Δημοσιοποιήθηκε η Ποιμαντορικὴ Ἐγκύκλιος του Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεου για την εορτή των Χριστουγέννων.
«Το φαινόμενο, επομένως, να λεγόμαστε Χριστιανοί και να συμπεριφερόμαστε ιουδαϊκώς ή ειδωλολατρικώς δεν είναι χριστιανικό, δεν είναι πανήγυρη χριστιανική. Ο Χριστός πρέπει να γίνει διδάσκαλός μας και εμείς δικοί του μαθητές. δεν πρέπει να λεγόμαστε μόνον Χριστιανοί, αλλά και να είμαστε στην πράξη Χριστιανοί και μάλιστα Ορθόδοξοι, όπως το ερμηνεύουν οι άγιοι Πατέρες μας», αναφέρει μεταξύ άλλων.
Αναλυτικά:
«Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,
Καί πάλιν πανηγυρίζουμε τήν ἑορτή τῆς κατά σάρκα Γεννήσεως τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί μᾶς δίνεται ἡ εὐκαιρία νά δοῦμε τήν σπουδαιότητά της καί νά συνειδητοποιήσουμε τήν μεγάλη ἀξία νά εἴμαστε Χριστιανοί, μαθητές τοῦ Χριστοῦ. Δέν πρόκειται γιά ἕνα τυπικό ὄνομα, ἀλλά γιά ἕνα ὄνομα πού δείχνει τήν ἀναγέννηση τῆς ζωῆς μας. Εἴμαστε Χριστιανοί καί μάλιστα Ὀρθόδοξοι καί θά πρέπει νά ἀνταποκρινόμαστε σέ αὐτήν τήν ἀποστολή μας.
Ἀφορμή γιά τήν διατύπωση αὐτῶν τῶν ἑόρτιων σκέψεων μοῦ δίνουν μερικοί λόγοι τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου σέ ἐπιστολή του πρός τούς Μαγνησιεῖς. Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ἦταν Ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας τῆς Συρίας κατά τόν πρῶτο αἰώνα μ.Χ., μαθητής τοῦ Ἀποστόλου καί Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου. Ὁπότε εἶναι ἕνας ἀπό τούς Ἀποστολικούς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, διάδοχος τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Ἐμαρτύρησε στήν Ρώμη.
Διασώζονται μερικές ἐπιστολές του πού εἶναι γεμάτες ἀπό θεῖο ἔρωτα γιά τόν Χριστό καί θεία ἔμπνευση. Μιά ἀπό τίς ἐπιστολές αὐτές ἀπεστάλη στούς Χριστιανούς τῆς Μαγνησίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Στήν ἐπιστολή αὐτή, μεταξύ τῶν ἄλλων, ἀναφέρεται καί στόν Ἰησοῦ Χριστό, τοῦ ὁποίου ἑορτάζουμε σήμερα τήν Γέννηση, κατά ἄνθρωπο.
Τονίζεται ὅτι «οἱ θειότατοι Προφῆται κατά Χριστόν Ἰησοῦν ἔζησαν, διά τοῦτο καί ἐδιώχθησαν». Δηλαδή, ὅλοι οἱ Προφῆτες στήν Παλαιά Διαθήκη, ὅπως ψάλλουμε στά τροπάρια τίς ἡμέρες αὐτές, ἔβλεπαν τόν ἄσαρκο Λόγο, τόν Κύριο τῆς Δόξης, τόν Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελο καί προεφήτευαν τήν ἔλευσή Του, γι’ αὐτό καί διώχθησαν ἀπό τούς συγχρόνους τους Ἰουδαίους.
«Οἱ Προφῆται μαθηταί ὄντες τῷ πνεύματι ὡς διδάσκαλον αὐτόν προσεδόκων». Μέ τό Ἅγιον Πνεῦμα οἱ Προφῆτες ἔγιναν μαθητές τοῦ Χριστοῦ καί τόν ἀνέμεναν ὡς διδάσκαλο. Μέ αὐτήν τήν ἔννοια ἡ Παλαιά Διαθήκη δέν εἶναι ἡ ἱστορία τοῦ Ἑβραϊκοῦ Ἔθνους, ἀλλά ἡ προϊστορία τοῦ Χριστιανισμοῦ, καί οἱ Προφῆτες εἶναι πρόδρομοι τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καί εἶναι δικοί μας Προπάτορες.
Ἐάν οἱ Προφῆτες πού ἔβλεπαν τήν ἐνσάρκωση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ ἦταν μαθητές τοῦ Χριστοῦ, πολύ περισσότερο ἐμεῖς πού εἴδαμε τόν σεσαρκωμένο Χριστό εἴμαστε μαθητές Του.
Τό νά εἶναι ὅμως κανείς μαθητής τοῦ Χριστοῦ δέν εὔκολο ἔργο. Ἡ μαθητεία στόν Χριστό ἀρχίζει μέ τό Βάπτισμα καί τό Χρῖσμα καί συνεχίζεται σέ ὅλη τήν ζωή μας, μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ καί τήν ἐνσυνείδητη ζωή στήν Ἐκκλησία, συμμετέχοντας στά Μυστήρια μέ τά ὁποῖα ἀναγεννιόμαστε πνευματικά.
Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος γράφει ὅτι διά τοῦ «μυστηρίου ἐλάβομεν τό πιστεύειν», ἀλλά πρέπει συνεχῶς νά ἀγωνιζόμαστε στήν ζωή μας «καί διά τοῦτο ὑπομένομεν, ἵνα εὑρεθῶμεν μαθηταί Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ μόνου διδασκάλου ἡμῶν». Ὁ Χριστός εἶναι ὁ μοναδικός μας διδάσκαλος καί ὑπομένουμε γιά νά βρεθοῦμε μαθητές Του, διότι «πῶς ἡμεῖς δυνησόμενοι ζῆσαι χωρίς αὐτοῦ;». Χωρίς τόν Χριστό δέν μποροῦμε νά ζήσουμε.
Καί στήν συνέχεια ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος γράφει ἕναν ἐκπληκτικό λόγο: «Διά τοῦτο, μαθηταί αὐτοῦ γενόμενοι, μάθωμεν κατά Χριστιανισμόν ζῆν». Πρέπει νά μάθουμε νά ζοῦμε ὅπως θέλει ὁ Χριστιανισμός, διότι ὅποιος «ἄλλῳ ὀνόματι καλεῖται πλέον τούτου, οὐκ ἐστιν τοῦ Θεοῦ». Ὅποιος καλεῖται μέ ἄλλο ὄνομα ἀπό αὐτό, ἐκτός τοῦ Χριστιανικοῦ, δέν ἀνήκει στόν Θεό. Δέν εἶναι δυνατόν νά εἴμαστε τοῦ Χριστοῦ καί νά καλούμαστε μέ ἄλλο ὄνομα.
Τό νά λεγόμαστε, ὅμως, καί νά εἴμαστε Χριστιανοί ἔχει πολλές ὑποχρεώσεις. Ἐπειδή ὁ Χριστός, ὅπως γράφει, εἶναι ἡ «νέα ζύμη» θά πρέπει νά ἀποβάλλουμε τήν κακή ζύμη πού ἔχει παλαιωθῆ καί εἶναι ξυνισμένη καί νά μεταβληθοῦμε σέ νέα ζύμη, καί ἐπί πλέον νά ἁλατισθοῦμε σέ Αὐτόν, ὥστε νά μή ὑποστῆ κανείς φθορά, διότι ἀπό τήν ὀσμή τῆς φθορᾶς θά ἀποκαλυφθοῦμε.
Εἶναι ἐκπληκτική αὐτή ἡ διδασκαλία τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἡ «νέα ζύμη» καί Αὐτός θά ἀνακαινίση τήν ζωή μας, πού θυμίζει τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ (Ματθ. ιγ΄, 33) καί τοῦ Ἀποστόλου Παύλου (Α΄ Κορ. ε΄, 6-8). Δέν πρόκειται γιά μιά ἰδεολογία, γιά μιά θρησκεία, ἀλλά γιά μιά ἀνακαινισμένη ζωή πού γίνεται ἐν Χριστῷ.
Αὐτό εἶναι ἀναγκαῖο, διότι ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος «ἄτοπόν ἐστιν, Χριστόν Ἰησοῦν λαλεῖν καί ἰουδαΐζειν», δηλαδή εἶναι ἄτοπο νά μιλᾶ κανείς γιά τόν Χριστό καί νά ζῆ μέ ἰουδαϊκό τρόπο, σάν νά μήν ἐνηνθρώπησε ὁ Χριστός. Καί συμπληρώνει ὅτι δέν πίστευσε ὁ Χριστιανισμός στόν Ἰουδαϊσμό, ἀλλά ὁ Ἰουδαϊσμός ἐπίστευσε στόν Χριστιανισμό, καί στόν Χριστιανισμό προσῆλθε κάθε γλώσσα πού πίστευσε στόν Θεό.
Ἀγαπητοί ἀδελφοί,
Ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἄνθρωπος γιά νά ἀνακαινίση τόν ἄνθρωπο καί ὄχι ἁπλῶς νά προσθέση μερικά καινούργια ἤθη καί ἔθιμα καί μερικές νέες παραδόσεις. Πρέπει ὁ Χριστός νά γίνη διδάσκαλός μας καί ἐμεῖς δικοί Του μαθητές, νά λεγόμαστε Χριστιανοί καί νά εἴμαστε πραγματικοί Χριστιανοί, νά ἀποβάλλουμε τό παλαιό ζυμάρι καί νά δεχθοῦμε τό νέο ζυμάρι, καί αὐτό εἶναι ὁ Χριστός. Ἡ Χριστιανική ζωή εἶναι νέα ζωή.
Τό φαινόμενο, ἑπομένως, νά λεγόμαστε Χριστιανοί καί νά συμπεριφερόμαστε ἰουδαϊκῶς ἤ εἰδωλολατρικῶς δέν εἶναι χριστιανικό, δέν εἶναι πανήγυρη χριστιανική. Ὁ Χριστός πρέπει νά γίνη διδάσκαλός μας καί ἐμεῖς δικοί Του μαθητές. Δέν πρέπει νά λεγόμαστε μόνον Χριστιανοί, ἀλλά καί νά εἴμαστε στήν πράξη Χριστιανοί καί μάλιστα Ὀρθόδοξοι, ὅπως τό ἑρμηνεύουν οἱ ἅγιοι Πατέρες μας.
Εὔχομαι νά περάσετε τίς ἑορτές αὐτές τοῦ Δωδεκαημέρου μέ ὑγεία καί χριστιανική ἔμπνευση.
Μέ πατρικές εὐχές
Ὁ Μητροπολίτης
+ Ὁ Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος»