Από το Αντίρριο ως τα Βαρδούσια ‘Ορη μυρίζεις άγριες ορχιδέες, έλατα και θαλασσινό αλάτι. Υπάρχει χωριό στα 1000μ που έχει τη δική του «θάλασσα», άνθρωπος που «βασιλεύει» στα 1523μ, μοναστήρια σε απάτητες κορυφές και τόσο πράσινο, τόσο οξυγόνο, που μοιάζει να ήρθες σε έναν άλλο μικρό, ορεινό πλανήτη. Κοίτα ψηλά πέρα από τη θάλασσα κι απογειώσου στην Ορεινή Ναυπακτία!
«Μα κοίτα γύρω σου και πες μου, το αλλάζεις αυτό; Τι θέλεις και δεν υπάρχει; Πράσινο; Ελβετία! Θάλασσα; Ορίζοντες με αλάτι! Χωριά, πανηγύρια, μοναστήρια, βουνά; Διάλεξε και πάρε!» O Νίκος σερβίρει υπερχειλισμένα πιάτα με ντόπιο κρέας στην παρέα που γέμισε το μαγαζί. Η μυρωδιά ξεπερνά τα γκουρμέ εστιατόρια της Ευρώπης. Οι σεφ της Ελβετίας θα πέταγαν τη χρυσή τους σκούφια για ένα σεμινάριο με τους μαγειρευτούς καρπούς της Ορεινής Ναυπακτίας.
Ο Νίκος έχει ταβέρνα στην ακτή κάτω στη Ναύπακτο, αλλά ο ίδιος είναι από το «ωραιότερο χωριά, θα πάθεις πλάκα!» – την Αράχοβα. Σου σφίγγει το χέρι και μετράς αν όλα τα δάκτυλα βρίσκονται μετά στη θέση τους. «Εσείς οι Αθηναίοι πρέπει να καρδαμώσετε! ‘Αντε μια βόλτα πάνω στα βουνά να γεμίσεις οξυγόνο. Σας έφαγε το καυσαέριο!».
Οι άνθρωποι του βουνού είναι φιάλες οξυγόνου στον πολιτισμό. Είναι απόλυτοι, ξεκάθαροι, αυτόχθονες. ‘Οταν οι κοσμοπολίτες λαχανιάζουν από το κυνήγι των trends, ξαποσταίνουν έξω από ένα χάνι στη μέση του πουθενά, θαυμάζοντας την απλοϊκή δόμησή του. Αναπνεύουν πεντάστερο οξυγόνο και επαναπροσδιορίζουν τη lounge αισθητική του κόσμου.
‘Εχουμε ανάγκη τη φύση αμόλυντη, ακατέργαστη. Πολυτέλεια για αυτήν σημαίνει δάση από έλατα, καστανιές, δρυς, καρυδιές, φιδίσιοι δρόμοι τέρμα Θεού, βουνά με άγρια ζώα, λουλούδια με ονειρικές ευωδιές, πέτρα, ξύλο κι ένα πιάτο φαγητό χωρίς ορμόνες.
‘Ανω Χώρα- Λιμνίτσα- Τερψιθέα
Ξεκινάμε με προορισμό ένα από τα celebrities χωριά της Ορεινής Ναυπακτίας, την ‘Ανω Χώρα, έδρα του Δήμου Αποδοτίας. Ο δρόμος ως εκεί είναι ανηφορικός, αλλά απόλυτα προσβάσιμος γεμάτος βελανιδιές, ρείκια και κουμαριές. Στα 27χλμ μετά, το οξυγόνο έχει ήδη κάνει τα κύτταρά σου να χορεύουν. Νιώθεις την ανάγκη να σταματήσεις για ένα καφέ ή μια νόστιμη χωριάτικη πίτα.
Στη Λιμνίτσα, κάτω από την πλακόστρωτη αυλή της εκλησίας του Αγίου Ταξιάρχη, θα βρεις μια ωραία, πέτρινη πλατεία με τη βρύση που ήπιε νερό ο Καραϊσκάκης- και που αν τύχει εκεί που σου λένε για την ιστορία της βρύσης, να σε ρωτήσουν αν είσαι ανύπαντρη, μην πεις ότι είσαι γιατί «ξέρεις, αν πιεις νερό από αυτή κάποιο παληκάρι από τα μέρη μας θα πάρεις και δε φεύγεις μετά από το χωριό!». Το έχουν αυτό οι βρύσες στα Ελληνικά χωριά, είναι οιωνοί και μάντησες.
Εδώ, λοιπόν, στην πλατεία θα βρεις δυο από τα πιο τέλεια στέκια στο πέρασμά σου. Η Τασία στο «Τζάκι» στα αριστερά του δρόμου φτιάχνει πίτες, μαγειρευτά και γλυκά αλησμόνητα. Είναι από εκείνους τους ανθρώπους που από την πρώτη συνάντηση σού ανοίγεται σα βεντάλια και νιώθεις ότι σε περίμενε από καιρό. Θα σου δώσει όσες πληροφορίες χρειάζεσαι για την περιοχή και τους ανθρώπους της. Ζει εδώ μόνιμα από τότε που πήρε τη σύνταξή της κι έχει κάνει το πέρασμα από τη Λιμνίτσα σταθμό.
Απέναντι η ‘Αννα είναι από την Αθήνα. ‘Ηρθαν οικογενειακώς στο χωριό πριν 20 χρόνια ύστερα από την απόφαση του γιου της Ταξιάρχη ν’αφήσει την πόλη και να γίνει κτηνοτρόφος στην πατρίδα του πατέρα του.
‘Ανοιξε κτηνοτροφική μονάδα, ακολούθησαν η καλόγουστη ταβέρνα που επιμελήθηκε ο αδερφός του Κωνσταντίνος και τα δωμάτια φιλοξενίας. Τώρα ο πατέρα τους είναι ο συνεργάτης τους και η μητέρα τους μια χρυσοχέρα οικοδέσποινα όλο χαμόγελο.
Ο Ταξιάρχης ήταν μπροστά από την εποχή του. ‘Οταν ο αγροτουρισμός ήταν ανέκδοτο, εκείνος πήρε τα βουνά. «Πρέπει να επανεξετάσουμε λίγο το σύστημα. Πας στο μάστορα για ένα σίδερδο και σου ζητάει 300 ευρώ, δηλαδή όσο κοστίζουν τρία ζώα. Αν αυτά πάψουν να υπάρχουν, πες μου εσύ ποιος θα τρώει τα παλιοσίδερα». Αξίζει να τα ακούς αυτά από πρώτο χέρι, από κάποιον που τόλμησε να κάνει το βήμα, αυτό που πολλοί μόνο ονειρεύονται.
Αν στην πρώτη σου στάση συναντάς τέτοιους ανθρώπους, σε περιμένουν μόνο τα καλύτερα μπροστά.
Από την Ελατού και μετά το βλέμμα σου γεμίζει έλατα και οι πνεύμονες κρυστάλλινο αέρα. Φτάνεις στην ‘Ανω Χώρα. Αμφιθεατρική και γοητευτική, υψώνει το ανάστημά της στα 1050μ και ντύνει τη νοτιοδυτική πλαγιά της οροσειράς Σύρτα με πλακόστρωτα καλντερίμια, έντονες αποχρώσεις του κόκκινου, μπλε, πράσινου και κίτρινου στα ξύλινα μπαλκόνια των πετρόχτιστων σπιτιών. Εδώ θα βρεις και μερικές από τις πιο όμορφες παραδοσιακές ξενοδοχειακές μονάδες της ευρύτερης περιοχής.
Το λεωφορείο του ’40 αποτελεί σήμα-κατατεθέν του χωριού και η επιγραφή πάνω σε αυτό «Σε αυτούς που έφυγαν και σε αυτούς που έρχονται. Για να θυμούνται» σε πάει πολλά χρόνια πίσω, αλλά με το βλέμμα μπροστά.
Οδηγείς στο τέρμα του οικισμού και γύρω σου εκτείνονται έλατα και καστανιές. Σε κάθε πέρασμά σου από τις ταβέρνες και τα παντοπωλεία της πλατείας θα σου πουν για τη γιορτή του κάστανου και του τσίπουρου κάθε Οκτώβρη και για το πανυγήρι της Αγίας Παρασκευής κάθε καλοκαίρι.
Η άλλη ζωή στη Λάλικα
Μετά την Κάτω Χώρα αν θες να διεισδύσεις στην καρδιά του ορεινού όγκου φτάσε ως τη Λάλικα και το «βασίλειο» του Φώντα. Ο Φώντας ζει κυριολεκτικά στη μέση του πουθενά. Αγναντεύει το σύμπαν από τα 1523μ υψόμετρο. Κανείς δεν έχει ζήσει εκεί πριν από αυτόν.
Φιλοξενεί στη φάρμα του τους πιο ψαγμένους ταξιδευτές. Είναι αυτός που γνωρίζει κάθε πέτρα σε αυτά τα βουνά, γεννήθηκε και μεγάλωσε εδώ. Η μάνα του τον κουβαλούσε στην πλάτη περπατώντας όρη, ποτάμια, φαράγγια ως τη Ναύπακτο. ‘Εχει ν ‘ ακούσει ραδιόφωνο από το ’74, έχει πάει κόντρα το ποτάμι, μελετά τη φύση και μέσα στο όλο της μαθαίνει να γνωρίζει τα πάντα. Θα μπορούσε να γράψει βιβλία για την τεράστια χλωρίδα και πανίδα της περιοχής. Πρόσφατα έβαλε και άλογα, άνοιξε και άλλες αίθουσες για να αγναντεύεις τη θέα, όλα φτιαγμένα με υλικά του δάσους και ανακυκλώσιμα.
«Θα σε ξυπνήσω το πρωί να δεις την ανατολή. Θα δεις τα χρώματα, αν είσαι τυχερή λύκους, χρυσαετούς, άγριες ορχιδέες, το πιο ακριβό βότανο στον κόσμο. ‘Ηρθαν Κινέζοι την άλλη φορά για να τους το δείξω. Αλήθεια, θα κάνεις καλό στην ψυχή σου».
Ο Φώντας είναι ορεινός παράγοντας από μόνος του στην Ορεινή Ναυπακτία. Θα πας από περιέργεια και θα κολλήσεις από επιλογή.
Το ζυμωτό ψωμί και η πανσέληνος της Αμπελακιώτισσας
Στην Αμπελακιώτισσα θα γνωρίσεις τον Παναγιώτη και τη Μαίρη στον ξενώνα «Δρυάδες» κι ένα χωριό που οι φανατικοί του βουνού θα λατρέψουν. Από την πέτρινη βεράντα θα αγγίζει το βλέμμα σου την κορυφή του Τσεκούρα και η μυρωδιά από το ζυμωτό ψωμί που φτιάχνει πότε εκείνος, πότε η γυναίκα του θα σε ταξιδέψει σε αναμνήσεις παιδικές.
Θα βλέπεις κάτω την πλατεία του χωριού και το κελάηδισμα από τα αηδόνια θα κάνει σιάτσου στα εγκεφαλικά σου κύταρρα. Αν πετύχεις πανσέληνο, θα αντικρύσεις το φεγγάρι να ισορροπεί στους τραχείς βράχους και τα κυματιστά κορφοβούνια, ενώ κάτω στην πλαγιά θα καθρεπτίζεται στο ποτάμι του Κότσαλου- το σπουδαιότερο παραπόταμο του Εύηνου- και στο φαράγγι του Κάκαβου.
Η διαδρομή ως εδώ δεν είναι ό,τι πιο εύκολο, αλλά είναι όμορφη. Είναι σα να διασχίζεις ένα δάσος με αυτοκίνητο. ‘Ενα ασφάλτινο πέρασμα που σε σημεία χωρά μόνο ένα αυτοκίνητο. Πρόσφατα, όμως, άνοιξε και ο δρόμος με άσφαλτο που ενώνει το χωριό με το Καρπενήσι διευκολύντας την πρόσβαση σε αυτό χωρίς να χρειάζεται να περάσεις απαραίτητα μέσα από τη Ναύπακτο.
Πριν κατηφορίσεις από την Ορεινή Ναυπακτία ξανά για τη νύμφη του Πατραϊκού, τη Ναύπακτο, αξίζει να κάνεις μια στάση στην Τερψιθέα, το χωριό των γιατρών και των στρατηγών, με τους φιλόξενους κατοίκους με τα πλατιά χαμόγελα. Αν φτάσεις μεσημέρι, δε θα βρεις ψυχή. Η σιέστα είναι κατεστημένο. Οι άνθρωποι εδώ κυκλοφορούν μετά τις 5 το απόγευμα.
