Όταν αναφερόμαστε στον όρο ψυχοθεραπεία, δε θα πρέπει σώνει και καλά να πηγαίνει ο νους μας σε πολύ βαριές ψυχικές διαταραχές (κατάθλιψη, σχιζοφρένεια, μανία, υστερία κ.τ.λ.), οι οποίες έχουν πολύ βαθιές ρίζες και θεραπεύονται μόνο από επαγγελματίες του είδους και σχεδόν πάντα με φαρμακευτική αγωγή. Υπάρχουν και καταστάσεις ηπιότερης μορφής, οι οποίες μάλιστα με την οικονομική κρίση – στα όρια της εξαθλίωσης – που περνάμε σήμερα όλοι μας, έχουν πολλαπλασιαστεί επικίνδυνα. Έχει σβήσει το χαμόγελο απ’ τα χείλη μας, άνθρωποι – ρομπότ κυκλοφορούν πλέον στους δρόμους, κατσουφιασμένοι και με μυαλό θολωμένο απ’ τ’ άπειρα προβλήματα.
Υπάρχουν άτομα με πολύ ευάλωτο ψυχισμό και με αδύναμη προσωπικότητα που δεν είναι σε θέση ν’ αντέξουν ούτε τις παραμικρές εξωτερικές πιέσεις και πανικοβάλλονται πάρα πολύ εύκολα. Κι αυτές οι ηπιότερες μορφές ψυχικής διαταραχής όμως, αν αφεθούν χωρίς καμία στήριξη απ’ οποιονδήποτε, αναπόφευκτα θα εισέλθουν – αργά ή γρήγορα – στο χώρο της ψυχοπαθολογίας. Και θα είναι τότε πολύ αργά. Βλέπουμε που έχουν εκτοξευτεί σήμερα οι αυτοκτονίες ως αποτέλεσμα της ψυχικής κατάρρευσης λόγω προβλημάτων. Κι όσοι δε «διαλέγουν» ως διέξοδο την αυτοχειρία, οδεύουν προς την αντίθετη κατεύθυνση, αυτή που ωθεί τα διαταραγμένα άτομα στο να κάνουν κακό σε άλλους, να μισήσουν, να κλέψουν, να χειροδικήσουν, να σκοτώσουν, ακόμα και «δι’ ασήμαντον αφορμήν», όπως στο πρόσφατο θλιβερό γεγονός της περιοχής μας με τη διπλή ανθρωποκτονία.
Η ψυχοθεραπεία στοχεύει κυρίως στην αλλαγή τω αρνητικών σκέψεων και συμπεριφορών, μετατρέποντάς τες σε θετικές και στις ήπιες περιπτώσεις, μπορεί αυτό να επιτευχθεί μέσα από συζητήσεις και χωρίς φάρμακα, όχι απαραίτητα πάντα με ψυχολόγους ή ψυχίατρους. Ακόμα και μία απλή συζήτηση με άλλους συνανθρώπους, οι οποίοι όμως θα δείχνουν υπομονή και κατανόηση, θα επιφέρει σίγουρα ευεργετικά αποτελέσματα, μιας και το πρόβλημα εξωτερικεύεται και δεν καταπιέζεται μέσα μας. Γι’ αυτό, εξάλλου, και τα περισσότερα επαγγέλματα, κυρίως αυτά που έχουν να κάνουν με ανθρώπους κι όχι με χαρτιά, έχουν ως μάθημα στο πρόγραμμα σπουδών και την ψυχολογία. Κι ο κάθε επιστήμονας στον τομέα του θα πρέπει να είναι εφοδιασμένος με γνώσεις ψυχολογικές ανάλογες με το επάγγελμα – λειτούργημά του, ώστε να μπορεί να προσφέρει στήριξη σ΄αυτούς με τους οποίους ασχολείται. Ο εκπαιδευτικός να γνωρίζει καλά την παιδοψυχολογία, ο γιατρός να μπορεί να ενισχύσει το πεσμένο ηθικό του ασθενούς, ο ιερέας – μοναχός να γνωρίζει από ψυχολογία του υπερφυσικού κ.ο.κ.
