Εκτός των ξακουστών σε όλη την Ελλάδα χαλκουνιών του Αγρινίου που αναβιώνουν την Μ. Παρασκευή στην πλατεία Δημάδη, το Μ. Σάββατο στην Παραβόλα Αγρινίου αναβιώνει το ίδιο έθιμο, το οποίο δεν είναι τόσο διαδεδομένο. Τι θα γίνει φέτος στην Παραβόλα και ποια είναι η ιστορική ταυτότητα του εθίμου. Αναβιώνουν το έθιμο, χωρίς καμία οικονομική ενίσχυση από κανέναν
Κάθε χρόνο στο Αγρίνιο, την Μ. Παρασκευή στην πλατεία Δημάδη αναβιώνει το έθιμο των χαλκουνιών, το οποίο είναι πανελλαδικώς γνωστό και προσελκύει κόσμο από κάθε πλευρά της Αιτωλ/νίας, της Δυτικής Ελλάδας, αλλά και όχι μόνο.
Ανέκαθεν, οι πολίτες του Αγρινίου και της ευρύτερης περιοχής αναμένουν την αναβίωση του εθίμου από τους Χαλκουνάδες του Αγρινίου, που διατηρούν το έθιμο ζωντανό και το ανέδειξαν σε όλη τη χώρα, καθώς είναι αναπόσπαστο κομμάτι της Μ. Παρασκευής για την περιοχή. Πολλοί όμως, αγνοούν ότι μετά την Ανάσταση, το Μ. Σάββατο, στην Παραβόλα του Δήμου Αγρινίου αναβιώνει πάλι το έθιμο αυτό.
Πριν ακόμη και από την εποχή της Τουρκοκρατίας, μέχρι και σήμερα, ακριβώς έξω από την εκκλησία της Παραβόλας, την Ανάσταση, ακριβώς στις 12:00 το βράδυ, ομάδες Χαλκουνάδων του χωριού αναβιώνουν το έθιμο. Φέτος, περίπου 20 άτομα με το λιγότερο 300 χαλκούνια και για τουλάχιστον 40 λεπτά θα προσφέρουν θέαμα στους παρευρισκόμενους και εκ παραλλήλω θα αναβιώσουν για ακόμη μια φορά το έθιμο των χαλκουνιών. Στην Παραβόλα, κάθε χρονιά στις ομάδες των Χαλκουνάδων υπάρχει ηλικιακή ανανέωση, με αποτέλεσμα τα τελευταία χρόνια μετά τα Χριστούγεννα συνεχώς και πιο νέα σε ηλικία άτομα να ξεκινούν την διαδικασία κατασκευής των χαλκουνιών, πάντα με την επίβλεψη των παλαιοτέρων.
Στην Παραβόλα, όλα αυτά τα χρόνια που αναβιώνει το έθιμο των χαλκουνιών, τραυματισμός που να θέσει σε κίνδυνο την ζωή κάποιου Χαλκουνά δεν υπήρξε. Όσο το χρονικό διάστημα στενεύει και η Μ. Εβδομάδα είναι σε εξέλιξη, τόσο περισσότερο χρόνο αφιερώνουν οι Χαλκουνάδες για την κατασκευή των χαλκουνιών.
Τα βασικά υλικά που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή των χαλκουνιών είναι χαρτόνι τυλιγμένο σε λοστό, ούτως ώστε να πάρει κυλινδρικό σχήμα, πυρίτιδα, ρινίσματα σιδήρου, τα οποία έχουν την ονομασία αλιμουδούρα, εφημερίδες και από όλο αυτό το μείγμα, μαζί με άλλα συστατικά, προκύπτει το χαλκούνι. Το κάθε χαλκούνι περιέχει 260 με 300 γραμμάρια μείγματος, ενώ στο τέλος τα δυνατά χαλκούνια, τα τρυπάνε αν και αφήνουν πάντα και κάποια χωρίς να τα τρυπήσουν, τα οποία είναι ηπιότερα.
Τα χαλκούνια στην Παραβόλα ξεκινούν πολύ πριν την επανάσταση του 1821, όταν στο Παλιόκαστρο λειτουργούσε το μοναστήρι της Θεοτόκου. Τότε οι καλόγεροι συγκέντρωναν γύρω τους, τους ξωμάχους και τη νύχτα κατέβαιναν στο Χοροστάσι, για να «βγάλουν» την Ανάσταση. Πρώτα οι καλόγεροι έβαζαν φωτιά στα χαλκούνια, ενώ κατά την Τουρκοκρατία, μπροστά στο θέαμα των χαλκουνιών οι Τούρκοι φοβόντουσαν, ενώ παράλληλα φλέγονταν και ομοίωμα του Ιούδα. Τα χαλκούνια στην Παραβόλα άνθισαν την εικοσαετία ανάμεσα στους δύο παγκόσμιους πολέμους. Περίπου το 1935 διορίστηκε στην ενορία του Αγίου Δημητρίου ο νεαρός πατέρας Γιώργης Παπαναγιώτου, ο οποίος κατάγονταν από την περιοχή του Καρπενησίου και γνώριζε για τα χαλκούνια του τότε Βραχωριού, νυν Αγρινίου και έτρεμε στην ιδέα πως θα έπρεπε να βγάλει το Ευαγγέλιο της Αναστάσεως ανάμεσα από τα χαλκούνια.
