Το διεθνές φολκλορικό φεστιβάλ της Λευκάδας, που είναι από τα παλαιότερα και πλέον γνωστά της χώρας, συμπληρώνει εφέτος 55 χρόνια λειτουργίας. Σε συνδυασμό με τις γιορτές λόγου και τέχνης, που καθιερώθηκαν αργότερα, αποτελεί κορυφαίο πολιτιστικό θεσμό με πολύ σημαντικές εκδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν όλα αυτά τα χρόνια.
Κατά την άποψή μου, χωρίς να θέλω να υποβαθμίσω καμία από τις άλλες εκδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν όλα αυτά τα χρόνια, η κορυφαία στιγμή του θεσμού είναι συνυφασμένη με την Μαρία Κάλλας που στη λήξη του 3ου Φεστιβάλ την 30-8-1964 τραγούδησε την άρια “VOI LO SAPETE O MAMMA” από την Cavalleria Rusticana του Mascagni.
Tην εποχή εκείνη η παντοδυναμία του Αριστοτέλη Ωνάση ήταν στο απόγειό της και ο Σκορπιός αποτελούσε το επίκεντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος. Οι επισκέψεις διασήμων προσωπικοτήτων, όλων των χώρων, διαδέχονταν η μία την άλλη. Η “σπιτονοικοκυρά” του μικρού ιδιόκτητου νησιού, κατά κάποιο τρόπο, ήταν η Μαρία Κάλλας.
Ο Ωνάσης είχε ιδιαίτερες σχέσεις με την πόλη της Λευκάδας και μάλιστα έκανε και κάποιες προσφορές στο νοσοκομείο. Η δε Κάλλας πολλά απογευματινά περπατούσε στους δρόμους της πόλης.
Στη λήξη του 3ου φεστιβάλ κλήθηκαν ο Ωνάσης και η Κάλλας να παραβρεθούν στις εκδηλώσεις. Εκείνη την βραδιά την παράσταση έκλεψε το Γιουγκοσλάβικο χορευτικό συγκρότημα που είχε επικεφαλής ένα θαυμάσιο χορευτή, τον Μπέλι.
Με την λήξη του χορευτικού προγράμματος ο τότε νομάρχης Λευκάδας ανάγγειλε ότι θα τραγουδήσει η Κάλλας και να μην φύγει κανείς από τον χώρο της εκδήλωσης. Η Κάλλας όμως για να τραγουδήσει ζήτησε ένα πιάνο και ένα πιανίστα. Μεταφέρθηκε στα γρήγορα το πιάνο από το Εθνικό Ωδείο της Λευκάδας και μέσω των μεγαφώνων κλήθηκε ο 18χρονος τότε σπουδαστής της μουσικής Κυριάκος Σφέτσας.
Μετά το πρώτο σοκ που υπέστη ο νεαρός μουσικός όταν του ζητήθηκε να συνοδεύσει με το πιάνο την Κάλλας το έπραξε με την προτροπή της ιδίας της Κάλας. Το γεγονός αυτό έγινε αμέσως γνωστό σε όλο τον κόσμο και άρχισε μία φιλολογία για την κίνηση αυτή της μεγάλης υψιφώνου που συνεχίζεται ως τις μέρες μας.
Πέρασε μισός αιώνας από τότε. Η Κάλλας έφυγε από την ζωή όπως και ο Ωνάσης. Ο Σκορπιός πωλήθηκε. Το φεστιβάλ συνεχίζεται και ο απόηχος της βραδιάς εκείνης παραμένει και αποτελεί ορόσημο για την Λευκάδα και όχι μόνο.
Σε μία συνέντευξη που μου παραχώρησε το 2005 ο εκ των πρωταγωνιστών της βραδιάς εκείνης Κυριάκος Σφέτσας εξιστορεί και σχολιάζει τα δρώμενα.
ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ
Γιά να είναι πληρέστερη η εικόνα των όσων συνέβησαν εκείνη την βραδιά αναδημοσιεύω πληροφορίες από το site Αρωμα Λευκάδας
Από το Σκορπιό, το νησί του Ωνάση, όπου μένουν, η Μαρία Κάλλας «πετάχτηκε» απέναντι στη Λευκάδα να παρακολουθήσει το ετήσιο φεστιβάλ. Όπως είναι φυσικό, ο κόσμος, γεμάτος δέος από την παρουσία της μεγαλύτερης σύγχρονης προσωπικότητας της Τέχνης την θαύμαζε από μακριά…
Τον πάγο έσπασαν ένα-δυό πιο τολμηροί που την πλησίασαν και της ζήτησαν αυτόγραφο, «Δεν δίνω αυτόγραφα…» απάντησε μ’ένα χαμόγελο και τα μάτια της ─ καταπληκτικά ωραία μάτια— γύρισαν αλλού… Οι πρώτοι που ζήτησαν αυτόγραφο έφυγαν αλλά ήρθαν άλλοι… κι’ ύστερα άλλοι… Η Κάλλας κοίταξε τον Ωνάση, «Δώσε Μαρία, αυτόγραφα, αφού σου τα ζητούν», της ψιθύρισε. Κι εκείνη: «Πως μπορώ; αφού αρνήθηκα στους πρώτους;» «Δεν πειράζει, θάρθουν σαν δουν πως δίνεις…» Σήκωσε τους ώμους γελαστή και παραδόθηκε στο πλήθος που την κύκλωσε. Υπόγραφε σε όλους, ο,τι της πρόσφεραν, χαρτιά, προγράμματα, φωτογραφίες, κάρτες… Η θεά, που κρατά άφωνους από συγκίνηση τους εστεμμένους της γης, σαν τραγουδάει, είναι τώρα, μια κοπέλα σκυμμένη πάνω σε τραπέζι, που σκορπά χαμόγελα κι’ υπογραφές…
Κάποια στιγμή σταμάτησε. Ο κόσμος απομακρύνθηκε. Η κάλλας έμεινε ελεύθερη με την συντροφιά της. Τότε σκύβει και της λέει ο Νομάρχης Λευκάδος κ. Στεργιάκης: «Και, στον νομάρχη σας αυτόγραφο;» Σηκώνει τα μάτια και τον κοιτάζει. Το πρόσωπό της λάμπει από χαρά και ξεγνοιασιά. «Στον νομάρχη μου θα κάνω άλλο δώρο», και γελά. Αλλά ο νομάρχης, δεν άφησε την ευκαιρία αν φύγει. Και ζήτησε για δώρο ΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΗΣΕΙ. Το ζήτησε ιδιαιτέρως από τον κ. Ωνάση, ο οποίος υποσχέθηκε να μεσολαβήσει…
Την άλλη μέρα, φθάνοντας πάλι στην Λευκάδα, ο κ. Ωνάσης κρατούσε κρυφά τις παρτιτούρες. «Κρύψτε τες κάπου και ποιος ξέρει, ίσως την καταφέρουμε…»
Στην αρχή η Μαρία Κάλλας αρνήθηκε. «Ορκίστηκα στον εαυτό μου να μην ξανατραγουδήσω στην Ελλάδα…» Αλλά η ζωή ανάμεσα τους απλούς ανθρώπους που την λατρεύουν, η ζεστασιά κι’ ο αυθορμητισμός τους, έχουν ξυπνήσει μέσα της τις πιο ευαίσθητες χορδές της. Η μεγάλη Κάλλας νιώθει σαν παιδί. Διστάζει, χαμογελάει κι’ αποφασίζει: «Ναι, θα τραγουδήσω».
Μέσα την πλατεία του νησιού, πάνω στο πρόχειρο πάλκο, με συνοδεία ένα πιάνο…
Η έκπληξη σ’ εκείνες τις γιορτές του Αυγούστου του 1964 δεν ήταν μόνο η εμφάνιση και το τραγούδι της μεγάλης ντίβας της όπερας Μαρίας Κόλλας αλλά και ο δεκαοκτάχρονος τότε σπουδαστής του Εθνικού Ωδείου, Κυριάκος Σφέτσας ο οποίος κλήθηκε να την συνοδέψει στο πιάνο. Και η δική του μαρτυρία συνάδει με την ύπαρξη δυο ξεχωριστών εμφανίσεων της Κάλλας στη Λευκάδα. (Μπορείτε να ακούσετε τις θύμισες του στο βίντεο στο τέλος του άρθρου).
