Πρόσφατα μου έλεγαν άνθρωποι του χώρου για μια ανάρτηση που έκανε μεγάλη θραύση σε χτυπήματα στον τοπικό τύπο. Ήταν για τον Τέλη Σταλόνε τον συντοπίτη μας που άφησε εποχή στα πρώιμα χρόνια της αθωότητας του ελληνικού πορνό ή μάλλον της τσόντας γιατί εκείνο τον κινηματογράφο δεν τον έλεγες μόνο πορνό. Πιο πολύ ήταν μια cult επινόηση της εποχής, με χαβαλέ, για να είναι και πιο εύπεπτο και το ίδιο το πορνό από τους μηχανισμούς που ήταν οι κέρβεροι της ηθικής.
Εν πάση περιπτώσει, σε όλους είχε κάνει εντύπωση πόσοι πολλοί μπαίνουν και διαβάζουν τέτοια θέματα, ακόμα και με υποψία μιας παλιάς διασημότητας. Είχε έρθει για μια επίσκεψη, ήπιε καφέ στο Αγρίνιο και αρκούσε μια αναφορά ώστε άλλοι να κάνουν χαβαλέ, άλλοι να θυμηθούν τα νιάτα τους κ.ο.κ. Προσωπικώς όμως άκουσα μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία για μια δεύτερη ινκόγκνιτο παρουσία του στην πόλη που τη γράφω με κάθε σοβαρότητα. Γνωστός μου που τον ξέρει από παλιά τον ρώτησε πως και βρίσκεται πάλι στο Αγρίνιο και του απάντησε ότι ήρθε πάλι για μερικά περιουσιακά του θέματα. Τότε παρατήρησε ότι είχε σακούλες από ψώνια μαζί του και αποφάσισε να γίνει αδιάκριτος: “Για ψώνια στο Αγρίνιο; Πως κι έτσι;”, το ερώτημα. “Α, μια δυο φορές το χρόνο το κάνω. Έρχομαι παίρνω παντελόνια, παπούτσια, είδη για δώρα σε συγγενείς και διάφορα άλλα. Νομίζω ότι έχω υποχρέωση αφού νοικιάζω σπίτια και έχω μια ρίζα εδώ, μια φορά στο τόσο να αφήνω πέντε φράγκα στην αγορά!”
Σε εκείνον που μου μετέφερε το νέο του έκανε μεγάλη εντύπωση. “Μιλάμε για έναν άνθρωπο που είναι μεταξύ Αμερικής και Αθήνας συνεχώς και μπορεί να βρει τα πάντα και σε τιμές που δεν σηκώνουν συζήτηση καν. Κι όμως…”. Πράγματι, “κι όμως”. Είναι ένας βαθμός στήριξης και μια νοοτροπία που μπορεί και να κάνει π0λλούς να βάλουν τα γέλια και να πουν “ποια τοπική αγορά τώρα” και ” ας κοιτάξουν οι έμποροι πρώτα να…” κλπ, κλπ. Πάντα με τον “καλό” το λόγο ο ένας για τον άλλο. Ακόμα και πολύ πιο πλούσιοι από τον Τέλη το Σταλόνε…
Γ.Σ.