Τα Άγραφα εκτός από οροσειρά της κεντρικής Ελλάδας, η οποία αποτελεί τη νοτιότερη απόληξη της Πίνδου, είναι και ένα μικρό χωριό σκαρφαλωμένο σε μια απότομη πλαγιά. Το χειμώνα μετρά πάνω κάτω 90 κατοίκους, το καλοκαίρι όμως γεμίζει περισσότερο κόσμο, από τους ντόπιους που ξεχειμωνιάζουν στα πεδινά και ανεβαίνουν στα Άγραφα για να ξεκαλοκαιριάσουν.
Τα Άγραφα ως βουνά τα διακρίνουμε στα Ευρυτανικά και στα Θεσσαλικά, στη συγκεκριμένη περίπτωση μας ενδιαφέρουν τα πρώτα. Τα Ευρυτανικά Άγραφα λοιπόν, σε αντίθεση με το κάπως πιο ήπιο ανάγλυφο των Θεσσαλικών, είναι δύσβατα, γεμάτα ψηλές κορυφές, βαθιές χαράδρες και πυκνά δάση μακεδονικής κυρίως ελάτης η οποία μπερδεύεται με μαυρόπευκα, βελανιδιές, καστανιές, οξιές και σφενδάμια. Τα πυκνά αυτά δάση με τη σειρά τους κρύβουν μια πλούσια άγρια ζωή όπως χρυσαετούς, γερακίνες, λύκους, αρκούδες, ζαρκάδια, νυφίτσες, ασβούς, αλεπούδες, χελώνες και πολλά ακόμα που υπάρχει μεγάλη περίπτωση να τα συναντήσετε στο διάβα σας. Η πιο ψηλή τους κορυφή είναι η Καράβα που φτάνει στα 2.184 μέτρα ενώ είναι πολλές οι κορυφές τους που ξεπερνούν τα 2.000 μέτρα.
Το ανάγλυφο των Αγράφων συμπληρώνεται και από τρία ποτάμια τον Αχελώο, τον Αγραφιώτη και τον Ταυρωπό ενώ δεν λείπουν και οι λίμνες όπως η μικρή φυσική λίμνη Στεφανιάδα περιτριγυρισμένη από ψηλές βουνοκορφές και οι μεγαλύτερες τεχνητές όπως η λίμνη Πλαστήρα, η Σμοκόβου και η λίμνη Κρεμαστών στις απολήξεις των βουνών. Από τα παραπάνω καταλαβαίνετε πως αυτή η περιοχή της Ελλάδας έχει πολλή ομορφιά και μάλιστα άγρια και η καλύτερη εποχή για την γνωρίσετε είναι από το τέλος της άνοιξης μέχρι φθινόπωρο. Το χειμώνα η ζωή εκεί είναι δύσκολη. Δεν είναι τυχαίο που οι κάτοικοι των χωριών ξεχειμωνιάζουν στα πεδινά της Θεσσαλίας, της Ευρυτανίας και της Βοιωτίας.
Πρώτοι κάτοικοι της περιοχής θεωρούνται οι Δόλοπες αρχαία φυλή η οποία εξαλείφθηκε στην μετά Χριστόν εποχή. Στη συνέχεια, στις πλαγιές των Αγράφων εγκαταστάθηκαν Σλάβοι οι οποίοι αφομοιώθηκαν πλήρως από τους Έλληνες ντόπιους ενώ στην πορεία οι οικισμοί που δημιουργήθηκαν αποτελούνταν από Βλάχους και αργότερα από Σαρακατσάνους. Αυτά για την ευρύτερη περιοχή.
Το ίδιο το χωριό των Αγράφων τώρα είναι μικρό και σε υψόμετρο 880 μέτρων στην πλαγιά του βουνού Κουκουρούντζος και αγναντεύει σε μια συγκλονιστική θάλασσα από ψηλές βουνοκορφές. Μπορεί να μην έχει την ομορφιά των πετρόκτιστων χωριών του Ζαγορίου ή της Αρκαδίας έχει όμως μια απόκοσμη γοητεία χάρη στην, μοναδικής ομορφιάς, άγρια φύση που σε σαγηνεύει και για να είμαστε ειλικρινείς δεν είναι για όλους. Εδώ, θα αισθανθείτε μικροί μπροστά σε αυτό το μεγαλείο της φύσης, στο άγριο τοπίο και τη μοναξιά που αυτό φέρνει. Είναι όμως μια εμπειρία ζωής να ανεβείτε μέχρι εκεί και να αγναντέψετε το λιβάδι αυτό από τις ψηλές κορυφές, άλλες γεμάτες δέντρα και άλλες σπανές, με βράχια που κάπου κάπου φιλοξενούν λίγα αγριολούλουδα.
