Του Λίνου Υφαντή,
Παραφράζοντας δύο τίτλους από μυθιστορήματα και ταινίες, στο παρόν άρθρο θα δραματοποιήσουμε δύο εξ αυτών.
Το Αγρίνιο ως “Μαρία της σιωπής” βιώνει το δικό του βουβό επαναπροσδιορισμό. Η πόλη αραιοκινείται με ελλειπτικές φυγόκεντρες τάσεις: Από τα περίχωρα του Αή Γιάννη Ριγανά και Αγίων Πάντων, εισέρχεται σιγά σιγά αλλά δειλά στην κανονική της κίνηση στο κέντρο. Ο ένας πλέον κοιτά τον άλλον, ανταλλάσσει μία καλημέρα και μία ατάκα για το δίμηνο που πέρασε. Αν πέσει η ατάκα τύπου “θα περάσει”, η άλλη ατάκα τύπου ” Ο “μπιλκειτζ” (sic) έχει έτοιμο το τσιπ, θα καθορίσει και τη συνέχεια της κουβέντας.
Ουσιαστικά είναι μία τροχιοδεικτική -φραστική- βολή για το αν είσαι “κανονικός” ή “συνομωσιολόγος”, Τσιόδρας η “ψεκασμένος” κτλ. Αν τα χνώτα ταιριάξουν, η σύντομη κουβεντούλα συνεχίζεται, αν όχι το δηλητήριο της “απαισιοδοξίας” ή της “κανονικότητας” έχει ανταλλαχθεί.
Μέσα σε αυτό το συνθηματικό παιχνίδι της σιωπής, η πόλη ξέχασε τα προβλήματα και τα οράματά της. Παγιδεύτηκε σε σκληρές κυψέλες κατηγοριοποίησης, προσπαθώντας να ξεπεράσει το ισχυρό σοκ. Μέσα σε αυτό το μαύρο πλαίσιο που γίνεται σιγά σιγά γκρίζο λόγω καλού καιρού και ιδίως λόγω έλλειψης θυμάτων, αρχίζουν και επαναπροσδιορίζονται πολιτικοί όροι.
Η κανονικότητα παραπέμπει στο κεντροδεξιοφιλελεύθερο political correct με προτεσταντικούς όρους. Απεναντίας το “θα λογαριαστούμε” θυμίζει για άλλους μικροπολιτική στα όρια της συνωμοσιολογίας. Στη μέση πλέον έχουμε τη σουρεάλ εικόνα της αραιοσυγκέντρωσης του ΠΑΜΕ ως κερασάκι στην τούρτα.
Κάπως έτσι, με τους παραπάνω συγκρουσιακούς όρους πορευόμαστε στην “κανονικότητα” στα χρόνια της χολέρας. Ας την αντικαταστήσουμε όμως με τον “έρωτα” , αποκαθιστώντας έτσι τον τίτλο της ταινίας, διότι κυρίως όλες αυτές τις ημέρες ξεχάσαμε να ερωτευόμαστε: τα πάθη μας, τις συνήθειες μας, την πολιτική και κυρίως την ίδια μας τη ζωή!