Τι λέει ο νόμος για την επαιτεία, το γνωρίζουμε. Όπως γνωρίζουμε και τι λέει για τη φοροκλοπή, τη φοροδιαφυγή, την υπεξαίρεση δημόσιου χρήματος, τον παράνομο πλουτισμό κ.ο.κ. Το να φωνάζουμε, να καταδικάζουμε, να καταγγέλλουμε αυτούς που παρανομούν και να κριτικάρουμε αυτούς που τους καλύπτουν δεν είναι μόνο δικαίωμά μας, είναι και υποχρέωσή μας. Εάν θέλουμε – βέβαια – να λεγόμαστε ενεργοί πολίτες.
Πολύς λόγος γίνεται τελευταία για τους επαίτες (επαγγελματίες ή πεινασμένους) που έχουν κατακλύσει και τη δική μας πόλη και τους συναντάμε παντού. Και δεν πρόκειται μόνο για τους μόνιμους Ρομά, αλλά κι άλλους από διάφορες χώρες (νόμιμους ή παράνομους) και πολλούς τελευταία από Βουλγαρία και Ρουμανία. Και το φαινόμενο αυτό δεν αποτελεί «προνόμιο» του Αγρινίου αλλά όλης της χώρας. Γνωρίζουμε – εξάλλου – ότι κι Έλληνες άνεργοι και φτωχοί (οι περισσότεροι νέοι), έχουν κατακλύσει άλλες χώρες και κάνουν το ίδιο (γίνονται επαίτες) μέχρι να βρουν κάποια δουλειά. Κι όχι από φυγοπονία! Αλλά, μήπως κι εκείνοι οι Έλληνες που – μέσα στην ίδια τους τη χώρα – τρέχουν στα συσσίτια, απλώνουν τα χέρια μπας και μπορέσουν ν’ αρπάξουν μια τσάντα με κηπευτικά, πατάτες ή φαγητό – εικόνες που κάνουν το γύρο του κόσμου – δεν είναι επαίτες; Κι όλοι οι Έλληνες – συρόμενοι πίσω απ’ τους ανάξιους «ηγέτες» μας – που ζητάμε γονατιστοί και διαρκώς δανεικά δεν είμαστε επαίτες;
Υπάρχουν – κι εγώ το πιστεύω – άνθρωποι που έχουν την επαιτεία ως επάγγελμα, που εκμεταλλεύονται ακόμα και τα ίδια τους τα παιδιά, που τ’ αμολάνε στα διάφορα στέκια και στο τέλος της ημέρας τούς παίρνουν ό,τι κατάφεραν να εισπράξουν. Ναι, αυτοί πρέπει να εντοπίζονται, να παρακολουθούνται, να συλλαμβάνονται και να τιμωρούνται. Αυτοί, όχι τα παιδιά τα οποία είναι θύματά τους. Δεν είναι, όμως, όλοι όσοι – με κρύο και βροχή – τείνουν το χέρι για να εξοικονομήσουν το φαγητό της ημέρας, κυρίως τώρα σε περίοδο κρίσης, τέτοιοι. Εδώ θα πρέπει να υπάρχει διαχωρισμός. Κι αυτόν το διαχωρισμό δε μπορούμε να τον κάνουμε εμείς οι πολίτες, χωρίς να γνωρίζουμε το τι κρύβεται πίσω απ’ τον καθένα τους. Αυτό μπορούν να το κάνουν οι διάφορες Αρχές (Ασφάλεια, δημοτική Αστυνομία, φιλανθρωπικές οργανώσεις) και κανείς άλλος. Όχι τσουβάλιασμα, για όνομα του Θεού!
