H Ομότιμη καθ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Kωνσταντίνα Μπάδα γράφει στη μνήμη της Μαίρης Χρυσικοπούλου.
Στη Μαίρη Χρυσικοπούλου που με αγωνιστική διάθεση έδωσε ένα δημιουργικό , πολυσχιδές και χρήσιμο στους πολλούς έργο, που πήγαζε από την αναζήτηση πλαισίου και όρων ζωής προσδεμένων με τις αξίες της ισότητας, της δικαιοσύνης,, της ελευθερίας. Της αφιερώνω με σεβασμό δυο λόγια, ανασέρνοντας από την συγγραφική της παραγωγή, ένα βιβλίο που δίνει ιστορική φωνή σε μορφές γυναικείες του τόπου.. Πρόκειται για το βιβλίο της «Γυναικείες μορφές της Αιτωλοακαρνανίας 2000», που παρουσιάστηκε το 2002 στο Αγρίνιο. Σήμερα που η Μαίρη μας άφησε, τιμώντας το έργο της και εκτιμώντας τον αγώνα της για σημαντικές αξίες, μοιράζομαι μαζί σας όσα είπα για το βιβλίο και για την ίδια.
«Πριν από τέσσερα χρόνια, το 1998, όντας στο πανεπιστήμιο του Έσσεξ ως επισκέπτρια καθηγήτρια στο Τμήμα της Κοινωνιολογίας συμμετείχα σε ένα μεταπτυχιακό σεμινάριο που είχε ως θέμα « Γυναίκες και Ιστορία». Οι γυναικείες Σπουδές, ή καλύτερα η ανάδειξη μιας Ιστορίας που καθιστά ορατά τα αθέατα ως χθές και σιωπηλά ιστορικά υποκείμενα αποτελούν έναν βασικό κλάδο σπουδών στον διεθνή χώρο,όχι όμως και στη χώρα μας . Το ορόσημο ήταν η αρχή της δεκαετίας του ‘70 όπου τέθηκαν οι βάσεις ανάπτυξης μιας Ιστορίας και μιας ανθρωπολογίας των γυναικών. H κίνηση προήλθε από τη διαπίστωση ότι η μελέτη του ανθρώπου αφορούσε κυρίως τον άντρα, ότι η ιστορία τελικά ήταν γραμμένη από αυτόν γι’ αυτόν.. H πρώτη λοιπόν προσπάθεια εκ μέρους των γυναικών ιστορικών και ανθρωπολόγων επικεντρώθηκε στο να γίνουν οι γυναίκες ορατά εθνογραφικά και ιστορικά πρόσωπα και να δοθεί η δική τους πρόσληψη για την ιστορία. .Η ιστορία των γυναικών και η ανάδειξη της κοινωνικής τους ταυτότητας μέσα στο χρόνο, προώθησε στη συνέχεια τη μελέτη των σχέσεων ανάμεσα στα δύο φύλα για να καταλήξει στην αντιμετώπιση των σχέσεων ανάμεσα στα δύο φύλα ως κοινωνικών σχέσεων, ως προϊόντων δηλαδή μιας κοινωνικής τάξης πραγμάτων που διαμορφώνουν, με τη σειρά τους, την ιστορική πραγματικότητα. Και αυτό γιατί η ιστορία των γυναικών είναι η ιστορία μιας σχέσης. Όπως επισημαίνει η Ελένη Βαρίκα στο βιβλίο της «Η εξέγερση των Κυριών», η μελέτη της κοινωνικής σχέσης είναι η μελέτη των ρόλων και των θέσεων που έχουν οι γυναίκες στην κοινωνία σε σύγκριση με τη θέση των αντρών. Στη διάρκεια του χρόνου που έμεινα εκεί ,συνέδελφοι από άλλες χώρες παρουσίαζαν την ιστορία των γυναικών που ανακάλυπταν από την έρευνά τους στη χώρα τους, έτσι και εγώ ανέλαβα να κάνω το ίδιο για την Ελλάδα περιοριζόμενη χρονικά στο 19ο – 20ο αι. Από τότε ως σήμερα ενισχύεται συνεχώς η αρχική μου υπόθεση εργασίας ότι η επίσημη ιστορία μας δεν έχει διασώσει τίποτε για μια τέτοια γυναικεία μορφή. Άραγε να μην υπήρχε, να μην άφησε πίσω της ίχνη? Ή η επίσημη , αντικειμενική όπως λέγεται Ιστορία η ιστορία των μαχών, των ημερομηνιών, των προσωπικοτήτων και των γεγονότων δεν πρόσεξε , δεν κατέγραψε , δε αξιολόγησε τον ιστορικό γυναικείο λόγο? Πώς άλλωστε θα μπορούσε να το κάνει αφού ένα γυναικείο ιστορικό βλέμμα θα έδινε ίσως μια ιδιαίτερη ιστορική εμπειρία και ερμηνεία και όχι αυτή που είχε καθιερωθεί ως η γενικευμένη εμπειρία. Και λέω ίσως γιατί τα κενά και οι σιωπές των πηγών δεν είναι μόνο σημεία ανυπαρξίας. Μπορεί να είναι επιβεβλημένη σιωπή ή ένας δημόσιος γυναικείος λόγος