Η Αράχοβα πάει Ορεινή Ναυπακτία
Η απογείωση ξεκινά και πάλι ανηφορικά για την Αράχοβα. Μετά από τόσα χιλίομετρα στα όρη, στ’ άγρια βουνά, θα συναντήσεις την ομορφότερη ίσως διαδρομή.
Αυτήν που διασχίζει το υπέροχο παραδοσιακό χωριουδάκι της Σίμου με τους γλυκύτατους ανθρώπους του και τη μεγάλη ιστορία και το κουκλίστικο, παραδοσιακό οικισμό του Πλατάνου στα 880μ –”με μηδενική υγρασία”- που έκανε καριέρα και στην τηλεόραση δίνοντας το φυσικό σκηνικό σε δυο τηλεοπτικές σειρές της Κρατικής, τον «Πρίγκιπα» και «Το θησαυρό της Αγγελίνας».
‘Υστερα από μια ώρα σε ένα μαγευτικό καταπράσινο τοπίο γεμάτο εναλλαγές καταλήγεις στο «ωραιότερο χωριό θα πάθεις πλάκα» την Αράχοβα του Νίκου. Κι εδω θα κάνεις την ανακάλυψη γιατί η Αράχοβα είναι ένα χωριό- θαύμα.
Πέτρινα σπίτια με κήπους γεμάτους αμυγδαλιές και οπωροκηπευτικά, περιποιημένα κι ας είναι τα περισσότερα μόνο εξοχικά, πλακόστρωτη πλατεία στο κέντρο του με τα παλαιά κτίρια των Σισμαναίων κι ένας οικισμός αμφιθεατρικός στα 960μ με γειτονιές που ξεπροβάλλουν στρογγυλά και προς τα κάτω.
Το εντυπωσιακό είναι ότι είσαι τόσο κοντά στα σύννεφα και βλέπεις ..παραλία. Η θέα στην Ευηνολίμνη και στο φράγμα του Εύηνου είναι μοναδική, το νερό από τις πηγές τρέχει παντού, βρίσκεσαι ψηλά σε βουνό και ο ορίζοντας μπροστά σου ανοίγει το βλέμμα. Ο Βασίλης έχει τον καφενέ-ψησταριά στην πλατεία και φτιάχνει τα πιο νόστιμα, χειροποίητα φαγητά με υλικά από τον κήπο του.
Από την Αράχοβα βλέπεις και τον ‘Αγιο Δημήτριο , το παραλίμνιο χωριό πριν από την πλαγιά της Κοκκινιάς.
‘Ετοιμος πια για την επιστροφή παίρνεις μαζί σου εικόνες βγαλμένες από τον πίνακα του Γκογκέν. Τη φύση στα καλύτερά της σε ένα ταξίδι με πανέμορφες διαδρομές.
Αυτή είναι η ορεινή Ναυπακτία.‘Ενα ταξίδι –φυγή σε ένα από τα εντυπωσιακά κομμάτια ελληνικής φύσης.
Οι Ναυπάκτιοι πιστεύουν ότι ζουν «στο καλύτερο μέρος του κόσμου». «Μεταξύ μας, έχουν δίκιο» λέει συνωμοτικά ο Γιώργος, Ανωχωρίτης που ζει κάτω στην ακτή.
Εσείς, τι λέτε; Αν έχετε επισκεφτεί την Ορεινή Ναυπακτία, ή αν τη γνωρίζετε καλά, πού θα μας συμβουλεύατε να πάμε, τι δεν πρέπει να χάσουμε;
Aν το σκέφτεστε να πάτε να μας στείλετε για τι απ’όλα θα θέλατε να μάθετε περισσότερα!
Στείλε μας σκέψεις κι ερωτήσεις γράφοντας το σχόλιό σου κάτω από το κείμενο.
*Αποσπάσματα του κειμένου δημοσιεύτηκαν στο ταξιδιωτικό περιοδικό VOYAGER στην ειδική έκδοση Ταξιδεύοντας με το αυτοκίνητο
Πηγή:www.villyventures.
e-nafpaktia.gr