Αν γυρίσουμε λίγο πίσω στο χρόνο, εκεί πριν τα Χριστούγεννα και θυμηθούμε εκείνα τα «καλυβάκια για σκύλους» κάτω στον παλιό σταθμό του τρένου και πίσω απ’ τα σχολεία, που μέσα όμως ζούσαν άνθρωποι από άλλη χώρα για πάνω από τρεις μήνες κι ανατρέξουμε στα τότε ρεπορτάζ και φωτογραφίες που είδαν το φως της δημοσιότητας, θα καταλάβουμε ως που μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος για να επιβιώσει. Όλοι τους ήταν ζητιάνοι (εκτός του πατέρα που βοηθούσε στη λαϊκή) και μ’ αυτόν τον τρόπο ζούσαν. Και τώρα μια οικογένεια (8μελής τότε, 10μελής σήμερα) ξαναγύρισε στο Αγρίνιο κι όλοι μαζί είναι στοιβαγμένοι σ’ ένα μικρό παλιό σπιτάκι. Και κάνουν την ίδια δουλειά! Κι έπιασαν και τα ίδια στέκια! Νόμιμοι κι όχι παράνομοι κι άνθρωποι που δεν κλέβουν ούτε προκαλούν με τη συμπεριφορά τους. Ζούσαν πολύ χειρότερα στη χώρα τους και γι’ αυτό ήρθαν εδώ.
Εμένα με εξοργίζει η άποψη κάποιων, ότι «φταίει η αστυνομία που δεν τους συμμαζεύει κι ο εισαγγελέας που δεν τους ρίχνει στο μπουντρούμι»!. Όχι, δεν είναι έτσι. Εδώ δε ρίχνονται στο «μπουντρούμι» μεγάλοι απατεώνες και κλέφτες, αυτούς τους θεονήστικους θα κλείσουν; Προσωπικά θαυμάζω αυτούς τους ανθρώπους (αστυνομικούς και εισαγγελείς) για τον ανθρωπισμό που δείχνουν. Σ’ αυτούς που ζητιανεύουν για να ζήσουν φυσικά κι όχι στους επαγγελματίες που εκμεταλλεύονται παιδάκια και τούς παίρνουν το μεροκάματο. Αυτοί πρέπει και να συλλαμβάνονται και να τιμωρούνται παραδειγματικά. Όταν λέει κάποιος αστυνομικός σε μια ρακένδυτη κοπέλα (πραγματικό γεγονός) ότι απαγορεύεται να ζητιανεύει και συγχρόνως κάνει «τα στραβά μάτια» και την αφήνει να ζητιανεύει, βάζει την ανθρωπιά του πάνω απ’ το καθήκον και με κίνδυνο να κατηγορηθεί. Έχουν δει τα μάτια αυτών των ανθρώπων τόση εξαθλίωση και πείνα σ’ αυτούς που – αναγκαστικά – μεταφέρουν στις Υπηρεσίες τους για έλεγχο, όση κανείς άλλος. Και γνωρίζουν καλά, ότι οι υπηρεσίες πρόνοιας του κράτους, της αυτοδιοίκησης και της εκκλησίας (!) τούς έχουν αποκλεισμένους απ’ την … ευσπλαχνία τους. Και γι’ αυτό είναι πάνω απ’ όλα Άνθρωποι.
Συμφωνώ απόλυτα ότι «για τον ελεήμονα, τον ευσπλαχνικό άνθρωπο που δίνει στον επαίτη, η ελεημοσύνη μπορεί να είναι αποτέλεσμα ηθικού εκβιασμού», όπως επίσης ότι «η πράξη του ελεήμονα καθησυχάζει την κοινωνική του συνείδηση», όπως ακριβώς διάβασα σε πρόσφατο δημοσίευμα. Δε συμφωνώ, όμως, στο ότι μια τέτοια πράξη «απομακρύνει τη σκέψη απ’ τα κοινωνικά προβλήματα κι απέχει (αυτός που ελεεί) απ’ την κοινωνική δράση». Αυτό ευσταθεί μόνο για ελάχιστους, για εκείνους που κάνουν ελεημοσύνη μόνο του θεαθήναι. Για τους σημερινούς «Φαρισαίους», δηλαδή. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η φιλανθρωπία γενικώς, αποτελεί μία απ’ τις καλύτερες ψυχοθεραπευτικές δράσεις. Οπότε, όποιος ελεεί, κάνει καλό και στον ανήμπορο επαίτη και στον εαυτό του.
Καλοδεχούμενοι, λοιπόν, οι έχοντες πραγματική ανάγκη ζητιάνοι και τιμωρία στους επαγγελματίες επαίτες. Αυτό είναι το δίκαιο.