που υπακούει αυτολογοκρινόμενος στον κανονιστικό λόγο της επίσημης ιστορικής εκδοχής. Ακόμα αναζητώ με ένα συναίσθημα συνενοχής και κατανόησης στις επίσημες και στις ανεπίσημες πηγές, στις προφορικές μαρτυρίες κι αλλού το θαμμένο ή το ανύπαρκτο γυναικείο πρόσωπο που μπορεί να κατέγραφε με συνείδηση την ιστορία για τη ζωή, τη δράση , την αντίφαση άλλων γυναικών.. Που ήθελε να φωτίσει τα πρόσωπά τους , να δει αν και πόσο κατάφεραν να ανατρέψουν τους αντικειμενικούς όρους της ζωής τους ή να επωφεληθούν από τις περιστάσεις. Ως τώρα αυτή η αναζήτηση με κάνει να σκύβω με προσοχή και να εκτιμώ κάθε προσπάθεια που ανασύρει τον λόγο και τη δράση γυναικών .. Η Μαίρη Χρυσικοπούλου ακολουθώντας τα λιγοστά και διάσπαρτα ίχνη των επώνυμων και των ανώνυμων γυναικών του νομού Αιτωλοακαρνανίας επιχειρεί να δώσει μια εικόνα της ζωής κάποιων γυναικών του παρελθόντος, όπως αυτή προκύπτει και μέσα από τις δικές τους επιλογές , από τις δικές τους εμπειρίες από τις δικές τους ανταρσίες , συμβιβασμούς και φόβους . Νοιώθουμε ωστόσο ότι την ίδια ώρα, στη Μαίρη Χρυσικοπούλου, όπως σ’ όλες μας , δημιουργείται ένα αίσθημα ταύτισης, ένα αίσθημα κατανόησης και συνενοχής προς τις πρωταγωνίστριες, για αυτό που βίωσε ή δε βίωσε η άλλη γυναίκα, η γυναίκα επιστήμονας, η γυναίκα αγωνίστρια, η γυναίκα καλλιτέχνιδα, της γυναίκας αγρότισσα, η γυναίκα επαγγελματίας . είναι αλήθεια ότι αυτά τα πρόσωπα κουβαλούν μαζί τους πολιτισμικές ταυτότητες και μεις τις καθιστούμε μέρος της δικής μας πολιτισμικής ταυτότητας, μέρος της ιστορίας της οποίας δικαιούμαστε να είμαστε, ως γυναίκες , κάτοχοι και διαχειριστές της.
Τη σιωπή των επίσημων πηγών της ιστορίας η Μ. Χρυσικοπούλου την προσπερνά με αξιοποίηση της προφορικής μαρτυρίας και της βιωμένης εμπειρίας. Διαπιστώνουμε ότι η συλλογική και κοινωνική μνήμη συγκρατεί με πείσμα τη θύμηση εκείνων των γυναικών που έφτασαν σε μια αυτόνομη δράση ήδη από το τέλος του προηγούμενου αιώνα., του αιώνα της μετάβασης και των απαρχών του φεμινιστικού κινήματος, ο απόηχός του οποίου φτάνει και στην επαρχία και παρασύρει τις πιο ανήσυχες συνειδήσεις στη δράση, στην έξοδο «από τα του οίκου – και μόνο αυτά – καθήκοντα».
Η ζωή και η δράση της Καλλιόπης Πεταλά , της γιατρού Δώρας Πεταλά , της Κωστούλας Βλαχούλη , της Μαρίας Χρυσόγελου, των μελών του Συλλόγου «Εργάνη Αθηνά» ,της Γκινοπούλου Ευανθίας φανερώνει τη συνειδητή συμμετοχή στην ιδεολογία και στην πρακτική του πρώτου κινήματος, που ταυτίστηκε με την χειραφέτηση των γυναικών και την κοινωνική αναγνώριση της δράσης τους.. Η καπνεργάτρια Βασιλική Γεωργαντζέλη, η αγωνίστρια Μαρία Δημάδη δρουν σε μια εποχή που η ιδεολογία και η πρακτική επιβάλλει τον αγώνα της γυναίκας για το κοινό συμφέρον, για όλους , κι αυτή το κάνει παραμερίζοντας τη δική της διεκδίκηση για ισοτιμία. Η Δώρα Στράτου, η Βάσω Κατράκη είναι πάλι εκείνες που απαντούν με πολιτισμικούς όρους. Δρουν μέσα από την τέχνη, την αισθητική και παράγουν τον ξεχωριστό τους λόγο.
Μια πτυχή της ιστορικής φωνής των γυναικών του παρελθόντος έχει αναδειχθεί σε τούτο το βιβλίο και είναι αναγνωρίσιμη σήμερα, . Η ευαισθησία της Μαίρης και η μεγάλη προσπάθειά της να ρίξει τον φακό πάνω στο παρελθόν και το παρόν των γυναικών έχει άλλωστε εκφραστεί με πολλούς τρόπους στην κοινωνία του Αγρινίου.
Κωνσταντίνα Μπάδα.,
Ομοτιμη καθ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων