Κατά την παρατεταμένη περίοδο της οικονομικής κρίσης που βιώνουμε, ήρθε – όσο ποτέ άλλοτε – στο προσκήνιο ο όρος φιλανθρωπία. Που σημαίνει στην ουσία μικρή ή μεγαλύτερη βοήθεια από κάποιους (φιλάνθρωπους) προς αυτούς που έχουν μεγάλη ανάγκη για επιβίωση. Φιλανθρωπία και καλοσύνη είναι δύο ψυχικές αρετές που συμβαδίζουν και παρακινούν το άτομο που τις έχει στο να βοηθάει, μ’ οποιονδήποτε τρόπο, το συνάνθρωπό του που βρίσκεται σε δυσμενέστερη θέση απ’ αυτόν και ο οποίος έχει ανάγκη, όχι αποκλειστικά και μόνο από υλικά αγαθά αλλά κι – ας πούμε – από μια καλή κουβέντα, από έναν λόγο παρηγοριάς, από μια ψυχολογική στήριξη κι άλλα διάφορα.
Οι φιλάνθρωποι, συνήθως, διακατέχονται κι απ’ το λεγόμενο «πανανθρώπινο ενδιαφέρον», το αντίθετο των «εαυτούληδων», οι οποίοι, πέραν του εαυτού τους, δεν τους καίγεται καρφί και η λέξη φιλανθρωπία είναι άγνωστη σ’ αυτούς. Είναι μια κατηγορία ανθρώπων αυτή (εαυτούληδες ή παρτάκηδες), με κτισμένον ψυχισμό τέτοιον, που τους κάνει να περιχαρακώνονται γύρω απ’ τον εαυτόν τους, προσπαθώντας συνεχώς ν’ αυξήσουν τα υλικά τους αγαθά (πλούτη), είναι ανασφαλείς και φοβούνται πολύ το τι θα τους συμβεί κι ακόμα περισσότερο το θάνατο. Απ’ την άλλη, οι φιλάνθρωποι έχουν κι αυτοί κάποιες διαβαθμίσεις. Απ’ την απλή και φυσιολογική καλοσύνη και φιλανθρωπία, μέχρι και την ακραία, η οποία (ακραία) φτάνει μέχρι που να θεωρείται – και είναι – ψυχική διαταραχή. Αυτός που διακατέχεται απ’ την ακραία καλοσύνη, μπορεί να παραμελήσει και τον ίδιο του τον εαυτό, αναλώνοντας το χρόνο βοηθώντας – ακόμα κι απ’ αυτό που έχει ο ίδιος ανάγκη – τους άλλους. Στενοχωριέται δε και νιώθει τύψεις, όταν δε μπορεί – αντικειμενικά – να ελεεί τους πάντες.
Θεωρείται αυτό ως ψυχική διαταραχή, γιατί, βοηθώντας τους άλλους, συνυπάρχει μέσα στο υποσυνείδητο ένα κενό – κι ένα κίνητρο επομένως – που ωθεί στη φιλανθρωπία (ακραία πάντα) με αντάλλαγμα την είσπραξη αγάπης, επιβεβαίωσης κι επαίνου, τα οποία έλειψαν στην πορεία της ζωής και κυρίως στην παιδική ηλικία. Για να τα εισπράξει δε αυτά απ’ όσους περισσότερους γίνεται – να μιλάνε δηλαδή οι άλλοι γι’ αυτόν κολακευτικά – μπορεί να φτάσει και στην υπερβολή, στην αυτοπροβολή κι ακόμα παραπέρα στον φαρισαϊσμό! Κι αυτός, με τη σειρά του, μπορεί να σπρώξει ένα άτομο και πέραν του ακραίου, κυρίως όταν συνυπάρχουν κι άλλοι γύρω του που «βοηθούν» αυτή του την προβολή. Δημιουργείται τότε μια άλλη κατάσταση επικίνδυνη και για τον ίδιο και για την κοινωνία. Χάνεται τελείως ο ανιδιοτελής – ακόμα κι ακραίος – εθελοντισμός και στο άτομο δημιουργείται η ψευδαίσθηση ότι είναι ανώτερος απ’ τους άλλους (κοινώς «την ψωνίζει») , ότι είναι ο ηγέτης κι εύκολα μπορούν τρίτα άτομα ή ομάδες να εκμεταλλευτούν αυτή του την κατάσταση και να τον ωθήσουν στην πραγμάτωση ιδιοτελών σκοπών και πράξεων.
