Γράφει ο Βασίλης Παππάς
Φυσικός-Μετεωρολόγος
Το έτος 2023 ήταν το δεύτερο πιο θερμό στην Ευρώπη τα τελευταία 200 τουλάχιστον χρόνια, δηλαδή από όταν έχουμε συστηματικές μετρήσεις. Η μέση θερμοκρασία ήταν 1.02-1.12 βαθμοί Κελσίου πάνω από τον μέσο όρο των τελευταίων 30 ετών (1991-2020).
Για το μεγαλύτερο μέρος των Βαλκανίων ήταν το πιο θερμό έτος. Το ίδιο ίσχυε και για μεγάλο μέρος της Βόρειας Ελλάδας, ενώ για την υπόλοιπη Ελλάδα, το 2023 κατατάσσεται στο 4ο-10ο πιο θερμό έτος.
Το καλοκαίρι του 2024 η πιο πάνω κατάσταση ήταν ακόμα πιο έντονη. Ο Ιούλιος 2024 ήταν ο 2ος πιο ζεστός Ιούλιος για τον πλανήτη και ο πιο ζεστός για την Ελλάδα. Για την Ευρώπη ήταν ο 2ος πιο ζεστός Ιούλιος μετά τον Ιούλιο του 2010.
Ζω και εργάζομαι τα τελευταία 12 χρόνια στο εξωτερικό. Οι αλλοδαποί συνάδελφοι και φίλοι κάθε χρόνο με ρωτάνε για το που να πάνε στην Ελλάδα, που να μην πάνε, τι να φάνε και όλα αυτά. Η Ελλάδα είναι αναμφισβήτητα με πάνω από 32 εκατομμύρια τουρίστες (το 2023) μια από τις πιο τουριστικές χώρες της Ευρώπης. Το 2023 ο ελληνικός τουρισμός σημείωσε την καλύτερη του χρονιά, τόσο σε επίπεδο αφίξεων όσο και σε επίπεδο εσόδων. Το 2024 αναμένεται να είναι ακόμα καλύτερο για τον τουριστικό κλάδο.
Φέτος οι αλλοδαποί γνωστοί μου που επισκέφθηκαν την Ελλάδα ήταν πάνω από 40 άτομα. Περίπου οι 30 από αυτούς, όταν επέστρεψαν ή όσο βρίσκονταν στην Ελλάδα, μου είπαν τις εκφράσεις: “Heiss” ή “too hot”. Οι λέξεις αυτές υποδεικνύουν την ένταση των υψηλών θερμοκρασιών. Σημαίνουν “καυτό” και “υπερβολικά ζεστό”. Είναι πραγματικά αξιοσημείωτο ότι πριν κάποια – όχι πολλά χρόνια – οι περιγραφές ήταν πιο πολύ κάτι σαν “nice and warm” ή “nice people, nice weather” που σημαίνουν λίγο πολύ “ωραίοι άνθρωποι, ωραίος καιρός”.
Από αυτήν την αλλαγή στο πως περιγράφουν την εμπειρία του ελληνικού καλοκαιριού μπορώ να βγάλω το συμπέρασμα ότι οι θερμοκρασίες αυτές που καταγράφηκαν στην Ελλάδα έχουν πλέον φτάσει να είναι σημαντικό πρόβλημα για κάποιους. Και ενώ οι κάτοικοι της Ελλάδας δεν μπορούν να τις αποφύγουν εντελώς, οι τουρίστες που έρχονται στην Ελλάδα, μπορούν να τις αποφύγουν. Όταν κάποιος στις διακοπές του δυσανασχετήσει για τον οποιοδήποτε λόγο, τότε την επόμενη φορά που θέλει να κανονίσει τις διακοπές του σκέφτεται εναλλακτικές. Σκέφτεται διαφορετικές ημερομηνίες, διαφορετικές τοποθεσίες και καταλύματα κλπ.
Είναι όλο και πιο αποδεκτό ότι για να βρουν καλό καιρό το καλοκαίρι οι κάτοικοι της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης δεν χρειάζεται απαραίτητα να ταξιδέψουν στον ευρωπαϊκό Νότο. Η κλιματική αλλαγή έχει φροντίσει ώστε τα περισσότερα καλοκαίρια στην Κεντρική ή και Βόρεια Ευρώπη (ακόμα και Σκανδιναβία) να χαρακτηρίζονται από μέγιστες θερμοκρασίες των 25-30 ή και 35 σε μερικές τοποθεσίες βαθμών Κελσίου. Επομένως η φυγή προς το Νότο δεν έχει σαν κύριο σκοπό τον καλό καιρό. Οι άνθρωποι, η εξυπηρέτηση, οι τιμές, η θάλασσα παραμένουν προφανώς ακόμα σημαντικά κίνητρα για τους τουρίστες των υψηλότερων γεωγραφικών πλατών να επισκεφτούν τη χώρα μας.
Για να αποφύγουμε λοιπόν μια τάση φυγής τουριστών λόγω των δύσκολων καιρικών συνθηκών, πιστεύω ότι η Ελλάδα και πρώτα από όλα ο κλάδος του τουρισμού οφείλει να δουλέψει ακόμα πιο σκληρά για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Οι αλλαγές στο κλίμα συμβαίνουν σε κάποια μέρη του κόσμου πιο γρήγορα από ότι τα κλιματικά μοντέλα υποδεικνύουν, που σημαίνει ότι δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο. Το Γράφημα πιο κάτω δείχνει την πρόγνωση της τελευταίας γενιάς κλιματικών μοντέλων (CMIP6) . Όπως μπορείτε να διαβάσετε στη σχετική μελέτη του Εθνικού Αστεροσκοπείου (https://meteo.gr/article_view.cfm?entryID=3328), τον Ιούλιο 2023 και 2024 είχαμε 15 και 16 ημέρες καύσωνα (ακόμα και με αυστηρότερα κριτήρια των 37 και 40 βαθμών Κελσίου) σε μεγάλο μέρος της επικράτειας (150-200 μετεωρολογικούς σταθμούς). Κάτι τέτοιο θα έπρεπε να παρατηρηθεί, σύμφωνα με τα κλιματικά μοντέλα, περίπου το 2035-2040.
Εκτός αυτού, επικίνδυνα καιρικά φαινόμενα τα οποία έχουν αποδεδειγμένα ενταθεί λόγω της κλιματικής αλλαγής μπορούν να προκαλέσουν περαιτέρω προβλήματα με συνέπεια την απώλεια εισοδήματος και θέσεων εργασίας. Σε μια πρόσφατη μελέτη που εκπόνησε ο ασφαλιστικός όμιλος Zurich μαζί με τους οικονομικούς αναλυτές Mandala για την επίπτωση της κλιματικής αλλαγής στην Αυστραλία, βρήκαν ότι το σενάριο της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας κατά 2 βαθμούς Κελσίου θα έβαζε σε μεγάλο ρίσκο όσον αφορά εισόδημα και θέσεις εργασίας μέχρι και 68% όλων των τουριστικών εγκαταστάσεων μέχρι το 2050 (https://www.theguardian.com/environment/article/2024/sep/09/almost-68-of-australias-tourism-sites-at-major-risk-if-climate-crisis-continues-report-says).
Τι μπορεί να κάνει λοιπόν ο τομέας του τουρισμού; Μπορούν τα μέτρα κατά της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα να αντιστρέψουν τη τάση της ευρύτερης περιοχής; Η απάντηση δυστυχώς είναι: “κανείς δεν ξέρει με απόλυτη βεβαιότητα”. Αλλά οι διεθνείς πρακτικές μέχρι τώρα δείχνουν ότι συγκεκριμένα μέτρα μπορούν να βελτιώσουν το μικροκλίμα ειδικά σε αστικές περιοχές. Ως καινοτόμος και πρωτοποριακός λαός, οι Έλληνες μπορούν να σκεφτούν καινοτόμα και να προσφέρουν λύσεις ώστε να μετριαστούν οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, τόσο για τους μόνιμους κατοίκους όσο και για τους τουρίστες μιας και ο τουρισμός είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της ελληνικής οικονομίας. Οι τουριστικές επιχειρήσεις θα πρέπει να επενδύσουν στην Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη μελετώντας πως οι δραστηριότητες τους επηρεάζουν το περιβάλλον και τη κοινωνία, αλλά και πως η κλιματική αλλαγή πρόκειται να επηρεάσουν τις επιχειρήσεις τις ίδιες.