Αν θέλετε να απολαύσετε την απόλυτη ηρεμία και την απομόνωση, το χωριό των Αγράφων είναι το καλύτερο μέρος. Εδώ, απουσιάζουν οι ήχοι από τα αυτοκίνητα και τις μηχανές, από τα λεωφορεία και τις κόρνες, από τις μουσικές και τις φωνές. Εδώ, όλοι οι ήχοι είναι αυτοί της φύσης, ο άνεμος που περνά ανάμεσα στα δέντρα και τα σπίτια, το τραγούδι των μπούφων και το αλύχτισμα των αλεπούδων. Κάπου εδώ να σημειώσουμε πως η ατμόσφαιρα των Αγράφων είναι από τις καθαρότερες στον κόσμο σύμφωνα με την UNESCO.
Για να φθάσετε θέλετε χρόνο, υπολογίστε από την Αθήνα περίπου στις 4,5 με 5 ώρες και μάλιστα σε ένα δρόμο που μετά το Καρπενήσι δυσκολεύει, με μπόλικες στροφές και ανηφόρες ενώ τα τελευταία 5 χλμ. περίπου είναι ένας βατός χωματόδρομος. Ωστόσο, η διαδρομή από τη Σπερχειάδα και μετά είναι πολύ πιο ενδιαφέρουσα και όμορφη με καταπράσινη φύση και τρεχούμενα νερά, μάλιστα κάποια στιγμή θα βρεθείτε να οδηγείτε πλάι πλάι με τον Αγραφιώτη ποταμό. Στο άνοιγμα το δρόμου στο ύψος του μικρού ναού της Αγίας Βαρβάρας μπορείτε να σταματήσετε για να ξεμουδιάσετε και να περπατήσετε κοντά στον Αγραφιώτη που ανάλογα με την εποχή διαφέρει και η ποσότητα του νερού. Λίγο πριν την είσοδο στο χωριό κάντε μια στάση στο Πετρογέφυρο, ένα παμπάλαιο μονότοξο γεφύρι, πνιγμένο στη φύση, που στέκει εκεί από το 1600.
Το χωριό, όπως είπαμε είναι μικρό και μπορείτε να το γυρίσετε σχεδόν όλο σε μια μέρα. Να τριγυρίσετε στις γειτονιές με τα παλιά πέτρινα σπίτια και τα πιο σύγχρονα, όλα με κόκκινες κεκλιμένες κεραμοσκεπές για να γλιστρά το χιόνι και με μικρές αυλές και να σταθείτε στην πλατεία με το μεγάλο πλατάνι. Να ξαποστάσετε στις βρύσες και να επισκεφθείτε την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου του 1590 με τις τοιχογραφίες του 1608 τις οποίες φιλοτέχνησε ο ιερέας Δροσινός από το Φανάρι -αξιοσημείωτο είναι πως ο ναός το 1878 μετακινήθηκε από κατολίσθηση χωρίς όμως να πάθει καμιά ζημιά. Περπατήστε μέχρι τον πέτρινο ναό της Κοίμησης της Θεοτόκου του 1898 και τους όμορφους ναούς του Αγίου Δημητρίου και του Αγίου Παντελεήμονα καθώς και έως το μικρό πέτρινο εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου λίγο έξω από το χωριό. Όμορφη βόλτα είναι και μέχρι το άγαλμα του Κατσαντώνη πολέμαρχου των Ελλήνων κλεφταρματολών και ήρωα της προεπαναστατικής Ελλάδας που έχει συνδέσει το όνομά του με την περιοχή.