Ένα μεσημέρι του Απριλίου, την εποχή του διορισμού του, με πρόφαση να μάθει για τον κάμπο, πήρε το δρόμο προς την Τριχωνίδα. Σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημιακού Δημοσθένη Γεωργοβασίλη, ο παπα – Γιώργης σε όποιο σημείο άκουγε χτύπους από γένι, πλησίαζε και μάθαινε για την κατασκευή των χαλκουνιών. Στην περιοχή των Παλιάλωνων, κοντά στην Τριχωνίδα, στην Παραβόλα, στην καλύβα των Παναγαίων συνάντησε τον Λάμπρο Ακρίδα, τον Χρήστο Πανάγο, τον Χρήστο Μουτάφη (ο οποίος σκοτώθηκε το 1941 στη Βόρειο Ήπειρο), τον Γρηγόρη Ακρίδα (που δολοφονήθηκε από Χίτες) και τον Βαγγέλη Μαντζανά (που στην περίοδο της Κατοχής βασανίστηκε και φυλακίστηκε), οι οποίοι κατασκεύαζαν χαλκούνια. Τότε, ο καθείς είχε τον ρόλο του, εκτελούσε συγκεκριμένη δουλειά για την ολοκλήρωση της κατασκευής των χαλκουνιών.
Το ίδιο έθιμο υπήρχε και στην Αχαΐα, αλλά με την πάροδο των χρόνων αποδυναμώθηκε και εν τέλει χάθηκε. Σχετικά όμως με τα χαλκούνια του Αγρινίου και της Παραβόλας, ιστορικά δεν είναι ξεκάθαρο ποια περιοχή μεταλαμπάδευσε το έθιμο στην άλλη. Κατά την έρευνα του Πανεπιστημιακού Γεωργοβασίλη, οι βάσεις του εθίμου είναι τόσο ισχυρές που η επικρατέστερη εκδοχή είναι να ήρθε στο Αγρίνιο από την Παραβόλα και όχι το αντίστροφο.
Τα καταγεγραμμένα ιστορικά στοιχεία που εντόπισε ο κ. Γεωργοβασίλης είναι περισσότερο στην Παραβόλα, παρά στο Αγρίνιο, άλλοτε Βραχώρι. Όπως προαναφέραμε η διάρκεια ρίψης των χαλκουνιών είναι περίπου 40 λεπτά. Στην δεκαετία του 1960 και του 1970 η διάρκεια άγγιζε και τις δύο ώρες, αφού κατασκεύαζαν περισσότερο από 1000 χαλκούνια. Πλέον, οι Χαλκουνάδες αναβιώνουν το έθιμο με δικά τους μόνο έξοδα, ενώ η πολιτεία ή ο δήμος Αγρινίου θα πρέπει να συνεισφέρει οικονομικά στο έθιμο, αν όχι να αναλάβει εξ ολοκλήρου την προμήθεια των υλικών στους γνώστες της τέχνης αυτής.
Την στιγμή που η θέληση υπάρχει και αυτό ενισχύει τον πολιτισμό και την ιστορία του τόπου μας, πρέπει κάποιος θεσμικός παράγοντας, στην προκειμένη περίπτωση ο δήμος, να σταθεί αρωγός. Οι σύγχρονοι Χαλκουνάδες της ομάδας που συναντήσαμε είναι οι κ. Ανδρέας και Αριστείδης Σταμάτης, ο κ. Αντώνης Μουστάκας, οι κ. Κώστας και Λάμπρος Μουτάφης, ο κ. Κώστας Ράπτης, ο κ. Κώστας Σολτάτος, ο κ. Θεοδόσης Γιαννακάς και ο κ. Κώστας Μπαρδάκης.
Ο πρόεδρος της Παραβόλας κ. Διονύσης Γιαννακάς δήλωσε: «Είναι ένα έθιμο που δεν υπάρχει σε άλλο χωριό. Παλιά φροντίζαμε να προμηθεύουμε τους Χαλκουνάδες με τα απαραίτητα υλικά, ώστε να διατηρηθεί το έθιμο. Πλέον, ανέλαβαν μόνοι τους να προμηθεύονται τα υλικά και να αναβιώνουν το έθιμο, χωρίς καμία απολύτως οικονομική βοήθεια από κανέναν. Το μόνο παρήγορο είναι ότι έχουν αναλάβει τα παιδιά, η νέα γενιά και με αυτόν τον τρόπο το έθιμο θα συνεχιστεί».
Κων/νος Χονδρός
ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