση σε έρευνα και ανάπτυξη και τις αυστηρές διαδικασίες ποιοτικού ελέγχου.
Τα λεωφορεία της εταιρείας δεν πλημμύρισαν μόνο τους ελληνικούς δρόμους, αλλά έφτασαν στην Ασία, την Αφρική, αλλά και την… Ελβετία.
Η BIAMAΞ σταμάτησε την παραγωγή το 1984. Οι τίτλοι τέλους έπεσαν μετά την είσοδο της Ελλάδας στην Ευρωπαική Οικονομική Κοινότητα, καθώς δεν υπήρχε πλέον λόγος λειτουργίας ανεξάρτητων παραγωγικών μονάδων εντός της Κοινής Αγοράς.
Άδοξο τέλος είχε και το θρυλικό κτήριό της επί της Λεωφ. Αθηνών, όπου δεσπόζει μια μεγάλη ταμπέλα η οποία γράφει «Διατίθεται». Ένα τέλος, ωστόσο, που δεν μπορεί να διαγράψει το λαμπρό παρελθόν της ΒΙΑΜΑΞ.
Δείτε βίντεο από το εργοστάσιο της ΒΙΑΜΑΞ σήμερα: