Πολλά αναφέρονται για την αντιστασιακή δράση που ανέπτυξε η Μαρία Δημάδη. Σημαντική όμως είναι η μαρτυρία του Κωνσταντίνου Ράπτη για τον πατέρα του Βασίλειο, όπου κατονομάζει την σωτήρια επέμβαση της Δημάδη:
“Το 1944 πριν αποχωρήσουν οι Γερμανοί από την Ελλάδα εγώ ήμουν 10 χρονών. Ο πατέρας μου ονομάζονταν Βασίλης Ράπτης. Eπειδή όμως ασχολούνταν με την εκτροφή προβάτων, ήταν γνωστός στο Αγρίνιο με το επίθετο “Βλαχάκης”, δηλαδή βλάχος βοσκός. Την ίδια περίοδο πράγματι στην Αιτωλοακαρνανία δραστηριοποιούνταν ένας αντάρτης με το πραγματικό όνομα Βλαχάκης. Aυτός ανατίναξε με την ομάδα του ένα Γερμανικό πυροβολείο.
Έγινε αμέσως παρεξήγηση και οι Γερμανοί, ερευνώντας πυρετωδώς για τον ανυπότακτο αντιστασιακό κατέληξαν στον πατέρα μου και τον συνέλαβαν. Τον έκλεισαν στις καπναποθήκες Παπαπέτρου όπου βρίσκονταν οι φυλακές. Τον βασάνιζαν επί 40 μέρες χτυπώντας τον με ένα χοντρό σύρμα όπως χαρακτηριστικά μου είπε ο ίδιος. Τον ρωτούσαν για τους συνεργάτες του και εκείνος φυσικά δεν μπορούσε να απαντήσει διότι υπήρξε ένας φιλήσυχος οικογενειάρχης. Άλλωστε ποτέ δεν είχε ασχοληθεί με την αντίσταση.
Υποστήριζε ότι ήταν αθώος αλλά φυσικά δεν γίνονταν πιστευτός. Εν τω μεταξύ η γυναίκα του Κωνσταντούλα Ράπτη, το γέγνος Αγγελοπούλου απευθύνθηκε στη Μαρία Δημάδη με την οποία ήταν γείτονες. Εκείνη ζούσε στη Β΄πάροδο Διαμαντή και δέχτηκε να βοηθήσει. Έτσι προσκόμισε στους Γερμανούς ανωτέρους της την ταυτότητα του πατέρα, το πιστοποιητικό γεννήσεως του αλλά και μια έκθεση 4 περίπου σελίδων. Σε αυτή επιχειρηματολογούσε με αποδείξεις ότι ο πατέρας μου δεν ήταν ο καταζητούμενος.
Οι Γερμανοί την πίστεψαν και άφησαν τον πατέρα μου μισοπεθαμένο μπροστά από την πόρτα του σπιτιού μας. Αυτό έγινε μία μέρα πριν γίνει η εκτέλεση των 120 Αγρινιωτών πατριωτών. Αν δεν παρενέβαινε η Δημάδη θα ήταν ανάμεσα στους μελλοθάνατους και θα πέθαινε.
Εγώ και η οικογένεια μου χρωστάμε σε αυτή μεγάλη ευγνωμοσύνη”.
Έτσι γλίτωσε ο βοσκός, το παρατσούκλι του οποίου πήγε να αποβεί μοιραίο για τη ζωή του.