Σαν σήμερα το 1981 ο Κυριάκος Παπαχρόνης διέπραξε το πρώτο του έγκλημα και μάλιστα, δεν δίστασε να συμμετάσχει στις έρευνες για τον εντοπισμό του δράστη.
Πρόκειται για έναν από τους πιο «γνωστούς» εγκληματίες της Ελλάδας, ο οποίος σαν σήμερα διέπραξε το πρώτο του έγκλημα. Στην περίπτωσή του (συνέβη και σε άλλες) όμως, συνέβη το εξής αρρωστημένο: Παρά το γεγονός ότι αποδεδειγμένα – καθότι είχε ομολογήσει κυνικά- ήταν ο ξακουστός «Δράκος της Δράμας» που βίαζε και σκότωνε γυναίκες, εν τούτοις μέσα στη φυλακή καθημερινά λάμβανε δεκάδες γράμματα αγάπης και θαυμασμού από γυναίκες. Ο λόγος για τον Κυριάκο Παπαχρόνη, ο οποίος σαν σήμερα το 1981 διέπραξε το πρώτο του έγκλημα.
Το «ανίκανος» που «γέννησε» την εκδίκηση
Στις 5 Σεπτεμβρίου του 1981, βίασε και σκότωσε μια ιερόδουλη και όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια οι δολοφονίες του ήταν μία μορφή εκδίκησης. Σε ηλικία 14 ετών, ο Παπαχρόνης είχε πάει μαζί με φίλους του σε έναν οίκο ανοχής, ωστόσο η ιερόδουλη τον προσέβαλε αποκαλώντας τον «ανίκανο».
Από εκείνη τη μέρα, όπως έλεγε γέμισε με μίσος για τις γυναίκες. Πέντε χρόνια αργότερα, στα 19 του και ενώ ήταν έφεδρος αξιωματικός στην 5η μοίρα των ΛΟΚ της Δράμας, ξεκίνησε την εγκληματική του δράση.
Μετά τη δολοφονία της 5ης Σεπτεμβρίου το 1918, ακολούθησε:
-Απόπειρα δολοφονίας μιας γυναίκας στη Δράμα τον Δεκέμβριο του 1981
-Απόπειρα βιασμού και δολοφονίας μιας φοιτήτριας στη Δράμα τον Ιανουάριο του 1982
-Βιασμός και δολοφονία μιας 20χρονης φοιτήτριας στη Θεσσαλονίκη τον Αύγουστο του 1982 Απόπειρες βιασμού και δολοφονίας άλλων 5 γυναικών σε Δράμα και Ξάνθη και πρόκληση σωματικών βλαβών σε ορισμένες από αυτές.
Η εγκληματική του δράση δεν περιορίστηκε στις γυναίκες καθώς έκανε πέντε βομβιστικές επιθέσεις, οι περισσότερες σε υποκαταστήματα Τραπεζών σε Δράμα, Καβάλα και Ξάνθη και εμπρησμό στο αεροδρόμιο Καβάλας.
Συμμετείχε στις έρευνες ο ίδιος για τον… εντοπισμό του
Στη Βόρεια Ελλάδα είχε σημάνει συναγερμός, αναζητώντας τον ξακουστό πλέον «Δράκο της Δράμας». Την ίδια ώρα ο Παπαχρόνης συνέχισε να υπηρετεί τη θητεία του σαν να μην συμβαίνει τίποτα, ενώ δεν δίστασε να συμμετάσχει και στις έρευνες για τον εντοπισμό του δράστη, προφανώς για να στρέψει αλλού τις έρευνες και όχι στο πρόσωπό του.
Οι Αρχές είχαν περιορίσει τις έρευνές τους σε στρατιωτικούς, μόνιμους ή έφεδρους, καθώς οι μαρτυρίες γυναικών που είχαν γλιτώσει από τα χέρια του, έκαναν λόγο για στρατιωτικό. Όταν «χτυπούσε» στα θύματά του, φορούσε στρατιωτική στολή.
