Βιργινία Σίμου
Ελεύθερος Επαγγελματίας
Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει αντικειμενικός τρόπος να ορίσει κανείς το δίκαιο ή το άδικο για αιτήματα που διατυπώνουν κλάδοι εργαζομένων. Περισσότερο έχει να κάνει με την πρόσληψη της κάθε κατηγορίας και του κάθε κλάδου από την κοινή γνώμη.
Φυσικά και χαιρετίζουμε τις μεγαλειώδεις αγροτικές κινητοποιήσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη στη χώρα μας και σε όλη την Ευρώπη που αποδεικνύουν ότι κοινή ρίζα των προβλημάτων είναι η Κοινή Αγροτική Πολιτική και η στρατηγική της “πράσινης μετάβασης” της ΕΕ. Οι κατευθύνσεις αυτές επιβάλλουν περαιτέρω εμπόδια στις καλλιέργειες, την κτηνοτροφία και ανατροπές στις ενισχύσεις – επιδοτήσεις των μικρών και μεσαίων αγροτών, προς όφελος των επιχειρηματικών ομίλων. Οι περισσότερες κινητοποιήσεις στη χώρα µας σπάνια έχουν κοινωνική αποδοχή. Η «παράδοση» αυτή φαίνεται πως έσπασε µε τον αγώνα που κάνουν οι αγρότες τις τελευταίες εβδοµάδες. Είναι ενδεικτικό πως ακόµα και την Τετάρτη, όταν είχε παραλύσει η Αθήνα από την κάθοδο των τρακτέρ και τη µεγάλη διαδήλωση, δεν υπήρχαν τα συνηθισµένα αρνητικά σχόλια. Aυτό συµβαίνει για ποικίλους λόγους. Πρωτίστως, γιατί είναι διάχυτη η αίσθηση πως οι αγρότες έχουν πολλά δίκια µε το µέρος τους. Πολύ περισσότερο µετά την ολοσχερή καταστροφή που υπέστη η Θεσσαλία. Αλλά και για έναν επιπλέον λόγο. ∆ιότι οι επικεφαλής των αγροτικών µπλόκων µιλούν τη γλώσσα της αλήθειας, χωρίς κραυγές και χωρίς να εκβιάζουν καταστάσεις. Το γεγονός, για παράδειγµα, ότι δεν έκλεισαν τις εθνικές οδούς έδωσε πόντους στον αγώνα τους.
Κατά συνέπεια, όλο αυτό που έχει συµβεί είναι ένα µάθηµα για όσες κοινωνικές οµάδες σκέφτονται να κινητοποιηθούν. Στην πραγµατικότητα το πρώτο στοιχείο για να πετύχει µια απεργία είναι να έχει µαζί της µεγάλο κοµµάτι της κοινωνίας. Οπως συνέβη µε τους αγρότες. Πάντως, οι Έλληνες ψηφοφόροι στηρίζουν τους αγώνες των αγροτών με πολύ μεγάλα ποσοστά μάλιστα, της τάξης του 68% όπως έδειξε η έρευνα της Pulse. Ένας άνεμος αλληλεγγύης πνέει προφανώς στην ελληνική κοινωνία, που δηλώνει πρόθυμη να πληρώσει για την ενίσχυση του αγροτικού εισοδήματος. Ίσως πάλι να πρόκειται για ένα κλασικό αίσθημα αλληλεγγύης, μια αντίληψη ότι όλοι μαζί, στο ίδιο καζάνι βράζουμε. Άλλωστε μας αφορά όλες κι όλους διότι από κοινού υποφέρουμε, καθώς από τους αγρότες και κτηνοτρόφους θησαυρίζουν οι διάφοροι επιχειρηματίες, οι οποίοι με την απογείωση των τιμών “από το χωράφι στο ράφι”, φέρνουν σε απόγνωση τα νοικοκυριά που πλήττονται από την ακρίβεια.
Σε κάθε περίπτωση χρειάζεται μια οργάνωση. Για να έχουμε φθηνό ρεύμα για την αγροτική και όχι μόνο παραγωγή, πρέπει να επενδύσουμε στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Η χώρα μας, έχοντας βαριά κληρονομιά από καταστροφικές πολιτικές του παρελθόντος, προκειμένου να προχωρήσει στην ανασυγκρότησή της πρέπει να στηριχθεί πρωτίστως στον πρωτογενή τομέα, ο οποίος, παρά και τη δική του καταστροφή, διαθέτει σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα. Με άλλα λόγια, μπορεί να γίνει ο βατήρας για την εκτίναξη της ανάπτυξης. Όταν μιλάμε για ανάπτυξη οφείλουμε να προσδιορίσουμε το ποιοι, κυρίως, θα ωφεληθούν από αυτή.
Η ανασυγκρότησή της πρέπει να γίνει με εθνική στρατηγική, με περιφερειακό σχεδιασμό, με σύγχρονα και ισχυρά συνεργατικά σχήματα. Με έναν, δηλαδή, ολιστικό σχεδιασμό και διασύνδεσή του με επιμέρους στόχους άλλων κλάδων και δραστηριοτήτων στη βάση της περιφερειακής ανάπτυξης και την ενίσχυση της απασχόλησης. Στην Πολιτεία πέφτει ιδιαίτερο βάρος για δημιουργία υποδομών, τεχνική στήριξη, σύστημα κινήτρων-αντικινήτρων εξειδίκευση στόχων, χρηματοδότηση, σύνδεση εκπαίδευσης-έρευνας-επιχειρήσεων, ενίσχυση συλλογικών-συνεργατικών σχημάτων. Ο μόνος ρεαλιστικός δρόμος για την επίτευξη οικονομιών κλίμακας, την αύξηση της ανταγωνιστικότητας των συνεργαζόμενων και τη διεκδίκηση αυξημένου μεριδίου στις ξένες αγορές είναι η μαζική αύξηση του βαθμού συνεργασίας στο πλαίσιο του αγροδιατροφικού τομέα, σε όλα τα επίπεδα και με όλους τους τρόπους. Υπό μια προϋπόθεση: να είναι επιχειρηματικά αποτελεσματικές και οικονομικά προσοδοφόρες,