Η Ιστορία ενός τόπου είναι δύσκολο πράγμα να γραφτεί ειδικά όταν τα γεγονότα είναι ζεστά. Ίσως για να αποτυπωθεί σωστά να πρέπει και να αμφισβητηθεί πολλές φορές και να ερευνηθεί ξανά και ξανά. Αυτό το τελευταίο μου θύμισε κάτι που έλεγε ο μεγάλος μάστορας του γλυκού στο Αγρίνιο ο Βαγγέλης Ράπτης(θέλω να τον πω «κύριο» όπως τον ένιωθα αλλά φοβάμαι μην πεταχτεί κανένας ανώνυμος πάλι και μου λέει ότι τους εκλιπόντες δεν τους λέμε κυρίους…). Έλεγε λοιπόν ο άνθρωπος που συνέδεσε το όνομά του με τον «Ματραλή» που έκλεισε πρόσφατα (αλλά και με το «Σιντριβάνι»), ότι «αριστερός σημαίνει να αμφισβητείς διαρκώς τον εαυτό σου».
Δεν τα θυμήθηκα τυχαία όλα αυτά. Είχα πρόσφατα μια κουβέντα με τον Ερωτόκριτο(Κρίτο για μας τους φίλους) Ράπτη, τον γιο του κυρ-Βαγγέλη, τον οποίο γνώρισα προσωπικά μόνο τα τελευταία 7-8 χρόνια και ειλικρινά πιο ευγενικό μαζί και προοδευτικό άνθρωπο αμφιβάλω αν έχω γνωρίσει. Η αφορμή ήρθε από την πρόσφατη αφήγηση του κ. Αριστείδη Μπαρχαμπά, στην ιστοσελίδα agriniovoice.gr, με τίτλο «Έκλεισε μέγα καφενείον αναμνήσεων σπανίων». Κρυφοκοιτάζοντας στο facebook(πάντα εκ του μακρόθεν για να μην γίνει ποτέ το πεδίο γραφής και τσακωμών μου)είδα ότι ο Κρίτος εξέφρασε κάποια πικρία για την πρώτη απόπειρα καταγραφής της ιστορίας γύρω από το ιστορικό ζαχαροπλαστείο. Σκέφτηκα να τον ρωτήσω και να τι μου απάντησε.
«Ο καθένας αντιλαμβάνεται και αφηγείται την Ιστορία μέσα από τα βιώματά του όταν δεν κάνει ακαδημαϊκή καταγραφή», λέει ο γιος του σπουδαίου ζαχαροπλάστη Βαγγέλη Ράπτη. «Εγώ είμαι 50 χρονών και μεγάλωσα στον «Ματραλή», έζησα μέσα από το εργαστήριο και από τη δουλειά του πατέρα μου. Γι’ αυτό θύμισα τον κ. Αλέκο και την κ. Αλεξάνδρα, δύο ευγενέστατους ανθρώπους που εγώ δεν θα τους ξεχάσω ποτέ, όπως και εκείνοι δεν ξεχνούσαν ποτέ τον πατέρα μου. Όποτε υπήρχε κρίση στο μαγαζί και συνέβαινε κάποια κόντρα υπενθύμιζαν τον κυρ-Βαγγέλη που τους έφτιαξε το μαγαζί να πουλάει αυτά τα ωραία πράγματα, όπως έλεγαν. Γιατί ήταν αλήθεια ότι ήρθε μέγας τεχνίτης από την Κρήτη για τα γλυκά του «Ματραλή» αλλά χωρίς τον πατέρα μου ο «Ματραλής» δεν θα έφτιαχνε τα γλυκά που έμειναν στην ιστορία της πόλης. Αυτό είναι το ένα που ήθελα να πω από την πρώτη στιγμή. Ποιος δεν ξέρει πως όταν ο Τάσος Παπαστράτος ολοκλήρωσε το εντευκτήριο στο Πάρκο και θέλησε να το κάνει μια κοσμική σάλα της εποχής ο ίδιος φώναξε τον πατέρα μου και του είπε ότι ήταν ο μόνος που μπορούσε να το αναλάβει. Του το παραχώρησε, ο πατέρας μου έφυγε με χιλιάδες ιδέες στο μυαλό του, για το τι θα έκανε το ζαχαροπλαστείο του Πάρκου, και σε λίγες ώρες έμαθε ότι- μετά από παρεμβάσεις- άλλαξε ο άνθρωπος που θα το αναλάμβανε την τελευταία στιγμή. Όλα αυτά είναι γνωστά όπως και το ποιος δούλεψε σε αυτό το μαγαζί και έδωσε την ψυχή του γιατί το πονούσε κι όχι μόνο για βιοπορισμό.».