Πρέπει να γνωρίζουμε, ότι ο χαρακτήρας του κάθε ανθρώπου οικοδομείται στα πρώτα παιδικά χρόνια της ζωής του και πολύ δύσκολα αλλάζει κατά τη μετέπειτα πορεία του. Για να υπάρξει ριζική αλλαγή (ένας καλός π.χ. να μετατραπεί σε κακό), πρέπει να συμβούν συνταρακτικά γεγονότα που θα ταρακουνήσουν συθέμελα κι ανατρέψουν τον ψυχικό του κόσμο. Ο καθένας, επομένως, θα συμπεριφέρεται έτσι, ώστε να ικανοποιείται εσωτερικά. Κι αυτό που κάνει έναν καλό χαρακτήρα να χαίρεται δεν έχει καμία σχέση με εκείνο που θα κάνει κάποιον άλλον με κακό. Στην πρώτη περίπτωση θα είναι η καλοσύνη και η προσφορά, στη δεύτερη η κακία. Έτσι ακριβώς! Ένας κακός άνθρωπος, συμπεριφέρεται άσχημα, συκοφαντεί, εκμεταλλεύεται τους άλλους, κάνει μ’ οποιονδήποτε τρόπο κακό, γιατί αυτή του η συμπεριφορά τον ευχαριστεί. Έχει δε κι αυτός ο χαρακτήρας τις ρίζες του στα παιδικά χρόνια και με ό,τι βίωσε το άτομο σ’ αυτά. Γι’ αυτό λέμε εκείνο το: «άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου»!
Ο εθελοντισμός πάντως (κι όχι ο φαρισαϊσμός), ακόμα κι αν χαρακτηρίζεται ως ακραίος, πιστεύω πως μπορεί να χαρακτηριστεί ως «καλοήθης» κι αυτοθεραπευτικός. Γιατί, ο ακραίος εθελοντής άνθρωπος, και γεμίζει τα εσωτερικά του κενά, αλλά και στο κοινωνικό σύνολο που δέχεται τις καλές πράξεις και την προσφορά κάνει καλό. Άρα, χωρίς προκαταλήψεις και χωρίς να νοιαζόμαστε για το τι λένε οι άλλοι (οι «εαυτούληδες» π.χ. θεωρούνε βλάκες τους ελεήμονες!), θα πρέπει να προσφέρουμε σ’ αυτούς που έχουν ανάγκη πραγματική όσο μπορούμε, κρατώντας συγχρόνως τα «χαλινάρια», έτσι ώστε να μη φτάσουμε στην ακραία φάση η οποία θέλει προβολή, έπαινο κι αναγνώριση. Ακόμα περισσότερο δε, στον φαρισαϊσμό, τον οποίο καταδίκασε και ο ίδιος ο Χριστός. «Μη γνώτο η δεξιά σου τι ποιεί η αριστερά σου» δεν είπε; Καλός και υγιής φιλάνθρωπος είναι εκείνος που βοηθάει χωρίς να έχει και την ανάγκη να το κάνει γνωστό, να το διατυμπανίζει όσο περισσότερο μπορεί.
Στα χρόνια που ζούμε, αν δεν υπήρχε ο εθελοντισμός, πάρα πολλοί συνάνθρωποι θα πεινούσαν ή και θα πέθαιναν από ασιτία. Πρέπει, λοιπόν, αυτό να συνεχιστεί. Όμως, αναρωτιέμαι πολλές φορές για το τι θα γίνει, όταν κι αυτοί που έχουν ακόμα και προσφέρουν σήμερα, αύριο μπορεί να μην έχουν και θέλουν και οι ίδιοι βοήθεια. Δύσκολοι, πολύ δύσκολοι καιροί! Ο Θεός να βάλει το χέρι του- κι εμείς το χεράκι μας – ώστε αυτή η κατάσταση να μη σταματήσει έτσι ξαφνικά, λόγω γενικευμένης ανέχειας, γιατί τότε τίποτε δε μας σώζει.
Όσο για κάποιους που θεωρούν – σκεπτόμενοι πολιτικά – πως η βοήθεια δεν αφήνει τους ανθρώπους να πεινάσουν και να ξεσηκωθούν, προσωπικά το βρίσκω γελοίο. Μάλλον δεν ξέρουν τι θα πει πείνα πραγματική, αυτοί που το ισχυρίζονται. Προέρχεται δε περισσότερο απ’ τους «εαυτούληδες» και μη πεινασμένους, για να δικαιολογηθούν – πρώτα στον εαυτό τους και μετά στους άλλους – για τη δική τους αδιαφορία. Είναι κι αυτό μία ψυχική διεργασία αυτοπροστασίας του εαυτού…
1 Σχόλιο
Είναι ασφαλές να μιλά κανείς από τον καναπέ της ιδεολογικής βολεψής του. Όντως αποτελεί ψυχική διαταραχή, φαρισαϊσμός και επικίνδυνη κατάσταση…