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Μπείτε στο αυτοκίνητο και κατεβείτε προς το Νερόμυλο, στο δρόμο για το Καρπενήσι όπου γίνεται ιχθυοκαλλιέργεια πέστροφας ή επισκεφθείτε το μοναστήρι της Αγίας Τριάδος του 17ου αιώνα στον οικισμό των Πετραλώνων. Για να φθάσετε στη μονή θα οδηγήσετε περίπου 25 χλμ. σε χωματόδρομο ενώ υπολογίστε πως θα χρειαστείτε σχεδόν μια ώρα, ίσως και λίγο παραπάνω. Η διαδρομή όμως είναι συγκλονιστική, με δυνατές εναλλαγές καθώς θα περάσετε από τη φαλακρή, λόγω υψομέτρου, πλαγιά των βουνών, και στη συνέχεια θα μπείτε σε ένα υπέροχο δάσος από έλατα. Στο γυρισμό εάν έχετε χρόνο κάντε και μια παράκαμψη στον πολύ μικρό οικισμό Καμάρια στα 1.470 μέτρα υψόμετρο για να απολαύσετε υπέροχη θέα. Θυμάμαι στα μέσα της δεκαετίας του ‘80 το χωριό δεν είχε ρεύμα, μοναχά ένα τηλέφωνο στον μικρό φούρνο ενώ οι στέρνες και οι ποτίστρες, που γέμιζαν κρυστάλλινο νερό που κατέβαινε από το βουνό, ήταν γεμάτες με καρπούζια, ντομάτες, δοχεία με τυριά κ.ά. καθώς όπως ήταν φυσικό ψυγείο δεν υπήρχε. Τα παιδιά βγαίναμε έξω και παίζαμε κυνηγητό και πιάναμε μπαμπακάκια (γυρίνους) στα τρεχούμενα νερά όσο οι μεγάλοι καθόντουσαν στις αυλές με καφέ ή τσίπουρο, οι επισκέπτες, γιατί οι ντόπιοι είχαν να φροντίσουν για τις καθημερινές δουλειές.
Όσοι τώρα διαθέτετε 4Χ4 αξίζει να πάτε και μέχρι το «Μνημείο Εμφυλίου στη Νιάλα» στα 2.000 μέτρα υψόμετρο. Στο σημείο αυτό τον Απρίλιο του 1947 αντάρτες και στρατιώτες βρέθηκαν νεκροί, αγκαλιασμένοι στις ίδιες σκηνές σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίσουν τη χιονοθύελλα χωρίς δυστυχώς να το καταφέρουν. Στην μνήμη τους έχουν μπει δυο μαρμάρινες πλάκες η μια αναγράφει «Στη θέση αυτή έπεσαν χτυπημένοι από φοβερή χιονοθύελλα αντάρτες του ΔΣΕ, στρατιώτες του κυβερνητικού στρατού και άμαχοι πολίτες στις 12/4/1947» και η άλλη «Διαβάτη που περνάς άφησε εδώ ένα λουλούδι για όλους τους αδικοχαμένους του εμφυλίου». Η διαδρομή είναι σε δύσκολο χωματόδρομο σε πολλά σημεία στενό και χρειάζεται εξαιρετική προσοχή, ωστόσο η θέα και το τοπίο είναι σκέτη μαγεία. Η διαδρομή γίνεται από τα τέλη της άνοιξης μέχρι και το φθινόπωρο αλλά εξαρτάται πάντα από την κατάσταση του δρόμου και τις καιρικές συνθήκες γιατί μιλάμε για 2.000 μέτρα υψόμετρο. Αξίζει να συνεχίσετε προς το πέτρινο εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου που είναι μετά το μνημείο, στο σημείο που ο χωματόδρομος συναντιέται με τον ασφάλτινο δρόμο για Βραγγιανά.
Η περιοχή διαθέτει και όμορφες διαδρομές για πεζοπορίες όπως αυτή που φθάνει στην κορυφή Κουκουρούντζος αλλά θα χρειαστεί πλησιάζοντας να σκαρφαλώσετε για να τη φθάσετε, ή αυτή προς τη Νιάλα. Μπορείτε επίσης να κάνετε και διάσχιση του φαραγγιού του Ασπρορέματος από τον ομώνυμο οικισμό μέχρι τα Επινιανά και να πάτε στην Τρύπα του Αγραφιώτη ή Τρύπα Όσκλιανη. Όλα αυτά βέβαια καιρού επιτρέποντος, ιδίως για την Τρύπα του Αγραφιώτη συνίσταται από την άνοιξη και μετά.