Επειδή βρέθηκα τώρα τελευταία σε μια παρέα ανθρώπων που είχαν ως θέμα συζήτησης την όλο κι αυξανόμενη σήμερα αναζήτηση – περισσότερο από γυναίκες – ως μέσο θεραπείας απ’ τα ψυχολογικά τους προβλήματα την επίσκεψη σε ιερείς – μοναχούς(ποιμένες δηλαδή), όπου κι αν βρίσκονται αυτοί (κάτι που με ώθησε να γράψω και το παρόν) κι επειδή γνωρίζω άριστα κάποιον τέτοιο (μοναχό), τον οποίο επισκέπτονται καθημερινά πάρα πολλοί, και συνομίλησα μαζί του αρκετές φορές για το πώς μπορεί ένας άνθρωπος με προβλήματα ψυχολογικά – που να πιστεύει όμως στο Θεό – να βρει θεραπεία μέσα απ’ αυτή τη διαδικασία, διαπίστωσα και πείστηκα ότι υπάρχουν στο χώρο αυτό (ιεροσύνη) λειτουργοί προικισμένοι με γνώσεις, αλλά και – το κυριότερο – με διάθεση προσφοράς, υπομονή και πειθώ υψίστης αποτελεσματικότητας, οι οποίοι μπορούν να ηρεμήσουν μια ήπια διαταραγμένη προσωπικότητα αλλά και σοβαρή πολλές φορές ανάλογα με την πίστη που διακατέχει εκείνους που καταφεύγουν σ’ αυτούς. Εξάλλου και η ίδια η εξομολόγηση, εκτός από συγχώρεση των αμαρτιών, είναι κι ένα είδος ψυχοθεραπείας. Γιατί αυτό το ξαλάφρωμα που νιώθουν όσοι προσφεύγουν σ’ αυτήν – και μετά απ’ αυτήν – είναι επακόλουθο της εξωτερίκευσης όλων όσων απασχολούσαν τον πιστό (αμαρτίες γι’ αυτόν) και τον έκαναν να νιώθει ενοχές.
Υπήρχαν και υπάρχουν πολλοί σεβάσμιοι «γέροντες» που γνωρίζουν άριστα την τέχνη μιας τέτοιας ψυχοθεραπείας (ποιμαντική όπως ονομάζεται) και κάνουν θαύματα πραγματικά. Ένας ποιμένας – θεραπευτής, σε άτομα με πίστη πραγματική, δε θα δυσκολευτεί να μετατρέψει τ’ αρνητικά συναισθήματα σε θετικά. Τα άτομα μιας τέτοιας επιλεγμένης θεραπείας αποκτούν μια γαλήνια αυτοπεποίθηση, συμμετέχουν σε θρησκευτικές και κάθε είδους εθελοντικές εκδηλώσεις και πράξεις, πιστεύουν ότι έχουν κάποιον προστάτη (τον ίδιο το Θεό) και δε φοβούνται τίποτε. Ούτε το θάνατο! Με μια προσευχή, μια καλή πράξη, απαλλάσσονται απ’ το καθημερινό άγχος. Αυτόν τον τρόπο ψυχοθεραπείας, όσο άπιστος κι αν είναι κάποιος, δε θα πρέπει ποτέ να τον χλευάζει και να τον ειρωνεύεται. Απ’ τη στιγμή που κάποιοι θεραπεύονται πραγματικά και μάλιστα χωρίς πληρωμή και φάρμακα, γιατί να μην τον επιλέξουν;
Η ποιμαντική ψυχοθεραπεία, λοιπόν, στις σημερινές δύσκολες στιγμές, όπου στους προθάλαμους των ιατρείων ψυχολόγων και ψυχίατρων επικρατεί το αδιαχώρητο, αποτελεί μια άριστη εναλλακτική λύση. Είναι, όμως, αποκλειστικά γι’ αυτούς που πιστεύουν και για όσους – μετά την καλοπέραση κατά την εποχή των «παχέων αγελάδων» − θελήσουν να επανέλθουν στην πραγματική πίστη «του παλιού καιρού». Πετυχαίνεται δε, από πραγματικούς και προικισμένους ποιμένες (ιερείς, μοναχούς κ.τ.λ.) κι όχι από κάποιους … κομπογιαννίτες. Γιατί υπάρχουν και τέτοιοι δυστυχώς!
Και κάποιοι μη πιστεύοντες ή όντας οι ίδιοι υποκριτές και θεομπαίχτες, ας δίνουν το δικαίωμα στο «έτερον ήμισυ» που πιστεύει πραγματικά να πηγαίνει εκεί που αυτό βρίσκει την ανακούφιση, τη γαλήνη και την ψυχική του ισορροπία. Έχει τη σημασία του αυτό που γράφω ως επίλογο, γιατί υπάρχουν πολλοί που θεωρούν ως «αφύσικες» τέτοιες συμπεριφορές κι αρχίζουν έτσι οι οικογενειακοί καυγάδες. Κάτι που δεν είναι καθόλου σωστό και πρέπει ν’ αποφεύγεται.