Ο Κυριάκος Σφέτσας αρνήθηκε έντονα όταν άκουσε να τον καλούν να συνοδέψει την μεγάλη ντίβα στο πιάνο. Μαλάκωσε μόνο όταν η ίδια η Κάλλας του το ζήτησε δίνοντάς του τις παρτιτούρες. Υποχώρησε και ζήτησε μόνο λίγο χρόνο να ρίξει μια ματιά σ’ ένα άγνωστο για τον ίδιο κομμάτι.
Έτσι τραγούδησε η πριμαντόνα του αιώνα, χαρίζοντας σε λίγους Έλληνες το δώρο της υπέροχης φωνής της. Πριν αρχίσει το τραγούδι, μίλησε: «Με συνεπήρε το περιβάλλον», είπε «και πατώ τον όρκο μου… Θέλω να σας πω ότι είμαι απροετοίμαστη… Έχω τρείς μήνες να ασχοληθώ με το τραγούδι… Το στόμα μου το ανοίγω μόνον για να φάω και, δόξα το Θεό για να γελάσω… Φίλοι μου, σας ομολογώ είμαι ευτυχισμένη!» Την φράση της την υπογράμμισαν χειροκροτήματα και ευχές, να είναι πάντα ευτυχισμένη. Και η Μαρία Κάλλας συνέχισε, με φωνή βραχνή από συγκίνηση: «Θα σα τραγουδήσω την «Καβαλερία Ρουστικάνα». Διαλέγω αυτή την άρια, γιατί μ’ αυτήν έκανα ντεπούτο εδώ στην Ελλάδα, σαν ήμουν 14 χρονών!… Και την τραγουδάω τώρα πάλι, μόνο για σας…»
Μπορούμε να συμπεράνουμε πως ο δραστήριος Νομάρχης που λέγεται ότι έκανε την πρώτη πρόσκληση στο ζευγάρι να παρευρεθεί το Φεστιβάλ, παρότι ζήτησε «ένα δώρο», τελικά δεν περίμενε ποτέ ότι θα ανταποδοθεί. Είναι πιθανόν να μην περίμενε και ο ίδιος ότι το θρυλικό ζευγάρι θα επέστρεφε και η ντίβα της όπερας θα δεχόταν να τραγουδήσει. Το πιάνομεταφέρθηκε εκείνη τη στιγμή στο πατάρι από το Εθνικό Ωδείο και αναζήτησαν την τελευταία ώρα έναν ταλαντούχο, αλλά νεαρό μουσικό να παίξει.
Όταν τελείωσε, οι 7.000 άνθρωποι που είχαν μαζευτεί στην πλατεία και κρεμαστεί στα μπαλκόνια, έμειναν βουβοί… Δεν ακούγονταν μύγα να πετά… Η Μαρία Κάλλας έμεινε και εκείνη καρφωμένη στην θέση της ακίνητη… Από τα μάτια της έτρεχαν δάκρυα κι’ έβρεχαν τα μάγουλα της… Ξαφνικά, ξέσπασε ένα ομαδικό χειροκρότημα που αντήχησε στον ουρανό… Όταν κατέβηκε από το πάλκο, αποθεώθηκε. Έσκυβαν και της φιλούσαν τα γόνατα. Ένα γέρος Λευκαδίτης, ξεκρέμασε από το σπίτι του ένα παλιό κλουβί μ’ ένα καναρίνι που είχε και της το πρόσφερε. Στιγμές μεγάλης συγκίνησης, που χάρισε και που τις μοιράστηκε η Κάλλας με του ταπεινούς νησιώτες. Το δώρο της, θα μείνει αξέχαστο… Και στο χρυσοποίκιλτο γιώτ, η «Χριστίνα» είχε κρεμαστεί σε περίοπτη θέση, το κλουβί με το καναρίνι…
ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