Ανοίγει ο δρόμος για την κατεδάφιση αυθαιρέτων ακόμα και σε ιδιωτικό δάσος, δασική ή αναδασωτέα έκταση, έστω και μετά από 20 χρόνια από την παράνομη εκχέρσωση και ρυμοτόμηση.
«Πράσινο φως» για την κατεδάφιση αυθαιρέτων κατασκευών ακόμα και σε ιδιωτικό δάσος, δασική ή αναδασωτέα έκταση, ανάβει το Συμβούλιο της Επικρατείας, έστω και αν έχουν περάσει είκοσι χρόνια από την παράνομη εκχέρσωση και ρυμοτόμηση.
Ταυτόχρονα αποκρούει την προσπάθεια αποφυγής της κατεδάφισης που στηρίζεται στο επιχείρημα ότι πρόκειται για έκταση με εποικιστικό χαρακτήρα που προστατεύεται από την αγροτική νομοθεσία, διατυπώνοντας, εμμέσως πλην σαφώς, αμφιβολίες για τη συνταγματικότητα των σχετικών ρυθμίσεων (ν. 3147/03).
Ανατρέποντας αντίθετη απόφαση Διοικητικού Πρωτοδικείου που είχε «μπλοκάρει» την κατεδάφιση αυθαίρετου κτίσματος 9 επί 7,5 μ. στην ιδιωτική έκταση που είχε κηρυχθεί αναδασωτέα στα Μεσόγεια, το ανώτατο δικαστήριο έκρινε ότι είναι απολύτως νόμιμη η σχετική διαταγή που είχε εκδώσει ο περιφερειάρχης, διαπιστώνοντας ότι πρόκειται για αυθαίρετη κατασκευή.
Στην απόφαση-«μπούσουλα» του Ε΄ Τμήματος ΣτΕ υπό τον αντιπρόεδρο Ν. Ρόζο τονίζεται ότι προϋπόθεση για τη νομιμότητα μιας διαταγής κατεδάφισης αυθαιρέτου κτίσματος είναι μεταξύ άλλων η διαπίστωση ότι έχει ανεγερθεί μέσα σε δάσος, δασική ή αναδασωτέα έκταση.
Η σχετική κρίση των αρμοδίων οργάνων της πολιτείας πρέπει να είναι πλήρως αιτιολογημένη, λόγω των συνεπειών της, ενώ πριν από την έκδοση της απόφασης για κατεδάφιση πρέπει πάντοτε να καλείται ο φερόμενος ως ιδιοκτήτης της οικοδομής, προκειμένου να εκθέσει τις απόψεις του, ενώ σε περίπτωση που δεν του δοθεί δυνατότητα για προηγούμενη ακρόαση και παροχή εξηγήσεων, η ακρόαση για κατεδάφιση μπορεί να ακυρωθεί διά της δικαστικής οδού.
Το ιστορικό
Στη δικαστική απόφαση επισημαίνεται ότι ο ιδιοκτήτης της επίμαχης έκτασης προχώρησε πριν από περίπου είκοσι χρόνια στην εκχέρσωση περίπου 115 τ.μ. ιδιωτικού δάσους χαλεπίου – πεύκης για να ανεγείρει το αυθαίρετο κτίσμα. Με βάση τα υπάρχοντα στοιχεία η έκταση που συνόρευε με ιδιωτικό δάσος χαλεπίου – πεύκης και δασικό – αγροτικό δρόμο, μετά από παρέμβαση των αρμοδίων αρχών, κηρύχθηκε αναδασωτέα και η υπόθεση «μπλέχτηκε» περίπου για μία δεκαετία στα «γρανάζια» της Δικαιοσύνης, αφού προσβλήθηκε η αναδάσωση ως παράνομη.
Μόλις ξεκαθάρισε το ζήτημα της αναδάσωσης, εκδόθηκε διαταγή κατεδάφισης, που όμως ακυρώθηκε από το Διοικητικό Πρωτοδικείο για τυπικούς λόγους, επειδή δεν διαπίστωσε να υπάρχουν οι υπογραφές των αρμοδίων οργάνων της πολιτείας.
Το ΣτΕ, ξεπερνώντας τις τυπολατρικές εμπλοκές, ανέτρεψε την απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου ως εσφαλμένη, κρίνοντας επαρκή τα στοιχεία των σχετικών εγγράφων, ενώ δέχθηκε ότι νόμιμα μπορούσε να κινηθεί η διαδικασία για ακρόαση και κατεδάφιση είτε από τον δασάρχη, είτε από τον περιφερειάρχη, αποκρούοντας όλους τους ισχυρισμούς που είχαν εμποδίσει την κατεδάφιση.
Ο ιδιοκτήτης, επιχειρώντας να την αποτρέψει, υποστήριξε στο ΣτΕ ότι η έκταση είχε δοθεί από τη Μονή Πεντέλης σε αναγκαστικό συνεταιρισμό για αποκατάσταση ακτημόνων καλλιεργητών, από τον οποίο και την αγόρασε, ενώ επικαλέστηκε ότι με βάση τον ν. 3147/03 φέρει εποικιστικό χαρακτήρα και υπάγεται στην αγροτική νομοθεσία. Ωστόσο, το δικαστήριο κατέληξε ότι ανεξάρτητα από τη συνταγματικότητα του νόμου αυτού, πρέπει να ακολουθηθεί η αυστηρή δασική νομοθεσία, αφού το μέτρο κατεδάφισης αυθαιρέτων κατασκευών πρέπει να εφαρμόζεται και σε αναδασωτέες ιδιωτικές εκτάσεις.