Υπάρχει και κάτι άλλο όμως που ο γιος του μεγάλου τεχνίτη του γλυκού, Βαγγέλη Ράπτη, θέλησε να μοιραστεί για τα δικά του βιώματα από τον «Ματραλή»: «Για τις συνταγές που έφτασαν και εκτός Αγρινίου μπορούμε να μιλάμε ώρες. Υπάρχει και η πολιτικοκοινωνική διάσταση, όμως. Δεν θέλω να γίνει κι αυτό ένα πεδίο διαφωνιών ακόμα, αλλά ειλικρινά δεν πιστεύω ότι, τουλάχιστον στα χρόνια που έζησα εγώ το κοινό του Ματραλή είχε μια μερίδα κοινού, όπως δεν πιστεύω κι ότι οι Αγρινιώτες ήταν είτε αγωνιστές είτε καταδότες. Στα αμέσως μεταπολεμικά χρόνια η μαρτυρία των παλιότερων έχει την μεγάλη αξία. Πήγε κόσμος εξορία, όπως και κόσμος γλίτωσε από αυτή από σύμπτωση κι ακόμα δεν λέμε το πώς και γιατί, για να μην υπάρξουν υποψίες και παρεξηγήσεις. Ο Αριστείδης Μπαρχαμπάς, που στα 50 μου, όπως έγραψα, μπορώ να τον λέω με το όνομά του στον ενικό, βίωσε αυτά που περιγράφει.
Αλλά εγώ ξέρω ότι στον « Ματραλή» δεν υπήρχαν διαχωρισμοί. Καθόταν και η εργατική τάξη στα χρόνια που θυμάμαι εγώ από μικρό παιδί, καθόταν και οι αστοί της πόλης. Όλοι η λεγόμενη καλή κοινωνία του Αγρινίου , οι Παπαστραταίοι κι άλλοι πολλοί, εκεί σύχναζαν. Απορώ πως ακόμα δεν έχει γράψει κανένας από τις οικογένειες τις μη-αριστερές της πόλης ένα “ήμασταν κι εμείς εκεί”. Γιατί στον «Ματραλή» μπορούσαν να είναι όλοι, υπήρχε η ατμόσφαιρα της ανεκτικότητας! Υπάρχουν και γεγονότα που τα λένε όλα αυτά, γεγονότα ενωτικά κι όχι διχαστικά. Τον πατέρα μου, που τον κυνήγησαν κάποτε σύντροφοί του όταν επέλεξε το ΚΚΕ εσωτερικού, τον θυμάμαι πάντα να μου δίνει το παράδειγμα τι θα πει αριστερός μέσα από την κατανόηση. Άνθρωποι που πίστεψαν στην αλλαγή του ’81 και αργότερα σύχναζαν στο Σιντριβάνι το έκαναν όχι προδίδοντας κάτι, αλλά στη φυσιολογική ροή της ζωής. Ο πατέρας μου με τον Αρκουμάνη απέναντι από τον «Ματραλή» -που ήταν φουλ δεξιός -ήταν φίλοι και μάλιστα τα καλοκαίρια άφηναν στην πλατεία τα τραπέζια τις Κυριακές, πότε ο ένας και πότε ο άλλος.
Κάτι που ο Αρκουμάνης εκτιμούσε αφάνταστα γιατί τότε όλη η πόλη ήταν στην πλατεία και τα γλυκά του «Ματραλή» ήταν άπιαστα για το δικό του μαγαζί. Θέλω να πω ότι όλα αυτά δεν τα φαντάστηκα και ξέρω ότι πολλοί τα έζησαν μαζί με μένα. Έκρινα, λοιπόν σκόπιμο να τα περιγράψω αν και μόνο ένα μικρό κομμάτι της Ιστορίας είναι όλα αυτά… Έχω σπουδάσει κοινωνικές επιστήμες και ξέρω πόσο δύσκολο είναι να ειπωθεί όλη η αλήθεια και να γραφτεί η Ιστορία. Αλλά τελικά διαλέγεις μαζί με τις πολιτικές σου προτιμήσεις και στάση ζωής, πιστεύω. Κι αυτό μου το έμαθε ο πατέρας μου, ο Βαγγέλης Ράπτης»
Γ.Σ.
1 Σχόλιο
Εκείνο που θα ήθελα να προσθέσω είναι ότι: Σεβόμενοι τον κόσμο τους ποτέ δεν νοίκιασαν το μαγαζί αυτό σε κανένα κόμμα σε προεκλογική περίοδο και ξέρετε γιατί; Ο μπαρμπα-Αλέκος έλεγε “δε βγάζω εγώ το κόσμο μου έξω για 4 ή 5 εκατομμύρια δρχ”.
Γ.Σ. παράλειψη, ξέχασες την Αγαθούλα, τί εξαιρετικός άνθρωπος….