Έγιναν έρευνες σε όλα τα στρατόπεδα της περιοχής και μάλιστα ο Παπαχρόνης είχε οριστεί επικεφαλής μιας ομάδας. Δύο αξιωματικοί της αστυνομίας όμως κατάφεραν να συλλέξουν πληροφορίες και στοιχεία που τους οδήγησαν στον περιβόητο «δράκο», ο οποίος τελικά συνελήφθη. Αρχικά ο Παπαχρόνης αρνήθηκε τις κατηγορίες, ωστόσο στον ανακριτή ομολόγησε τα εγκλήματά του.
Τον ερέθιζε ο ήχος των τακουνιών
Ο Παπαχρόνης, σύμφωνα με τα ρεπορτάζ της εποχής, φαίνεται πως διάλεγε τα θύματά του όταν άκουγε τον ήχο από τα τακούνια τους. Αυτός ο ήχος τον ερέθιζε και επιβεβαιώθηκε όταν είπε σε μια γυναίκα δημοσιογράφο: «Εσένα σ’ αγαπάω γιατί έχεις ψηλά τακούνια».
Στην απολογία του ήταν κυνικός και δήλωσε ψυχρά: «Θόλωνε το μυαλό μου. Ήθελα να χτυπήσω. Έφθανα στο μεγαλείο. Την χτυπούσα… τελείωνε».
Μετά τη σύλληψή του, η μητέρα του, είχε πει στους δημοσιογράφους: «Το ήξερα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με αυτό το παιδί. Πάντα έτρωγε πρώτα το γλυκό και μετά το φαγητό του».
«Αν βγω πάλι τα ίδια θα κάνω»
Το δικαστήριο, στα τέλη του 1982, τον καταδίκασε δις εις θάνατον και κάθειρξη 23 ετών, αλλά η ποινή μετατράπηκε τελικά σε ισόβια φυλάκιση. Ο ίδιος, ακούγοντάς το είχε πει: «Ευχαριστώ! Τι βάζετε τέτοιες ποινές; Τόσα χρόνια θα ζήσουμε; Στείλτε με στο απόσπασμα γιατί αν βγω έξω, πάλι τα ίδια θα κάνω».
Τα ερωτικά γράμματα στη φυλακή από θαυμάστριες
Ο Παπαχρόνης είχε άρρωστο μυαλό, αλλά φαίνεται πως το ίδιο είχαν και κάποιες (πολλές) γυναίκες, που του έστελναν ερωτικά γράμματα μέσα στη φυλακή! Δήλωναν τον θαυμασμό τους και γοητευμένες από τον ίδιο, με τους ψυχολόγους της εποχής να χαρακτηρίζουν αυτό το φαινόμενο «αρρωστημένη εμμονή».
Τα πρώτα χρόνια στη φυλακή ο Παπαχρόνης ήταν συνεχώς παραβατικός: Συμμετείχε στην εξέγερση κρατουμένων στην Κέρκυρα, είχε χτυπήσει συγκρατούμενο του και προκαλούσε συχνά ταραχές. Στη συνέχεια διατήρησε ένα πιο χαμό προφίλ.
Μετά από 22 χρόνια εγκλεισμού, το 2004 αποφυλακίστηκε σε ηλικία 44 ετών με περιοριστικούς όρους. Στη γραπτή δήλωση που διένειμε στους δημοσιογράφους έγραφε: «Πριν 22 χρόνια, παρασυρόμενος από την ακρισία της ηλικίας και κυρίως από τις φαυλεπήβολες συναναστροφές μου, πουλήσαμε όλοι μας τις ψυχές μας στον Εωσφόρο —όπως ο Φάουστ— κι εγώ προσωπικά έχασα, λαμβάνοντας εξοντωτική ένδικη μισθαποδοσία. Ζητώ από τη θεσπίζουσα πολιτεία από την κοινή γνώμη συγγνώμη από «μέσης ψυχής» για εκείνα τα απεχθή φορτία των ανομιών μου και υπόσχομαι στο εφεξής να διαβιώ «εν αγνεία και σεμνή πολιτεία…» και φυσικά «άμεμπτος εν παντί…»! Hasta la vista, εν ευθέτω χρόνω».
Τα πρώτα χρόνια της αποφυλάκισής του, οι φήμες τον ήθελαν να ζει στην επαρχία και να έχει αρραβωνιαστεί. Σήμερα ζει στην Αθήνα και δεν έχει απασχολήσει ξανά τις διωκτικές αρχές.